Πόπη Δέδε-Δεσύλλα
Η λέξη «Αρμένιοι» έχει ταυτιστεί με τη λέξη «Σφαγή». Οι πιο φοβερές σφαγές της ανθρωπότητας δεν μπορούν να συγκριθούν με εκείνες των Αρμενίων. Άρχισαν το 1894 – 1895, συνεχίστηκαν το 1909 και κορυφώθηκαν το 1915 – 1916. Από τα 2.000.000 Αρμένιους που ήσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο εκτελέστηκαν 1.500.000 μόνο το 1915 -1916.
Η Αρμενία εκτεινόταν από τον Εύξεινο Πόντο, τη Μεσόγειο μέχρι την Κασπία Θάλασσα, ανάμεσα στα ρωσικά και περσικά σύνορα. Οι Αρμένιοι υπήρξαν οι αιώνιοι εργάτες του πολιτισμού. Σε αυτούς και τους Έλληνες οφείλεται η ανάπτυξη στην Τουρκία της γεωργίας, της βιομηχανίας και του εμπορίου. Οι Αρμένιοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν αρχίσει να πιέζουν τους μουσουλμάνους για να επιτύχουν την εισαγωγή μεταρρυθμίσεων στις αρμενικές επαρχίες. Αυτό χαρακτηρίστηκε σαν απειλή εναντίον του τουρκικού κράτους. Ο Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Β’ (1876 – 1909), φοβήθηκε την εξάπλωση φιλελεύθερων ιδεών και την πιθανή επέμβαση των ξένων δυνάμεων, Ευρώπης και Αμερικής. Ο Χαμίτ διατύπωσε το αξίωμα: «Ο μόνος τρόπος να απαλλαγούμε από το Αρμενικό Ζήτημα είναι να απαλλαγούμε από τους Αρμένιους». Η πρώτη εφαρμογή του «αξιώματος» έγινε το 1894 στη μεγάλη σφαγή στο Σασούν, ένα συγκρότημα ορεινών χωριών της Αρμενίας. Στα 1895 – 1896 ακολούθησαν και άλλες σφαγές, μερικές από τις οποίες στην Κωνσταντινούπολη, κάτω από το βλέμμα του σουλτάνου. Τα θύματα ξεπέρασαν τις 300.000.
Το 1908 επικράτησαν οι Νεότουρκοι και τον Απρίλιο του 1909 συνέβησαν οι φρικιαστικές σφαγές των Αδάνων που συνοδεύτηκαν από λεηλασίες και βιαιότητες. Χάθηκαν πάνω από 30.000 Αρμένιοι.
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος επιφύλασσε στην Αρμενία τις πιο μαρτυρικές στιγμές της ιστορίας της. Γερμανία και Τουρκία είχαν πολιτικό συμφέρον να εξαφανιστούν οι Αρμένιοι. Ο δρόμος των Ινδιών, ο περίφημος σιδηρόδρομος Αμβούργου – Περσικού Κόλπου θα παρέκαμπτε τη διώρυγα του Σουέζ και θα περνούσε από την Αρμενία. Στη γερμανική Βουλή είχαν δηλώσει ότι η Μεσοποταμία και η Αρμενία θα γίνονταν μια μέρα «οι Ινδίες της Γερμανίας».
Το φρικτό διάταγμα του 1915 με το οποίο ο Εμβέρ Πασάς -κατόπιν εντολής του Τααλάτ Πασά- διέταξε την εκτόπιση των Αρμενίων της Αρμενίας, της Ανατολίας και της Κιλικίας στις αραβικές ερήμους πέρα από τη Βαγδάτη, ήταν το αγγελτήριο ΘΑΝΑΤΟΥ αυτού του λαού.
Στις 24 Απριλίου 1915 άρχισαν οι συλλήψεις και η φυλάκιση των Αρμενίων διανοούμενων. Συγγραφείς, επιστήμονες, καλλιτέχνες, δάσκαλοι, ηθοποιοί, γιατροί, ιερωμένοι και οι Αρμένιοι βουλευτές του Οθωμανικού Κοινοβουλίου, συνολικά 2.000 άτομα, οδηγήθηκαν στα βάθη της Ανατολίας και φονεύθηκαν κτηνωδώς.
Η τακτική που ακολούθησε η τουρκική κυβέρνηση ήταν η εξής: Σε μια πόλη, σε ορισμένη μέρα, οι σωματικά ικανοί άρρενες Αρμένιοι καλούνταν να παρουσιαστούν στις αρχές επί ποινή θανάτου. Τους οδηγούσαν έξω από την πόλη και στην πρώτη απομονωμένη κοιλάδα οι χωροφύλακες έσφαζαν τους Αρμένιους. Πολλοί βασανίστηκαν με μεσαιωνικές μεθόδους πριν να εκτελεστούν.
Η δεύτερη πράξη περιελάμβανε τις γυναίκες, τα παιδιά και τους ηλικιωμένους που τους περίμενε χειρότερη μοίρα. Αυτοί οδηγούνταν στην ατίμωση, στην τρέλα και στον θάνατο με αργή διαδικασία. Τους έδιναν προθεσμία να πουλήσουν τα υπάρχοντά τους και να εγκαταλείψουν την πόλη. Πριν τα καραβάνια ξεκινήσουν οι όμορφες κοπέλες απάγονταν και κατέληγαν στα χαρέμια των μουσουλμάνων. Οδηγούνταν στις ερήμους κάτω από τον θανατερό ήλιο έπειτα από πεζοπορία μηνών. Στα βουνά παραμόνευαν οι ληστοσυμμορίτες που τους άρπαζαν τα πράγματά τους. Οι ηλικιωμένοι που δεν μπορούσαν να περπατήσουν σκοτώνονταν επιτόπου με λόγχη ή σπαθί. Οι φύλακες και οι ληστοσυμμορίτες βίαζαν παρουσία όλων όποια κοπέλα τους άρεσε. Το ίδιο έκαναν με κοριτσάκια 8 έως 10 το πολύ ετών. Πριν αρπάξουν τη μητέρα σκότωναν τα παιδιά της. Τα παιδιά σφάζονταν και διαμελίζονταν μπροστά στις μανάδες τους τις οποίες οι δήμιοι ανάγκαζαν να πιούν με το φλιτζάνι το ζεστό ακόμα αίμα των παιδιών τους. Πολλές μητέρες τρελάθηκαν, άλλες σκότωναν οι ίδιες τα παιδιά τους για να μην τα βασανίσουν οι Τούρκοι. Και άλλες, όσες βρέθηκαν στη διαδρομή του Ευφράτη ρίχτηκαν με τα παιδιά τους στον ποταμό να πνιγούν για να γλιτώσουν.
Στην Ερζερούμ, όπου κατοικούσαν πριν από τον πόλεμο 18.000 Αρμένιοι, απέμειναν μόνο 120. Στην Τραπεζούντα από τις 14.000 Αρμένιους απέμειναν μόνο δύο οικογένειες και 14 μοναχικές γυναίκες. Ο Έλληνας γιατρός Μεταξάς που στάθηκε αυτόπτης μάρτυρας της σφαγής τρελάθηκε επιτόπου. Όταν οι Ρώσοι κατέλαβαν το Ερζιντζάν τον Αύγουστο του 1916 βρήκαν μόνο 12 Αρμενοπούλες από τα 3.000 αρμενικά σπίτια που υπήρχαν εκεί.
Μετά το τέλος του πολέμου καμία συνθήκη δεν έλυσε το πρόβλημα των Αρμενίων. Και σήμερα παραμένει μετέωρο το αίτημά τους: Να αναγνωρίσει η Τουρκία τη γενοκτονία των Αρμενίων με όλες τις συνέπειες της. Γιατί οι νεκροί τους ακόμα περιμένουν…
Η 24 Απρίλη είναι η ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των Αρμενίων.