Χριστός Κρανάκης
▸ Η κυβέρνηση, με όπλο την ΕΕ, προωθεί την κυριαρχία της επιχειρηματικής λογικής στα πανεπιστήμια
Σε κεντρική μάχη για το σύνολο της κοινωνίας και όχι τη μία ή την άλλη γενιά ανάγεται η υπεράσπιση της δημόσιας παιδείας. Η κυβέρνηση επιδιώκει να εκμεταλλευτεί την παγίωση αντιδραστικών κοινοβουλευτικών συσχετισμών και τη μετατόπιση του πολιτικού και κοινωνικού σκηνικού προς τα δεξιά ώστε να πάρει μία ιστορική ρεβάνς απέναντι σε ιστορικές κατακτήσεις του κινήματος στην Ελλάδα στον χώρο της εκπαίδευσης.
Με το αναγγελθέν νομοσχέδιο περί «ελεύθερων πανεπιστημίων», κράτος και κεφάλαιο επιχειρούν μία «κίνηση-ματ» σε μία παρτίδα που παίζουν με το παν-εκπαιδευτικό κίνημα εδώ και χρόνια. Το 2006 επιχειρήθηκε η αναθεώρηση του άρθρου 16 που ανετράπη από το μεγαλειώδες φοιτητικό κίνημα. Ομοίως, το 2011 πέρασε ο νόμος Διαμαντοπούλου, αλλά επί της ουσίας ελάχιστα εφαρμόστηκε –και πάλι– χάρη στη δράση του κινήματος. Φέτος, η κυβέρνηση εκτιμά πως έχει βρει μία «χρυσή ευκαιρία» να επιφέρει ένα καθοριστικό «πλήγμα» στη δημόσια παιδεία… Ένα πλήγμα που θα αλλάξει άρδην και για πάντα το νομοθετικό πλαίσιο στη χώρα και θα επιτρέψει επιτέλους την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός στην εισαγωγική του τοποθέτηση στο υπουργικό συμβούλιο της Τετάρτης χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «ιστορικό»…
Ακαδημαϊκοί, υπερασπιστές του νομοσχεδίου, εκτιμούν σε δημόσιες δηλώσεις τους πως το παρόν νομοσχέδιο δεν αναιρεί το άρθρο 16, καθώς γίνεται λόγος για ίδρυση παραρτημάτων και όχι ιδιωτικών πανεπιστημίων. Παρ’ όλα αυτά, στελέχη της ΝΔ μίλησαν –περιέργως– τη γλώσσα της αλήθειας και έκαναν λόγο για μια σαρωτική τομή στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η οποία ανοίγει τον δρόμο για την κατάργηση του άρθρου 16. Ο ίδιος ο υπουργός Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης, άλλωστε, έβαλε ξεκάθαρα στο «κάδρο» τη συνταγματική αναθεώρηση, λέγοντας πως «το Σύνταγμα δεν μπορεί να είναι ένα απολιθωμένο σύνολο διατάξεων που ερμηνεύονται στατικά μέσα στον χρόνο».
Στην πραγματικότητα, αυτό που επιχειρεί η κυβέρνηση είναι, σε πρώτη φάση, να εκμεταλλευτεί το άρθρο 28 του Συντάγματος –το οποίο αναφέρει πως οι διεθνείς συμβάσεις που υπογράφει η χώρα «αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου»– ώστε να παρακάμψει το άρθρο 16 που κατοχυρώνει τον αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Άρα, εάν περάσει/εφαρμοστεί το νομοσχέδιο, θα επιτρέπεται η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων –υπό τη μορφή «franchise»- με πλήρη επαγγελματική και ακαδημαϊκή αναγνώριση, όπως ορίζουν οι συμφωνίες που έχει υπογράψει η χώρα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για να αποφύγει τα συνταγματικά «αγκάθια», το υπουργείο προσέλαβε γνωστή δικηγορική εταιρεία για να το συμβουλεύσει. Κοινώς, αυτό που θα κάνει η νομική εταιρεία αυτή είναι να ψάξει να βρει «παραθυράκι» ώστε παρακάμψει το Σύνταγμα! Άκρως δημοκρατικό…
Οι υπέρμαχοι του νομοσχεδίου μιλάνε για μία «διπλή απελευθέρωση» του ελληνικού πανεπιστημίου, που θα φέρει αφενός «ενίσχυση και πρόσθετη αυτονομία» και αφετέρου «αποδέσμευση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από ένα αναχρονιστικό κρατικό μονοπώλιο». Ακόμα, διατυμπανίζουν πως μόνο έτσι θα λυθεί το πρόβλημα φυγής των ελλήνων/ίδων φοιτητών/τριών στο εξωτερικό.
Στην πράξη όμως, αυτό που επιχειρείται είναι να δοθεί ένα –ακόμα– «δωράκι» στο κεφάλαιο και τους φορείς του. Όπως ο ΣΕΒ, που ειδικά μετά το 2018 πιέζει συστηματικά για την «άρση της απαγόρευσης ίδρυσης ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων για την παροχή ανώτατης εκπαίδευσης».
Το νομοσχέδιο έρχεται για να κάνει πραγματικότητα διακαείς πόθους του κεφαλαίου όσον αφορά την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Οξύνει, δηλαδή, την ήδη υπαρκτή διαδικασία εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης και της γνώσης, μετατρέποντάς τες σε πεδίο κερδοφορίας για μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, ενώ παράλληλα αδυνατίζει τον χαρακτήρα και τη λειτουργία του δημόσιου πανεπιστημίου. Εγκαθιδρύει, ως κανόνα πλέον, την οικονομική αξιοποίηση της γνώσης και της παραγόμενης έρευνας, αναγκάζοντας τα πανεπιστήμια να γίνουν «ανταγωνιστικά» προκειμένου να διεκδικήσουν μερίδιο της δημόσιας ή/και ιδιωτικής χρηματοδότησης.
Όσον αφορά τους φοιτητές και τις φοιτήτριες, αυτοί αρχικά θα υποστούν μία ακόμα πιο επιθετική διαλογή ανάλογα με την ταξική τους θέση, χτυπώντας έτσι τη δυνατότητα συλλογικής κατοχύρωσης και διεκδίκησης των φοιτητικών και εργασιακών τους δικαιωμάτων. Ενώ, στη συνέχεια, θα αφεθούν στη μοίρα του εκάστοτε επιχειρηματικού ομίλου, ο οποίος θα ρυθμίζει τους όρους φοίτησης και το πρόγραμμα σπουδών τους κατά το δοκούν, καθώς η «Ανεξάρτητη Αρχή» που θα εποπτεύει τα ιδιωτικά παραρτήματα θα έχει ρόλο απλού παρατηρητή.
Τα παιδιά των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων θα εκδιωχθούν από τις σχολές
Εν ολίγοις, επιχειρείται ένα αποφασιστικό βήμα που αποσκοπεί σε έναν διττό στόχο ανακατανομής του εργατικού δυναμικού στην Ελλάδα: Από τη μία, τα παιδιά των φτωχότερων στρωμάτων να απομακρυνθούν από τα πανεπιστήμια και να οδηγηθούν στην ευρύτερη τεχνική εκπαίδευση και στη συνέχεια στις «κατώτερες» θέσεις εργασίας. Από την άλλη, τα πανεπιστήμια –δημόσια ή ιδιωτικά– να μετατραπούν σε κέντρα κατάρτισης για την παραγωγή εξειδικευμένου προσωπικού που θα στελεχώσει τις –σχετικά– «ανώτερες» θέσεις εργασίας.
Η βιασύνη να περάσουν όλα τα παραπάνω είναι εμφανής, δείχνει όμως φόβο. η Καθημερινή χωρίς περιστροφές έγραψε πως το γεγονός ότι το νομοσχέδιο συζητιέται μέσα στις γιορτές, όταν πολλοί φοιτητές έχουν επιστρέψει στο τόπο καταγωγής τους, στοχεύει στον «περιορισμό των αντιδράσεων». Δεν αποτελεί, λοιπόν, υπερβολή να πούμε πως το κράτος έχει «μνήμη» και φοβάται. Φοβάται ένα φοιτητικό κίνημα που θα συνδεθεί με την υπόλοιπη κοινωνία και θα εναντιωθεί στην αντιδραστική μετάλλαξη και εμπορευματοποίηση της παιδείας…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (23.12.23)