Η Γερμανία βρίσκεται ακριβώς στο μέσο του διαστήματος που μεσολαβεί μεταξύ δύο γενικών εκλογών, καθώς οι προηγούμενες διεξήχθησαν τον Σεπτέμβριο του 2021 και οι επόμενες προγραμματίζονται για την ίδια περίοδο του 2025. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι απομένουν δύο ακόμη χρόνια, που στην πολιτική μπορούν να αποδειχθούν εξαιρετικά μεγάλο διάστημα και να φέρουν μεγάλες ανατροπές, ολοένα περισσότεροι μοιάζουν να προετοιμάζονται για ένα σενάριο που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν αδιανόητο και τρομακτικό: Την ανάδειξη ενός ακροδεξιού κόμματος, της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, σε μία από τις δύο πρώτες θέσεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη συνέχεια.
Οι δημοσκοπήσεις, για του λόγου το αληθές, φέρνουν την AfD να σταθεροποιείται σε ποσοστό πάνω από το 20%, δηλαδή υπερδιπλάσιο σε σύγκριση με εκείνο που είχε συγκεντρώσει πριν δύο χρόνια και να υπολείπεται μόνο της Ένωσης Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνιστών. Την επόμενη Κυριακή, μάλιστα, στις τοπικές εκλογές που διεξάγονται σε δύο από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα κρατίδια, της Βαυαρίας και της Έσης, αρκετοί φοβούνται ότι τα δημοσκοπικά ευρήματα θα επιβεβαιωθούν και στις κάλπες. Κάτι που σημαίνει ότι δεν θα πρόκειται πλέον για εικασίες, αλλά για πραγματικό πολιτικό σενάριο.
Την ίδια στιγμή, οι εξελίξεις και οι πολιτικοί συσχετισμοί στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπως και η τροπή που παίρνει ο πόλεμος στην Ουκρανία, μοιάζουν να ευνοούν περαιτέρω την AfD, απενοχοποιώντας την στα μάτια εκατομμυρίων Γερμανών –παρά την ιδιαιτερότητα της χώρας τους στο συγκεκριμένο θέμα– ενώ και η οικονομία δεν προσφέρει τις συνήθεις πολιτικές «ανάσες» στα παραδοσιακά συστημικά κόμματα. Έτσι, με δεδομένο και το γεγονός ότι η επιρροή του SPD μειώνεται διαρκώς, όπως επίσης και των Ελεύθερων Δημοκρατών, δεν είναι υπερβολή να προβλέψουμε ότι ο σχηματισμός της επόμενης κυβέρνησης θα αποτελέσει ένα δυσεπίλυτο γρίφο, χωρίς να αποκλείονται και εκπλήξεις.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (30.9.23)