Βαγγέλης Νάνος
Ηγεμονία πολυεθνικών πολυκλαδικών μονοπωλίων
Τα Πολυεθνικά Πολυκλαδικά Μονοπώλια (ΠΠΜ) ανασυγκροτούν το «στρατόπεδο» του κεφαλαίου στον αγροτοδιατροφικό τομέα στην προσπάθεια αύξησης των κερδών και ξεπεράσματος της βαθιάς και δομικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό γίνεται με το ξεζούμισμα της εργατικής τάξης, τη καταστροφή μεσαίων στρωμάτων και τη συρρίκνωση των λαϊκών στρωμάτων της υπαίθρου, των αγροτοεργατών-εργατοαγροτών όχι μόνο στη περιοχή μας αλλά παγκόσμια (χαρακτηριστικές είναι οι μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις εκατομμυρίων Ινδών αγροτών το τελευταίο διάστημα).
Η επιστημονική έρευνα των ΠΠΜ είναι υποταγμένη στο κέρδος και όχι στις κοινωνικές ανάγκες, με αποτέλεσμα το βίαιο ξεκλήρισμα λόγω και της αδυναμίας προσαρμογής στις ταχύτατες επιστημονικοτεχνολογικές αλλαγές που επιβάλλει το κεφάλαιο.
Η επιστημονική έρευνα των ΠΠΜ (οι «πράσινες» προτάσεις), σε συνδυασμό με την παραγωγή, το εμπόριο και τη χρηματοπιστωτική τους πολιτική, συμβάλλει στην υπεξαίρεση υπεραξίας όχι μόνο από τις δικές τους δραστηριότητες αλλά και από τα πιο αδύναμα μεσαία στρώματα, τα οποία τα οδηγούν στη καταστροφή. Μαζί με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, την Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ, τον ΟΟΣΑ, τις ολοκληρώσεις τύπου ΕΕ αποτελούν διεθνοποιημένο μηχανισμό εκμετάλλευσης της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Τα ΠΠΜ ληστεύουν την εργατική δύναμη, καταστρέφουν το περιβάλλον, υποβαθμίζουν συνεχώς τη ποιότητα των τροφίμων (στο όνομα της πράσινης οικονομίας!!!), έχοντας στο τιμόνι τους την ακόρεστη δίψα για κέρδος και κυριαρχία.
Οι εξαγορές και οι συγκεντροποιήσεις υλοποιούνται σε συνεργασίες με τις τράπεζες που ξεκοκαλίζουν το δημόσιο χρήμα και τον ιδρώτα του λαού, ενώ τα κυρίαρχα στρώματα του ελληνικού αγροτοδιατροφικού τομέα προσπαθούν μέσα στο λυσσαλέο ανταγωνισμό να αυξήσουν την κερδοφορία τους, να διασφαλίσουν την ηγετική τους θέση σε πλήρη εναρμόνιση με την κυρίαρχη κατεύθυνση που επιβάλλουν τα ΠΠΜ.
Στήριξη των αγροτών για φθηνά προϊόντα
Ήδη σε πολλές περιοχές της χώρας οι βιοπαλαιστές αγροτοκτηνοτρόφοι βρίσκονται σε τροχιά αγωνιστικών κινητοποιήσεων, έχοντας πάρει σχετικές αποφάσεις μετά από συνελεύσεις, οι οποίες αναμένεται να κλιμακωθούν το επόμενο διάστημα. Ο αγώνας των φτωχών και μεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων και αυτοαπασχολούμενων, για να μπορεί να διεκδικήσει πραγματικές νίκες, χρειάζεται ένα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα ρήξης με την κυρίαρχη πολιτική. Απαιτείται ένα κοινό αγωνιστικό μέτωπο της εργαζόμενης πλειοψηφίας των ανέργων και της νεολαίας με τα λαϊκά στρώματα της υπαίθρου για:
1) Διαγραφή του χρέους και αποδέσμευση της χώρας από την ΕΕ, με στόχο τον δημοκρατικό επανακαθορισμό των διεθνών μας σχέσεων, για να ανοίξει ο δρόμος για την ανάδειξη των συλλογικών παραγωγικών δυνάμεων της εργαζόμενης πλειοψηφίας, που αποτελούν την κύρια παραγωγική δύναμη.
2) Άμεση απαλλοτρίωση, χωρίς αποζημίωση της μεγάλης αγροτικής ιδιοκτησίας (ιδιωτικής, εκκλησιαστικής). Παραχώρησή της για συνεταιριστική χρήση και παραγωγή. Δημιουργία μεγάλων περιφερειακών δημοκρατικών πρωτοβάθμιων παραγωγικών συνεταιρισμών αγροτοκτηνοτρόφων, αλιέων και ιχθυοκαλλιεργητών, Συνεταιρισμών ενταγμένων σε μια σχεδιοποιημένη οικονομία με κριτήριο ότι θέλουμε να γίνουμε οι «ελεύθεροι συνεταιρισμένοι παραγωγοί», με κοινωνικοποιημένη τη γη και με εργατικό έλεγχο.
3) Εθνικοποίηση-κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση και με εργατικό έλεγχο των τραπεζών και όλων των αγροτοδιατροφικών επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας. Επαναλειτουργία των μονάδων παραγωγής λιπασμάτων και σποροπαραγωγικών κέντρων υπό συνεταιριστική διαχείριση (εργατών, αγροτών) για φθηνά αγροτικά εφόδια.
4) Τη δημιουργία ενιαίου δημόσιου φορέα τροφίμων, ερευνητικών κέντρων, σε συνεργασία με τους παραγωγικούς συνεταιρισμούς και τα δημόσια πανεπιστήμια, που θα συμβάλλουν στην ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού με κεντρικό σχεδιασμό και με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες. Με δημόσια πανεπιστήμια υποταγμένα στις κοινωνικές ανάγκες και όχι στη καπιταλιστική μηχανή. Με συνεχή δωρεάν επιμόρφωση των επιστημόνων του κλάδου. Ένα δημόσιο φορέα τροφίμων που θα ελέγχει πλήρως τα σημεία συγκέντρωσης και πώλησης με δημοκρατικό εργατικό έλεγχο στην επάρκεια, στη διάθεση και στον έλεγχο των τιμών.
5) Την περιβαλλοντική προστασία, την αποκλειστικά δημόσια δωρεάν παιδεία και υγεία. Την ανάπτυξη και ανάδειξη των τοπικών πολιτισμών μέσω των παραγόμενων προϊόντων.
Άμεσο πρόγραμμα πάλης και αιτημάτων
Η διπλή υγειονομική-οικονομική κρίση, η συνεχιζόμενη αντιαγροτική πολιτική κυβέρνησης-Ευρωπαϊκής Ένωσης απειλεί την παραγωγή των φτωχών και μεσαίων παραγωγών, ενώ ταυτόχρονα προωθεί τη συγκέντρωση της παραγωγής και της διάθεσης των τροφίμων σε λίγα χέρια. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο χρειάζεται άμεση, ενωτική και μαχητική διεκδίκηση για την ικανοποίηση των άμεσων αναγκών επιβίωσης, για να υπάρχουν όροι παραμονής στην ύπαιθρο:
- Φθηνά και ποιοτικά τρόφιμα για τον λαό. Χτύπημα της αισχροκέρδειας βιομηχάνων, μεγαλεμπόρων και σούπερ μάρκετ. Κατώτερες εγγυημένες τιμές που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής και να εξασφαλίζουν ικανοποιητικό εισόδημα στους αγροτοκτηνοτρόφους. Μπλόκο στην ασυδοσία των εμποροβιομηχάνων-τυποποιητών, άμεση πληρωμή των παραγωγών. Όχι στην «ανοιχτή πώληση» των προϊόντων.
- Ουσιαστική μείωση του κόστους παραγωγής με αφορολόγητο πετρέλαιο (όπως στους εφοπλιστές), φτηνό ρεύμα και νερό (όπως στους βιομήχανους). Κατάργηση του ΦΠΑ σε όλα τα αγροτικά μέσα, εφόδια, ζωοτροφές, φάρμακα. Κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και όλων των χαρατσιών. Βασικά έργα υποδομής, δωρεάν επιστημονική επιμόρφωση.
- Κατάργηση του «μητρώου αγροτών-αγροτικών εκμεταλλεύσεων». Ανατροπή της αντιαγροτικής ΚΑΠ της ΕΕ. Κατάργηση των επιδοτήσεων σε βιομηχάνους και μεγαλοαγρότες. Χορήγησή τους αποκλειστικά σε φτωχομεσαίους αγρότες και κτηνοτρόφους για συνεταιριστική παραγωγή. Δημιουργία και ολόπλευρη ενίσχυση πρωτοβάθμιων παραγωγικών συνεταιρισμών, δημόσιας Αγροτικής Τράπεζας και δημόσιου Φορέα Τροφίμων για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών της χώρας. Όχι στους συνεταιρισμούς ΑΕ. Κατάργηση των ολιγομελών ομάδων παραγωγών και των διαεπαγγελματικών ενώσεων.
- Όχι στις περικοπές των επιδοτήσεων και τους περιορισμούς της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ για το 2021-2027.
- Αφορολόγητο και ακατάσχετο αγροτικό εισόδημα 12.000 ευρώ, προσαυξημένο με 3.000 ευρώ για κάθε παιδί. Κατάργηση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και κατασχέσεων για κατοικίες και χωράφια φτωχών αγροτών κτηνοτρόφων και εργαζομένων-ανέργων.
- Πλήρη, δημόσια ασφάλιση και άμεση αποζημίωση από τον ΕΛΓΑ για κάθε ζημιά και καταστροφή παραγωγής, φυτικού και ζωϊκού κεφαλαίου. Άμεση καταβολή των αποζημιώσεων για τις πρόσφατες καταστροφές (πάγο, πλημμύρες) αλλά και των αποζημιώσεων των προηγούμενων ετών. Όχι στην ιδιωτικοποίηση της ασφάλισης.
- Ανθρώπινες αγροτικές συντάξεις, στα 60 χρόνια στους αγρότες και στα 55 χρόνια στις αγρότισσες. Να ξαναδοθούν τα δώρα Χριστουγέννων-Πάσχα και το επίδομα άδειας στους συνταξιούχους.
- Πλήρη ισοτιμία δικαιωμάτων στους εργάτες γης, μόνιμους και εποχιακούς, Έλληνες και μετανάστες, όχι στον ρατσισμό και τον φασισμό. Συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ταμεία ανεργίας και αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων στον αγροτοδιατροφικό τομέα.
- Αυστηρός έλεγχος ποιότητας τροφίμων. Όχι στα νοθευμένα τρόφιμα και τα μεταλλαγμένα προϊόντα. Άμεση χρηματοδότηση μέτρων περιβαλλοντικής προστασίας.
- Άμεση κάλυψη του χαμένου εισοδήματος των φτωχών και μεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων και αυτοαπασχολούμενων που πλήττονται από την πανδημία και όχι των μεγαλοαγροτών, βιομηχάνων και τυποποιητών. Απαγόρευση των απολύσεων σε όλες τις βιομηχανίες και εταιρείες του αγροτοδιατροφικού κλάδου, συλλογικές συμβάσεις εργασίας παντού για όλους τους εργαζόμενους.
- Δωρεάν μέτρα προφύλαξης και απολύμανσης για όλους. Ενίσχυση με προσωπικό και εξοπλισμό των κέντρων υγείας και των νοσοκομείων. Δωρεάν μαζικά τεστ για το κορονοϊό. Ενίσχυση του ΕΣΥ. Προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού, επίταξη του ιδιωτικού τομέα υγείας.
Αυτές τις κρίσιμες στιγμές, την ώρα που μια χούφτα πολυεθνικών τροφίμων και μερικές δεκάδες ιδιοκτήτες σούπερ μάρκετ μαζεύουν τους μισθούς και το υστέρημα των λαϊκών στρωμάτων, η ικανοποίηση των αιτημάτων αποτελεί αναγκαίο όρο επιβίωσης. Εκτός από τα άμεσα αιτήματα επιβίωσης που προβάλλουν οι αγροτοκτηνοτροφικοί σύλλογοι πρέπει να επιδοτηθεί άμεσα φέτος η παραγωγή των τοπικών προϊόντων για τη διατροφική αυτάρκεια του λαού, την κάλυψη του διογκωμένου κόστους μεταφοράς εφοδίων και παραγόμενων προϊόντων αλλά και τη προστασία φυσικά των εργαζομένων στη βιομηχανία τροφίμων.
Εκπρόσωποι αγροτικών συλλόγων και αυτοαπασχολούμενοι του κλάδου μιλούν στο Πριν για τα οξυμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν φέτος οι φτωχοί και μεσαίοι αγρότες και παραγωγοί και εξηγούν τις αιτίες που το καλάθι του καταναλωτή γίνεται ολοένα και πιο ακριβό.
Υπέρογκο κόστος παραγωγής
Χριστόφορος Κοσμάς
πρόεδρος Αγροτικού Συλλόγου Πέτα και αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Νομού Άρτας
«Το κόστος παραγωγής των προϊόντων είναι υπέρογκο και δεν καλύπτεται με τις χαμηλές τιμές τους. Μπορεί να υπερβαίνει ακόμα και την αξία που βλέπουμε στην αγορά. Αφορά τις πρώτες ύλες, τα λιπάσματα, τις ζωοτροφές, την ενέργεια και το πετρέλαιο. Σε συνδυασμό με την πολιτική που δεν μας προστατεύει με τιμές ασφαλείας δημιουργεί ένα ασφυκτικό πλαίσιο. Υπάρχει παραγωγή που μένει αδιάθετη. Πέρσι είχαμε τα μανταρίνια, για τα οποία είπαν ότι θα δοθούν 70 ευρώ ανά στρέμμα μόνο για τις κλιμεντίνες και ακόμα δεν έχουν δοθεί και φέτος είναι τα πορτοκάλια και κάποια μανταρίνια. Τα εσπεριδοειδή δεν προχωράνε στην αγορά και από τη μεριά της πολιτείας δεν υπάρχει μέριμνα για το χαμένο εισόδημα. Φέτος έχουμε και το φαινόμενο της ακαρπίας λόγω της κλιματικής αλλαγής με μείωση 70% ή και 100% σε κάποιες καλλιέργειες. Ωστόσο τα κόστη παραμένουν, γιατί οι αγρότες πρέπει να διατηρήσουν το φυτικό κεφάλαιο για τη νέα χρονιά. Παρά τις επαφές με τον υπουργό και τους αιρετούς τοπικούς άρχοντες δεν δίνεται καμιά λύση για το χαμένο εισόδημα.
Επιπλέον δεν υπάρχουν υποδομές που να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα καιρικά φαινόμενα. Έχουμε ξηρασία και δεν υπάρχουν αρδευτικά έργα εδικά για τον ημιορεινό όγκο και το οδικό δίκτυο είναι άθλιο. Αυτό σημαίνει κι ότι οι άνθρωποι εγκαταλείπουν τον κλάδο.
Προφασίζονται την έλλειψη χρημάτων και δεν βοηθάνε τους αγρότες τον μόνο κλάδο στην Άρτα που μπορεί να στηρίξει την περιοχή, που ήταν πάντα αγροτική και να έχει μέλλον, καθώς δεν υπάρχουν άλλες εισροές.
Γι’ αυτό οι αγροτικοί σύλλογοι έχουν αποφασίσει κινητοποίηση στο πολιτικό γραφείο του υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γ. Στύλιου στην Άρτα και συλλαλητήριο της ΟΑΣΝΑ στις αρχές Φλεβάρη συζητώντας και την κλιμάκωση του αγώνα μας».
Εγκαταλελειμμένοι από το υπουργείο
Βασίλειος Θεοδωρόπουλος
πρόεδρος Αγροτικού Συλλόγου Μακρυνείας Αιτωλοακαρνανίας
«Η περιοχή εδώ ήταν καπνοπαραγωγική και έχουμε μείνει πολύ λίγοι. Τα λιπάσματα και τα φάρμακα έχουν διπλάσια τιμή, ενώ οι τιμές είναι ίδιες ή και χαμηλότερες. Πιο ακριβό είναι και το πετρέλαιο και όλα αυτά δημιουργούν πρόβλημα και στους κτηνοτρόφους. Να σημειώσουμε ότι είμαστε δίπλα στην Τριχωνίδα, τη μεγαλύτερη λίμνη της χώρας και δεν έχουμε νερό να ποτίσουμε τα χωράφια μας. Δηλαδή είμαστε εγκαταλελειμμένοι από το υπουργείο. Όλα τα προϊόντα πήραν ενίσχυση για τον κορονοϊό αλλά ο καπνός όχι. Και είμαστε και απλήρωτοι από την “Καπνική Μιχαηλίδης” από το 2015. Έχει βγει και η τελική απόφαση του δικαστηρίου υπέρ μας αλλά ακόμα περιμένουμε».
Συνολική αλλαγή των όρων παραγωγής
Στάθης Ντούρος
γεωπόνος και περιφερειακός σύμβουλος της Αριστερής Παρέμβασης στη Θεσσαλία
«Μια ριζικά νέα, πολύ πιο δυσβάσταχτη πραγματικότητα διαμορφώνεται το τελευταίο διάστημα για τους φτωχούς αγρότες της Θεσσαλίας. Δεν είναι απλά η εκτόξευσή του κόστους παραγωγής, ιδιαίτερα την περίοδο της πανδημίας, που σε πολλά βασικά εφόδια (πχ λιπάσματα) αγγίζει αυξήσεις έως και 200%. Οι αλλεπάλληλες καταστροφές σε καλλιέργειες, ζωικό κεφάλαιο και εξοπλισμό που έλαβαν χωρά στο πλαίσιο φυσικών καιρικών φαινομένων (Καρδίτσα, Φάρσαλα, Ζαγορά, Αγιά κτλ) και με εξόφθαλμη υπαιτιότητα του τοπικού και κεντρικού κράτους, έχουν δημιουργήσει κυριολεκτικά απόγνωση σε μεγάλη μερίδα παραγωγών. Οι καπιταλιστικές ιεραρχήσεις της καταπάτησης του φυσικού ανάγλυφου, για ενεργειακές και άλλες επενδύσεις και η παντελής έλλειψη σοβαρής αντιπλημμυρικής προστασίας, δημιούργησαν εικόνες καταστροφής σε κάποια από τα πιο παραγωγικά και εύφορα μέρη της Θεσσαλίας. Στον αγροτικό πληθυσμό υπάρχει έντονη συσσωρευμένη οργή και μια πρωτόφαντη οικονομική δυσπραγία, την ίδια στιγμή που συνυπάρχουν τεράστιες επενδύσεις μεγαλοαγροτών (κυρίως σε καλλιέργειες ακρόδρυων). Είναι στοίχημα αυτή η οργή να μη μετατραπεί σε ένα άγριο σαφάρι αλληλοσπαραγμού των πιο αδύναμων κρίκων της παραγωγής και των δικαιωμάτων αυτών (πχ εργατών γης), αλλά σε ένα αγωνιστικό ρεύμα διεκδίκησης συνολικής αλλαγής των όρων παραγωγής, επίθεσης στα κέντρα συσσώρευσης και πλούτου στο αγροτοδιατροφικό οικοδόμημα και τελικά χάραξης νέων ιεραρχήσεων για τη ζωή των ανθρώπων στην πόλη και την ύπαιθρο».
Στο χωράφι 90 λεπτά, πέντε ευρώ στο ράφι
Ηλίας Καραμπατζάκης
αγρότης στα Γιαννιτσά και πωλητής σε λαϊκές αγορές
«Από το 2ο περίπου τρίμηνο του 2021 και έπειτα, παρατηρείται μια αύξηση στο κόστος παραγωγής και των αγροτικών προϊόντων και ως εκ τούτου των τιμών πώλησης αυτών στον τελικό καταναλωτή. Η αύξηση του κόστους παραγωγής οφείλεται στο διεθνές ράλι τιμών των πρώτων υλών καθώς και στον δεκαπλασιασμό του κόστους μεταφοράς των αγαθών με τη χρήση των εμπορευματοκιβωτίων στη ναυτιλία. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως το 2020 αγοράζαμε πετρέλαιο κίνησης ακόμα και λίγο κάτω από 0,90 ευρώ/λίτρο ενώ αυτή τη στιγμή η τιμή του βρίσκεται από 1,50 ευρώ και άνω. Τα λιπάσματα που το 2020 κόστιζαν 0,52 ευρώ/κιλό σήμερα κοστολογούνται πάνω από 0,90 ευρώ. Προφανώς με τη νέα καλλιεργητική περίοδο θα δούμε διαφορές και στο κόστος άρδευσης μιας και η τιμή του ρεύματος έχει τριπλασιαστεί. Δεν αναφέρομαι στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, γιατί εκεί είναι ζήτημα και του κέρδους που θέλει να αποκομίσει από τη δουλειά του και ο εκάστοτε γεωπόνος.
Στα φρούτα που εξάγονται, φέτος μας βοήθησαν οι διεθνείς καιρικές συγκυρίες και αυξήθηκε η τιμή του παραγωγού στο χωράφι λόγω της διεθνούς μειωμένης παραγωγής (κεράσια, βερίκοκα, συμπύρηνο ροδάκινο). Σε ότι έχει να κάνει με την εγχώρια κατανάλωση όμως η τιμή παραγωγού δεν διαφέρει πολύ σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Ωστόσο ο καταναλωτής πληρώνει πολύ ακριβότερα το τελικό προϊόν εξαιτίας του κέρδους των μεσαζόντων και της αύξησης του κόστους αποθήκευσης. Σας αναφέρω δυο παραδείγματα. Η τιμή της βανίλιας (δαμάσκηνο) φέτος δεν ξεπέρασε τα 0,90 ευρώ στον παραγωγό αλλά οι καταναλωτές το βρίσκουν έως και 5 ευρώ στα μανάβικα. Τα αχλάδια που πουλήθηκαν στο χωράφι με 0,60-0,70 ευρώ σήμερα κοστίζουν έως και 3 ευρώ.
Στις λαϊκές αγορές από την άλλη γίνεται μια ας την χαρακτηρίσουμε τίμια προσπάθεια να μην ξεφύγουν οι τιμές πολύ προς τα επάνω τόσο από τους παραγωγούς όσο και από τους επαγγελματίες πωλητές. Ωστόσο η αγοραστική δύναμη του κόσμου έχει πέσει τόσο πολύ, που ακόμα και οι χαμηλές τιμές (σε σχέση με την υπόλοιπη αγορά) των λαϊκών αγορών δοκιμάζονται καθημερινά».