Μάκης Γεωργιάδης
Νέα στοιχεία και μαρτυρίες για το έργο ανθρώπων όπως ο διάσημος αρχιτέκτονας, μουσικός και μαθηματικός Ιάννης Ξενάκης, έρχονται για να φωτίσουν την αξία και το μεγαλείο των ημερών του Δεκέμβρη του 1944. Μέσα από εκείνη την έκρηξη, ο Ξενάκης δημιούργησε μουσική, όπως άλλοι της γενιάς του δημιουργήσαν ποίηση, κινηματογράφο, γλυπτά και πίνακες.
1922: Γεννιέται στις 29 Μαΐου στη Βραΐλα της Ρουμανίας από εύπορους γονείς ο Γιάννης (Ιάννης) Ξενάκης.
1940: Δίνει εξετάσεις και περνάει στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Στη σπουδαστική του ζωή θα γίνει γραμματέας της ΕΠΟΝ Πολυτεχνείου, θα ενταχθεί στο ΚΚΕ και θα λάβει ενεργό μέρος στην Αντίσταση.
1945: Την 1η Ιανουαρίου θα τραυματιστεί σοβαρά από βλήμα όλμου στην μάχη της Αθήνας.
1947: Εγκαταλείπει την Ελλάδα καταδικασμένος ερήμην σε θάνατο και μέσω Ιταλίας θα εγκατασταθεί μόνιμα στη Γαλλία όπου θα εργαστεί ως αρχιτέκτονας και θα αρχίσει να συνθέτει μουσική.
2001: Πεθαίνει στο Παρίσι στις 4 Φεβρουαρίου.
Η μάχη του Δεκέμβρη του 1944 και οι απαρχές του Εμφύλιου Πολέμου αποτελούν ένα από τα πιο καυτά σημεία της πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης των ημερών μας. Όσο απομακρυνόμαστε από εκείνη τη περίοδο, όλο και πιο αδυσώπητη γίνεται η προσπάθεια αναθεώρησης της ιστορίας και οι απόπειρες συμψηφισμών, ίσων αποστάσεων και τελικά εξομοίωσης θυτών και θυμάτων. Μόνο που εκείνα τα σημάδια στους τοίχους, εκείνα τα σημάδια στα πρόσωπα και στα έργα των ανθρώπων επιμένουν πεισματικά να δείχνουν ποιοι και γιατί έχουν ακόμη το δίκιο σε πείσμα των δίσεκτων καιρών…
Μέσα από τη φωτιά και το ατσάλι των όπλων ανδρώθηκε τότε μια νεολαία η οποία λίγα χρόνια αργότερα θα έδινε επιφανείς επιστήμονες, καλλιτέχνες και διανοούμενους, ενώ την ίδια περίοδο συγκλονιστική υπήρξε η δράση των ανθρώπων της τέχνης και του πνεύματος στις τάξεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ.
Ο Ιάννης Ξενάκης, σπουδαστής τότε του Πολυτεχνείου, τοποθέτησε μέσα στις πρωτοποριακές μουσικές του συνθέσεις τους ανθρωπογενείς ήχους, όπως αυτοί των διαδηλώσεων οι οποίοι βούιζαν για πάντα στα αυτιά του: «…Θυμάμαι τα χρόνια της αντίστασης στην Αθήνα. Υπήρχαν δεκάδες, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι οι οποίοι προχωρούσαν προς το κέντρο της πόλης φωνάζοντας συνθήματα. Οι Γερμανοί τούς περίμεναν με τεθωρακισμένα άρματα και πολυβόλα. Όταν η διαδήλωση έφτανε μπροστά στους Γερμανούς, οι άνθρωποι διαλύονταν. Και ακολουθούσε ένας ήχος θαυμάσιος, χαοτικός, αφάνταστος, με τις οιμωγές των πληγωμένων και τους πυροβολισμούς. Αυτός ο ήχος των γεγονότων έχει τους δικούς του εσωτερικούς νόμους. Αυτή η ηχητική μάζα, ακόμη και αν την ηχογραφήσεις και την εντάξεις σε μια συγκεκριμένη μουσική, δεν μπορεί να αναλυθεί με τους κλασικούς νόμους της αρμονίας και της αντίστιξης». Ο Ξενάκης βίωσε δραματικά τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1944.
Τα σημάδια έμειναν όχι μόνο στο μυαλό και την καρδιά, αλλά και στο σώμα του, στο «σκαμμένο» μισό πρόσωπό του, καθώς το γεγονός ότι έζησε μετά από τον τραυματισμό του από όλμο στην περιβόητη Μπλε Πολυκατοικία της οδού Διδότου 47 στα Εξάρχεια, οφείλεται εν πολλοίς σε ένα θαύμα. Η τραγική εμπειρία της μάχης της Αθήνας, της ήττας και της πολιτικής ανεπάρκειας των επαναστατικών δυνάμεων και κυρίως του ΚΚΕ άφησαν ανεξίτηλες ουλές, αλλά δημιούργησαν στον ίδιο μια αδήριτη ανάγκη: να κάνει μουσική όλα όσα είχε ζήσει και τον πόθο για μια δίκαιη και ελεύθερη κοινωνία. Έλεγε ο ίδιος: «Οι άνθρωποι της Αριστεράς, υπό την καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος που τότε δεν αριθμούσε πολλά μέλη, πολεμούσαν για πιο ρεαλιστικούς στόχους. Απαιτούσαν καθημερινό συσσίτιο ψωμιού και λαδιού και διαμαρτύρονταν κατά της επιστράτευσης Ελλήνων εργατών και της αποστολής τους σε εργοστάσια της Γερμανίας. Οργάνωναν τεράστιες διαδηλώσεις με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Μόνο εμείς σε όλη την Ευρώπη είχαμε διαδηλώσεις τέτοιου είδους. Αυτή η εμπειρία, έμελλε να παίξει τεράστιο ρόλο στη μουσική μου».
Στις 6 Ιουλίου 1942 γίνεται μεγάλη σπουδαστική διαδήλωση εναντίον της περικοπής των συσσιτίων. Ο Ξενάκης και οι συμφοιτητές του εισβάλλουν στο υπουργείο Οικονομικών διαμαρτυρόμενοι. Ο Ξενάκης ήταν μπροστά. Στην πρώτη γραμμή. Όπως στην πρώτη γραμμή ήταν και στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1942 εναντίον της επιστράτευσης. Ο φάκελος του στην Ασφάλεια έχει ανοιχτεί ακριβώς την ημέρα του σπουδαστικού συλλαλητηρίου. «Οι Μεταστάσεις, έργο με το οποίο αρχίζει η ζωή μου ως συνθέτη, ήταν μια έμπνευση που δεν προερχόταν από τη μουσική, αλλά πιο πολύ από τις εντυπώσεις που είχα αποκτήσει στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής στην Ελλάδα».
Το έργο του Ξενάκη αποτελεί παρακαταθήκη και φόρο τιμής στον ηρωισμό μιας ολάκερης γενιάς, ενός ολόκληρου λαού
Η συμμετοχή του στην κατάληψη της πολυκατοικίας στα Εξάρχεια εκείνο τον Δεκέμβρη ήταν η τελευταία πράξη πολιτικής συμφωνίας του με την ηγεσία του ΚΚΕ. Δήλωνε σε συνεντεύξεις και αυτοβιογραφικά κείμενα του: «Το ελληνικό κομμουνιστικό κόμμα δεν είχε ειδοποιηθεί για τις συμφωνίες μεταξύ Στάλιν και Τσόρτσιλ και ως εκ τούτου συνέχιζε να ελπίζει σε βοήθεια από τους Ρώσους. Ήταν μια πραγματική προδοσία και μια ολόκληρη γενιά, με τις ελπίδες της για ελευθερία και πρόοδο, καταστράφηκε ολοσχερώς». Εντόπιζε μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία μετά την απελευθέρωση: «Θα μπορούσαμε, θα έπρεπε να τους είχαμε σπρώξει τους Βρετανούς αμέσως στη θάλασσα. Καθόλου. Τους καλωσορίσαμε, τους δεχτήκαμε ως συμμάχους και μετά, όταν εγκαταστάθηκαν, ζήτησαν την κατάθεση των όπλων. Και εκεί, θα μπορούσαμε ακόμη να τους διώξουμε, γιατί δεν ήταν πολλοί. Υπήρχε αναμονή. Έλλειψη απόφασης, έλλειψη στρατηγικής και τελικά, μετά τη θλιβερή ιστορία του Δεκεμβρίου του 1944, όλο το κίνημα έχασε στρατιωτικά και πολιτικά».
Ο Ξενάκης είχε αποφασίσει από πιο νωρίς να αφοσιωθεί στη μουσική και να εγκαταλείψει την πολιτική δράση. Οι καταστάσεις που έζησε ωστόσο ήταν ακραίες. Τον Ιούλιο του 1947, όταν θα έπρεπε να παρουσιαστεί στον στρατό, τον περίμενε η Μακρόνησος. Καταφέρνει να δραπετεύσει από την Ελλάδα και μέσω Ιταλίας να φτάσει στη Γαλλία. Την ίδια ώρα καταδικάζεται ερήμην σε θάνατο και του αφαιρείται η ελληνική ιθαγένεια η οποία θα του δοθεί ξανά μετά την πτώση της χούντας. Ο Ξενάκης από τη Γαλλία έγινε διάσημος για το πρωτοποριακό του έργο. Δέχτηκε πολλή και σκληρή κριτική από πολλούς και για πολλά ζητήματα τόσο στην πολιτική όσο και στην τέχνη.
Ωστόσο δήλωνε ο ίδιος: «Αισθανόμουν ένα είδος χρέους έναντι των συναγωνιστών και των συντρόφων που είχαν σκοτωθεί. Ένα χρέος για τον αγώνα που είχα εγκαταλείψει. Ήθελα να επιστρέψω….» Μέρος αυτών των έργων παρουσιάστηκαν φέτος, όπως και πολλές από τις μαρτυρίες για τον ίδιο, στο διεθνές συμπόσιο που διοργάνωσε το ΕΚΠΑ για τη συμπλήρωση 100 ετών από τη γέννησή του, τον περασμένο Μάιο. Το έργο αυτό, παρακαταθήκη και φόρος τιμής στον ηρωισμό μιας ολάκερης γενιάς, ενός ολόκληρου λαού έρχεται για να υπογραμμίσει πως ο αγώνας και η ζωή γεννούν την τέχνη και το νέο και ακόμη και αν τα καλύτερα τραγούδια και οι καλύτερες μουσικές δεν έχουν γραφτεί, αυτά που υπάρχουν αξίζουν το σεβασμό όσων και σήμερα παλεύουν για τους ίδιους στόχους…