Μάκης Γεωργιάδης
Συμπληρώθηκαν, στις 10 Απριλίου, 25 χρόνια από τη «Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής» για τη διευθέτηση του ζητήματος της Βόρειας Ιρλανδίας. Εμφύλιος και εμφύλιος μέσα στον εμφύλιο υπήρξαν πραγματικότητα για πάνω από 70 χρόνια. Τα βαθύτερα αίτια μιας τέτοιας σύγκρουσης, ωστόσο, ούτε μπορούν να διευθετηθούν εύκολα από τέτοιου τύπου συμφωνίες ούτε ως διά μαγείας να εκλείψουν.
Από την ημέρα που το νησί κατέκτησε την ανεξαρτησία του, η ειρήνη δεν στέριωσε ουσιαστικά ποτέ και το βόρειο κομμάτι των έξι κομητειών υπό βρετανική κυριαρχία παρέμενε πάντοτε το μήλο της έριδος μεταξύ της ανεξάρτητης Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και της Μεγάλης Βρετανίας, μεταξύ καθολικών και προτεσταντών, μεταξύ των ίδιων των ρεπουμπλικάνων υποστηρικτών της μίας και αδιαίρετης Ιρλανδίας. Εμφύλιος και εμφύλιος μέσα στον εμφύλιο υπήρξαν πραγματικότητα για πάνω από 70 χρόνια.
Τα τείχη που χωρίζουν τις συνοικίες του Μπέλφαστ σε καθολικές και προτεσταντικές γειτονιές δεν έπαψαν να υφίστανται με την υπογραφή της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής. Μάλλον το αντίθετο συνέβη. Η εύθραυστη ειρήνη συνέχισε να ακροβατεί σε ακόμη πιο απόκρημνα σημεία και η όξυνση τόσο των εσωτερικών αντιθέσεων όσο και των σχέσεων της Μεγάλης Βρετανίας με την ΕΕ δημιουργούν νέες συνθήκες. Το ζήτημα που προέκυψε μετά την έξοδο της Γηραιάς Αλβιόνας από την Ένωση συνοψίζεται σε μια λέξη: σύνορα. Για τα σύνορα αυτά, που εξαιτίας τους χύθηκαν ποτάμια αίμα, η νέα πολιτική κατάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο ακροβατεί επικίνδυνα. Διότι τα σύνορα αφορούν το πολύπαθο νησί της Ιρλανδίας και μια εσωτερική διχοτόμηση εκ νέου, ώστε να είναι διακριτά τα σύνορα της ΕΕ από τη μια πλευρά και του Ηνωμένου Βασιλείου από την άλλη. Το ζήτημα, όπως είναι φυσικό, έχει γίνει μοχλός πίεσης για κάθε αντιμαχόμενη πλευρά και πεδίο πολιτικής εκμετάλλευσης και καιροσκοπικών τακτικών. Στις 27 Μαρτίου ο βρετανός πρωθυπουργός Ρ. Σουνάκ και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάινεν, ανακοίνωσαν μια λύση η οποία περιλαμβάνει ένα καθεστώς εμπορικών συναλλαγών παρόμοιο με αυτό μεταξύ ΕΕ και Ελβετίας, καθώς επίσης και θαλάσσια σύνορα εντός της βρετανικής επικράτειας, στη θάλασσα μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και των ακτών της δυτικής Αγγλίας.
Η προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της «ευημερίας για όλους», την οποία είχαν υποσχεθεί αμφότερες οι πλευρές που συμφώνησαν τότε στο Στόρμσαντ, μοιάζει σήμερα με ένα απατηλό όνειρο. Η Βόρεια Ιρλανδία κινδυνεύει εκ νέου να βυθιστεί στο χάος, γι’ αυτό το απατηλό όνειρο, ελλείψει άλλου προτάγματος, μετατρέπεται σε προμετωπίδα του αγώνα εναντίον των Βρετανών από τη μια και εναντίον όλων από την άλλη. Διότι οι προτεστάντες τα βάζουν σήμερα και με τη βρετανική κυβέρνηση και ειδικότερα με τον πρώην πρωθυπουργό, Μπ. Τζόνσον, ο οποίος τους εξαπάτησε. Σε μια απόπειρα να αμβλυνθούν οι εντάσεις του τελευταίου διαστήματος στην Ιρλανδία, έφτασε για επίσημη επίσκεψη ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, ο οποίος μάλιστα περηφανεύεται πως έχει ιρλανδικές ρίζες. Ο Μπάιντεν επισκέφθηκε τόσο το Μπέλφαστ όσο και το Δουβλίνο, σημειώνοντας τα επιτεύγματα της Συμφωνίας, η οποία είχε γίνει με τις ευλογίες του τότε προέδρου των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον και του γερουσιαστή Τζορτζ Μίτσελ.
Αν μελετήσει κανείς την ιστορία της κατάκτησης της Ιρλανδίας, της ανεξαρτησίας της και της νεότερης ενσωμάτωσης των βόρειων κομητειών στο Ηνωμένο Βασίλειο, θα αντιληφθεί πως πίσω από τη θρησκευτική διαφοροποίηση και τον διχασμό μεταξύ καθολικών και προτεσταντών, κρύβονται οι βαθιές ταξικές αντιθέσεις και οι τρομερές ανισότητες. Βαθιές διχαστικές γραμμές σημάδεψαν την Ιρλανδία.
Η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων στους καθολικούς της Βόρειας Ιρλανδίας υπήρξε απότοκο των προϋποθέσεων κατοχής ακίνητης περιουσίας την οποία έθεταν οι αποικιοκράτες Άγγλοι και οι Ενωτικοί προτεστάντες. Το χάσμα που δημιουργήθηκε υπήρξε τόσο βαθύ και ανειρήνευτο που στην πραγματικότητα οδήγησε στις εμφύλιες συρράξεις, αρχής γενομένης το 192, οπότε και θεσπίστηκαν οι περιορισμοί πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των καθολικών στις έξι κομητείες του Βορρά. Η κατάσταση διαιωνίστηκε και οι αντιθέσεις βάθυναν. Το 1969 ένας νέος κύκλος βίας και αίματος ξεκίνησε και κορυφώθηκε με την έναρξη ενός νέου εμφυλίου ήδη από το 1971. Η παρουσία βρετανικών στρατευμάτων στο πλευρό των προτεσταντών και η πολιτική του «διαίρει και βασίλευε» που ακολούθησε το βρετανικό στέμμα στις τάξεις των καθολικών, είχαν τραγικά αποτελέσματα. Από την άλλη πλευρά ο ΙRΑ, ο οποίος προϋπήρχε ως βασικός βραχίονας του απελευθερωτικού κινήματος της Ιρλανδίας, ήταν ο βασικός αντίπαλος για τους Βρετανούς και τους Ενωτικούς του Όλστερ. Ο απολογισμός στα 30 χρόνια εμφύλιων αντιπαραθέσεων ήταν πάνω από 3.600 νεκροί και πάνω από 47.000 τραυματίες.
Ωστόσο, στις τάξεις του ΙRΑ υπήρχαν σοβαρές πολιτικού και ιδεολογικού χαρακτήρα αντιπαραθέσεις. Εντός ΙΡΑ συγκρούονταν δύο γραμμές με επίδικο την πολιτική κατεύθυνση και προοπτική: η τάση της σοσιαλιστικής χειραφέτησης και από την άλλη οι πολέμιοι αυτής της ιδέας. Ωστόσο η ενιαία δράση υπό το πρίσμα μιας εθνικιστικής ή μιας εθνικοαπελευθερωτικής προοπτικής αποτέλεσε συνδετικό κρίκο από τη μια και πεδίο ιδεολογικοπολιτικών αντιπαραθέσεων από την άλλη. Σταδιακά ο ΙRΑ άρχισε να προσανατολίζεται περισσότερο στην πολιτική και οικονομική του ενίσχυση ακόμη και από τους Ιρλανδούς μετανάστες των ΗΠΑ και επιδίωξε μια εκεχειρία. Ήδη από τις αρχές τις δεκαετίας του 1980 ξεκίνησε μια σειρά πρωτοβουλιών ειρήνευσης και κατάπαυσης του πυρός οι οποίες κατέληξαν στην συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής. Με τις πληγές να μην έχουν επουλωθεί, οι δύο πλευρές οδηγήθηκαν στην ειρηνευτική Συμφωνία με τον τότε πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, Τόνι Μπλερ σε πρωταγωνιστικό ρόλο μαζί με τον τότε ομόλογό του της Ιρλανδίας. Μεταξύ άλλων, εκείνη η συμφωνία προέβλεπε την εγκατάλειψη από τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας της αξίωσης ενσωμάτωσης των εδαφών της Βόρειας Ιρλανδίας σε μια ενιαία χώρα. Γεγονός που δεν ήταν απλό, καθώς χρειαζόταν τροποποίηση του Συντάγματος του ΕΙΡΕ. Από την άλλη αναγνωριζόταν το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση της Βόρειας Ιρλανδίας ενώ υπήρχε δέσμευση μη παρέμβασης της Μεγάλης Βρετανίας σε ένα ενδεχόμενο μελλοντικό δημοψήφισμα σε Βορρά και Νότο με επίδικο την ένωσή τους. Παράλληλα, προέβλεπε μια σειρά άλλα μέτρα, όπως λόγου χάρη για τη λειτουργία κυβέρνησης του βόρειου τμήματος, με τη συμμετοχή προτεσταντών και καθολικών.
Η διαδικασία του Brexit έχει θέσει τη βιωσιμότητα της Συμφωνίας υπό αμφισβήτηση και σε νέα βάση
Το μέτρο αυτό εδώ και χρόνια, και ειδικά μετά τη διαδικασία εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ, είναι νεκρό γράμμα. Το χειρότερο από όλα, ωστόσο, είναι πως η κατάσταση δείχνει να οξύνεται με αντικείμενο την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Τι και αν η Ιρλανδία, όπως και ο ευρωπαϊκός Νότος, χτυπήθηκε σκληρά από την χρηματοοικονομική κρίση του 2009 και τα μνημόνια που επακολούθησαν; Τι κι αν η ΕΕ το μόνο που μπορεί να υποσχεθεί είναι ακόμη χειρότερες μέρες; Όταν η ταξική πυξίδα έχει κολλήσει, τα αποτελέσματα θα είναι τραγικά και ήδη, με μια έννοια, τα βιώνουμε. Τόσο στην Ιρλανδία όσο και αλλού…