Γιώργος Παυλόπουλος
Ο ηρωικός παλαιστινιακός λαός παραμένει όρθιος
Πληθαίνουν και βαθαίνουν οι «ρωγμές» στις τάξεις της κυβέρνησης και της πολιτικής ηγεσίας του Ισραήλ, καθώς αρκετοί συνειδητοποιούν πως η χώρα απειλείται με στρατηγική ήττα, έστω και αν επικρατήσει στρατιωτικά στη Γάζα — κάτι που επίσης αποδεικνύεται δύσκολο. «Κλειδί» η στάση των ΗΠΑ, όπου Μπάιντεν και Δημοκρατικοί αγωνιούν ενόψει των προεδρικών εκλογών
Πυκνώνουν τα σύννεφα πάνω από την κυβέρνηση του κράτους-δολοφόνου του Ισραήλ, με αρκετά διεθνή ΜΜΕ να κάνουν πλέον λόγο για «ρωγμές» στις τάξεις της, οι οποίες μάλιστα πολλαπλασιάζονται και βαθαίνουν διαρκώς. Η επίσκεψη που πραγματοποίησε στην Ουάσιγκτον το μέλος του πολεμικού συμβουλίου Μπένι Γκαντζ, ήρθε να επιβεβαιώσει του λόγου το αληθές. Άλλωστε, παρά το γεγονός ότι δεν είχε ενημερώσει τον Νετανιάχου και τους συναδέλφους του, οι οποίοι τον καταδίκασαν και τον προειδοποίησαν πως δεν διαθέτει εξουσιοδότηση για να συνομιλήσει με τους Αμερικανούς, είχε συναντήσεις με το σύνολο σχεδόν της ηγεσίας των ΗΠΑ — πλην του ίδιου του Μπάιντεν, για να κρατηθούν οι «τύποι». Πράγματι, ο Γκαντζ έγινε δεκτός από την αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις και τον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, καθώς και από τον σύμβουλο εθνικής ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν και άλλους αξιωματούχους.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Την ίδια στιγμή, ο Όλαφ Σολτς, καγκελάριος της χώρας η οποία έχει στηρίξει όσο λίγες το Ισραήλ στην Ευρώπη, επέλεξε να καταδικάσει δημοσίως τη συνέχιση των εποικισμών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, υιοθετώντας την πρόταση για επιβολή κυρώσεων σε βάρος Εβραίων εποίκων, ενώ επέκρινε έντονα τη συνέχιση των επιχειρήσεων στη Γάζα. Εκεί όπου, παρά τις απειλές του, το Ισραήλ δεν έχει ακόμη εξαπολύσει την προαναγγελθείσα επίθεση κατά της Ράφα, έστω κι αν δεν έχει διακόψει ούτε λεπτό τους φονικούς βομβαρδισμούς.
Όσο για τις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται εδώ και καιρό με στόχο μια νέα κατάπαυση του πυρός, πολύ μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας σε σύγκριση με την προηγούμενη, ο Νετανιάχου εξακολουθεί να μην είναι σε θέση να επιβάλει τους όρους του. Αυτός είναι και ο λόγος που θεωρείται αβέβαιο το κατά πόσο θα επιτευχθεί συμφωνία πριν τον ιερό για τους μουσουλμάνους μήνα του Ραμαζανιού, ο οποίος ξεκινά την Κυριακή 10 Μαρτίου — έστω κι αν στο εσωτερικό του Ισραήλ πληθαίνουν διαρκώς οι φωνές που απαιτούν συμφωνία με τη Χαμάς και εκεχειρία εδώ και τώρα, σε συνδυασμό με παραίτηση της κυβέρνησης, έτσι ώστε να σωθούν οι όμηροι και αιχμάλωτοι που παραμένουν ζωντανοί.
Όλα τα παραπάνω δεν είναι, φυσικά, τυχαία. Είναι αποτέλεσμα της ηρωικής αντίστασης που προβάλει ο παλαιστινιακός λαός και το σύνολο σχεδόν των πολιτικών και ένοπλων οργανώσεών του απέναντι στους κατακτητές και εισβολείς, στους οποίους έχουν καταφέρει ισχυρά πλήγματα — πολύ μεγαλύτερα σε σύγκριση με όσα παραδέχονται επισήμως η κυβέρνηση και ο στρατός του Ισραήλ. Είναι αποτέλεσμα των ποταμών αίματος που έχουν χύσει και συνεχίζουν να χύνουν καθημερινά οι Παλαιστίνιοι, βαρύ αντίτιμο της απόφασής τους να συνεχίσουν τον αγώνα για τα δίκαιά τους και της άρνησής τους να σκύψουν το κεφάλι και να υποταχθούν απέναντι σε μια πολεμική μηχανή που έμοιαζε τρομακτική και ανίκητη, έχοντας μάλιστα τη στήριξη του συνόλου σχεδόν της Δύσης.
Αυτός ακριβώς είναι, άλλωστε, και ο λόγος που οδηγεί τις ηγεσίες των μεγαλύτερων παλαιστινιακών οργανώσεων να βάζουν προσωρινά στην άκρη τις –πολύ σημαντικές και στρατηγικές– διαφορές τους, προτάσσοντας την ενότητα απέναντι στον κοινό εχθρό. Το γεγονός, δε, ότι από τις διαπραγματεύσεις δεν εξαιρούνται οι οργανώσεις που χαρακτηρίζονται από ΗΠΑ, ΕΕ και άλλες χώρες ως τρομοκρατικές, στέλνει ένα σαφές μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση και αποτυπώνει τις πραγματικές διαθέσεις της πλειοψηφίας του παλαιστινιακού λαού — στη Γάζα, τη Δυτική Όχθη, τις γειτονικές χώρες και σε όλο τον πλανήτη.
Σε αυτό το φόντο, ο Νετανιάχου και οι ακροδεξιοί σύμμαχοί του νιώθουν ολοένα μεγαλύτερη αβεβαιότητα και αγωνία για την επόμενη μέρα. Κάτι ανάλογο ισχύει για τον Γκαντζ και τα άλλα «μετριοπαθή» μέλη της νυν κυβέρνησης, όπως και για την αντιπολίτευση. Όλους αυτούς, δηλαδή, που μόνο «περιστερές της ειρήνης» δεν μπορούν να χαρακτηριστούν, με βάση τη μέχρι σήμερα στάση και τις θέσεις τους. Ωστόσο, βάσιμα ανησυχούν για το ενδεχόμενο το Ισραήλ να υποστεί μια στρατηγική ήττα σε αυτόν τον πόλεμο, έστω κι αν συντρίψει στρατιωτικά τη Χαμάς και καταλάβει το σύνολο της Λωρίδας της Γάζας, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις και διέξοδο όσο είναι ακόμη καιρός.
Αναμφίβολα, πάντως, πολλά θα κριθούν και από τις εξελίξεις στις ΗΠΑ, όπου όσο πλησιάζουν οι προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου τόσο πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι ο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί απειλούνται με ήττα και εξαιτίας της στάσης στο Παλαιστινιακό. Η αιτία είναι απλή: Ενώ για τον Τραμπ και τη συντριπτική πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων δεν φαίνεται να υπάρχουν αναστολές όσον αφορά την άνευ όρων στήριξη του Ισραήλ, καθώς η γραμμή τους είναι καθαρή, στο στρατόπεδο του νυν προέδρου η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη και οι αντιθέσεις πληθαίνουν.
Η αντοχή των Παλαιστινίων θα κριθεί από τη διάρκεια, το βάθος και τη μαζικότητα της διεθνούς αλληλεγγύης στον αγώνα τους
Η «λευκή αποχή» πολλών ψηφοφόρων των Δημοκρατικών από τις προκριματικές εκλογές σε μια σειρά πολιτείες αποτελεί μία ακόμη ένδειξη της δυσφορίας που επικρατεί και εντείνεται σε μερίδα της βάσης και κυρίως στις πιο νέες ηλικίες, όπου είναι εντυπωσιακά υψηλό το ποσοστό όσων διαφωνούν με τη στήριξη του Ισραήλ. Παράλληλα, η «αριστερή» πτέρυγα του κόμματος κάνει ολοένα πιο αισθητή την παρουσία της, με παρεμβάσεις που απαιτούν από τον Λευκό Οίκο να επιβάλει στο Ισραήλ και τον Νετανιάχου μια συμφωνία με τους Παλαιστινίους, ώστε να σταματήσει η σφαγή.
Όπως γίνεται φανερό, λοιπόν, η υπόθεση των Παλαιστινίων βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Από την τροπή που θα πάρουν οι εξελίξεις και, κυρίως, από το κατά πόσο η αντίσταση θα παραμείνει ζωντανή και ικανή να μάχεται, να καταφέρνει πλήγματα και να επιβάλλει όρους, θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό και το τι θα συμβεί μετά το τέλος αυτής της φάσης του πολέμου. Η Δύση υπερασπίζεται κυρίως τα δικά της συμφέροντα. Οι υποτιθέμενοι σύμμαχοί τους, από τα αραβικά καθεστώτα μέχρι την Τουρκία και το Ιράν, δεν έχουν καμία διάθεση να κηρύξουν πόλεμο στο Ισραήλ. Η διεθνής αλληλεγγύη των λαών είναι η μόνη τους ελπίδα.