Βασίλης Τσιράκης
Το Τρίγωνο της θλίψης, ο πολυαναμενόμενος φετινός Χρυσός Φοίνικας του Φεστιβάλ Καννών είναι μια καυστική πολιτική σάτιρα για τις κοινωνικές τάξεις και τις ταξικές διαφορές.
Η γυρισμένη εν μέρει στην Ελλάδα, (στην παραλία Χιλιαδού της Εύβοιας), ταινία χωρίζεται σε τρία μέρη που θα μπορούσαν να είναι και τρεις ξεχωριστές ταινίες. Το πρώτο μέρος αναφέρεται στην αποθέωση του χρήματος στη σημερινή κοινωνία, μέσα από τη σχέση δύο μοντέλων φυλακισμένων στην εικόνα τους, του αποτυχημένου Καρλ και της επιτυχημένης Γιάγια, αφήνοντας παράλληλα αιχμές για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης και τη μετακύλισή της στους αδύναμους. Xαρακτηριστική η σκηνή της επίδειξης μόδας της Γιάγια, όπου η έλλειψη μιας θέσης στον χώρο των επισήμων λύνεται με τη μετακίνηση όλων των παρευρισκομένων κατά μια θέση, με αποτέλεσμα ο Καρλ που κάθεται στην ακριανή να χάσει την καρέκλα του.
Στο δεύτερο μέρος, ο Καρλ και η Γιάγια φιλοξενούνται σε ένα υπερπολυτελές γιοτ, όπου κάνουν τις διακοπές τους μεταξύ άλλων ένας Ρώσος ολιγάρχης, ένας Βρετανός έμπορος όπλων και ένας Αμερικανός μεγιστάνας των νέων τεχνολογιών.
Εδώ ο Έστλουντ δεν χαρίζεται στον σύγχρονο καπιταλισμό, αναδεικνύοντας πολύπλευρα τις ταξικές διαφορές της μικρής κοινωνίας του γιοτ, αλλά και τη διάσπαση της σύγχρονης εργατικής τάξης, με τους εργαζόμενους στο σέρβις να έχουν ενσωματωθεί στο σύστημα από την αυταρχική θαλαμηπόλο, όργανο της εργοδοσίας, ενώ στο αμπάρι βρίσκονται απομονωμένες οι καθαρίστριες και το πλήρωμα.
Τα προβλήματα ξεκινούν, όταν κατά την διάρκεια του δείπνου που παραθέτει ο (αλκοολικός) καπετάνιος, ξεσπά μια ξαφνική καταιγίδα που φέρνει τα πάνω κάτω στο γιοτ, με τους επιβάτες να ξερνούν τα γκουρμέ γεύματά τους και με τα περιττώματά τους να ξεχειλίζουν από τις τουαλέτες. Κι όλα αυτά ενώ ακούγεται σε ανοιχτή ακρόαση ο διάλογος του Αμερικάνου καπετάνιου με τον Ρώσο ολιγάρχη, όπου ο μεν καπετάνιος επικαλείται τον κομμουνισμό, ο δε ολιγάρχης τσιτάτα του Μαρξ και του Λένιν που είχε διδαχτεί στο σχολείο, ενώ οι εργαζόμενοι του γιοτ δείχνουν να μην έχουν ιδέα περί μαρξισμού.
Το ναυάγιο της μπουρζουαζίας αναδεικνύει και τις αντιθέσεις της εργατικής τάξης
Στο τρίτο μέρος της ταινίας οι πρωταγωνιστές βρίσκονται ναυαγοί σε ένα νησί μαζί με μια καθαρίστρια, η οποία είναι και η μόνη που ξέρει να ψαρεύει και να ανάβει φωτιά, παραπέμποντας ευθέως στην ιστορική πια ταινία της Λίνας Βερτμίλερ Η κυρία και ο ναύτης. Στο νησί η καθαρίστρια παίρνει την εξουσία, μοιράζει το φαγητό, αλλά και χρησιμοποιεί αποκλειστικά για την ίδια την κλειστή σωσίβια λέμβο, στην οποία καλεί τα βράδια τον Καρλ να κοιμηθεί μαζί της, ενώ αυτός κλέβει κρυφά κάποια από τα κοινά πλέον τρόφιμα, γεγονότα που μας παραπέμπουν στις κοινωνίες του «υπαρκτού» σοσιαλισμού.
Η σκηνοθεσία, ακροβατώντας μεταξύ συμβολισμού και ρεαλισμού, προκαλεί, προκρίνοντας την πολιτική σάτιρα απέναντι στη σοβαροφάνεια της πολιτικής, μέσα από την οποία λέει τα (ταξικά) πράγματα με το όνομά τους χωρίς υπεκφυγές, κάνοντας μια αντικαπιταλιστική ταινία με τη μορφή μαύρης κωμωδίας προσιτής στο ευρύ κοινό, στην οποία προσθέτει και κάποιες πινελιές του γκροτέσκου. Μοναδική, αλλά όχι ασήμαντη αδυναμία της, η φλυαρία του σεναρίου που πλατειάζει υπερβολικά, οδηγώντας σε «κοιλιές» και ανεβάζοντας τη διάρκεια της ταινίας στις δυόμισι ώρες.