Μάκης Γεωργιάδης
Συμπεράσματα πενταετούς ιστορικής έρευνας, που παρουσιάζεται στο νέο βιβλίο του Ιερώνυμου Λύκαρη για το Πολυτεχνείο, Το αίμα το αδικαίωτο ποτέ δεν ησυχάζει
Οι κύριες συνισταμένες της εξέγερσης, αυτές που προσέδωσαν σε μια αρχικά αυθόρμητη φοιτητική κατάληψη τη διάσταση γνήσιας λαϊκής εξέγερσης, παρέμεναν για πολύ καιρό αχαρτογράφητες. Το πλήθος, η ηλικία, η ταξική σύνθεση όσων κατέβηκαν στους δρόμους της Αθήνας φωτίζονται μέσα από τις καταθέσεις, τις εκθέσεις της αστυνομίας και τα αρχεία των νοσοκομείων.
Αυτές τις μέρες, με την ευκαιρία της 50ης επετείου του Νοέμβρη, πολλοί και πολλές επιστρέφουν στο Πολυτεχνείο. Με ποικίλες εκδηλώσεις, εκθέσεις, συνέδρια, ιστορικούς περιπάτους, βίντεο και συνεντεύξεις. Αλλά και με τον συγκροτημένο γραπτό λόγο, με βιβλία που αναφέρονται σε εκείνες τις ιστορικές μέρες. Ανάμεσα στις νέες εκδόσεις ξεχωρίσαμε το βιβλίο του Ιερώνυμου Λύκαρη Πολυτεχνείο 1973. Το αίμα το αδικαίωτο ποτέ δεν ησυχάζει. Η εξέγερση μέσα από τις καταθέσεις συγγενών νεκρών, τραυματιών και αυτοπτών μαρτύρων – Aστυνομικά ντοκουμέντα για τους νεκρούς και τους τραυματίες (εκδόσεις Καστανιώτη). Πρόκειται για μια ιδιαίτερα καλαίσθητη έκδοση, που περιλαμβάνει και φωτογραφικό υλικό, ενώ το επίμετρο έγραψε η Μαριάννα Τζιαντζή.
Ο Ιερώνυμος Λύκαρης, πολύ γνωστός για τα αστυνομικά (και πολιτικά θα προσθέταμε) μυθιστορήματά του, δεν ήταν απλώς παρατηρητής των γεγονότων εκείνης της εποχής αλλά, πολύ νέος τότε, συμμετείχε ενεργά στο φοιτητικό κίνημα και στην κατάληψη του Πολυτεχνείου, αν και στο βιβλίο δεν αναφέρεται στον δικό του ρόλο και τα προσωπικά του βιώματα. Αφήνει τους άλλους να μιλήσουν, κυρίως τους νεκρούς, τους τραυματίες, τους αυτόπτες μάρτυρες, τους χαροκαμένους συγγενείς και τους φίλους τους, αξιοποιώντας –μετά από έρευνα πέντε ετών– ένα πλούσιο υλικό: τα πρακτικά των δύο δικών των πρωταιτίων της σφαγής του Πολυτεχνείου, τις εκθέσεις της Αστυνομίας, τις καταστάσεις των νοσοκομείων στα οποία κατέφυγαν εκατοντάδες τραυματίες, τα δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής, σπάνια απόρρητα έγγραφα και πολλές άλλες πηγές.
Από τις πρώτες κιόλας σελίδες του βιβλίου, ο Ιερώνυμος Λύκαρης μας υπενθυμίζει ότι γνωρίζουμε πολλά για το τι συνέβη «μέσα» στο Πολυτεχνείο, στις διάφορες φάσεις της εξέλιξης της κατάληψης. Για παράδειγμα, το πώς εκλέχθηκε με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες η πρώτη και η δεύτερη Συντονιστική Επιτροπή, ποιοι συμμετείχαν σε αυτές και σε ποια παράταξη ανήκαν· το ποιες ήταν οι κύριες αντιθέσεις τους ως προς το πολιτικό πλαίσιο, τα συνθήματα και την προοπτική της κατάληψης· το πώς και το γιατί η αναγκαστική συνύπαρξη και η μεταξύ́ τους αλληλεπίδραση μετουσίωνε, βήμα το βήμα, τις οξείες αντιπαραθέσεις τους σε υποχρεωτική ενότητα στη δράση· το πώς οι οργανωμένοι σε αντιδικτατορικές οργανώσεις και οι ανένταχτοι υλοποιούσαν τις αποφάσεις της Συντονιστικής Επιτροπής σε ό,τι αφορούσε την περιφρούρηση και τον καταμερισμό στην οργάνωση της εσωτερικής ζωής της κατάληψης· το πώς στήθηκε και από ποιους λειτούργησε ο ραδιοσταθμός της εξέγερσης και ο καταλυτικός ρόλος που έπαιξε στη μετεξέλιξη μιας αρχικά φοιτητικής κατάληψης σε λαϊκό ξεσηκωμό.
Ωστόσο, οι κύριες συνισταμένες της εξέγερσης, αυτές που προσέδωσαν σε μια αρχικά αυθόρμητη φοιτητική κατάληψη τη διάσταση γνήσιας λαϊκής εξέγερσης, παρέμεναν για πολύ καιρό αχαρτογράφητες. Το πλήθος, η ηλικία, η ταξική σύνθεση όσων κατέβηκαν στους δρόμους της Αθήνας και από νωρίς το απόγευμα της Παρασκευής 16 Νοέμβρη 1973 διαδήλωσαν και συγκρούστηκαν κατά μέτωπο με τις αστυνομικές δυνάμεις παραμένει άγνωστο στο σύνολό του. Μέχρι την εισβολή του τανκ οι «έξω από τα κάγκελα» ήταν αυτοί και αυτές που έστησαν τα οδοφράγματα, που δεν έκαναν πίσω στα κύματα των δακρυγόνων, που υπέστησαν τον άγριο ξυλοδαρμό (σε αρκετές περιπτώσεις τον ανταπέδωσαν στα ίσα) και στη συνέχεια δέχτηκαν μαζικά τα ανθρωποκτόνου πρόθεσης πυρά των αστυνομικών δυνάμεων και των παρακρατικών. Δεν έχουμε ακριβή εικόνα ούτε για τους διαδηλωτές των επόμενων ημερών, του Σαββάτου 17/11, της Κυριακής 18/11 αλλά και της Δευτέρας 19/11, που, παρά την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου, κατέβηκαν στους δρόμους και υπέστησαν τη δολοφονική δράση του στρατού, συνεπικουρούμενου από τις καταπονημένες, στα όρια της αποδιοργάνωσης, αστυνομικές δυνάμεις.
Πρέπει να τονιστεί ότι η μελέτη αυτή απαντά και στην προσπάθεια να αποστεωθούν ο πολιτικός προσανατολισμός, το αξιακό περιεχόμενο και τα συνθήματα της εξέγερσης που διεκδικούσαν τη ριζοσπαστική ανατροπή για τη λαϊκή κυριαρχία και την εθνική ανεξαρτησία και όχι απλώς την επαναφορά της «προδομένης» προδικτατορικής αυταρχικής «δημοκρατίας». Επίσης, απαντά στην προσπάθεια να μπει και το Πολυτεχνείο στον γύψο, όπως ο δικτάτορας φιλοδοξούσε να βάλει στον γύψο τις λαϊκές ελευθερίες — και εννοούμε τον σύγχρονο γύψο της λήθης ή της αναθεωρητικής ερμηνείας της εξέγερσης και των όσων ακολούθησαν.
Μέσα σε κάτι λιγότερο από τρία 24ωρα η αστυνομία κατανάλωσε 24.000 σφαίρες και ο στρατός άλλες 300.000
Μέσα από τις καταθέσεις των μαρτύρων στις δίκες, ξετυλίγεται ένα συγκλονιστικό δίπολο: Αφενός ο ηρωισμός, η αλληλεγγύη, το πάθος για την ελευθερία των εξεγερμένων «έξω» από το Πολυτεχνείο και αφετέρου το «έγκλημα πολέμου» από τη μεριά των δυνάμεων καταστολής, όπως εύστοχα το χαρακτηρίζει. Ας σημειωθεί ότι μέσα σε κάτι λιγότερο από τρία 24ωρα η αστυνομία κατανάλωσε 24.000 σφαίρες και ο στρατός άλλες 300.000! Ακόμα και σήμερα, στα κάγκελα του Αρχαιολογικού Μουσείου, από την πλευρά της Τοσίτσα, υπάρχουν 42 σημάδια από σφαίρες που έπεσαν τη νύχτα της Παρασκευής από το υπουργείο Δημοσίας Τάξεως, που τότε στεγαζόταν σε απόσταση αναπνοής από το Πολυτεχνείο.
Όσον αφορά το ζήτημα των νεκρών της εξέγερσης, ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι αυτό παραμένει το πιο σκοτεινό ένοχο μυστικό της δικτατορίας. Πρόκειται για ένα κατά τα άλλα κοινό μυστικό που ακόμη και σήμερα, μισό αιώνα μετά, μας στοιχειώνει με τη βεβαιότητα ότι δεν έχουμε μάθει όλη την αλήθεια, ότι υπάρχουν δολοφονίες που παραμένουν ανεξιχνίαστες, αίμα αδικαίωτο, που δεν θα ησυχάσει στον αιώνα τον άπαντα, αν δεν δικαιωθεί, τουλάχιστον ως προς την αποκάλυψη της ονοματεπώνυμης ύπαρξής του.
Ο Ιερώνυμος Λύκαρης επισημαίνει επίσης ότι τα διαθέσιμα στοιχεία για την ηλικία, τις ιδιότητες και τα επαγγέλματα των τραυματιών αποτυπώνουν ξεκάθαρα το εύρος της λαϊκής κινητοποίησης. Από τα υπάρχοντα τεκμήρια προκύπτει ότι η μαθητική́, σπουδαστική́ –εργαζομένη στην πλειονότητά́ της– και φοιτητική́ νεολαία ενώθηκε στη φωτιά́ της μάχης, αψηφώντας τα φονικά́ πυρά́, με τους νέους και μεγαλύτερους εργαζομένους των πιο διαφορετικών επαγγελματικών ειδικοτήτων. Επίσης, ότι ο αριθμός των τραυματιών που ανήκουν στην εργατική́ τάξη υπερτερεί́ σημαντικά́ σε σχέση με το σύνολο των μαθητών, σπουδαστών και φοιτητών, αλλά́ και των άλλων τραυματιών (αυτοαπασχολούμενων, επιστημόνων, καλλιτεχνών κ.ά.).
Όπως αποδεικνύεται στο βιβλίο, στόχος της πολεμικής επιχείρησης δεν ήταν μονό οι έγκλειστοι του Πολυτεχνείου –κάτι που παραστατικά́ εκφράστηκε και με την εισβολή́ του τανκ– αλλά́ και η τρομοκράτηση του αμάχου πληθυσμού́, όχι μόνο των διαδηλωτών αλλά́ και των ανύποπτων πολίτων. Δίνεται αποστομωτική απάντηση στην ακροδεξιά απολογητική λογική, που προσπαθεί να διαχωρίσει εξεγερμένους σε «εντός» και «εκτός» του Πολυτεχνείου.
Σε τηλεφωνική μας επικοινωνία με τον Ιερώνυμο Λύκαρη, εκείνος αρνήθηκε την ιδιότητα του «συγγραφέα». Προτιμά τον τίτλο του «επιμελητή», του διαμεσολαβητή. Ουσιαστικά το βιβλίο το έγραψαν με το αίμα τους οι αγωνιστές του Πολυτεχνείου και σε αυτούς προσπάθησε να δώσει φωνή το Αίμα το αδικαίωτο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (11.11.23)