Έκτωρ-Ξαβιέ Δελαστίκ
«Θερμικές νησίδες» σε δουλειά και σπίτι
Η θερμοκρασία των πόλεων τείνει να είναι διαφορετική, και μάλιστα υψηλότερη, απ’ ότι η θερμοκρασία των περιοχών εκτός του αστικού ιστού. Η διεθνής ορολογία για το φαινόμενο είναι μεν το εύληπτο «αστική θερμική νησίδα» (urban heat island), η πραγματικότητα είναι όμως πιο περίπλοκη, πιο λεπτή, πιο ταξική.
Κατ’ αρχάς, όπως έχουμε αναλύσει και σε προηγούμενο άρθρο μας [α] παίρνοντας την Αθήνα ως παράδειγμα, οι πιο απάνθρωπες θερμοκρασίες την ημέρα δε βρίσκονται στο κέντρο της πόλης στις περιόδους καύσωνα. Βρίσκονται σε ζώνες βιομηχανικής (Ελευσίνα-Ασπρόπυργος) και αγροτικής παραγωγής (Μέγαρα, Μεσόγεια) [β] [γ], με κύριο χαρακτηριστικό την αποψίλωση. Εκεί ακριβώς που εργάζονται αλλά και συχνά ζουν οι πιο σκληρά εκμεταλλευόμενοι μεταναστευτικοί πληθυσμοί του λεκανοπεδίου. Κατά τη διάρκεια της νύχτα, όμως, οι περιοχές αυτές εύκολα ξαναπέφτουν στους 24-27 °C. Αντιθέτως, ο αστικός ιστός της Αθήνας ξεχωρίζει αμέσως κατά τη διάρκεια της νύχτας, καθώς διατηρεί θερμοκρασίες εδάφους της τάξης των 30-31+ °C, όπως βιώνουμε αυτές τις ημέρες.
Αυτήν η νυχτερινή δυσφορία λόγω της ζέστης αφορά πάνω από το 50% του πληθυσμού [β] και αποτελεί συλλογικό ζήτημα υγείας. Κατ’ αρχάς, οι νυχτερινές ώρες είναι αυτές κατά τις οποίες η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων καλείται να αναπληρώσει τις δυνάμεις και τις αντοχές της. Ανυπόφορες συνθήκες ύπνου προκαλούν με μαθηματική ακρίβεια κόπωση κατά τη διάρκεια της ημέρας, η οποία σε επικίνδυνες εργασίες μπορεί να αποβεί μοιραία. Ταυτόχρονα, επιβαρύνει την υγεία των κατοίκων, παίζοντας ρόλο στην αυξημένη θνησιμότητα στις περιόδους καύσωνα. Σχεδόν ποτέ όμως δεν επιρρίπτονται ευθύνες για κοινωνικά εγκλήματα.
Εμπειρία από τις ΗΠΑ, μελέτες στην Ευρώπη
Η κλιματική καταστροφή βρίσκεται εδώ και είναι άνιση. Η ενδελεχής μελέτη του πώς η θερμοκρασία που βιώνουμε είναι ταξική ξεκίνησε από μια από τις πιο ταξικές κοινωνίες του σύγχρονου κόσμου, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Όταν ξεκίνησε η ψηφιοποίηση παλαιών χαρτών, μπόρεσε να γίνει με επιστημονικό τρόπο η σύνδεση της ρατσιστικά ταξικής πολιτικής του ‘30 με τη σημερινή κατανομή εισοδήματος σε κάθε περιοχή, την έλλειψη πρασίνου και τη θερμοκρασία εδάφους [δ]. Ξεκινούμε με αυτήν την αναφορά σε μελέτες του 2021 για τις Η.Π.Α. για να πούμε πως πρόκειται για μια «εύκολη» περίπτωση. Ο τρόπος λειτουργίας του αμερικανικού κράτους επέτρεψε κατά το δοκούν την ισοπέδωση οικισμών φτωχών μεταναστών, την ανέγερση οικισμών και περιοχών αποκλειστικά για τα εύπορα (και κατά συντριπτική πλειοψηφία λευκά) στρώματα. Μέσα από πολιτικές σε ομοσπονδιακό, πολιτειακό και τοπικό επίπεδο αποκρυσταλλώθηκε μια πολύ ξεκάθαρη ταξική ταυτότητα για κάθε έναν ταχυδρομικό κώδικα [ε], σε βαθμό που δεν αντιστοιχεί στα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Ένας βασικός, λοιπόν, λόγος για τη συγγραφή αυτού του άρθρου ήταν η δημοσίευση πριν δύο μήνες μιας εξαιρετικά σημαντικής μελέτης για τη σχέση τάξης, πρόσβασης σε χώρους πρασίνου και θερμοκρασίας στις ευρωπαϊκές πόλεις [στ]. Η επιμονή μας στην πρόσβαση στο πράσινο δεν αποτελεί κάποια αισθητική εμμονή, αλλά καλά μελετημένο ζήτημα: όταν η δενδροκάλυψη μιας περιοχής βρίσκεται περίπου στο 40%, έχουμε την ταχύτερη μείωση της θερμοκρασίας [ζ]. Από αυτό ακριβώς το σημείο ξεκινά και η μελέτη, ορίζοντας το «δείκτη πράσινης ψύξης» (GCoS), ο οποίος όσο χαμηλότερος είναι για μια περιοχή, τόσο λιγότερη ανακούφιση από χώρους πρασίνου απολαμβάνουν οι κάτοικοί της. Το πρώτο ερώτημα, λοιπόν, είναι η ισότητα των πόλεων της μελέτης στην πρόσβαση στο πράσινο καθ’ εαυτή.
Άνιση πρόσβαση στο πράσινο από πόλη σε πόλη
Με τις πόλεις που εξετάζονται να είναι η Κωνσταντινούπολη, Αθήνα, Παρίσι, Βιέννη, Ρώμη, Μαδρίτη, Βερολίνο, Ελσίνκι, Βασιλεία, Άμστερνταμ, Βουδαπέστη, Στοκχόλμη, Λονδίνο και Φλωρεντία, ήδη προκύπτουν εξαιρετικά ενδιαφέροντα συμπεράσματα όσον αφορά τη διαχείριση του δημόσιου χώρου. Μπορεί η δενδροκάλυψη από μόνη της να πει όλη την ιστορία; Εμφατικά όχι, λένε τα δεδομένα. Υπάρχουν πόλεις με πολύ διαφορετικά ποσοστά πρασίνου [η], παρόμοιες όμως στην κατανομή του, και το αντίθετο. Ενδεικτικά, η Αθήνα έχει τη μικρότερη δενδροκάλυψη της έρευνας (10.8%), συγκρίσιμη μόνο με το Άμστερνταμ (14.13%) και την Κωνσταντινούπολη (17.24%), με το μέσο όρο για τις πόλεις της έρευνας να είναι ~27%. Αυτές οι τρεις πόλεις που αναφέραμε διαφέρουν ευθύς αμέσως μόλις εξετάσουμε τί μέρος του πληθυσμού ζει αποκλεισμένο από τους χώρους πρασίνου. Η Κωνσταντινούπολη και η Αθήνα έχουν το 45% και το 35% του πληθυσμού τους σε κατάσταση «υψηλού ρίσκου», να ζει δηλαδή σε περιοχές με πολύ χαμηλό δείκτη πράσινης ψύξης (GCoS). Το αντίστοιχο ποσοστό στο Άμστερνταμ είναι ~5%. Μετά την Αθήνα, το Παρίσι (30% του πληθυσμού σε υψηλό ρίσκο) και η Βιέννη (24% του πληθυσμού) συμπληρώνουν την ομάδα πόλεων με το πιο συγκεντροποιημένο πράσινο. Παράλληλα, όσον αφορά την πρόσβαση των κατοίκων στο πράσινο, παρόμοιο προφίλ έχουν το Ελσίνκι (δενδροκάλυψη 43.74%) και η Στοκχόλμη (δενδροκάλυψη 33.85%), αποδεικνύοντας πως είναι ζήτημα πολεοδομικής πολιτικής το εάν το πράσινο θα είναι για λίγους ή πολλούς.
Ας εμβαθύνουμε: ποιό κομμάτι του πληθυσμού έχει προνομιακή πρόσβαση στις δροσερές, δενδροσκέπαστες γωνιές της κάθε πόλης; Η έρευνα προσφέρει μια σειρά εξαιρετικά ενδιαφέροντα πολιτικά συμπεράσματα. Πρώτο και πιο προφανές κατά την ανάγνωσή μας είναι η άμεση σχέση της καπιταλιστικής οικοδόμησης με τη θερμοκρασία: οι πιο αποψιλωμένες και θερμές περιοχές είναι ακριβώς οι πιο πυκνοκατοικημένες. Σε αυτό το πλαίσιο, η εξαιρετικά πυκνοχτισμένη Κωνσταντινούπολη είναι η λιγότερο ταξική: μόνο η αγοραστική δύναμη και η διαμονή ανθρώπων άνω των 60 ετών συμβαδίζουν με τους χώρους πρασίνου, και αυτά ισχνά. Βλέπουμε εδώ ένα μοντέλο μετακόμισης των ηλικιωμένων σε πιο πράσινες και δροσερές περιοχές, μάλλον εκτός του αστικού κέντρου.
Άνιση πρόσβαση στο πράσινο από τάξη σε τάξη
Στις υπόλοιπες πόλεις, όμως, τα στοιχεία είναι αμείλικτα. Η διαμονή πληθυσμού που ανήκει στο χαμηλότερο 40% των εισοδημάτων και η ανεργία συμβαδίζουν (σχεδόν) παντού με την απουσία «πράσινης ψύξης» (χαμηλό GCoS). Αντιθέτως, οι περιοχές όπου διαμένει το υψηλότερο 20% των εισοδημάτων και η μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη του πληθυσμού συμβαδίζουν απόλυτα με τις δροσερές και πράσινες περιοχές. Εν ολίγοις, ενώ μέχρι πέρυσι είχαμε μόνον εμπειρικά στοιχεία στη διάθεσή μας για το εάν η θερμική ταξικότητα των Η.Π.Α. βρίσκεται και στην Ευρώπη, πλέον μπορούμε να χαράξουμε πολιτική με επιστημονική επάρκεια. Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφέρουμε δύο «παραφωνίες». Πρώτον, η ανεργία στην Αθήνα δεν συσχετίζεται με την έλλειψη πρασίνου, κυρίως λόγω της ειδικής κατανομής των λιγοστών πάρκων. Δεύτερον, η Ρώμη είναι η μόνη πόλη της έρευνας όπου καταγράφεται η παραμονή των φτωχών στα προάστια και η διαμονή στο ιστορικό κέντρο της πόλης αποτελεί δείγμα κοινωνικής ανέλιξης.
Η πολιτική για τη διαχείριση δημόσιων χώρων που καλούνται να χαράξουν τα εργαζόμενα στρώματα για τον εαυτό τους πρέπει να διέπεται από συγκεκριμένες αρχές. Κατ’ αρχάς, η μεγιστοποίηση της υπεραξίας από τη δόμηση των πόλεων είναι απάνθρωπη και έχουν γραφτεί πολλές μελέτες για το πώς μπορεί να αποδειχθεί θανατηφόρα [θ]. Δεύτερον, η προστασία των ευάλωτων στρωμάτων πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα και μπορεί να υπηρετηθεί με ορθολογική κατανομή μέτρων, όχι μόνο με ποσότητα όπως είδαμε. Τρίτον, η αξιοποίηση δημόσιων και συλλογικών υποδομών και λύσεων έχει αποδειχθεί σε βάθος χρόνου πως είναι θεμέλιος λίθος της μακροπρόθεσμα βιώσιμης πολιτικής. Τέταρτον, κάθε αστικό κέντρο έχει ανάγκη μια συγκεκριμένη και ειδική πολιτική και μελέτη, προσαρμοσμένη στα γεωγραφικά και κοινωνικά δεδομένα του.
Ειδικά όταν μιλάμε για χώρους πρασίνου, δεν πρέπει να ξεχνούμε πως οι πόλεις ποτέ δεν άνθισαν τυχαία, αλλά απλώθηκαν πλάι στις κοίτες ποταμών. Η Αθήνα είναι μια πόλη η οποία για να γιγαντωθεί έθαψε τα ποτάμια της [ι]. Τη στιγμή αυτή η νότια Αθήνα βρίσκεται υπό συνεχή κίνδυνο πλημμύρας και το σύνολό της δυσκολεύεται υποτίθεται να συντηρήσει βλάστηση. Μια βόλτα στον Εθνικό Κήπο, ο οποίος ποτίζεται από τα νερά του θαμμένου Ιλισσού μπορεί να δώσει τροφή για σκέψεις για το πώς θα μπορούσε να είναι η Αθήνα (και κατ’ επέκταση κάθε πόλη), με σχεδιασμό βάσει του μέλλοντος και του καλού των ανθρώπων αντί βάσει της πεπατημένης και του καλού των κερδών.
Άνιση πρόσβαση στο πράσινο από χώρα σε χώρα
Η ταξικότητα των θερμοκρασιών δεν διαπερνά μόνο τον τόπο κατοικίας, τον τύπο δουλειάς και τη θερμοκρασία στην οποία αυτά βρίσκονται – διέπει επίσης τις σχέσεις μεταξύ κρατών και τη θέση τους στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.
Μελέτη του 2022 [ια] εξετάζει την ακραία ζέστη σε επίπεδο κρατών και περιοχών και τη σχέση της με την οικονομία. Τα κύματα ακραίας ζέστης και η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας έχουν συνδεθεί με τη μείωση της παραγωγικότητας [ιβ], την καταστροφή σοδειών [ιγ] [ιδ] και την αύξηση της θνησιμότητας [ιε]. Η μελέτη, λοιπόν, προσπαθεί να υπολογίσει το μέγεθος της αλλαγής παραγωγικότητας που συνδέεται με την ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή, με το μοντέλο τους να είναι μεν κάπως μερικό και αφελές, αλλά να προσφέρει πολύ σημαντικά συμπεράσματα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η χρυσή τομή είναι μια μέση θερμοκρασία 14 °C: περιοχές όπως η Νορβηγία αυξάνουν την παραγωγικότητά τους υπό συνθήκες κλιματικής αύξησης της θερμοκρασίας, ενώ την ίδια στιγμή η ίδια αύξηση είναι επιβλαβής για θερμές περιοχές όπως η Βραζιλία. Η προσαρμογή στις αυξανόμενες θερμοκρασίες όμως, όπως σημειώνεται στην έρευνα, δεν είναι η ίδια από περιοχή σε περιοχή, ακόμα και όταν ξεκινούν από την ίδια θερμοκρασία. Σε πλουσιότερες περιοχές, οι δράσεις παίρνουν τη μορφή κλιματισμού εσωτερικού χώρου και στροφή στον τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος διατηρεί την παραγωγικότητά του σε σχέση με τις εξωτερικές εργασίες. Σε φτωχότερες περιοχες, η κοινωνική προσαρμογή παίρνει τη μορφή συμπεριφορικών κυρίως αλλαγών, όπως η παύση εργασιών τις μεσημβρινές ώρες, αναζήτηση σκιάς και εκκλήσεις για αύξηση της κατανάλωσης νερού. Μέτρα δηλαδή που προσιδιάζουν περισσότερο σε ατομική προστασία, παρά σε κοινωνική πολιτική.
Ένα εξαιρετικά σημαντικό ερώτημα για τους μαρξιστές είναι κατά πόσο ένα κύμα ακραίου καύσωνα δημιουργεί καταστροφές σε πρόσκαιρη ή σε μόνιμη βάση – με άλλα λόγια εάν η οικονομία επανέρχεται και πόσο γρήγορα. Τα αποτελέσματα της μελέτης είναι σαφή. Μία κρύα χώρα βλέπει αύξηση της παραγωγικότητας από τον καύσωνα η οποία φαίνεται την επόμενη χρονιά και επιστρέφει σε κανονικούς ρυθμούς τη μεθεπόμενη [ια]. Αντιθέτως, μία θερμή χώρα βλέπει μείωση της παραγωγικότητας για δύο συνεχή χρόνια και επανέρχεται την τρίτη χρονιά. Γνωρίζοντας πως κλιματική αλλαγή σημαίνει επίσης «εντονότερα αλλά και συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα», συμπεραίνουμε αμέσως πως η προβολή στο μέλλον είναι όλο και διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου, αλλά και πλούσιων και φτωχών κρατών. Ο λόγος για το τελευταίο είναι φυσικά πως μπροστά στην ίδια καταστροφή, οι υποδομές ενός πλούσιου κράτους επιτρέπουν πολύ πιο αποδοτική και ταχεία διαχείριση και ανάκαμψη, βαθαίνοντας το ταξικό χάσμα.
Βιβλιογραφία
[α] Ο καύσωνας είναι και ταξικός. Εφημερίδα ΠΡΙΝ. (2023, July 16). https://prin.gr/2023/07/heat-wave/
[β] Polydoros, A., & Cartalis, C. (2014). Assessing thermal risk in urban areas – an application for the urban agglomeration of Athens. Advances in Building Energy Research, 8(1), 74–83. https://doi.org/10.1080/17512549.2014.890536
[γ] Keramitsoglou, I., Kiranoudis, C. T., Ceriola, G., Weng, Q., & Rajasekar, U. (2011). Identification and analysis of urban surface temperature patterns in Greater Athens, Greece, using Modis imagery. Remote Sensing of Environment, 115(12), 3080–3090. https://doi.org/10.1016/j.rse.2011.06.014
[δ] Saverino, K. C., Routman, E., Lookingbill, T. R., Eanes, A. M., Hoffman, J. S., & Bao, R. (2021). Thermal inequity in Richmond, VA: The effect of an unjust evolution of the urban landscape on Urban Heat Islands. Sustainability, 13(3), 1511. https://doi.org/10.3390/su13031511
[ε] Oliver, J. (2021, July 26). Housing discrimination: Last Week Tonight with John Oliver (HBO). YouTube. https://www.youtube.com/watch?v=_-0J49_9lwc
[στ] Rocha, A. D., Vulova, S., Förster, M., Gioli, B., Matthews, B., Helfter, C., Meier, F., Steeneveld, G.-J., Barlow, J. F., Järvi, L., Chrysoulakis, N., Nicolini, G., & Kleinschmit, B. (2024). Unprivileged groups are less served by green cooling services in major European urban areas. Nature Cities, 1(6), 424–435. https://doi.org/10.1038/s44284-024-00077-x
[ζ] Ziter, C. D., Pedersen, E. J., Kucharik, C. J., & Turner, M. G. (2019). Scale-dependent interactions between tree canopy cover and impervious surfaces reduce daytime urban heat during summer. Proceedings of the National Academy of Sciences, 116(15), 7575-7580. https://doi.org/10.1073/pnas.181756111
[θ] Kosatsky, T. (2005). The 2003 European Heat Waves. Eurosurveillance, 10(7), 3–4. https://doi.org/10.2807/esm.10.07.00552-en
[ι] Γιατί η αθήνα έθαψε τα ποτάμια της. News 24/7. (2023, October 19). https://www.news247.gr/magazine/urban/giati-i-athina-ethapse-ta-potamia-tis/
[ια] Callahan, C. W., Mankin, J. S. (2022). Globally unequal effect of extreme heat on economic growth. Science Advances, 8(43). https://doi.org/10.1126/sciadv.add3726
[ιβ] Somanathan, E., Somanathan, R., Sudarshan, A., & Tewari, M. (2021). The impact of temperature on productivity and labor supply: Evidence from Indian manufacturing. Journal of Political Economy, 129(6), 1797–1827. https://doi.org/10.1086/713733
[ιγ] Schlenker, W., & Roberts, M. J. (2009). Nonlinear temperature effects indicate severe damages to U.S. crop yields under climate change. Proceedings of the National Academy of Sciences, 106(37), 15594–15598. https://doi.org/10.1073/pnas.0906865106
[ιδ] Miller, S., Chua, K., Coggins, J., & Mohtadi, H. (2021). Heat waves, climate change, and economic output. Journal of the European Economic Association, 19(5), 2658–2694. https://doi.org/10.1093/jeea/jvab009
[ιε] Carleton, T., Jina, A., Delgado, M., Greenstone, M., Houser, T., Hsiang, S., Hultgren, A., Kopp, R. E., McCusker, K. E., Nath, I., Rising, J., Rode, A., Seo, H. K., Viaene, A., Yuan, J., & Zhang, A. T. (2022). Valuing the global mortality consequences of climate change accounting for adaptation costs and benefits. The Quarterly Journal of Economics, 137(4), 2037–2105. https://doi.org/10.1093/qje/qjac020
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (20.7.24)