Βασίλης Τσιράκης
Συγκρίνοντας τις τρεις καλύτερες κατά τη γνώμη μας ταινίες κριτικού ρεαλισμού της χρονιάς που πέρασε, θα υποστηρίζαμε πως αν στα Πεσμένα φύλλα του Καουρισμάκι η εικόνα κυριαρχεί σε σχέση με τον λόγο και στα Ξερά χόρτα του Τζειλάν εικόνα και λόγος βρίσκονται σε ευσταθή ισορροπία, στα Παιδιά του χειμώνα (The Holdovers) του Πέιν ο λόγος κυριαρχεί πάνω στην εικόνα σε τέτοιο βαθμό, που κάλλιστα το σενάριο, με ελάχιστες αλλαγές, θα μπορούσε να μετατραπεί σε θεατρικό κείμενο. Ο Αλεξάντερ Πέιν, με δεδομένο πως πρόκειται για ένα έργο ανάπτυξης και εξέλιξης χαρακτήρων, επιλέγει μια σκηνοθεσία κλασική, όπου στη μεν κινηματογράφηση κρατά μικρό καλάθι χωρίς πρωτοτυπίες και ευρήματα, αλλά δίνοντας όλο το βάρος στην καθοδήγηση των ηθοποιών πετυχαίνει οι ερμηνείες να αγγίζουν την τελειότητα.
Μια ευαίσθητη και ανθρωποκεντρική δραμεντί με εξαιρετικές ερμηνείες
Ο Πολ Χάναμ (Πολ Τζιαμάτι – Χρυσή Σφαίρα, υποψήφιος για το Όσκαρ Α΄ ανδρικού ρόλου) είναι ένας στριφνός καθηγητής αρχαίας ιστορίας με πολλά απωθημένα από το παρελθόν του, μοναχικός και αντικοινωνικός με το σώμα του να μυρίζει περίεργα εξαιτίας μιας σπάνιας ορμονικής πάθησης. Η Μαίρη (Ντα Βάιν Τζόι Ράντολφ – Χρυσή Σφαίρα, φαβορί για το Όσκαρ Β΄ γυναικείου ρόλου) είναι η έγχρωμη αυστηρή μαγείρισσα του Κολεγίου, που έχει χάσει τον γιο της στον πόλεμο του Βιετνάμ γιατί δεν είχε τα χρήματα να τον γράψει στο πανεπιστήμιο όταν τελείωσε το σχολείο, αποφεύγοντας με αυτό τον τρόπο την στράτευση. Ο Άνγκους Τάλι (ο πρωτοεμφανιζόμενος Ντόμινικ Σέσα) είναι ένας πανέξυπνος αλλά ιδιότροπος μαθητής, ο οποίος αναγκάζεται να παραμείνει τα Χριστούγεννα στο Κολέγιο γιατί η μητέρα του με τον πατριό του αποφάσισαν να φύγουν σε διακοπές χωρίς να τον πάρουν μαζί τους, τη στιγμή που ο βιολογικός του πατέρας νοσηλεύεται σε ψυχιατρική κλινική.
Έτσι ο Πολ, η Μαίρη και ο Άνγκους θα παραμείνουν κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων στο Κολέγιο όπου η αναγκαστική συμβίωσή τους θα τους οδηγήσει να αμβλύνουν μέρα με τη μέρα τις αντιθέσεις τους. Ο Πολ βοηθά τη Μαίρη καθαρίζοντας πατάτες, αλλά και προσπαθεί να μυήσει τον Άνγκους στον κόσμο της λογοτεχνίας, η Μαίρη θα προσπαθήσει να κοινωνικοποιήσει τον Πολ, συνοδεύοντάς τον σε ένα πάρτι και ο Άγκνους θα βοηθήσει τον Πολ να βγάλει από μέσα του το μεγάλο μυστικό που τον βαραίνει από τα χρόνια της νιότης του ως φοιτητή του Χάρβαρντ.
Ο Πέιν δεν διστάζει να μιλήσει ανοιχτά για την ταξικότητα της εκπαίδευσης στις ΗΠΑ με τα ιδιωτικά κολέγια για τα πλουσιόπαιδα της αστικής τάξης (ένα από αυτά φεύγει με ελικόπτερο για τις διακοπές) τα οποία απολαμβάνουν ειδικά προνόμια, όπως αυτό της ελεύθερης εισαγωγής τους στα πανεπιστήμια. Δίνοντας μας στο τέλος της ταινίας ένα αμφίσημο χάπι έντ, ο Πέιν μάς άφησε μετέωρο και συζητήσιμο το ερώτημα γιατί επέλεξε να τοποθετήσει την ιστορία το 1970 και όχι στο σήμερα, αφού συγκλονιστικά ιστορικά γεγονότα, όπως αυτά που αξιοποιεί για την ταινία (π.χ. πόλεμος Βιετνάμ), επαναλαμβάνονται με άλλη μορφή και σήμερα. Ίσως γιατί στη σημερινή ακραία ανταγωνιστική και ανθρωποφαγική εποχή, οι γλυκόπικρες ιστορίες όπου οι ήρωες στο τέλος θυσιάζονται ο ένας για τον άλλο, αντί να κατασπαράσσονται μεταξύ τους, φαντάζουν εξωπραγματικές.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (3.4.24)