Γιώργος Μιχαηλίδης
Ο τρόπος που ανέβασε αποσπάσματα από τα σοβιετικά αρχεία για τον ελληνικό εμφύλιο ο Σεργκέι Ρατσένκο και η αναπαραγωγή τους από εγχώρια μέσα δεν αποκαλύπτουν καμία ιστορική αλήθεια. Αντίθετα, παρουσιάζουν μία πλαστή εικόνα ενός ΔΣΕ ξενοκίνητου, χωρίς λαϊκό έρεισμα και με ηθικά χρεωκοπημένη ηγεσία. Ο τιτάνιος αγώνας του, όμως, ενάντια σε έναν υπερεξοπλισμένο από ΗΠΑ και Βρετανία κυβερνητικό στρατό, διαψεύδει
αυτές τις «αποκαλύψεις».
Η υπόθεση των αρχείων του εμφυλίου πολέμου που ανέβασε στο twitter ο ακαδημαϊκός ιστορικός Σεργκέι Ραντσένκο απασχόλησε τη δημόσια συζήτηση την προηγούμενη εβδομάδα. Γι’ αυτό τον λόγο αξίζει να σταθούμε σε ορισμένα σημεία.
Πρώτον. Τα social media δίνουν υπό προϋποθέσεις ευκαιρίες για διαμοιρασμό ντοκουμέντων/εγγράφων και δημόσια συζήτηση. Η πρακτική του Ραντσένκο όμως αποτελεί ένα παράδειγμα που κινείται ανάμεσα στην εντυπωσιοθηρία, το κουτσομπολιό και τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Η ανάρτηση τμήματος ενός ιστορικού ντοκουμέντου δίχως σχολιασμό του πλαισίου αλλά και με άγνοια πολλές φορές βασικών σχετικών πληροφοριών δεν συμβάλλει με κανέναν τρόπο στην επιστημονική αντιμετώπιση ιστορικών ζητημάτων και σίγουρα δεν προάγει τη δημόσια συζήτηση αλλά την «οχλαγωγία». Κόσμος που δεν είναι καθόλου ή είναι μόνο μερικώς εξοικειωμένος με τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο έρχεται αντιμέτωπος με μια «αλήθεια» δοσμένη από μια αυθεντία υπό τη μορφή της παράθεσης λίγων γραμμών μίας έκθεσης/αναφοράς , μίας επιστολής ή ενός προσωπικού ημερολογίου. Έτσι, το ελληνικό αλλά και το διεθνές κοινό είχε την ευκαιρία να βρεθεί μπροστά στις διαδοχικές «αποκαλύψεις» ότι η Σοβιετική Ένωση προμήθευε τον ΔΣΕ με όπλα και χρήματα, ότι ένα μικρό μέρος των μαχητών του ΔΣΕ ήταν εθελοντές που ανέβαιναν μόνοι τους στο βουνό με το 90% να προέρχεται από υποχρεωτική στρατολόγηση και ότι τέλος οι δύο ηγετικές μορφές του ΔΣΕ, οι Ζαχαριάδης-Βαφειάδης ήταν ερωτικοί αντίζηλοι. Ποια συμπεράσματα προκύπτουν αβίαστα μέσα από τα λιγοστά αυτά αποσπάσματα εγγράφων; Μα τα γνωστά ψυχροπολεμικά επιχειρήματα: ότι ο ΔΣΕ ήταν ένας ξενοκίνητος στρατός, χωρίς λαϊκή βάση και κατά συνέπεια ότι ο εμφύλιος πόλεμος ήταν το αποτέλεσμα της παρέμβασης της Μόσχας στα εσωτερικά ζητήματα της Ελλάδας και τέλος ότι από ηθικής άποψης, η ηγεσία του ΚΚΕ χαρακτηριζόταν από μοχθηρία, ατιμία και ανηθικότητα άρα επομένως… ευτυχώς που ηττήθηκαν/ηττηθήκαμε. Τα tweets του Ραντσένκο γρήγορα έφτασαν στα πάντα πρόθυμα για εντυπωσιασμό «κίτρινα» ΜΜΕ που μαζί με τον πληρωμένο διαδικτυακό στρατό έστησαν χορό στα κοινωνικά δίκτυα.
Όσον αφορά τα θέματα που θίχτηκαν. Οι «αποκαλύψεις» μόνο τέτοιες δεν ήταν. Πρόκειται για έγγραφα και γεγονότα που είναι από αρκετά παλαιότερα γνωστά και έχουν δημοσιευτεί από Έλληνες και ξένους ιστορικούς. Ακόμα και η διαμάχη Βαφειάδη-Ζαχαριάδη με τις εκατέρωθεν θλιβερές κατηγορίες και για τα προσωπικά τους ζητήματα είναι καταγεγραμμένη και δημοσιευμένη στο υλικό των Συνδιασκέψεων και Ολομελειών του ΚΚΕ εκείνης της περιόδου. Η δε βοήθεια της ΕΣΣΔ και των Λαϊκών Δημοκρατιών προς τον ΔΣΕ είναι γνωστή τόσο μέσα από απομνημονεύματα αγωνιστών όσο και από μελέτες μίας σειράς ιστορικών βασισμένες σε ξένα αρχεία. Οι περισσότερες εξ αυτών κυκλοφορούν εδώ και πάνω από μία δεκαετία. Τέλος, η υποτιθέμενη αποκάλυψη ότι το ΚΚΕ σχεδίαζε να αποκόψει ένα τμήμα της ελληνικής επικράτειας δεν είναι τίποτα άλλο παρά η αναφορά στο γνωστό Σχέδιο Λίμνες του ΔΣΕ/ΚΚΕ που προέβλεπε την κατάκτηση κάποιου αστικού κέντρου στη Βόρεια Ελλάδα, τη σταθεροποίηση της εξουσίας του ΔΣΕ σε ένα σχετικά ευρύ τμήμα της επικράτειας ώστε να γίνει κατορθωτή η αναγνώριση της Προσωρινής Κυβέρνησης του βουνού από ξένα κράτη. Κάτι τέτοιο θα έφερνε την πλευρά του ΔΣΕ σε σαφώς βελτιωμένη θέση συνέχισης του αγώνα ως την τελική επικράτηση ή διαπραγμάτευσης μίας έντιμης συμφωνίας λήξης των εχθροπραξιών. Φυσικά, τα ενδεχόμενα ήταν πολλά παραπάνω όμως έτσι είναι οι βαθιές εμφύλιες συγκρούσεις. Συνήθως τα αντίπαλα μέρη ελέγχουν εδάφη, κατορθώνοντας κάποιες φορές να επικρατήσουν οριστικά (βλ. Βόρειο-Νότιο Βιετνάμ ή ανάποδα την επικράτηση των εφορμούντων από τον νότο Φρανκιστών) και άλλες μερικώς (Βόρεια-Νότια Κορέα). Ο ΔΣΕ ως επαναστατικός στρατός και ως παράταξη των διωκόμενων του ακήρυχτου εμφυλίου μετά τα Δεκεμβριανά φιλοδοξούσε να ανατρέψει το status quo ή να αποσπάσει ό,τι δεν κατόρθωσε να δώσει η Βάρκιζα.
Η ενίσχυσή του από ξένα, φίλα-προσκείμενα σε αυτόν κράτη είναι τόσο σκανδαλώδης, όσο η ενίσχυση του κυβερνητικού στρατοπέδου από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία (για να μη μιλήσουμε για τις σχέσεις της τελευταίας με τα Τάγματα Ασφαλείας την αμέσως προηγούμενη περίοδο). Επιπλέον, το γεγονός ότι ο ΔΣΕ βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό από την έξωθεν βοήθεια που λάμβανε δεν αποδεικνύει σε καμία περίπτωση την έλλειψη ενδογενών αιτιών για το ξέσπασμα και τη διατήρηση επί μια τριετία του εμφυλίου πολέμου. Για να θέσουμε το ερώτημα ανάποδα. Αν ο ΔΣΕ ήταν ένας στρατός βιαίως στρατολογημένων χωρικών, διοικούμενος από αχρείους και μικροπρεπείς και στηριζόμενος αποκλειστικά στην έξωθεν βοήθεια πώς γινόταν να αδυνατεί ο υπερεξοπλισμένος από τις ΗΠΑ εθνικός στρατός να αδυνατεί να τον διαλύσει και που είναι οι χιλιάδες μαρτυρίες των μαχητών του ΔΣΕ που δεν ήθελαν να πολεμήσουν αλλά αναγκάστηκαν
Δεν χρειάζονται «μαγικοί» πρωταγωνιστές για να κατανοήσουμε τη μαγεία των αγώνων;
Η μόνη συζήτηση που αξίζει να γίνει εν προκειμένω αφορά στην ανάλυση αυτής της βοήθειας, η οποία σίγουρα υπήρξε κατά πολύ μικρότερη και αποσπασματικότερη από αυτή που λάμβανε το κυβερνητικό στρατόπεδο από τους συμμάχους του. Για την ακρίβεια δεν μπορεί να γίνει καμία σύγκρισή ως προς το μέγεθός της. Η παρακολούθηση της ροής και της ποιότητας της βοήθειας προς τον ΔΣΕ παρουσιάζει ενδιαφέρον καθώς μπορεί να φωτίσει την επίδραση διαφόρων πολιτικών γεγονότων πάνω στις αποφάσεις των σοβιετικών για αύξηση, συγκράτηση ή περικοπή της ενίσχυσης του ΔΣΕ. Μας βοηθά να αντιληφθούμε τη ρευστότητα της περιόδου και των αποφάσεων και ταυτόχρονα τις δυνατότητες μιας άλλης εξέλιξης άρα το μη-προκαθορισμένο των τελικών εξελίξεων. Όσον αφορά τις διαπροσωπικές σχέσεις και την ηθογραφία των πρωταγωνιστών του κομμουνιστικού κινήματος της Ελλάδας, αυτό που μάλλον αξίζει να κρατήσει κανείς είναι το πώς η συλλογική δυναμική, η ταξική κινητοποίηση και η δύναμη της οργάνωσης των ομοϊδεατών υπερβαίνουν τα ατομικά όρια ακόμα και της ηγεσίας του αγώνα. Δεν χρειάζονται «μαγικοί» πρωταγωνιστές για να κατανοήσουμε τη μαγεία των αγώνων.