Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Η συνταγματική εκτροπή και τα στρατιωτικά πραξικοπήματα δεν αποτελούσαν πάντα κεραυνό εν αιθρία για πολλές χώρες της αμερικανικής σφαίρας επιρροής κατά το μεγαλύτερο μέρος του ψυχρού πολέμου. Στα περισσότερα μέρη του λεγόμενου… ελεύθερου κόσμου τα «βελούδινα» και τα πιο αιματηρά πραξικοπήματα αποτελούσαν συνέχεια της αστικής δημοκρατίας με άλλα μέσα και ύστατο μέσο επιβολής και πειθάρχησης.
Η ηγεμονία του σύγχρονου κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού
Η επέτειος της φασιστικής δικτατορίας της 21ης Απριλίου του 1967 στη χώρα μας και η εκλογική μάχη στη Γαλλία με κυριαρχία του διδύμου του ακραίου κέντρου του Μακρόν (κεντρώος στα λόγια, ιδιαίτερα επιθετικός στην προώθηση της πολιτικής του κεφαλαίου κατά των λαϊκών στρωμάτων και του κινήματος) και της «γραβατωμένης» ακροδεξιάς της Λεπέν σηματοδοτούν τη μετάβαση απ’ την απροκάλυπτα δικτατορική εκδοχή της αστικής πολιτικής που συρρικνώθηκε αλλά δεν εκλείπει, στην ηγεμονία της υπεραντιδραστικής πολιτικής του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού. που διαπερνά συνολικά –με διαβαθμίσεις και διαφορετικές μορφές– το αστικό πολιτικό σύστημα.
Αυτή η αλλαγή συσχετισμού στο πολιτικό σύστημα, στην πραγματικότητα εξυπηρετεί πιο αποτελεσματικά τα συμφέροντα του κεφαλαίου, αφού με τον κοινοβουλευτικό αυταρχισμό συρρικνώνει τα δικαιώματα και τις λαϊκές αντιδράσεις κατά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, ενσωματώνει σ’ αυτήν την πολιτική, με διαφοροποιήσεις βέβαια και τα κεντρώα και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ενώ η λαϊκή δυσαρέσκεια και αντίδραση εκτονώνεται ακίνδυνα με την επιλογή εναλλακτικών κομμάτων, πιο προοδευτικών ή πιο συντηρητικών, που στην πραγματικότητα δεν εκφράζουν μία εναλλακτική –έστω συστημική– πολιτική, αλλά συγκλίνουν στον βασικό πυρήνα της αστικής πολιτικής διαχείρισης, με δευτερεύουσες διαφοροποιήσεις και μικροπαραχωρήσεις στο ένα ή το άλλο τμήμα του πληθυσμού. Όπως άλλωστε είδαμε και από τη μαχητική στάση των φοιτητών στη Γαλλία, το πολιτικό σύστημα δυσκολεύεται να πείσει ότι έχουμε αφήσει οριστικά πίσω μας τις καταστάσεις «έκτακτης ανάγκης» και τους περιορισμούς κυκλοφορίας και συναθροίσεων.
Πραξικοπήματα και στρατιωτικές δικτατορίες στον ψυχρό πόλεμο
Μετά το πέρας του B’ ΠΠ, η ιμπεριαλιστική Δύση διαμόρφωσε, με αδιαμφισβήτητο ηγεμόνα τις ΗΠΑ, ένα επιθετικό πλέγμα διεθνών σχέσεων. Όρθωσε τείχη αντιπαλότητας κατά του υπαρκτού σοσιαλισμού (σιδηρούν παραπέτασμα) στη λεγόμενη περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Παρά τον οξύ ανταγωνισμό ΗΠΑ-ΕΣΣΔ, ο πυρηνικός Αρμαγεδδών αποφεύχθηκε, έστω και την τελευταία στιγμή στην περίπτωσης της κρίσης των πυραύλων στην Κούβα.
Με αιχμή τη CIA και το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ επιχειρούσαν να καταστείλουν την ενίσχυση των ισχυρών κομμουνιστικών και ριζοσπαστικών πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στην Ευρώπη, για να αποτραπεί ο κίνδυνος αριστερής στροφής, καθοδηγώντας ακροδεξιές και παραστρατιωτικές οργανώσεις σε τρομοκρατική δράση και οργανώνοντας ακόμη και πραξικοπήματα, για να μην αναλάβουν, έστω και με νόμιμη κοινοβουλευτική διαδικασία, την κυβερνητική εξουσία ισχυρά κομμουνιστικά κόμματα, όπως το ιταλικό και το γαλλικό, αλλά και για να κατασταλούν από το βαθύ κράτος ισχυρά ανατρεπτικά κινήματα, όπως ο Μάης του 1968 στη Γαλλία.
Παράλληλα, μετά τη λήξη του Β΄ ΠΠ, η ιμπεριαλιστική Δύση επιχείρησε με τη στρατιωτική βία να αποτρέψει την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας από τις χώρες της Ασίας και της Αφρικής, όπως η Ινδία, το Βιετνάμ, η Αλγερία, η Αίγυπτος κ.α., που κατέκτησαν με λαϊκές επαναστάσεις την εθνική τους ανεξαρτησία, δημιουργώντας τον προοδευτικό πόλο των αδέσμευτων χωρών.
Στο εσωτερικό, στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα, οι καπιταλιστικές χώρες, θορυβημένες από το αντίπαλον δέος του υπαρκτού σοσιαλισμού, την αυξημένη επιρροή των κομμουνιστικών και αριστερών κομμάτων, την ισχύ των κινημάτων και την ανάταση του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, υιοθέτησαν την κεϋνσιανή διαχείριση την τριακονταετία 1945-1975, για να εδραιώσουν την κοινωνική ειρήνη και τη συνεργασία των τάξεων, πραγματοποιώντας κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, βελτιωτικές του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών μαζών.
Στον πολιτικό όμως τομέα, η ιμπεριαλιστική Δύση, με πρωταγωνιστή το βαθύ κράτος των ΗΠΑ και των συμμάχων χωρών της ΕΟΚ-ΝΑΤΟ, επιχείρησε ακόμη και με πραξικοπήματα και στρατιωτικές επεμβάσεις να αποτρέψει την αριστερή στροφή. Για να αποτραπεί αυτός ο κίνδυνος, υιοθετήθηκε η στρατηγική της έντασης και του φόβου, που καθοδηγούνταν από τη CIA και το ΝΑΤΟ, σε συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες καπιταλιστικών κρατών. Η στρατηγική της έντασης περιλάμβανε βομβιστικές επιθέσεις –ιδίως στην Ιταλία– με πολλούς νεκρούς, σαμποτάζ σε στρατιωτικές μονάδες (όπως σε μονάδα του Έβρου, όπου διοικητής ήταν ο αρχιχουντικός Γ. Παπαδόπουλος), μπαράζ δημοσιευμάτων για κομμουνιστικό κίνημα με πρόσχημα δυναμικές εργατικές και λαϊκές κινητοποιήσεις (όπως συνέβη με τα Ιουλιανά το 1965 στην Αθήνα), εκρηκτικά δημοσιεύματα για την απειλή δήθεν κατά της δημοκρατίας, έντονη τρομοκρατική δράση ακροδεξιών και παραστρατιωτικών οργανώσεων. Τις τρομοκρατικές αυτές επιθέσεις απέδιδαν σε ακροαριστερές και κομμουνιστικές οργανώσεις, για να καλλιεργηθεί στις κοινωνικές μάζες φόβος και ανασφάλεια, ώστε να δικαιολογηθεί η ανάγκη ενός αυταρχικού δικτατορικού καθεστώτος. Είναι αποδεδειγμένο ότι η CIA καθοδήγησε την Απριλιανή δικτατορία στην Ελλάδα το 1967, το πραξικόπημα Σαμψών στην Κύπρο, το στρατιωτικό καθεστώς στην Τουρκία το 1971, το πραξικόπημα του Πινοσέτ στη Χιλή το 1973. Σύμφωνα με μαρτυρία του Ιταλού στρατηγού Μαλέττι, ηγετικού στελέχους της ιταλικής αντικατασκοπείας, στα τρομοκρατικά χτυπήματα των ακροδεξιών ήταν αναμεμειγμένη η CIA, για να αποτρέψει την αριστερή στροφή στην Ιταλία, έστω και με την επιβολή δικτατορικού καθεστώτος.
Τα αίτια της Απριλιανής χούντας πρέπει να αναζητηθούν στην επιλογή των αστικών δυνάμεων της χώρας (μεγάλο κεφάλαιο, παλάτι, στρατός, συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις) να συντρίψουν το ισχυρό κίνημα και την Αριστερά (ιδιαίτερα είχε τρομοκρατήσει το σύστημα η δυναμική της Αριστεράς, που την ανέδειξε σε δεύτερη δύναμη στις εκλογές του 1958). Αυτός ο στόχος των συντηρητικών και αντιδραστικών δυνάμεων της χώρας είχε τη συνηγορία των ΗΠΑ, που την περίοδο του ψυχρού πολέμου ευνοούσαν τη στρατιωτική καταστολή επικίνδυνων για αυτούς κινημάτων. Ιδιαίτερα, η Απριλιανή δικτατορία ευνοούσε την προσπάθεια των ΗΠΑ να αποκτήσουν ένα απόλυτα ελεγχόμενο προγεφύρωμα στην καυτή περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.
Τα αίτια της Απριλιανής χούντας πρέπει να αναζητηθούν στην επιλογή των αστικών δυνάμεων να συντρίψουν το ισχυρό κίνημα και την Αριστερά
Τη θρυαλλίδα για το Απριλιανό πραξικόπημα αποτέλεσε η διαφωνία του Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου με το παλάτι για τον Υπουργό Άμυνας. Ο Παπανδρέου απαιτούσε να αποπεμφθεί ο Γαρουφαλιάς. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος απέρριψε το αίτημα του Γ. Παπανδρέου και τον εξανάγκασε σε παραίτηση. Αυτή η αντιδημοκρατική και αντισυνταγματική στάση προκάλεσε λαϊκές αντιδράσεις, πρωτοφανείς για τη μετεμφυλιακή περίοδο. Το λαϊκό κίνημα για 70 ημέρες έδωσε μάχες με αδιάπτωτη μαχητικότητα, που προκάλεσαν έντονη ανησυχία στο σύστημα.
Το κίνημα εμπνεόταν από τα οξυμμένα οικονομικά και πολιτικά προβλήματα. Στην πραγματικότητα, αυτά αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη των συγκλονιστικών αγώνων και όχι η εκπαραθύρωση του Γ. Παπανδρέου. Αυτός ο ταξικός χαρακτήρας του κινήματος δεν μεταφράστηκε σε ριζοσπαστικά αιτήματα. Απεναντίας, περιορίστηκε στα συστημικά αιτήματα για αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας, που προέβαλε κυρίαρχα η Ένωση Κέντρου, αλλά και η αριστερή της πτέρυγα υπό τον Α. Παπανδρέου. Στο ίδιο όμως συστημικό αίτημα περιορίστηκε και η ΕΔΑ, αλλά και το ΚΚΕ, που δεν τόλμησαν να προσδώσουν στο κίνημα ριζοσπαστικό περιεχόμενο. Δεμένο το κίνημα στην προκρούστεια κλίνη της δημοκρατικής εξομάλυνσης, ενώ θα μπορούσε να συνεχιστεί, να οξυνθεί και να μετεξελιχθεί σε επαναστατική κατάσταση, εκτονώθηκε με την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Στεφανόπουλου, που αποτελούσε μία προσωρινή αστική διέξοδο την πολιτική κρίση, αποκαθιστώντας την αστική νομιμότητα.
Ο αστικός κόσμος είχε θορυβηθεί σφοδρά από τα Ιουλιανά. Τίποτα δεν εγγυόταν ότι η εκτόνωση θα ήταν μόνιμη και όχι προσωρινή. Οι φόβοι της άρχουσας τάξης διογκώνονταν από το γεγονός ότι τα Ιουλιανά δεν αποτελούσαν μία μεμονωμένη περίπτωση, αλλά μία αγωνιστική ακολουθία στη δεκαετία του 1960 εργατικών και νεολαιίστικων κινητοποιήσεων, με αιχμές την ιστορική σύγκρουση των οικοδόμων με την αστυνομία το 1960 και τη δολοφονία του αγωνιστή Γ. Λαμπράκη το 1963 από ακροδεξιούς τρομοκράτες, τους οποίους εξέτρεφε και κάλυπτε η αστυνομία.
Την αστική λύση στην πολιτική κρίση έδωσε η στρατιωτική δικτατορία της 21ης Απριλίου. Κυρίαρχη αιτία της επιβολής της ήταν η προτεραιότητα που έδινε εκείνη την περίοδο ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός στην αποτροπή του κινδύνου αριστερής στροφής, με τρομοκρατική δραστηριότητα, την οποία απέδιδε σε ριζοσπαστικές οργανώσεις, αλλά και με στρατιωτικά πραξικοπήματα και επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας.
Ποιος φοβάται το λαϊκό κίνημα;
▸ Τμήματα του κεφαλαίου στήριξαν τον «γύψο»
Ο φόβος αριστερής στροφής εμπεδωνόταν στις εξής παραμέτρους: Στο εργατικό, πολιτικό, νεολαιίστικο κίνημα της δεκαετίας του 1960, πού κορυφώθηκε με τα Ιουλιανά του 1965 (κίνημα των 70 ημερών), στην εμφάνιση μιας κεντροαριστεράς υπό τον Α. Παπανδρέου, που φαινόταν να υπερβαίνει τα όρια του πολιτικού συστήματος, στη δυναμική πρόσβαση της ΕΔΑ στις λαϊκές μάζες, όπως απέδειξε το εκλογικό ποσοστό του 24,4% στις εκλογές του 1958, στην επικράτηση της βίαιης στρατιωτικής εκδοχής αντιμετώπισης του λαϊκού κινήματος, που εκπροσωπούσαν οι κυρίαρχες συστημικές δυνάμεις (παλάτι, στρατός, συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, μεγάλο κεφάλαιο), αντί της πιο ήπιας εκδοχής της ενσωματωτικής διαχείρισης του κινήματος που εκπροσωπούσε η Ένωση Κέντρου. Οι δυνάμεις αυτές ήταν σφυρηλατημένες στη σκληρότητα του εμφυλίου πολέμου, κατάσταση όμως που επιβίωνε και στη μετεμφυλιακή περίοδο, αφού διατηρούνταν η αστική νομοθεσία που θεσμοθέτησε τη δίωξη των κομμουνιστών και αριστερών, κυρίως οι νόμοι 509/1947 και 375/1936, τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, τα ξερονήσια με χιλιάδες εξόριστους αγωνιστές, ενώ δεκάδες χιλιάδες είχαν εγκατασταθεί στις σοσιαλιστικές χώρες χωρίς δικαίωμα επαναπατρισμού.
Ήταν εύλογο αυτές οι δυνάμεις να πανικοβάλλονται από την ενίσχυση κομμουνιστικών, αριστερών, ακόμη και κεντροαριστερών δυνάμεων, να χαρακτηρίζονται από δυσανεξία για τη νόμιμη πολιτική δράση αυτών των δυνάμεων και να ωθούνται, επομένως, σε ακραίες και ολοκληρωτικές λύσεις, όπως η στρατιωτική δικτατορία, για την πολιτική αντιμετώπισή τους. Τη δικτατορική επιλογή επικρότησαν συγκεκριμένα ανώτερα τμήματα του κεφαλαίου, οι εφοπλιστές και ο ΣΕΒ, που διαμαρτύρονταν, γιατί η κρίση των Ιουλιανών είχε υπερβεί τα όρια, πλήττοντας τα κέρδη τους, ενώ φάνταζε και ως απειλή για την ιδιοκτησία τους.
Ρόλο στην προώθηση του στρατιωτικού πραξικοπήματος διαδραμάτισαν και τα επιθετικά συμφέροντα του αμερικανονατοϊκού ιμπεριαλισμού, που συνδέονταν με την αντιαραβική πολιτική και τον έλεγχο των πετρελαϊκών κοιτασμάτων της Μέσης Ανατολής. Η χούντα επέτρεψε στις ΗΠΑ να χρησιμοποιήσουν τις ελληνικές βάσεις στον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1967, αλλά και στον πόλεμο του 1973 επέτρεψε στους Αμερικανούς να χρησιμοποιήσουν την στρατηγικής σημασίας βάση της Σούδας.
Παράγοντα που ευνόησε την επιβολή της Απριλιανής δικτατορίας αποτέλεσε και η αποφασιστική στάση του Μακαρίου απέναντι σε ΗΠΑ-ΝΑΤΟ, αλλά και στις ελληνικές κυβερνήσεις που πίεζαν την Κυπριακή ηγεσία για ΝΑΤΟϊκή λύση. Αυτή η πολιτική εφαρμόστηκε με ακραία μορφή σε Ελλάδα και Κύπρο απ’ τις χούντες Ιωαννίδη και Σαμψών, με τα γνωστά δραματικά επακόλουθα.
Αυταρχισμός και εμφάνιση καθεστώτων έκτακτης ανάγκης
Στον νεοφιλελεύθερο ολοκληρωτικό καπιταλισμό πολιτικό εποικοδόμημα αποτελεί ο ολοκληρωτικός κοινοβουλευτισμός (μεταδημοκρατία κατά άλλους). Δεν υπάρχει ανάγκη προσφυγής σε πραξικοπήματα και στρατοκρατούμενες δικτατορίες, όπως στο στάδιο του μεταπολεμικού ψυχρού πολέμου. Στον σύγχρονο ολοκληρωτικό κοινοβουλευτισμό διατηρούνται οι αστικοδημοκρατικοί θεσμοί, η διάκριση των εξουσιών, η κοινοβουλευτική δημοκρατία, η αρχή της πλειοψηφίας, ο πολυκομματισμός, η ελευθερία της έκφρασης και της πολιτικής δράσης, τα πολιτικά και ατομικά δικαιώματα. Ωστόσο, αυτοί οι θεσμοί έχουν αποψιλωθεί από το όποιο αστικοδημοκρατικό περιεχόμενό τους και τείνουν να αποτελέσουν ένα γυμνό θεσμικό κέλυφος.
Στον σύγχρονο καπιταλισμό έχουν σχεδόν εκλείψει οι στρατιωτικές δικτατορίες. Κυριαρχούν όμως τα καθεστώτα έκτακτης ανάγκης, που εξελίσσονται σε καθεστώτα κοινοβουλευτικής δικτατορίας. Το καθεστώς έκτακτης ανάγκης τυπικά δεν αποτελεί δικτατορικό καθεστώς, αλλά υιοθετεί δικτατορικές πρακτικές. Εξοικειώνει την κοινωνία με αυτήν την πρακτική και ανοίγει τον δρόμο για ολοκληρωμένη δικτατορία, οψέποτε χρειαστεί, όπως συνέβη στη μεσοπολεμική Γερμανία. Η διακυβέρνηση από τον πρόεδρο Χίντενμπουργκ με διατάγματα προλείανε το έδαφος για τη στρατιωτική δικτατορία του Χίτλερ το 1933. Αλλά και στο σύγχρονο καπιταλισμό, ιδίως σε συνθήκες κρίσης (μνημόνια, πανδημία, πόλεμος) η κατάχρηση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, οι νόμοι-πλαίσιο, οι υπουργικές αποφάσεις και οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι αποτελούν πλέον πρακτικές που αποκαθηλώνουν τη νομοθετική εξουσία και αποθεώνουν την εκτελεστική, η οποία απορροφά την νομοθετική, αλλά και τη δικαστική εξουσία με την επιλογή της ηγεσίας της. Αυτή την ακροδεξιού τύπου αυταρχική διακυβέρνηση υιοθετεί στο σύνολό του το κυβερνών κομματικό σύστημα (συντηρητικοί σοσιαλδημοκράτες και παραλλαγές τους).
Δημοσιεύτηκε στις 21 Απριλίου 2022