Γιώτα Ιωαννίδου
Δεν δίνει απαντήσεις μια ανάγνωση με όρους στατικής εικόνας. Χτες τα Τέμπη και ο ριζοσπαστισμός, σήμερα οι εκλογές και η συντηρητικοποίηση. Ας δούμε την πραγματικότητα ως ένα δυναμικό σύνολο παραγόντων και σχέσεων πάνω σε ένα καθορισμένο ιστορικά κοινωνικό πλαίσιο.
Υπάρχει τελικά ελπίδα να πάει ο κόσμος αλλιώς; Ή τα τελευταία απομεινάρια της προσδοκίας για ένα καλύτερο μέλλον καταπλακώθηκαν από τη «συντηρητική εκλογική πλημμυρίδα» της 21ης Μάη; «Όπου τα θύματα των Τεμπών επιβράβευσαν τον θύτη τους, οι εργαζόμενοι τον εκμεταλλευτή τους και η νεολαία τον διώχτη της»;
Πρόκειται για μια συζήτηση που άλλες φορές γίνεται με αγωνία και άλλες με κακεντρέχεια, ωστόσο είναι μια συζήτηση αναγκαία. Όχι διότι η επίδραση και η ηγεμονία της αστικής ιδεολογίας και των βασικών δογμάτων της στην κοινωνία δεν προϋπήρχε αλλά επήλθε ξαφνικά. Το κέρδος, η ανταγωνιστικότητα, η προτεραιότητα της αγοράς, ο μονόδρομος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, η εθνική ενότητα, ο τεχνοκρατισμός και ο ανορθολογισμός αποτελούν εδώ και καιρό στοιχεία της μέσης συνείδησης. Αλλά διότι σε αυτές τις εκλογές αποτυπώθηκαν με σοκαριστικό τρόπο, ποια Αριστερά αδυνατεί να αντιπαρατεθεί στοιχειωδώς με όλα αυτά από τη σκοπιά των εργατικών-κοινωνικών συμφερόντων.
Δεν δίνει απαντήσεις η ανάγνωση της πραγματικότητας ως μιας στατικής εικόνας. Χτες τα Τέμπη και ο ριζοσπαστισμός, σήμερα οι εκλογές και η συντηρητικοποίηση. Οφείλουμε να δούμε την πραγματικότητα ως ένα δυναμικό σύνολο παραγόντων και σχέσεων που εξελίσσεται πάνω σε ένα καθορισμένο ιστορικά κοινωνικό πλαίσιο, ανάλογα με την παρέμβαση των ταξικών υποκειμένων. Ο κόσμος του κεφαλαίου και ο κόσμος της εργασίας έχουν μεταξύ τους μια διπλή αντιφατική σχέση, ασυμφιλίωτης αντίθεσης αλλά και αμοιβαίας εξάρτησης. Αυτή εκδηλώνεται στο επίπεδο της εργασίας αλλά και κοινωνικά-πολιτικά ως μια συνεχής διαπάλη ανάμεσα στις τάσεις χειραφέτησης και στις τάσεις υποταγής. Η συνειδητοποίηση των μακροπρόθεσμων συμφερόντων της εργατικής τάξης και της νεολαίας τις ωθούν προς τη χειραφέτηση. Η εξυπηρέτηση της άμεσης καθημερινής επιβίωσης εκβάλλει συχνά στην εξάρτηση από το αφεντικό και το κράτος, την πορεία της επιχείρησης και της εθνικής οικονομίας, οδηγώντας στην υποταγή και στη συμμόρφωση. Το πρώτο ανυψώνει τους ανθρώπους σε δημιουργούς της ιστορίας και διεκδικητές της ζωής τους. Το δεύτερο τους καταδικάζει σε υποζύγια της εκμετάλλευσης και έρμαια της καπιταλιστικής κρίσης, ομήρους της καθημερινής επιβίωσης.
Η Αριστερά μπορεί να είναι επαναστατικά χρήσιμη, αν ανοίγει δρόμο στις πρώτες τάσεις κι όχι αν περιορίζεται στη διαχείριση των δεύτερων. Αν μετασχηματίζει τις δεύτερες στις πρώτες κι όχι αν τις επικαλείται για να υποταχτεί η ίδια. Ειδικά, σήμερα που «η ανατροπή του δολοφονικού, καπιταλιστικού μοντέλου παραγωγής και του τρόπου ζωής που επιβάλλει […] καθίσταται πλέον κατεπείγουσα ανάγκη (και δυνατότητα) για την επιβίωση της Φύσης και του Ανθρώπου», όπως γράφει ο Γιάννης Λαθήρας, από τη μια. Από την άλλη, γιατί ο καπιταλισμός έχει γίνει πια αναχρονισμός και τροχοπέδη για την ίδια την ανάπτυξη της ανθρωπότητας και του ανθρώπου.
Η κομμουνιστική Αριστερά ξεχώρισε ιστορικά για τον ανατρεπτικό της ρόλο, όταν πρότασσε το αναγκαίο κι όχι τους μέσους όρους
Η κομμουνιστική Αριστερά ξεχώρισε ιστορικά για τον μετασχηματιστικό, ανατρεπτικό της ρόλο κι όχι σαν δημοσκόπος. Όταν πρότασσε το αναγκαίο κι όχι τους μέσους όρους. Τον ρεαλισμό της συνολικής ανυπακοής και ρήξης με όσους έκρυβαν τον ουρανό κι όχι τη ρεαλιστική ανυπακοή εντός των πλαισίων που αυτοί όριζαν. Αυτή η Αριστερά ήταν η έμπνευση στα μέτωπα ανυποχώρητης πάλης και ρήξης, με τη συσπείρωση όλων των αγωνιστών που επέλεγαν μετερίζι σε αυτά. Μακριά από την αλαζονεία του μοναδικού σωτήρα του λαού και την κατοχύρωση τίτλων ιδιοκτησίας του αριστερού πολιτικού φάσματος. Ήταν η αντικαπιταλιστική, επαναστατική Αριστερά που για να χτίσει πύργους ατίθασους απέναντι στην επίθεση και τον πόλεμο του κεφαλαίου, έβλεπε στις μαζικές μαχητικές συγκρούσεις με την εξουσία την αυτοπεποίθηση των αγωνιζόμενων κι όχι τον τυχοδιωκτισμό καιροσκόπων. Αυτή η Αριστερά ήταν πάντα με τους κατατρεγμένους, τους πρόσφυγες, τους μετανάστες, τους βασανισμένους λαούς κι όχι έναν πολιτισμό συσσωρευμένων πτωμάτων μικρών παιδιών στον πάτο του Αιγαίου, εκεί όπου τρυπούν τα γεωτρύπανα της «εθνικής κυριαρχίας» της Exon Mobil και της Total.
Η ελπίδα υπάρχει στην ουσία του ανθρώπου και της συλλογικής του προσπάθειας για έναν καλύτερο κόσμο, που η ιστορική μνήμη μας μαρτυρά συνεχώς με γεγονότα επαναστατικά κι ανεπανάληπτα. Εκεί οφείλει η Αριστερά να αναζητήσει τον ουσιαστικό της ρόλο αντί να ψάχνει νέα άλλοθι υποχώρησης.