Κυριάκος Νασόπουλος
▸Για διεθνές πρόβλημα κάνει λόγο η κυβέρνηση σε ότι αφορά τις ελλείψεις φαρμάκων στην χώρα μας, ενώ προωθεί ως λύση τις αυξήσεις στα «φθηνά» σκευάσματα. Την ίδια ώρα οι φαρμακοβιομηχανίες θησαυρίζουν μέσω γνωστών ανήθικων «κόλπων» της καπιταλιστικής αγοράς.
Μια δυστοπική εικόνα τείνει να γίνει καθημερινότητα σε αρκετές –αν όχι όλες– τις πόλεις της χώρας. Κάθε φαρμακείο της γειτονιάς και μία «ουρά». Την τελευταία τριετία, με την έναρξη της πανδημίας, αλλάζει μόνο ο σκοπός. Από τις «ουρές» για ένα self ή rapid test, στις «ουρές» για την αγορά ενός απλού φαρμάκου. Μέσα στην καρδιά του χειμώνα, την περίοδο της μεγάλης έξαρσης των αναπνευστικών ιώσεων σε παιδιά και ενήλικες και της αύξησης κρουσμάτων και νοσηλειών λόγω κορωνοϊού, ο «ασθενής» λαός αναζητά από φαρμακείο σε φαρμακείο αυτά που θα έπρεπε να είναι αυτονόητα. Παιδιατρικά φάρμακα, απλά αντιπυρετικά, αναλγητικά και αντιβιοτικά… Σημαντικές ελλείψεις φαρμάκων εντοπίζονται και στα δημόσια νοσοκομεία.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη λίστα (5/1) που έδωσε στην δημοσιότητα ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΟΦ), αυτήν την στιγμή στην Ελλάδα συνολικά 234 φάρμακα είναι σε έλλειψη, δηλαδή είτε είναι δυσεύρετα είτε εντελώς ανύπαρκτα. Τον Νοέμβριο ο αντίστοιχος αριθμός ήταν στα 186. Αναλυτικότερα, τα φάρμακα σε έλλειψη είναι 71 σκευάσματα κοινότητας (που διατίθενται μέσω των ιδιωτικών φαρμακείων), 20 νοσοκομειακά φάρμακα, έξι εμβόλια, αλλά και 65 σκευάσματα αρμοδιότητας του Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ) –για τέσσερα από τα 162 φάρμακα εκτιμάται ότι το πρόβλημα έχει πλέον αποκατασταθεί. Αν τώρα, στα παραπάνω 158 ελλειπτικά φάρμακα προσθέσουμε και τα 76 σκευάσματα που δεν διατίθενται πλέον στην αγορά, τότε ο συνολικός αριθμός ανέρχεται σε 234. Βάσει της λίστας, μεταξύ άλλων, σε έλλειψη είναι αντιφλεγμονώδη, αντιβιοτικά και αντιυπερτασικά.
Από την πλευρά τους η κυβέρνηση και το υπουργείο Υγείας, πιστοί στο κλασσικό τους αφήγημα που χρησιμοποιούν και για άλλα οξυμένα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία όπως η τεράστια ακρίβεια, επιχειρούν να αποποιηθούν των ευθυνών τους και κάνουν λόγο για παγκόσμιο πρόβλημα. Σε αυτή την λογική, ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης, με επιστολή που απέστειλε μέσα στην εβδομάδα στην αρμόδια επίτροπο της Κομισιόν για θέματα Υγείας, ζήτησε να υπάρξουν «κεντρικές πολιτικές σε επίπεδο του συνόλου της ΕΕ για την αντιμετώπιση του προβλήματος», ζητώντας «να ενισχυθεί η παραγωγή φαρμάκων στην ΕΕ».
Παράλληλα, σε έκτακτη συνέντευξη τύπου που παραχώρησε το απόγευμα της Τετάρτης (4/1), ο υπουργός Υγείας εμφανίστηκε καθησυχαστικός και ισχυρίστηκε ότι άμεσα θα αρχίσει να φαίνεται η αποκλιμάκωση στις ελλείψεις με τη βελτίωση της τροφοδοσίας. «Κατανοώ την ανησυχία των γονέων, και τότε λέω πως υπάρχει πλήρης επάρκεια, όχι απαραίτητα πρωτοτύπων φαρμάκων, αλλά γενοσήμων φαρμάκων με την ίδια θεραπευτική αξία», είπε.
Σύμφωνα με τον ΕΟΦ συνολικά 234 φάρμακα βρίσκονται σε έλλειψη στην Ελλάδα
Επίσης προανήγγειλε αυξήσεις στα «φθηνά» φάρμακα, τις οποίες εδώ και πολύ καιρό η κυβέρνηση –και οι φαρμακοβιομήχανοι– παρουσιάζει ως ένα από τα βασικά μέτρα για την αντιμετώπιση των ελλείψεων. Συγκεκριμένα έκανε λόγο για «αυξήσεις μερικών λεπτών ή ευρώ» που δεν θα τις επωμιστούν «ο πολίτης και ο ασφαλισμένος». Όπως τόνισε, τα συγκεκριμένα σκευάσματα είναι «κοστολογικά ασύμφορα για να παράγονται» και εάν δεν αυξηθούν, θα σταματήσουν να… παράγονται. Πέρα από την έμμεση απειλή, ο υπουργός Υγείας απλά έπαιξε και με τις λέξεις καθώς τις αυξήσεις θα τις επιβαρυνθεί κατά πάσα πιθανότητα ο ΕΟΠΥΥ ο οποίος χρηματοδοτείται από τον λαό μέσω των ασφαλιστικών εισφορών και του κρατικού προϋπολογισμού.
Ο αρμόδιος υπουργός θέλησε μάλιστα να μας πείσει ότι στην Ελλάδα είμαστε και τυχεροί καθώς «είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι υπάρχει εγχώρια φαρμακοβιομηχανία παραγωγής φαρμάκων με αποτέλεσμα να παράγονται τα γενόσημα των πρωτοτύπων φαρμάκων που υπάρχουν σε έλλειψη».
Τον δικό τους πόνο –διαφορετικό σαφώς από τον δικό μας– έχουν και οι φαρμακοβιομήχανοι καθώς μέσω του Συνδέσμου τους (ΣΦΕΕ), ζητούν ενιαία ευρωπαϊκή στρατηγική για την επιστροφή «της παραγωγής φαρμάκων αλλά και πρώτων υλών στην Ευρώπη». Πέρα από τις συνήθεις αξιώσεις για κρατική και ευρωπαϊκή «στήριξη» σε επενδύσεις, οι φαρμακοβιομήχανοι διεκδικούν την αύξηση στις τιμές των φαρμάκων, τη μείωση της «υπερφορολόγησης», του «τεράστιου clawback» και του «αυξημένου κόστους παραγωγής».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η εγχώρια αγορά των φαρμακευτικών εταιρειών κατέγραψε αύξηση 4,3% το 2020 σε σχέση με το 2019. Συγκεκριμένα, το 2019 οι πωλήσεις φαρμάκων σε φαρμακεία, φαρμακαποθήκες και νοσοκομεία έφτασαν τα 6,7 δισ. ευρώ ενώ οι εξαγωγές φαρμάκου άγγιξαν τα 3 δισ. ευρώ το 2020 (αύξηση 48,3% σε σχέση με το 2019).
Φαρμακοβιομηχανία υπό εργατικό έλεγχο
Σαφώς και κανείς δεν είχε την αξίωση, ο Θάνος Πλεύρης να πει το οτιδήποτε για την ουσία του προβλήματος, για το ότι και το φάρμακο έχει μετατραπεί πλήρως σε εμπόρευμα και υπηρετεί τους νόμους της αγοράς. Οι ελλείψεις στα φάρμακα δεν είναι αποτελούν κάποιο… φυσικό φαινόμενο αλλά είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων τακτικών των πολυεθνικών του κλάδου, με τις πλάτες πάντα των κυβερνήσεων. Αποτελεί πάγια τακτική των φαρμακοβιομηχανιών αλλά και των φαρμακαποθηκών να αποσύρουν σκευάσματα και να κάνουν «παράλληλες εξαγωγές» για να αυξήσουν την κερδοφορία τους. Επιλέγουν δηλαδή να προμηθεύσουν τις χώρες όπου οι τιμές είναι υψηλότερες, άρα και τα κέρδη τους μεγαλύτερα.
Παράλληλα, η μεταφορά της χημικής βιομηχανίας κυρίως σε Ινδία και Κίνα έχει δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και στις εισαγωγές φαρμάκων. Πρόβλημα είναι και η υποστελέχωση του ΕΟΦ, ο οποίος μεταξύ άλλων θα πρέπει να απαγορεύσει τις εξαγωγές φαρμάκων που δεν επαρκούν να καλύψουν τις εγχώριες ανάγκες, για όσο διάστημα απαιτείται. Θα πρέπει άμεσα να μπει φρένο στην κερδοσκοπία των φαρμακευτικών εταιρειών. Στο «το τζάμπα πέθανε» του Άρη Πορτοσάλτε, η απάντηση είναι ο εργατικός έλεγχος στην φαρμακοβιομηχανία για την πλήρη και δωρεάν παροχή φαρμάκων για όλους.