Καλομοίρα Σωτηρίου
Στους πολυδάπανους φετινούς εορτασμούς για τα πενηντάχρονα της επανάστασης του Απρίλη στην Πορτογαλία, αυτή παρουσιάζεται ως η επανάσταση που «χάρισε το δικαίωμα ψήφου και άνοιξε την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας». Στον κυρίαρχο λόγο της αστικής πλευράς, αλλά και της υποταγμένης Αριστεράς, αντιπαραβάλλεται η 25η Απρίλη 1974 με την 25η Νοέμβρη 1975, όταν σταθεροποιήθηκε η αστική εξουσία και κτυπήθηκαν οι «αριστεριστές». Από τότε, εκτός από το ξήλωμα των κατακτήσεων της επανάστασης ξεκίνησε και η ακύρωση της μνήμης της καθώς απείλησε ξεκάθαρα την αστική ιδιοκτησία και εξουσία.
Συμπληρώνονται 50 χρόνια από την Επανάσταση της 25ης Απρίλη του 1974 και το πορτογαλικό κράτος οργανώνει τον εορτασμό της επετείου μέσω θεσμικών πρωτοβουλιών και προγραμμάτων ύψους εκατομμυρίων ευρώ. Έχει επισημανθεί από πολλούς η αντίστιξη της επετείου με το αποτέλεσμα των τελευταίων εκλογών που χάρισαν 18% των ψήφων στο ακροδεξιό κόμμα CHEGA. To κόμμα αυτό υποστηρίζει ότι πρέπει να γιορτάζεται το τέλος της Επανάστασης, δηλαδή η καταστολή των πρωτοβουλιών των αριστερών τμημάτων του στρατού την 25η Νοέμβρη 1975, υπό την ηγεσία του Οτέλο ντε Καρβάλιο, και η συνακόλουθη λήξη της επαναστατικής διετίας, την οποία αντιμετωπίζει ως ακροαριστερό πραξικόπημα. Η αντίστιξη όμως είναι μόνο φαινομενική, αφού η πορεία για τη θεσμική ενσωμάτωση και το «ξεδόντιασμα» των πιο ριζοσπαστικών πλευρών της εξεγερτικής διαδικασίας που άνοιξε τον Απρίλη του 1974 ήταν διαρκής και αποτελεσματική, και συντελέστηκε με τη συνεργασία όλου του πολιτικού συστήματος, αμέσως μετά την 25η Νοέμβρη 1975, με τη σταθεροποίηση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Η θεσμική αφήγηση για την επανάσταση προέκυψε μέσω της εσκεμμένης διαμόρφωσης ενός δίπολου ανάμεσα, αφενός, στην αρχική ανατροπή της δικτατορίας και κατάληψη της εξουσίας και, αφετέρου, στην εκτεταμένη περίοδο κοινωνικών συγκρούσεων και πολιτικών κρίσεων που ακολούθησε έως το φθινόπωρο του 1975. Στο πλαίσιο αυτής, η κατάληψη της εξουσίας στις 25 Απρίλη ήταν μια «ειρηνική κι αναίμακτη» επανάσταση. Στην πραγματικότητα, η επανάσταση θα μπορούσε να έχει στοιχήσει το αίμα εκατοντάδων εξεγερμένων, αν η μαζική είσοδος του λαϊκού παράγοντα στο προσκήνιο και η ανυπακοή των στρατιωτών δεν είχε αποσοβήσει την επίθεση των δυνάμεων που παρέμεναν πιστές στο παλαιό καθεστώς.
Η συμβολοποίηση της 25ης Νοέμβρη, από την άλλη, ως απόπειρας βίαιης εκτροπής και εναρκτήριας στιγμής ενός κοινωνικού εμφυλίου αποτέλεσε εργαλείο στα χέρια του συστήματος και καθόρισε την ερμηνεία της περιόδου αλλά και τα πολιτικά επίδικα της πορτογαλικής μεταπολίτευσης. Η κυρίαρχη αφήγηση έδωσε έμφαση στην πολιτική ένταση που δημιουργήθηκε «το θερμό καλοκαίρι» του 1975 αφότου αποχώρησε το Σοσιαλιστικό Κόμμα από την κυβέρνηση, καταγγέλλοντας την υπερεκπροσώπηση της αριστεράς και προκαλώντας κρίση. Η έντονη κινητοποίηση και αντίδραση των δυνάμεων του εργατικού κινήματος και των δυνάμεων της αριστεράς που ακολούθησε αντιμετωπίστηκε ως κίνδυνος για τη δημοκρατία και την ανάπτυξη της χώρας. Έγινε δυνατό έτσι, στο πλαίσιο της επίσημης εκδοχής των γεγονότων και της επίκλησης του φόβου διολίσθησης σε «κομμουνιστική δικτατορία», να επισκιαστούν στην αρχή και να εξοριστούν στη συνέχεια οι πιο ριζοσπαστικές πλευρές της επανάστασης, που δεν ήταν άλλες από την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και τις προσδοκίες για την εξουσία των οργάνων λαϊκής θέλησης και εργατικού ελέγχου.
Η καταστολή των αριστερών τμημάτων του στρατού στις 25/11/1975 γιορτάζεται ως «νίκη της δημοκρατίας»
Ιδιαίτερη είναι η «συμβολή» του πορτογαλικού Κομμουνιστικού Κόμματος στη εμπέδωση της πεποίθησης ότι η λήξη της περιόδου κοινωνικής εξέγερσης θα σηματοδοτούσε μια θετική πολιτική σταθεροποίηση. Παρότι, έτσι κι αλλιώς, δεν είχε σχέδιο επαναστατικής κατάληψης της εξουσίας, το φθινόπωρο του 1975 πιεζόμενο από τη όξυνση της κοινωνικής και πολιτικής σύγκρουσης έσπασε τη συμμαχία του με τα αριστερά τμήματα του στρατού και οπισθοχώρησε. Μάλιστα, αμέσως μετά την 25η Νοέμβρη έσπευσε να δηλώσει ότι υποστηρίζει μια «πολιτική λύση με ορίζοντα τον σοσιαλισμό», καταγγέλλοντας ως επικίνδυνες τις αριστερίστικες παρεκκλίσεις. Το κύριο άρθρο της εφημερίδας Αvante, οργάνου του κόμματος, αναφέρει στις 30 Νοέμβρη 1975: «Το ΚΚ, την ίδια στιγμή που εκφράζει την αλληλεγγύη του στον επαναστατικό και προοδευτικό στρατό ο οποίος πολέμησε και αγωνίζεται στο πλευρό των εργαζομένων για την υπεράσπιση της επανάστασης, καταλογίζει σοβαρές ευθύνες για τα γεγονότα σε ορισμένα ανεύθυνα αριστερίστικα κόμματα, ομάδες και στοιχεία που, πιστεύοντας ότι μπορούν να παίζουν με την εξέγερση και την κατάληψη της εξουσίας, έθεσαν σε κίνδυνο μια πολιτική λύση για την οποία το κόμμα έχει αγωνιστεί επίμονα, και οδήγησαν στην καταστροφή κάποιους στρατιωτικούς τομείς». Πέντε ημέρες αργότερα, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Ο Jornal, o γ.γ. Άλβαρο Κουνιάλ, δήλωνε ότι «το ΚΚ αντιτάχθηκε σθεναρά σε λύσεις βίας και εμφυλίου πολέμου κατά την πολιτική κρίση».
Η επίσημη τοποθέτηση, η οποία διαμορφώθηκε σταδιακά αμέσως μετά τις εκλογές του 1976 και κυριαρχεί έως και σήμερα, θα μπορούσε να συνοψιστεί στη φράση: «Η 25η Απριλίου έδωσε την ελευθερία, η 25η Νοεμβρίου έδωσε τη δημοκρατία». Πρόκειται για διάκριση σχηματική και ψευδή. Η μαχητική στράτευση των πορτογάλων εργατών και αγροτών στην επαναστατική υπόθεση έδειξε τον δρόμο της πραγματικής δημοκρατίας και της κοινωνικής ισότητας και τον υπερασπίστηκε με σθένος κι επινοητικότητα επί μήνες. Χάρη σε αυτόν φτιάχτηκαν οι βάσεις του συστήματος κοινωνικής και στεγαστικής προστασίας και του δημόσιου συστήματος υγείας και παιδείας που εγγυήθηκαν την πρόσβαση σε βασικά αγαθά για δεκαετίες και παραχωρήθηκε το προωθημένο Σύνταγμα του 1976, με αναφορά στον ορίζοντα της οικοδόμησης μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Η στρατηγική της ταξικής συνεργασίας με το κεφάλαιο που υιοθετήθηκε στη συνέχεια εξάλειψε σημαντικές κατακτήσεις και αναίρεσε τις συνταγματικές ρυθμίσεις μέσω διαδοχικών αναθεωρήσεων και κυβερνητικών παρεμβάσεων: από τις αρχές του ΄80 άνοιξε ο δρόμος για τις ιδιωτικοποιήσεις των κρατικοποιημένων επιχειρήσεων και τραπεζών, ενώ η αγροτική μεταρρύθμιση του 1975 άρχισε να αναθεωρείται ήδη από το 1977 από την κυβέρνηση Σοάρες, που εγκαινίασε εξώσεις και καταστολή των αγροτών κι επιστροφή της γης κι αποζημιώσεις στους παλιούς γαιοκτήμονες.
Είναι αστείο να παρουσιάζεται η 25η Απρίλη ως η επανάσταση που «χάρισε το δικαίωμα ψήφου και άνοιξε την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας βγάζοντας την από τον απομονωτισμό», όπως διατείνεται στα κοινωνικά μέσα η κρατική καμπάνια για τα 50 χρόνια σήμερα. Πρόκειται για σκόπιμο εκφυλισμό ενός από τα τελευταία υποδείγματα κοινωνικής εξέγερσης στην Ευρώπη, που έβαλε στο στόχαστρο όχι απλώς το σύστημα διακυβέρνησης αλλά και το κεφάλαιο, την ατομική ιδιοκτησία και την εκμετάλλευση.