Γιώτα Ιωαννίδου
Το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», που λέγεται φωνακτά ως απόδειξη ανωτερότητας την οποία τίποτε δεν μπορεί να αμφισβητήσει, συνοδεύεται με το «είσαι ένας άχρηστος, κατώτερος, εσύ» που υπονοείται όταν δεν ομολογείται ανοικτά.
Η φράση εκστομίστηκε πρόσφατα από τον, πρώην πλέον, υφυπουργό Λ. Αυγενάκη. Κάποιοι βιάστηκαν να το χαρακτηρίσουν ως μια «κακιά στιγμή» που συμβαίνει σε όλους και οδηγεί σε καταδικαστέες, πλην δικαιολογημένες παρεκτροπές. Ήρθε, όμως, η δήθεν «συγγνώμη» του, πρώην επίσης, βουλευτή της ΝΔ να δείξει «ότι είναι κάτι πιο βαθύ που μας λερώνει». Δήλωσε ότι λυπάται για την αναστάτωση που προκλήθηκε στο αεροδρόμιο, αλλά θεωρεί υπερβολές όσα δημοσιοποιήθηκαν για το ίδιο το γεγονός. Ποτέ η «συγγνώμη» δεν δήλωνε τόσο μεγάλη υποστήριξη του γεγονότος για το οποίο ζητήθηκε.
Έτσι είναι οι «άριστοι» αυτής της εξουσίας σε αυτή την κοινωνία… Διάσημοι, έχοντες και κατέχοντες, εξουσιαστές σε μεγάλους ή μικρούς συστημικούς ρόλους. Οι εντολές τους διαβαίνουν πάντα τους δρόμους ταχείας εξυπηρέτησης και αλλοίμονο σε όποιον «υπαλληλάκο» διανοηθεί να το αμφισβητήσει. Και συγνώμη μπορούν να ζητούν. Όχι βέβαια από τον εργαζόμενο που βρέθηκε στο δρόμο τους. Αλλά από το κοινό που οφείλει να την αναγνωρίσει ως στοιχείο της ανωτερότητας τους. Πριν 12 περίπου χρόνια, ένας άλλος «άριστος», υιός του «αρίστου» Σαμαρά, πιάστηκε να αντιγράφει σε τελικό διαγώνισμα στο Κολέγιο. Η καθηγήτρια τιμωρήθηκε (!;) με απόλυση και καταδιώχθηκε δικαστικά και μετά θάνατον. Ίσως η επίμαχη φράση να μην ακούστηκε, αλλά υλοποιήθηκε με ανατριχιαστική συνέπεια.
Η συγκεκριμένη φράση ηχεί εκκωφαντικά όλο και πιο συχνά τελευταία στα αυτιά πολλών κι ας μη λέγεται πάντα φωναχτά. Κι ας καλύπτεται από το θόρυβο της κοινωνικής κατάρρευσης. Την βιώνουν συνέχεια οι εργαζόμενοι από τους εργοδότες τους. Την εισπράττουν οι πιτσιρικάδες της πλατείας από τους ένστολους ράμπο και το δικαστικό τους συμπλήρωμα. Αλλά και από τον πρωθυπουργό που θεωρεί ότι «δεν τα παίρνουν όλοι τα γράμματα». Ζουν με αυτή οι κατατρεγμένοι μετανάστες και πρόσφυγες από κάτι όψιμους «Ελληναράδες» ακροδεξιάς κοπής. Την αναπνέουν οι γυναίκες που δολοφονούνται και τα παιδιά που κακοποιούνται.
Το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», που λέγεται φωνακτά ως απόδειξη ανωτερότητας την οποία τίποτε δεν μπορεί να αμφισβητήσει, συνοδεύεται με το «είσαι ένας άχρηστος, κατώτερος, εσύ» που υπονοείται όταν δεν ομολογείται ανοικτά. Υπάρχουν οι εργαζόμενοι που είναι ανίκανοι, τεμπελιάζουν, δεν έχουν τις κατάλληλες δεξιότητες. Υπάρχουν οι κατώτεροι από άποψη φυλής, πολιτισμού, φύλου ή χρώματος κατά τεκμήριο άχρηστοι. Και υπάρχουν και αυτοί που ξεχωρίζουν από την πλέμπα ως ταγοί του έθνους, της κυβέρνησης, της κάθε εξουσίας ακόμη και αυτής της θρησκευτικής, της εξουσίας του Θεού επί της γης. Αυτή είναι η λογική των κυρίαρχων. Εμφανίζεται λιγότερο εξευγενισμένη όσο περισσότερο θεωρούν ότι δεν έχουν αντίπαλο. Η αλαζονεία και ο ναρκισσισμός ως εκφράσεις ακραίου ατομισμού αποτελούν όχι παρεκτροπή, αλλά κανόνα αυτής της κοινωνίας.
Πρόκειται για «εμβατήριο γραμμένο στη μαγνητοταινία που παίζει η μηχανική ψυχή» μας, γράφει ο Παντελής Μπουκάλας. Μια μηχανική ψυχή που αντανακλά τη σημερινή κοινωνία του ατομισμού και του ανταγωνισμού. Των αρίστων και των αχρήστων. Που οι πρώτοι αναγνωρίζονται τόσο περισσότερο όσα περισσότερα είναι τα πτώματα των δεύτερων πάνω στα οποία πατούν. Αυτό το αξίωμα κοινωνικής ανόδου κανοναρχεί τις καθημερινές σχέσεις και εκτρέφει όχι μόνο το φασισμό των πάνω, αλλά και των κάτω. Αυτών που μιμούνται την κάθε Αυγενάκειο συμπεριφορά.
Ξέρουμε ποιος είσαι «εσύ». Ο κάθε διάσημος, εξουσιάζων, κατέχων ή μικρό κακέκτυπό του. Είναι καιρός να μάθεις «ποιοι είμαστε εμείς»…
Για όλα αυτά δεν αρκεί η καταδίκη της συμπεριφοράς αυτής, ως παρεκτροπής ή απλά ναρκισσισμού και αλαζονείας. Χρειάζεται να ακουστεί δυνατά το «ξέρετε ποιοι είμαστε εμείς;». Οφείλουν να το πουν μαζί όλοι οι εργαζόμενοι που παράγουν τον πλούτο του οποίου η εκμετάλλευση εκτρέφει τα αλαζονικά «εγώ» των κατεχόντων. Ναι! Είμαστε εμείς που κινούμε την κοινωνία, την κάνουμε να σκέφτεται, να τραγουδά, να αισθάνεται, να αντιδρά, να μεγαλουργεί. Με αυτό το «εμείς» οι νέοι άνθρωποι θα μπορέσουν να σταθούν στο χώρο δουλειάς τους, σε κάθε εκδήλωση της ζωής τους απέναντι σε κάθε μεγαλόσχημο κηφήνα αλλά και να διεκδικήσουν το όλον. Σε αυτό το «εμείς» μπορούν να τοποθετήσουν την ατομικότητά τους και να αναζητήσουν την αυθεντική ανάπτυξή της, απέναντι στα σάπια ιδανικά και την κενότητα του αγοραίου τσαμπουκά του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;»
Ναι, ξέρουμε ποιος είσαι «εσύ». Ο κάθε διάσημος, εξουσιάζων, κατέχων ή μικρό κακέκτυπό του. Είναι καιρός να μάθεις «ποιοι είμαστε εμείς»…