Δημήτρης Δεσύλλας
Βαγγέλης Νάνος
Η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ραμμένη στα μέτρα των μεγάλων μονοπωλίων και των ισχυρών τμημάτων του ελληνικού αγροτο-διατροφικού κεφαλαίου. Πράσινο μασκάρεμα αντιλαϊκών επιλογών, για να περάσουν ως δήθεν φιλο-περιβαλλοντικές, συνδυάζεται με τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις του ολοκληρωτικού καπιταλισμού διεθνώς, οι οποίες επιταχύνονται την εποχή της πανδημίας.
Ακρίβεια και εξαγορές τσακίζουν τα εισοδήματα
Μεγάλης σημασίας για τον απόλυτο έλεγχο της αγροτοδιατροφής από το κεφάλαιο αποτελεί η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ, οι συνεχιζόμενες τρομακτικές αυξήσεις (λιπάσματα, ζωοτροφές, πετρέλαιο, ρεύμα κτλ.), η επεκτεινόμενη συγκεντροποίηση παραγωγής και γης αλλά και η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων (ειδικά μεσαίων μονάδων) διαμέσου εξαγορών και λουκέτων.
Οι φετινές τιμές των λιπασμάτων-ζωοτροφών (αυξήσεις από 30% μέχρι 250%), του πετρελαίου και του ρεύματος υπερδιπλασιάζουν το κόστος παραγωγής των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων, όπως επιβεβαιώνεται από πρόσφατη μελέτη του Ελληνικού Συνδέσμου Φυτοπροστασίας (ΕΣΥΦ): με την «πράσινη» συμφωνία, οι αυξήσεις θα φτάσουν μέχρι 300%. Μιλάμε για 1,7 δισ. ευρώ ή -15% στο κύκλο εργασιών του αγροτοκτηνοτροφικού τομέα (υπολογίζεται στα 11,5 δισ. ευρώ). Όλες αυτές οι προβλέψεις δεν παίρνουν υπόψη τους καύσωνες, την ξηρασία, τις πυρκαγιές, τους παγετούς και τις καταστροφικές πλημμύρες που αναμένονται λόγω της συνεχιζόμενης κλιματικής κρίσης-περιβαλλοντικής καταστροφής.
Εκτός από τις τιμές των προϊόντων, η πρωτοφανής ακρίβεια, μια επιπλέον μορφή κλοπής του εισοδήματος των εργαζομένων της πόλης αλλά και των αγροτοκτηνοτρόφων. Επιπλέον οι εξαγορές επιχειρήσεων (ΔΕΛΤΑ, ΔΩΔΩΝΗ κτλ.) από funds ή η τεράστια συγκεντροποίηση (ιχθυοκαλλιέργειες, κλάδος ελαιοπαραγωγής και άλλων δέντρων) η οποία αποτελεί επιδίωξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμβάλλουν στην ταχύτατη διείσδυση του πολυεθνικού κεφαλαίου στον αγροτοδιατροφικό τομέα.
Όλες αυτές οι εξελίξεις δρομολογούνται μαζί με τη διάλυση της εργασίας και την έλλειψη εργατικών χεριών, με τα χαμηλά μεροκάματα στους εργαζόμενους στις αγροτοδιατροφικές βιομηχανίες , το αντεργατικό τερατούργημα Μητσοτάκη-Χατζηδάκη αλλά και τη συνολική αντιδραστική πολιτική σε βάρος των εργατών γης.
Το σύγχρονο αγροτικό-διατροφικό ζήτημα
Ψηφίστηκε πρόσφατα στα όργανα της ΕΕ και θα εφαρμοστεί από την 1/1/2023 η αναθεωρημένη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της ΕΕ, ύστερα από μεταβατική περίοδο (2021-2022), δίχρονη παράταση της υπάρχουσας ΚΑΠ. Η μεθόδευση αυτή οφείλεται στις ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις και στις μακρόχρονες διαπραγματεύσεις στα όργανα της ΕΕ. Κυρίως έγινε για να ευθυγραμμιστεί-προσαρμοστεί η νέα ΚΑΠ στους στόχους της «Πράσινης Συμφωνίας» ή «Πράσινου Συμβολαίου» (Green Deal) της ΕΕ, του νέου επταετούς προϋπολογισμού (2021-27) και του νέου «Ταμείου Ανάκαμψης».
Πρόκειται για στόχους και επιδιώξεις του πολυεθνικού κεφαλαίου της ΕΕ που προωθούνται με τη λεγόμενη «πράσινη μετάβαση», ως απάντηση στη σύγχρονη τριπλή δομική κρίση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού (οικονομική-υγειονομική-περιβαλλοντική). Με μεγάλες «πράσινες επενδύσεις» και επιδοτήσεις της ΕΕ στους υπεύθυνους της περιβαλλοντικής καταστροφής, τις πολυεθνικές της ενέργειας, ακόμη και της πυρηνικής! Επιδοτήσεις που θα συνοδευτούν από νέα μακρόχρονα προγράμματα λιτότητας.
Η νέα ΚΑΠ της ΕΕ έχει ως βασικές συνιστώσες-εργαλεία της τις ειδικές στρατηγικές «από το αγρόκτημα στο πιάτο» (Farm to Fork) και της «βιοποικιλότητας». Συγκεκριμένα: (α) Την περικοπή των επιδοτήσεων και τον αναπροσανατολισμό τους αποκλειστικά σε όφελος του αγροτοδιατροφικού κεφαλαίου και των μεγαλοαγροτών, μέσω ενός νέου συνδυασμού των επιδοτήσεων (βασικές, συνδεδεμένες, αναδιανεμητική ενίσχυση κ.α.) β) Το μαζικό και πιο γρήγορο ξεκλήρισμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς μέσω της αυστηροποίησης και πανευρωπαϊκής εφαρμογής του κακόφημου «Μητρώου Αγροτών». (γ) Το «πράσινο περιτύλιγμα» της ΚΑΠ με διάθεση του 22-25% των άμεσων αγροτικών ενισχύσεων σε διάφορα φιλοπεριβαλλοντικά ημίμετρα (αγροδασοπονία και δάσωση αγρών, βιολογική γεωργία, εναλλαγή καλλιεργειών – αμειψισπορές, αγραναπαύσεις, μετατροπή καλλιεργειών σε λιβάδια, χαμηλή βόσκηση ζώων αντί για υπερβόσκηση κ.ά.)
Οι επιδιώξεις της νέας ΚΑΠ, όπως διακηρύσσονται δημαγωγικά από τα όργανα της ΕΕ είναι μέχρι το 2030 να μειωθεί κατά 50% η χρήση των επικίνδυνων φυτοφαρμάκων, κατά 20% η χρήση των λιπασμάτων, να αυξηθεί η βιολογική γεωργία από 8% σήμερα στο 25% και να αυξηθούν στο 10% οι γεωργικές εκτάσεις «υψηλής ποικιλομορφίας». Ακόμη το 2025 (ζήσε Μάη μου…) να εφαρμοστεί κάποιο σύστημα συλλογικών συμβάσεων για τους εργάτες γης, ως «κοινωνικό περιτύλιγμα» της νέας ΚΑΠ. Οι στόχοι αυτοί συνοδεύονται από μεγάλες δόσεις «πράσινης» δημαγωγίας και υποκρισίας, τη στιγμή που επιτρέπεται η ελεύθερη κυκλοφορία μεταλλαγμένων προϊόντων, νοθευμένων τροφίμων και κυρίως της καρκινογόνου ουσίας γλυφοσάτης (στο ζιζανιοκτόνο Roundup της πολυεθνικής Monsanto-Bayer). Επιπλέον, η πυρηνική ενέργεια του Μακρόν βαφτίστηκε από την ΕΕ ως «πράσινη»! «Πράσινη» δημαγωγία – υποκρισία…
Πρόσφατη μελέτη του Κέντρου Ερευνών της ΕΕ προβλέπει μείωση της αγροτικής παραγωγής της ΕΕ κατά 10% από την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ. Οι επίσημες οργανώσεις των αγροτών της ΕΕ, COPA-COGECA την υπολογίζουν πολύ μεγαλύτερη. Υποστηρίζουν συγκεκριμένα ότι «η αγροτική παραγωγή της ΕΕ θα μειωθεί σημαντικά, οι παραγωγοί και οι αγροτικές τιμές θα επηρεαστούν αρνητικά, ενώ το όφελος για το περιβάλλον θα είναι μικρό. Επιπλέον η εξάρτηση της ΕΕ από τις εισαγωγές τροφίμων θα αυξηθεί δραματικά». Ξέχασαν βέβαια τους εργαζόμενους καταναλωτές (!) οι οποίοι θα πληρώσουν ακριβότερα τα χαμηλότερης ποιότητας εισαγόμενα, νοθευμένα αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα.
Η νέα ΚΑΠ της ΕΕ μαζί με τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις του ολοκληρωτικού καπιταλισμού που συντελούνται παγκόσμια, φέρνουν στο προσκήνιο την εκρηκτικότητα του σύγχρονου αγροτικού ζητήματος που έρχεται από το μέλλον, όχι από το παρελθόν. Συγκεκριμένα:
α. Σύμφωνα με έγκυρες διεθνείς μελέτες, το 1% των αγροτικών επιχειρήσεων, ελέγχει παγκοσμίως το 70% των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Ενώ το φτωχότερο μισό, δηλαδή το 50% του παγκόσμιου αγροτικού πληθυσμού, ελέγχει μόλις το 3% της γης! Παράλληλα στην ΕΕ στη 10ετία 2005-2015, η ΚΑΠ ξεκλήρισε 4 εκατ. αγρότες. Σήμερα, το 80% των αγροτών της ΕΕ κατέχει μόνο το 10% της γεωργικής γης, ενώ το 20% των μεγαλοαγροτών-καπιταλιστών κατέχει το 90% της γης και ροκανίζει το 90% των λεγόμενων «αγροτικών επιδοτήσεων» της ΕΕ. Επιδοτήσεις που τις πληρώνουν οι εργαζόμενοι μέσω του ΦΠΑ.
β. Σήμερα η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων λόγω και της βιοτεχνολογίας, είναι υπερδιπλάσια των διατροφικών αναγκών. Παράγονται 7.000 θερμίδες κατά κεφαλή την ημέρα αντί για 3.000. Την ίδια ώρα σύμφωνα με πρόσφατη (Ιούλιος 2021) αποκαλυπτική έρευνα της Oxfam κάθε λεπτό πεθαίνουν από πείνα 11 άνθρωποι (σε σύγκριση με 7 θανάτους το λεπτό από τον κορονοϊό). Δηλαδή με υπερπαραγωγή τροφίμων το 2020 πέθαναν από πείνα 11 άνθρωποι το λεπτό ή 15.840 την ημέρα ή 5.781.600 τον χρόνο, κυρίως παιδιά!
γ. Οι τιμές των τροφίμων έχουν εκτοξευτεί κατά 40% παγκοσμίως στη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού, υπογραμμίζει η έκθεση της Oxfam, προειδοποιώντας για κλιμακούμενη επισιτιστική κρίση. Παράλληλα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων (FAO) υπολόγισε αυτή την αύξηση σε 28,10% για το 2021! Την ώρα που η περιουσία των 10 πλουσιότερων καπιταλιστών αυξήθηκε το 2020 κατά 413 δισ. δολάρια, 155 εκατομμύρια άνθρωποι δεν είχαν πρόσβαση σε επαρκή τροφή. Ο υποσιτισμός στον «Τρίτο Κόσμο» καλπάζει.
δ. Όσον αφορά την ποιότητα της διατροφής στον «αναπτυγμένο κόσμο», όσοι έχουμε τη δυνατότητα και το προνόμιο να τρώμε, καταναλώνουμε πανάκριβες τροφές-σκουπίδια, άγευστες και άνοστες, νοθευμένες, καρκινογόνες, μεταλλαγμένες ή «μαϊμού βιολογικές», γιατί οι αληθινά βιολογικές είναι πανάκριβες, απλησίαστες για τον εργαζόμενο καταναλωτή. Έτσι προωθείται η «διατροφή δύο ταχυτήτων» (πανάκριβα βιολογικά προϊόντα για τους έχοντες και μεταλλαγμένα για τους εργαζόμενους).
Στις συνθήκες της πρωτοφανούς παγκόσμιας όξυνσης της αντίθεσης υπερπαραγωγής τροφίμων-πείνας και κακής διατροφής, το μέτωπο πάλης φτωχομεσαίων αγροτών-εργατών γης-εργαζομένων-νεολαίας είναι αναγκαίος όρος για την άμεση επιβίωση της φτωχολογιάς του χωριού και της πόλης. Με πολιτικούς στόχους στις αγροτικές κινητοποιήσεις, την κατάργηση του δολοφονικού «Μητρώου Αγροτών», την ανατροπή της ΚΑΠ της ΕΕ και συνολικά της αντιλαϊκής πολιτικής κυβέρνησης, ΕΕ, κεφαλαίου.
Ενώ η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων είναι υπερδιπλάσια των αναγκών (7.000 έναντι 3.000 θερμίδες κατ’ άτομο), περίπου 5,7 εκ. άνθρωποι πεθαίνουν από πείνα κάθε χρόνο!
Το σύγχρονο και βαθιά ταξικό Αγροτικό Ζήτημα μπορεί να το λύσει μόνο η σύγχρονη εργατική τάξη, με σύγχρονο επαναστατικό – κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα, σε συμμαχία –υπό την ηγεμονία της– με τη φτωχολογιά του χωριού και της πόλης. Για αγροτική παραγωγή και ποιοτικά τρόφιμα, για τις ανάγκες των εργαζομένων και όχι της χωματερής και του κέρδους, σε μια σύγχρονη κομμουνιστική κοινωνία της αρμονικής συνύπαρξης ανθρώπου-φύσης.
Να χάσει πλούτο το κεφάλαιο
Για επαρκή και ποιοτική διατροφή των εργαζομένων και του λαού
Την αντιδραστική κατεύθυνση της ΕΕ και του μεγάλου κεφαλαίου στηρίζει η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ, σε συνέχεια της πολιτικής όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Συνένοχοι είναι η συνεταιριστική γραφειοκρατία. Συνένοχη είναι και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, που συνέχισε στην ίδια ρότα των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Όλο το αστικό πολιτικό προσωπικό, πιστό στην πολιτική της ΕΕ και στην πολιτική συγκεντροποίησης της αγροτοκτηνοτροφικής παραγωγής μέσω των εξαγορών, των ολιγομελών ομάδων παραγωγής και των διαεπαγγελματικών ενώσεων συμβάλλουν στην πλήρη καπιταλιστικοποίηση της αγροτοκτηνοτροφικής παραγωγής της οποίας τα αποτελέσματα τα βιώνουμε σήμερα με την πανδημία του Covid-19, που αποτελεί συνέχεια των τρελών αγελάδων, των ιών των χοίρων, των πτηνών κτλ.
Τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα από ποτέ: Από τη μια, οι δυνάμεις του κεφαλαίου, οι τραπεζίτες, οι πολυεθνικές, η ΕΕ, το σύνολο του αστικού πολιτικού συστήματος. Από την άλλη, οι δυνάμεις της εργατικής τάξης και του λαού. Η πλειοψηφία της νεολαίας, οι μικροί αυτοαπασχολούμενοι, τα λαϊκά στρώματα της υπαίθρου, οι αγροτοαγρότες-εργατοαγρότες που δουλεύουν για να ζήσουν. Για να ζήσουν όλοι αυτοί μια αξιοβίωτη ζωή, πρέπει να ανατρέψουν την κυρίαρχη πολιτική, να προβάλλουν την ανάγκη της συλλογικής ιδιοκτησίας ενάντια στον καπιταλιστικό «μονόδρομο». Πρέπει να χάνει πλούτο το κεφάλαιο.
Ο παραγόμενος πλούτος σε συνδυασμό με τις τεράστιες επιστημονικοτεχνικές δυνατότητες της εποχής μας, δημιουργούν όρους για να τραφεί ποσοτικά αλλά και ποιοτικά ο λαός. Απαραίτητος όρος είναι η απελευθέρωση της αγροτοκτηνοτροφικής παραγωγής (και όλων των στρατηγικών κλάδων) από την κυριαρχία του κεφαλαίου, την εντατική χημικό-τοξική εκμετάλλευση της φύσης και τον εφιάλτη των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων. Με μια παραγωγή σε αρμονία με τη φύση και τις κοινωνικές ανάγκες και όχι το κέρδος.
Πρόβλημα ντόμινο: Λίπανση καλαμπόκι, ζωοτροφές
Αναμένεται να προκύψει παγκόσμιο πρόβλημα με το καλαμπόκι, δεδομένου ότι έχει μεγάλες ανάγκες για λίπανση, ενώ στην εγχώρια αγορά πέρα από το γεγονός ότι το σακί της ουρίας από τα 15-16 ευρώ πέρυσι εκτοξεύθηκε στα 32-34 ευρώ, ουδείς γνωρίζει αν την άνοιξη για τις λιπάνσεις των εαρινών καλλιεργειών, θα υπάρχει επάρκεια λιπασμάτων. Στη Θεσσαλία είναι ζήτημα, με το έλλειμμα που έχει στα επιφανειακά νερά, αν θα παραμείνει το 50% της καλλιέργειας καλαμποκιού σε σχέση με πέρυσι, ενώ και στο βαμβάκι αναμένεται μείωση 20%, το ίδιο και στη βιομηχανική τομάτα.
Η έλλειψη καλαμποκιού θα οδηγήσει σε έλλειψη ζωοτροφών, των οποίων επίσης οι τιμές έχουν φτάσει σε απαγορευτικά για την ελληνική κτηνοτροφία επίπεδα, με αυτό να συνεπάγεται υποσιτισμό των ζώων και μείωση της γαλακτοπαραγωγής, άρα μείωση της παραγωγής τυριών, γιαουρτιών και άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων. Οι τιμές εκτοξεύθηκαν: Η σόγια έφτασε στα 50 λεπτά το κιλό, το καλαμπόκι στα 30 λεπτά, η μηδική στα 25 και το κριθάρι στα 28 λεπτά
Για την Ελλάδα είναι κρίσιμο να διατηρήσει ένα minimum εγχώριας παραγωγής σε βασικά τοπικά προϊόντα όπως η φέτα, το γάλα, το κρέας, τα κτηνοτροφικά φυτά, το βαμβάκι, το βιομηχανικό ροδάκινο και το βερίκοκο, το αμπέλι, η ελιά και το λάδι, η βιομηχανική ντομάτα, τα δημητριακά, τα φρούτα και τα λαχανικά, προκειμένου αφενός να συνεχίσει να είναι εξωστρεφής η εγχώρια βιομηχανία τροφίμων, αφετέρου να διασφαλίσει σε περίπτωση επιδείνωσης της πανδημίας και περαιτέρω εκτόξευσης των ναύλων, τη διατροφική μας αυτάρκεια.