Αντώνης Δραγανίγος, Θέμης Λιανός | Μέλη του ΝΑΡ και της ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ
▸ Μεγαλύτερου βάθους και απ’ το 2008 η τομή που πρέπει να γίνει
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στην πρόσφατη απόφαση του Πανελλαδικού Συντονιστικού Οργάνου της, αποφάσισε να παρέμβει στις επερχόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνουν, «στη βάση του εργατικού, αντικαπιταλιστικού της προγράμματος», για την ενίσχυση του «μετώπου της αντικαπιταλιστικής αριστεράς», απευθύνοντας παράλληλα πρόταση πολιτικής και εκλογικής συνεργασίας στις δυνάμεις της μαχόμενης αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Στο πλαίσιο αυτό, διατυπώνεται ο πολιτικός στόχος της περιόδου, καθώς και οι κεντρικοί κόμβοι του αντικαπιταλιστικού προγράμματος και οι προϋποθέσεις της επιβολής του.
Στην κατεύθυνση της υλοποίησης της απόφασης αυτής, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προγραμμάτισε συναντήσεις με οργανώσεις και δυνάμεις της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς, με τις οποίες είχε κοινή δράση σε διάφορα πεδία το προηγούμενο διάστημα, καθώς κρίνεται ότι υπάρχει ανοιχτό πεδίο διαλόγου για κοινή παρέμβαση στις επερχόμενες κρίσιμες πολιτικές μάχες. Έτσι, συναντήσεις πραγματοποιήθηκαν με αντιπροσωπείες των οργανώσεων που με δημόσιο κάλεσμα απηύθυναν την πρότασή τους και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ, ΑΡΑΝ, ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ), ενώ πραγματοποιήθηκε σύσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τις οργανώσεις ΔΕΑ, ΚΟΚΚΙΝΟ ΝΗΜΑ, ΞΕΚΙΝΗΜΑ, ΕΕΚ. Στη σύσκεψη είχε επίσης καλεστεί η ΟΚΔΕ.
Από το σύνολο των διεργασιών, των δημοσιευμένων κειμένων, των συζητήσεων αυτών των ημερών, αλλά και από την πείρα όλης της τελευταίας περιόδου, που ο πόλεμος έγινε κεντρικό θέμα της πολιτικής αντιπαράθεσης, βγαίνουν ορισμένα συμπεράσματα. Μέσα στην περίοδο αυτή εκτιμάμε ότι διαμορφώθηκε ένα μπλοκ δυνάμεων που, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, έχουν κοινή πολιτική βάση, συγκλίνουν σε κεντρικά ζητήματα της πολιτικής αντιπαράθεσης, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία και στη χώρα μας (ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός), η στάση απέναντι στην ΕΕ, οι αντικαπιταλιστικές διεκδικήσεις στην οικονομία, η άρνηση του κυβερνητισμού. Μιλάμε, κυρίως, για τις δυνάμεις που συμμετέχουν στην «αντιπολεμική πρωτοβουλία», Κόκκινο Νήμα (που ήδη έχει εκφραστεί θετικά στην προοπτική μιας πολιτικής και εκλογικής συνεργασίας), ΔΕΑ, ΞΕΚΙΝΗΜΑ, αλλά και ΟΚΔΕ. Μιλάμε, επίσης, για εκατοντάδες αγωνιστές που έδωσαν το προηγούμενο διάστημα μάχες σε όλα αυτά τα μέτωπα, επιμένουν, δεν βολεύονται στην υπάρχουσα κατάσταση, αναζητούν μια ισχυρή, μαζική αντικαπιταλιστική επαναστατική αριστερά.
Κοινός πολιτικός βηματισμός στη βάση ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος
Αποτελεί πρόκληση και ευθύνη για κάθε δύναμη –και για τις δυνάμεις αυτές– που πιστεύει και παλεύει στη βάση ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος, να βρεθεί κοινός πολιτικός βηματισμός. Η δύναμη ενός τέτοιου υπό διαμόρφωση «πόλου» θα δρούσε πολλαπλασιαστικά στους αγώνες που έρχονται και μέσα στην αριστερά
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν ρεύματα και οργανώσεις οι θέσεις των οποίων είναι μακριά και ασύμβατες με ένα πρόγραμμα που στοχεύει στον αντίπαλο, που αντιπαρατίθεται μαζί του στα κεντρικά σημεία της στρατηγικής του. Πρόκειται κυρίως για τις δυνάμεις που συγκροτούνται γύρω από τη ΛΑΕ. Με λαθεμένες θέσεις για τον χαρακτήρα του πολέμου στην Ουκρανία, με υποχώρηση απέναντι στην επιθετικότητα της ελληνικής αστικής τάξης στο εσωτερικό και στα «πατριωτικά» της κελεύσματα (που φτάνουν μέχρι και σε συνυπογραφή από στελέχη της κειμένων με ακροδεξιούς, στο όνομα της «εθνικής εξωτερικής πολιτικής»), με πρότυπο την «αριστερά» τύπου Μελανσόν, κινούνται στον αντίποδα ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος και στην ανάγκη συγκρότησης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
Η πολιτική πρόταση των τριών οργανώσεων, (ΑΡΑΝ, Κ ΣΧΕΔΙΟ, ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ), όπως δημοσιεύτηκε και παρουσιάστηκε στη σχετική σύσκεψη, εμφορείται από την πρόθεση να «παντρέψει» αυτές τις δύο ριζικά διαφορετικές λογικές, να τις «γεφυρώσει». Για τον λόγο αυτό, δεν παίρνει θέση ή υποβαθμίζει αποφασιστικά τα πιο κρίσιμα πολιτικά ζητήματα της περιόδου. Περιορίζεται σε ένα σύνολο στόχων του άμεσου οικονομικού αγώνα (μάλιστα αρκετά μετριοπαθών στις διατυπώσεις τους), ενώ αποσιωπούνται ολοκληρωτικά ζητήματα των αντιθέσεων στην περιοχή και της επιθετικότητας του ελληνικού καπιταλισμού, ο διαχωρισμός από τη λογική των αριστερών κυβερνήσεων και της διαχείρισης στα πλαίσια του συστήματος, ενώ το θέμα της πάλης κατά της ΕΕ και της εξόδου από αυτήν υποβαθμίζεται αποφασιστικά και αναφέρεται σαν κάποια αφηρημένη «πολιτική προϋπόθεση» όχι άμεσου χαρακτήρα, καθώς «δεν αγγίζει μαζικά ακροατήρια».
Συνολικά, βρισκόμαστε σε μια καμπή της ιστορίας αντίστοιχου ή και ακόμα μεγαλύτερου βάθους από την τομή του 2008. Στις δύσκολες μέρες που έρχονται, στον αγώνα ενάντια στους πολέμους του κεφαλαίου και τους ανταγωνισμούς των αστικών τάξεων, την κρίση του καπιταλισμού, δύο γραμμές συγκρούονται στην αριστερά! Είτε γραμμή πλήρους ανεξαρτησίας από την αστική πολιτική, πρόγραμμα ρήξης με τις βασικές επιλογές του συστήματος, αγώνας να «πληρώσει το κεφάλαιο για την κρίση του», ανεξαρτησία από τους ενδοαστικούς ανταγωνισμούς και τους ιμπεριαλιστικούς πόλους, προοπτική ανατροπής. Είτε γραμμή συμβιβασμού με τις κεντρικές επιδιώξεις του συστήματος, συμπόρευση με κάποιον από τους ιμπεριαλιστικούς πόλους, ένταξη στον «εθνικό κορμό» στις επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης στην περιοχή, (κάποτε στο όνομα του «αντιιμπεριαλισμού»), άρνηση πολιτικών στόχων που θίγουν στρατηγικά το κεφάλαιο (να μειωθούν τα κέρδη, ρήξη/έξοδος από ΕΕ).
Το παλιό «αντινεοφιλελεύθερο» ρεύμα αποκτά «εθνικά» χαρακτηρισιτκά, περιορίζεται στα ελάχιστα, στα «άμεσα», θεωρεί «ιδεολογικούς» και αφήνει έξω σαν «μακροπρόθεσμούς» τους πολιτικούς στόχους της ανατροπής. Κάθε πολιτική σε αυτή την κατεύθυνση ή σε συμβιβασμό μαζί της είναι καταδικασμένη να ηττηθεί . Θα ενσωματωθεί πολύ γρήγορα στις κυρίαρχες δυνάμεις (ΜΕΡΑ 25 ή και ΣΥΡΙΖΑ) ή, στον βαθμό που επιχειρεί έναν «συμβιβασμό» ανάμεσα σε αντίθετες πολιτικές, χτίζει στην άμμο, στα σαθρά θεμέλια της «ενότητας» χωρίς αρχές, στο μαγειρείο των διατυπώσεων του μέσου όρου.
Η εποχή απαιτεί τολμηρή κατεύθυνση στον αντικαπιταλιστικό αγώνα και στην επαναστατική στρατηγική. Απαιτεί επιλογές. Η συγκρότηση ενός μαζικού αντικαπιταλιστικού μετώπου, με ισχυρή προγραμματική βάση, συντροφικές σχέσεις, κοινή πρακτική στις μάχες και δημοκρατική λειτουργία είναι η μεγάλη πρόκληση και η μεγάλη δυνατότητα της στιγμής.