Γιώργος Μιχαηλίδης
Μπορείτε να φανταστείτε ένα κράτος να απελαύνει έναν πολίτη του ηλικίας 74 ετών, που ανήκει σε κάποια εθνική μειονότητα, επειδή αποτυγχάνει σε ένα γλωσσικό τεστ στην κύρια γλώσσα της χώρας; Αν ναι, πού θα τοποθετούσατε αυτό το κράτος στην υδρόγειο σφαίρα; Η χώρα στην οποία συμβαίνει σήμερα αυτό δεν βρίσκεται πολύ μακριά μας, καθώς πρόκειται για κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι η Λετονία· και δεν θα έπρεπε να μας προκαλεί εντύπωση. Στο 33,5% της ρωσικής μειονότητας που κατοικεί στη χώρα, η οποία αντιπροσωπεύει το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού της, δεν έχει απονεμηθεί ακόμα λετονική υπηκοότητα, τρεις δεκαετίες μετά την ανεξαρτητοποίησή της. Αν αυτό από μόνο του αποτελεί μια απαράδεκτη πρακτική, η πρόσφατη «έμπνευση» της κυβέρνησης πάει ένα βήμα παραπέρα: Σύμφωνα με μια νέα διάταξη που ψηφίστηκε μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι 20.000 περίπου μόνιμοι κάτοικοι της Λετονίας που διαθέτουν ρωσικό διαβατήριο, θα πρέπει να υποβληθούν σε εξετάσεις γλωσσομάθειας στη λετονική γλώσσα. Όσοι και όσες εξ αυτών είναι κάτω των 75 ετών και αποτύχουν στις εξετάσεις, θα απελαθούν χωρίς πολλές διαδικασίες.
Ρεπορτάζ διεθνών μέσων, όπως του πρακτορείου Reuters, παρουσιάζουν εικόνες από ηλικιωμένες γυναίκες, συνταξιούχους αλλά και νεότερους ανθρώπους, οι οποίοι είναι ως επί το πλείστον ρωσόφωνοι, να κάθονται εκ νέου στα θρανία. Αρκετοί εξ αυτών είχαν πάρει ρωσικό διαβατήριο για να εξασφαλίσουν κάποια συμπληρωματική σύνταξη από τη Ρωσία ή για να πραγματοποιούν ευκολότερα ταξίδια σε συγγενείς τους. Τώρα τρέμουν το ενδεχόμενο απέλασής τους, καθώς διαβιούν στη Λετονία από τις δεκαετίες του ’70 ή του ’80 και δεν έχουν δεσμούς ή περιουσία στη Ρωσία.
Οι διακρίσεις όμως δεν σταματούν εκεί, καθώς η λετονική κυβέρνηση είχε θέσει σε δημοψήφισμα, το 2012, το ερώτημα αν η ρωσική γλώσσα, την οποία ομιλεί το 25% του πληθυσμού, θα καθιερωθεί ως δεύτερη επίσημη γλώσσα του κράτους. Με αποτέλεσμα, όπως ήταν αναμενόμενο, η πλειοψηφία να το απορρίψει. Τώρα, όμως, η κυβέρνηση αφαιρεί τη διδασκαλία της ρωσικής γλώσσας ολοκληρωτικά από την εκπαίδευση, με εξαίρεση τα μαθήματα ρωσικής ιστορίας και λογοτεχνίας στα σχολεία της μειονότητας. Μάλιστα, στην τρίτη μεγαλύτερη πόλη, τη Λιεπάγια, 15 από τους 800 εκπαιδευτικούς έχασαν τη δουλειά τους, καθότι απέτυχαν στα τεστ γλωσσικής επάρκειας. Βεβαίως, μετά τη διεθνή κατακραυγή, η κυβέρνηση της Λετονίας ανακοίνωσε εξετάσεις δεύτερης ευκαιρίας, τον Αύγουστο, αλλά οι εθνικιστικές και ρατσιστικές πολιτικές δεν καλύπτονται.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (20.5.23)