Εννιά χρόνια μετά το δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη 2015 και το περήφανο «Όχι» της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και μοιάζει σαν να έχουν περάσει δεκαετίες. Ενώ τα μνημόνια και οι τραγικές τους συνέπειες είναι εδώ και το φάντασμα της οικονομικής κρίσης στοιχειώνει τα αστικά επιτελεία, γίνεται συστηματική (και διακομματική) προσπάθεια η πρόκληση της ρήξης με την ΕΕ και το σύστημα να εξοβελιστεί ως οριστικά «άκαιρη». Ίσως είναι η απειλή για την αστική τάξη που έρχεται από το μέλλον. Γι’ αυτό τον λόγο, το Πριν δίνει τον λόγο σε αγωνιστές της Αριστεράς για το τότε και το τώρα.
Χρήστος Παπαδόπουλος / Κίνηση Ενωτικής Μαχόμενης Αριστεράς
Οι Ευρωεκλογές του Ιουνίου έδειξαν ότι διογκώνεται η λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στην ΕΕ και αμφισβητείται ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Η αμφισβήτηση αυτή, χωρίς να υπάρχει αριστερή ανατρεπτική πολιτική που να εμπνέει και να ενώνει τις λαϊκές μάζες, καταλήγει να ενισχύει την ακροδεξιά σε όλη την ΕΕ μαζί και στη χώρα μας. Σημαντική ήταν η άνοδος της ακροδεξιάς ιδιαίτερα στη Γερμανία και τη Γαλλία.
Η μεγάλη άνοδος της ακροδεξιάς οφείλεται στις συνεχιζόμενες πολιτικές της λιτότητας, του πολέμου και του ρατσισμού της ΕΕ. Δεν φοβίζει το σύστημα, αφού πρόκειται για δυνάμεις που δεν αμφισβητούν την εξουσία του κεφαλαίου , στοχεύουν στον φόβο για τον ξένο και προωθούν τον ρατσισμό ως κυβερνητική πολιτική. Παράδειγμα, ο υποψήφιος πρωθυπουργός της ακροδεξιάς, που ήρθε πρώτη στον πρώτο γύρο στη Γαλλία, που διακηρύσσει την απομάκρυνση από το Δημόσιο όσων έχουν διπλή υπηκοότητα.
Επανέρχονται τα προγράμματα διαρκούς λιτότητας, με τη συμμαχία Δεξιάς, Φιλελευθέρων και Σοσιαλιστών ως βασική πολιτική συμφωνία των επόμενων πέντε χρόνων για την ΕΕ και τα όργανά της. Συγχρόνως διακηρύσσεται η συνέχιση της ενεργής ανάμιξης της ΕΕ στους δύο πολέμους στην Ουκρανία και τη Γάζα στο πλευρό των Αμερικανών και του Ισραήλ.
Τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών για τη χώρα μας ανέδειξαν τη σαφή καταδίκη της κυβερνητικής πολιτικής της ΝΔ που έχασε ένα εκατομμύριο ψήφους και 14% από πέρσι, αλλά και των κομμάτων ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, που διαχειρίστηκαν τις τύχες της χώρας ως κυβερνητικά μνημονιακά κόμματα, κι έχασαν εκατοντάδες χιλιάδες ψήφους από τις περσινές βουλευτικές εκλογές.
Τα δύο, μικρομεσαία πλέον, μνημονιακά κόμματα της αντιπολίτευσης που αποδοκιμάστηκαν, μπροστά στην αδυναμία τους να διεκδικήσουν την αυτοδυναμία «ανακαλύπτουν» την ανάγκη δημιουργίας αντιδεξιού μετώπου εκλογικής συνεργασίας με σκοπό την κυβερνητική εναλλαγή μέσα σε ένα μνημονιακό καθεστώς, που εγκαθίδρυσαν εκατοντάδες νόμοι και προεδρικά διατάγματα μέσα από τα τρία μνημόνια και οδηγεί τη χώρα μας ως το 2060.
Συγχρόνως, όμως, η μεγάλη αποχή δείχνει ότι και οι δυνάμεις της μαχόμενης Αριστεράς, που στηρίζουν τη ρήξη και την έξοδο από την ΟΝΕ και την ΕΕ, με τις ευρωεκλογές να διεξάγονται εν μέσω δυο πολέμων, δεν μπόρεσαν να πείσουν αυτό τον κόσμο που απείχε.
Παρά τις προσπάθειες που έγιναν, δεν κατέστη δυνατό να πάρει μέρος στις εκλογές ένα σχήμα της μαχόμενης Αριστεράς ανάλογο με εκείνο που έδωσε με επιτυχία τη μάχη των Δημοτικών Εκλογών και εκπροσωπήθηκε στον Δήμο της Αθήνας.
Ο δεύτερος γύρος των βουλευτικών εκλογών της 7ης Ιουλίου στη Γαλλία είναι κοντά με την ένατη επέτειο του δημοψηφίσματος του «Όχι» της 5ης Ιουλίου 2015 στη χώρα μας. Το δημοψήφισμα του 2015 είναι ένα ιστορικό γεγονός, καταγράφηκε στην ιστορία ως κορυφαία πράξη μαζικής δημοκρατικής αντίστασης και λαϊκής χειραφέτησης ενός λαού ενάντια στην ΕΕ. Αποτέλεσε το μοναδικό σημείο πραγματικής ρήξης με την ΕΕ και τα όργανά της από το 1974 και μετά, ένα γεγονός με πανευρωπαϊκές διαστάσεις.
Ο λαός με κλειστές τράπεζες και «κάπιταλ κοντρόλς», με όλη την ΕΕ και την ντόπια αστική τάξη απέναντι, έδωσε μια μαζική δημοκρατική απάντηση ρήξης στο διευθυντήριο της ΕΕ και είπε «Όχι» με 61,3 %. Συγχρόνως, αφού στη συνέχεια ανατράπηκε και προδόθηκε από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ , αποτέλεσε μια μεγάλη ήττα και χαμένη ευκαιρία για τη μαχόμενη Αριστερά σε Ελλάδα και Ευρώπη .
Η 5η Ιουλίου κάθε χρόνο δεν είναι ένα μνημόσυνο αλλά μια παρακαταθήκη με πολύτιμα ιστορικά συμπεράσματα για μια νέα έφοδο στο μέλλον.
Σήμερα, με την χρονική απόσταση από το 2015 και τις μετέπειτα εξελίξεις, αναδεικνύεται σημαντική η αδυναμία που υπήρξε τον Σεπτέμβριο του 2015 από όλες τις δυνάμεις που πάλευαν για ένα «ΟΧΙ» μέχρι τέλους να συνεννοηθούν πολιτικά και προγραμματικά και να εκπροσωπηθούν στο κοινοβούλιο, εμποδίζοντας την αυτοδυναμία του μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ με τη βοήθεια των ΑΝΕΛ.
Η μαχόμενη Αριστερά παλεύει ενάντια στην ΕΕ του πολέμου, του ρατσισμού και της φτώχειας. Η προστασία των λαϊκών συμφερόντων, σήμερα περισσότερο από χθες, κάνει την ανάγκη ρήξης με την ΕΕ αναπόφευκτη και επομένως, πρέπει να ενισχυθεί το πολιτικό ρεύμα που παλεύει για ουσιαστική ρήξη, ανατροπή του μνημονιακού καθεστώτος της χώρας μας, έξοδο από την ΟΝΕ και την ΕΕ.
Η πάλη αυτή ενάντια στην ΤΙΝΑ (δεν υπάρχει εναλλακτική) δεν θα παραπέμπει γενικά σε ένα αόριστο μέλλον, οφείλει να έχει προγραμματικό περιεχόμενο που θα πατά στις λαϊκές ανάγκες. Τώρα μετά τις Ευρωεκλογές πρέπει άμεσα, στον χώρο της μαχόμενης Αριστεράς, να ανοίξει νέος κύκλος συζητήσεων για τη διαμόρφωση των όρων δημιουργίας χώρου διαλόγου και δράσης, που θα αποτελέσει βήμα ελπίδας για όλες τις δυνάμεις που αγωνίζονται με το παραπάνω πλαίσιο, μέσα από ένα κοινά αποδεκτό προγραμματικό και πολιτικό περιεχόμενο. Αυτή η πρωτοβουλία μπορεί να πάρει χαρακτήρα ενότητας και κοινής δράσης από τα κάτω με οριζόντια δικτύωση σε όλη τη χώρα και αποτελεί στοίχημα για όλους-ες.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (6.7.24)
Ιούλιος 2015: Τότε κατήργησαν πραξικοπηματικά το «Όχι», τώρα θέλουν να το θάψουν