Σπύρος Σακελλαρόπουλος*
Η ελληνική αστική τάξη, λόγω του κινδύνου που είχε περάσει, ήταν αποφασισμένη να τσακίσει με κάθε τρόπο την πιθανότητα αναγέννησης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, ενώ οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές και οι σύμμαχοί τους επιδίωκαν τη σύσσωμη στράτευση της Ελλάδας στους δικούς τους σχεδιασμούς. Η εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη και των τριών συντρόφων του ήταν τραγικό και αιματηρό αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής.
Χρονολόγιο
1950, 7 Ιουνίου ● ο Ν. Μπελογιάννης φτάνει στην Αθήνα μέσω Παρισιού-Ρώμης.
1950, 20 Δεκεμβρίου ● σύλληψη Ν. Μπελογιάννη.
1951, 19 Οκτωβρίου ● έναρξη πρώτης δίκης με 93 κατηγορούμενους.
1952, 15 Φεβρουαρίου ● έναρξη δεύτερης δίκης με 29 κατηγορούμενους.
1952, 30 Μαρτίου ● εκτέλεση Ν. Μπελογιάννη, Η. Αργυριάδη, Ν. Καλούμενου, Δ. Μπάτση.
Τα ξημερώματα της 30ης Μαρτίου 1952 ο Νίκος Μπελογιάννης (αναπληρωματικό μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ) μαζί με τους Νίκο Καλούμενο, Ηλία Αργυριάδη και Δημήτρη Μπάτση οδηγούνται στον τόπο των εκτελέσεων στου Γουδή όπου πέφτουν νεκροί κάτω από τα πυρά του εκτελεστικού αποσπάσματος. Μόνο και μόνο τα γεγονός πως η εκτέλεση πραγματοποιείται Κυριακή (μέρα την οποία ούτε οι Γερμανοί έκαναν εκτελέσεις) και αχάραγα (ενώ υπήρχε η εθιμική πρακτική να έχει ανατείλει ο ήλιος ώστε ο καταδικασμένος να μπορέσει να δει την τελευταία αυγή της ζωής του) φανερώνουν την αγωνία της άρχουσας τάξης και των συμμάχων της γίνουν όλα τάχιστα ώστε να μην υπάρξουν αντιδράσεις από τα λαϊκά στρώματα.
Βρισκόμαστε δυόμιση μόλις χρόνια μετά το τέλος του εμφυλίου, σε μια περίοδο όξυνσης του Ψυχρού Πολέμου λόγω του πολέμου στην Κορέα, στον οποίο συμμετέχουν και ελληνικά στρατεύματα. Ο εμφύλιος έχει βιωθεί από την ελληνική αστική τάξη ως μια πάλη υπαρξιακού χαρακτήρα, όπου αν έχανε από τον αντίπαλο θα έχανε τα πάντα. Ταυτόχρονα οι δυτικές καπιταλιστικές χώρες, με βασικούς πρωταγωνιστές τις ΗΠΑ και τη Βρετανία αντιμετώπιζαν τον ελληνικό εμφύλιο ως ένα ενδεχόμενο περαιτέρω εξάπλωσης της σοβιετικής επιρροής. Σε αυτό το πλαίσιο η υποστήριξη των δυτικών στην ελληνική αστική τάξη ήταν ολόπλευρη. Και γι’ αυτό άλλωστε η τελευταία αναδείχθηκε και νικήτρια. Το θέμα όμως είναι πως τα πράγματα δεν τέλειωσαν με τη λήξη του εμφυλίου. Από τη μία η ελληνική αστική τάξη, λόγω του κινδύνου που είχε περάσει, ήταν αποφασισμένη να τσακίσει με κάθε τρόπο την πιθανότητα αναγέννησης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος και από την άλλη οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές και οι σύμμαχοί τους επιδίωκαν τη σύσσωμη στράτευση της Ελλάδας στους δικούς τους σχεδιασμούς.
Σε αυτούς τους σχεδιασμούς στάθηκε αντίθετο το ηττημένο αλλά πάντα ισχυρό ΚΚΕ. Ξεκίνησε την προσπάθεια ανασυγκρότησης των παρανόμων κομματικών οργανώσεων του στην Ελλάδα (γι΄ αυτό άλλωστε ήρθε και ο Μπελογιάννης) αλλά έδωσε βάρος και στην εκκίνηση δράσεων για την ειρήνη έτσι ώστε να σταματήσει ο πόλεμος στην Κορέα. Σε αυτό το πλαίσιο οι αντιδράσεις της εγχώριας αστικής τάξης θα είναι λυσσαλέες. Οι εκτελέσεις μελών του ΚΚΕ και συμπαθούντων θα συνεχιστούν παρά τη λήξη του εμφυλίου, το ίδιο και οι φυλακίσεις, οι εξορίες αλλά και οι αποκλεισμοί αριστερών από τη δουλειά και την εκπαίδευση αφού ήταν απαραίτητη η κατοχή πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων ενώ φυσικά θα συνεχίσει το ΚΚΕ να λειτουργεί σε καθεστώς παρανομίας. Ταυτόχρονα οι όποιες απόπειρες εκδήλωσης ενεργειών για την ειρήνη θα έχουν ως αντίδραση φυλακίσεις και διωγμούς με αποκορύφωμα την εκτέλεση του Νίκου Νικηφορίδη, ο οποίος μοίραζε προκηρύξεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Κορέα.
Αυτό είναι το κλίμα μέσα στο οποίο θα διεξαχθούν οι δύο δίκες του Μπελογιάννη και των συντρόφων του. Η πρώτη θα έχει 93 κατηγορούμενους και θα διαρκέσει από τις 19 Οκτωβρίου μέχρι τις 16 Νοεμβρίου 1951 και θα διεξαχθεί στο έκτακτο στρατοδικείο της Αθήνας. Η κατηγορία είναι ότι προπαγάνδιζαν υπέρ του ΚΚΕ επιδιώκοντας την εφαρμογή ιδεών που είχαν ως έκδηλο σκοπό τη με βίαια μέσα ανατροπή του πολιτεύματος , του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος ή την απόσπαση μέρους της επικράτειας πραγματοποιώντας προσηλυτισμό υπέρ της εφαρμογής αυτών των ιδεών. Στη δίκη αυτή οι κατηγορούμενοι μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: σε αυτούς που εμφανώς ήταν άσχετοι με την όλη υπόθεση (πράγμα που φανερώνει και την προχειρότητα με την οποία διατυπώθηκαν οι κατηγορίες από τις διωκτικές αρχές), σε εκείνους που παραδέχτηκαν τη συμμετοχή τους στο ΚΚΕ αλλά έκαναν δήλωση μεταμέλειας, ενίοτε προδίδοντας συντρόφους τους, με αντάλλαγμα την απελευθέρωσή τους και σε εκείνους που δε συμβιβάστηκαν κρατώντας ψηλά τη σημαία της κομμουνιστικής στράτευσης. Σίγουρα ανάμεσα στους τελευταίους συγκαταλέγονται οι Ν. Μπελογιάννης, Ε. Ιωαννίδου, Σ. Δρομάζος, Λ. Κόττου, Κ. Νικολακόπουλος. Αυτό που προκύπτει από τα πρακτικά της Δίκης είναι πως το Στρατοδικείο είχε προαποφασίσει ποιοι θα κριθούν ένοχοι, δηλαδή εκείνοι που δεν αποκήρυξαν το ΚΚΕ και εκείνοι που κατήγγειλαν πως οι ομολογίες τους στην Ασφάλεια λήφθηκαν μέσω της χρήσης βίας. Τελικά οι δώδεκα καταδίκες σε θάνατο μετατράπηκαν σε ισόβια λόγω της υιοθέτησης των λεγομένων μέτρων επιείκειας από την κεντρώα κυβέρνηση του Ν. Πλαστήρα.
Η θυσία των τεσσάρων κομμουνιστών έγινε σύμβολο αγώνα για τις επόμενες γενιές
Η δεύτερη δίκη που πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 15/2- 1/3/52 έχει μόνο 29 κατηγορούμενους, οι οποίοι κατηγορούνται για πράξεις κατασκοπίας. Εδώ είναι φανερό πως σχεδόν το σύνολό τους έχει εμπλοκή με τον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ και ο σκοπός δεν είναι απλώς οι καταδίκες αλλά και οι εκτελέσεις αφού οι συγκεκριμένες κατηγορίες δεν υπάγονταν στα μέτρα επιείκειας. Η δίκη θα διεξαχθεί με μεγάλη ταχύτητα και στη συνέχεια οι όποιες αιτήσεις χάριτος θα απορριφθούν επίσης τάχιστα όπως και τάχιστα θα γίνουν και οι εκτελέσεις κάτω από τις συνθήκες τις οποίες προαναφέραμε. Η σπουδή αυτή δείχνει τον φόβο των κυρίαρχων για το ενδεχόμενο να μη δοθεί ο συμβολισμός της σιδερένιας ισχύος της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών συμμάχων της. Ωστόσο η θυσία των τεσσάρων κομμουνιστών, ανεξάρτητα από τη διαφορετική στάση που κράτησαν στη δίκη, όπου εκτός του Μπελογιάννη (αλλά και των Ιωαννίδη και Λαζαρίδη που τελικά δεν εκτελέστηκαν) οι υπόλοιποι λύγισαν κάτω από το βάρος των πολιτικών συσχετισμών, έγινε σύμβολο αγώνα για τις επόμενες γενιές κομμουνιστών και αυτό είναι που πρέπει να διατηρηθεί στη συλλογική μνήμη του σύγχρονου κομμουνιστικού κινήματος.
*Ο Σπύρος Σακελλαρόπουλος έχει επιμεληθεί την έκδοση Έτσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα – Πλήρη πρακτικά και ιστορικό των δικών Μπελογιάννη – Τα σήματα Βαβούδη, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Τόπος σε τρίτη εμπλουτισμένη έκδοση.