Γιώτα Ιωαννίδου
Τα περιστατικά βίας μεταξύ ανηλίκων είναι ένα παλιό φαινόμενο, που η έξαρσή του δεν υπογραμμίζει την προβληματικότητα των παιδιών αλλά την προσαρμοστικότητά τους. Το να γίνουν ικανά να ανταποκριθούν και να επιβιώσουν σε μια όλο και πιο βίαιη κοινωνία, ενός όλο και πιο βάρβαρου συστήματος.
Πηχυαίοι τίτλοι περί βίας μεταξύ ανηλίκων δεσπόζουν αυτή την περίοδο σε όλα τα μέσα ενημέρωσης. «Προβληματικά» παιδιά, «προβληματικών» οικογενειών, «προβληματικών» σχολείων σε μια «μη προβληματική» κοινωνία; Αλήθεια, πρόκειται για ένα νέο φαινόμενο που χαρακτηρίζει μια κατά τα άλλα φροντισμένη και ενισχυόμενη εκπαίδευση εντός μιας ευνομούμενης κοινωνίας;
Πρόκειται για ένα παλιό φαινόμενο, που η έξαρσή του δεν υπογραμμίζει την προβληματικότητα των παιδιών αλλά την προσαρμοστικότητά τους. Το να γίνουν ικανά να ανταποκριθούν και να επιβιώσουν σε μια όλο και πιο βίαιη κοινωνία, ενός όλο και πιο βάρβαρου συστήματος. Ενός συστήματος που συνειδητά και με μεθοδικότητα παράγει βία και προάγει τα πιο βίαια και ανταγωνιστικά πρότυπα που την τροφοδοτούν. Όσα βλέπουν το φως της επικαιρότητας δεν αποτελούν παρά την κορυφή του παγόβουνου.
Ένα νέο παιδί είναι ένα σύνολο δυνατοτήτων που αναζητούν χώρο και χρόνο να αναπτυχθούν ώστε να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του και να ξεχωρίσει υπογραμμίζοντας τη δική του μοναδικότητα και αξία. Ο ελεύθερος χώρος και χρόνος όπου παλιότερα ένα παιδί δοκίμαζε τα όριά του, εξασφάλιζε την αποδοχή και καλλιεργούσε τα συναισθήματα και την κοινωνικότητά του στις καρδιές του άλλου φύλου και στα μάτια των φίλων του, έχουν καταλυθεί προ πολλού. Έχουν αποικισθεί από καταναλωτισμό και εμπορευματοποιημένη δήθεν δημιουργικότητα, πληρωμένων δραστηριοτήτων και από εικονικές δήθεν επαφές.
Το σχολείο, απαξιωμένο από τις κυρίαρχες αστικές πολιτικές, μυρίζει ναφθαλίνη, αποπνέει πνευματική και υλική φτώχεια, πολιτιστική κενότητα, τυποποίηση, τεχνοκρατισμό και ανορθολογισμό. Οι εντατικές εξετάσεις, η αξιολογική χειραγώγηση και οι ψηφιακές κορδέλες αντί να το αναβαθμίζουν ως απαραίτητο το υποβαθμίζουν σε νεκρό χρόνο. «Να πάρουμε ένα χαρτί να φύγουμε», ακούγεται όλο και πιο συχνά κι όχι μόνο ή κυρίως από τα στόματα των «κακών» μαθητών. Η κοινωνιολογία αλλά και οι πλευρές άλλων μαθημάτων που εξηγούν και αναπτύσσουν τη σκέψη είναι «εκτός ύλης». Οι τέχνες, το παιχνίδι και οι μουσικές, η ανάπτυξη των αισθημάτων και του σώματος δεν είναι «βασικά» μαθήματα. Πώς καλλιεργείται και καταξιώνεται ένα παιδί μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον; Τί απ’ όλα αυτά μπορεί να το γοητεύσει και να το εμπνεύσει, ώστε να μην επιλέξει τη δύναμη της επιβολής στον άλλο;
Εκτός απ’ αυτούς που εξωτερικεύουν τη βαρβαρότητα, υπάρχει κάτι πιο καλά κρυμμένο και ανυπόφορα βίαιο. Το κομμάτι κάποιων «αρίστων», «ήσυχων» παιδιών της σχολικής αίθουσας. Που έχουν εσωτερικεύσει τόνους βίας προκειμένου να γίνουν πρώτοι και να πετύχουν. Ανταγωνισμός, ατομισμός, υπόκλιση στην εξουσία, καταστροφή της σκέψης και όσων αισθήσεων απειθαρχούν. Ασφυξία σε ένα ρόλο που συχνά εκρήγνυται και αντιμετωπίζει τα απορημένα σχόλια κάποιων ανυποψίαστων: «μα αυτός ήταν καλό παιδί»…
Ως επιστέγασμα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας που εκπαιδεύει τους μελλοντικούς υπηκόους της, επικάθεται η μεγαλύτερη πράξη βίας. Η εκτέλεση των προσδοκιών των νέων ανθρώπων για ένα καλύτερο κόσμο, μέσα στον οποίο θα πραγματώσουν την ανθρώπινη ουσία τους. Η έλλειψη προοπτικής. Αν δεν υπάρχει ένας ομορφότερος κόσμος που να μας εμπεριέχει όλους και όλες, που να αξίζει κανείς να παλέψει για αυτόν με τους υπόλοιπους ανθρώπους, τότε οι «άλλοι» από ευλογία για την ανθρώπινη ανάπτυξη γίνονται απειλή ή εμπόδιο που πρέπει βίαια να παραμεριστεί.
Αν δεν υπάρχει ένας ομορφότερος κόσμος που να μας εμπεριέχει όλους και όλες, τότε οι «άλλοι» γίνονται απειλή ή εμπόδιο
Αν όλοι είναι ένοχοι, δεν υπάρχει ένοχος. Αυτό το συμπέρασμα εκμαιεύουν τα ΜΜΕ. Έτσι χτίζουν το άλλοθι της σκόπιμα καταστροφικής πολιτικής τους, ενώ ταυτόχρονα ανατροφοδοτούν το πρόβλημα. Η επιτηδευμένη, με δόσεις απόγνωσης, προβολή των φαινομένων υπαγορεύει στην κοινωνική συνείδηση, ότι πρόκειται για μια γενική κατάπτωση, απόρροια της ανθρώπινης φύσης. Επιδιώκει και παράγει συντηρητισμό και φόβο. Ότι καλύτερο για να προελάσει ο ατομισμός, ο αυταρχισμός και η χειραγώγηση. Αύξηση των ποινών, των πολιτικών επιτήρησης και της ηλεκτρονικής παρακολούθησης. Απόρριψη, σχολική και κοινωνική, των «παραβατών» που τυχαίνει να είναι και οι πιο κοινωνικά ευάλωτοι. Δάσκαλοι ένοχοι, μοιραίοι και άβουλοι, κουρασμένοι επαίτες της δικαίωσής τους μέσα από αξιολογικές διαδικασίες σε ρόλους καταγγελτικούς. Και νέοι που επιλέγουν πιο φανατικά την προβεβλημένη βία απέναντι σε άλλους, ως μέσο καταξίωσης.
Μέσα σε όλο αυτό το δυστοπικό πλαίσιο προφανώς υπάρχει και η άλλη όψη των πραγμάτων. Παιδιών που ονειρεύονται, πασχίζουν, μεγαλουργούν. Δεν αξίζουν της προσοχής των ΜΜΕ και της Πολιτείας γιατί προφανώς τους χαλούν την αφήγηση. Δυστυχώς για την εξουσία τον φαύλο αυτό κύκλο διακόπτουν που και που οι νεανικοί εξεγερσιακοί Δεκέμβρηδες όπως το 2008. Που φωτίζουν πιο γοητευτικούς δρόμους για έναν καλύτερο κόσμο…