Γιώργος Μουρμούρης
Τρίτη, 3 Απριλίου 2012, Γέρακας Αττικής. Δύο αστυνομικοί σταματούν αυτοκίνητο στο οποίο επιβαίνουν τρεις άοπλοι άνδρες Ρομά. Λίγο λεπτά αργότερα, οι Ρομά δέχονται αστυνομικά πυρά με αποτέλεσμα δύο να τραυματιστούν στα πόδια και ένας και στην κοιλιά. Οι δύο εκ των θυμάτων λένε ότι οι αστυνομικοί τους διέταξαν με μεγάφωνο να βγουν από το αυτοκίνητό τους και, όταν το έκαναν, βρέθηκαν να τους σημαδεύουν όπλα. Δεν σήκωσαν ψηλά τα χέρια, όπως διατάχθηκαν, διότι δεν ήταν βέβαιοι ότι οι δύο ένοπλοι ήταν όντως αστυνομικοί (φορούσαν πολιτικά ρούχα και οδηγούσαν συμβατικό αυτοκίνητο), οπότε ζήτησαν από τον αστυνομικό που πραγματοποιούσε τον έλεγχο να τους δείξει την ταυτότητά του. Ο αστυνομικός πυροβολεί μία φορά με υποπολυβόλο στα πόδια τους, φωνάζοντας «είμαι τρελός». Από πλευράς αστυνομίας, ανακοινώνεται ότι οι Ρομά επιχείρησαν να τους αρπάξουν τα όπλα. Ο δικηγόρος των θυμάτων εντόπισε αντιφάσεις ανάμεσα στην ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ και την κατάθεση του αστυνομικού.
Η παραπάνω μαρτυρία περιλαμβάνεται στην πολυσέλιδη έκθεση-καταπέλτη της Διεθνούς Αμνηστίας για την αστυνομική βία στην Ελλάδα, που δημοσιεύτηκε το 2012. Σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα, το βράδυ της Παρασκευής 22 Οκτωβρίου, ο άοπλος 18χρονος Ρομά Νίκος Σαμπάνης έπεφτε νεκρός από τον καταιγισμό πυρών που δέχτηκε το κλεμμένο όχημα στο οποίο επέβαινε, στο Πέραμα, όπου κατέληξε κατα-
δίωξη από αφιονισμένους αστυνομικούς της ομάδας ΔΙΑΣ. Από τις 35 σφαίρες, δύο διαπέρασαν το κορμί του 18χρονου, προκαλώντας διαμπερή τραύματα. Η μία τον σκότωσε. Τα απροκάλυπτα ψεύδη της ΕΛ.ΑΣ. περί «τραυματισμού αστυνομικών» και «αυτοάμυνας» και η προκλητική κυβερνητική κάλυψη στους επτά –υπόδικους πλέον– αστυνομικούς, που όπως φαίνεται δεν υπάκουσαν καν στις εντολές του Κέντρου Επιχειρήσεων να διακόψουν την καταδίωξη, έφεραν ξανά στην επιφάνεια το ζήτημα της αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας, του θεσμικού ρατσισμού και της καλλιέργειας του κοινωνικού εκφασισμού.
Τριάντα έξι φορές πυροβόλησαν κατά των νεαρών Ρομά που επέβαιναν στο αυτοκίνητο οι αστυνομικοί της ομάδας ΔΙΑΣ Μάλιστα, κάποιος από τους επτά φαίνεται πως «κούμπωσε» και δεύτερο γεμιστήρα για να συνεχίσει να πυροβολεί
Η απόφαση να μην προφυλακιστούν οι επτά αστυνομικοί που κατηγορούνται για ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο, απόπειρα ανθρωποκτονίας και παράβαση του νόμου περί όπλων δεν είχε ανακοινωθεί ακόμα, όταν από κυβερνητικά στελέχη, συναδέλφους των δραστών και μερίδα των ΜΜΕ ξεκινούσε το «ξέπλυμα» για την αιματηρή καταδίωξη στο Πέραμα. Την αρχή έκανε ο «γνωστός» Άδωνις Γεωργιάδης: «Είναι απολύτως προφανές ότι οι Αστυνομικοί έκαναν καλά τη δουλειά τους και ότι προστάτευσαν αμυνόμενοι και τη ζωή τους και το Κοινωνικό Σύνολο. Μπράβο τους.», έγραψε στον προσωπικό του λογαριασμό στο twitter. Ο υπουργός «Προστασίας του Πολίτη», Τάκης Θεοδωρικάκος, μετά την ανακοίνωση της μη προφυλάκισης έγραψε σε ρόλο… συνηγόρου υπεράσπισης: «Εκφράζω την ικανοποίησή μου που η ανεξάρτητη δικαιο-
σύνη έκρινε και αποφάσισε να αφεθούν ελεύθεροι οι εφτά αστυνομικοί χωρίς κανέναν περιοριστικό όρο». Ο υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης, ανέλαβε να το θεωρητικοποιήσει: «Θέλω, λοιπόν, να πω ότι αυτό το πλαίσιο της άμυνας, που ενδεχομένως έτσι διαμορφωμένο είναι λογικό για έναν πολίτη ο οποίος δέχεται μια απειλή από έναν άλλο πολίτη, προφανώς δεν μπορεί να ισχύσει με αυτό τον τρόπο για αυτόν του οποίου η δουλειά του είναι η επιβολή του νόμου. […] Γιατί αν πάμε στη λογική ότι οι κακοποιοί δεν θα καταδιώκονται, ότι όταν θα απειλούν ή θα επιτίθενται στους αστυνομικούς, οι αστυνομικοί θα υποχωρούν, αυτό σημαίνει ότι έχουμε κάνει μια επιλογή η οποία στην πραγματικότητα μειώνει την αποτελεσματική αντεγκληματική πολιτική».
Στη δήλωση Βορίδη, παρά τις εσκεμμένες ανακρίβειες ως προς τα πραγματικά περιστατικά στην κρατική δολοφονία του 18χρονου στο Πέραμα, κρύβεται η ουσία της αντίληψης περί αστυνόμευσης και καταστολής της Νέας Δημοκρατίας, που δίνει το δικαίωμα στους νεαρούς αστυνομικούς της ΔΙΑΣ ακόμα και να μην υπακούν στις εντολές των ανωτέρων τους: για την αστυνομία δεν ισχύουν οι κανόνες δικαίου που ισχύουν για τους υπόλοιπους πολίτες. Το κρατικό μονοπώλιο της βίας δεν επιβάλλεται «με τριαντάφυλλα», όπως είχε δηλώσει σε παλαιότερη συνέντευξη του ο ίδιος υπουργός. Και αν για τους διαδηλωτές και τα κοινωνικά κινήματα αυτό σημαίνει «ξύλο», που «είναι στοιχείο αναγκαστικότητας», για τα ποινικά αδικήματα από κοινωνικούς «παρίες», ακόμα και τα ευτελέστερα, μπορεί να σημάνει σφαίρες στο ψαχνό.
Μόνο που σε κάποιες περιπτώσεις η αστυνομική βία είναι τόσο ασύμμετρη και τα ψεύδη για τη δικαιολόγησή της τόσο απροκάλυπτα, που η επίδειξη πυγμής δεν προκαλεί φόβο, αλλά γενικευμένη αποστροφή, λόγω της βαθιάς προσβολής του κοινού περί δικαίου αισθήματος. Στην περίπτωση του 18χρονου Νίκου Σαμπάνη, το κουβάρι των αστυνομικών ψευδών άρχισαν να «ξετυλίγουν» τα βίντεο από το σημείο του εγκλήματος· το συγκλονιστικό ντοκουμέντο στο οποίο ακούγονται οι αλλεπάλληλοι πυροβολισμοί και η καταγραφή αστυνομικού της ΔΙΑΣ να διαβιβάζει ότι δεν έχει τραυματιστεί κανένα μέλος της ομάδας.
Τις επόμενες ημέρες, οι αποκαλύψεις ήταν σαρωτικές: Οι αστυνομικοί της ΔΙΑΣ γνώριζαν από την πρώτη στιγμή ότι καταδιώκουν Ρομά. Συνέχισαν να κυνηγούν το λευκό Hyundai παρά τις επανειλημμένες διαταγές του Κέντρου Επιχειρήσεων να διακόψουν την καταδίωξη. Σε αντίθεση με όσα αναφέρονταν στην ανακοίνωση της ΓΑΔΑ, ο Νίκος Σαμπάνης δεν ήταν οδηγός αλλά συνοδηγός του οχήματος. Μάλιστα ο 14χρονος που δήλωσε ότι οδηγούσε το όχημα, υποστήριξε ότι πρώτα οι αστυνομικοί άρχισαν να πυροβολούν και μετά οι νεαροί εμβόλισαν τις μηχανές, προσπαθώντας να διαφύγουν. Οι συνήγοροι της οικογένειας του νεκρού, Θανάσης Καμπαγιάννης και Αλεξάνδρα Καραγιάννη, υποστηρίζουν ότι «οι αστυνομικοί για να δικαιολογήσουν την εν ψυχρώ δολοφονία του 18χρονου και την εκτός κάθε νομιμότητας χρήση των υπηρεσιακών τους όπλων, σκηνοθέτησαν την εκδοχή που θέλει τον νεκρό να είναι ο οδηγός του οχήματος». Βεβαίως, ουδέποτε υπήρξε τραυματίας αστυνομικός. Ήταν, δε, τέτοιος ο «κίνδυνος» στον οποίο βρέθηκαν οι αστυνομικοί, ώστε ένας εξ αυτών είχε την κυνική ψυχραιμία να «κουμπώσει» και δεύτερο γεμιστήρα στο όπλο του, όταν τελείωσαν οι σφαίρες. Μετά τη Νέα Σμύρνη, για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες, οι αστυνομικοί ισχυρισμοί κατέρρευσαν πανηγυρικά μέσα σε λίγα 24ωρα, αφήνοντας έκθετους τους υπηρεσιακούς παράγοντες της ΕΛΑΣ και τα κυβερνητικά στελέχη που έσπευσαν να τους προσφέρουν κάλυψη. Αυτήν τη φορά όμως, άφησαν πίσω τους και έναν νεκρό. Έναν νεκρό για τον οποίο, σύμφωνα με μαρτυρία συγγενών του που δημοσίευσε η ΚΕΕΡΦΑ, τις πρώτες μέρες δεν βρισκόταν καν τάφος. Εντέλει, ο Νίκος Σαμπάνης ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο του Σχιστού, κοντά στον τόπο που άφησε την τελευταία του πνοή.
Έκθετη η κυβέρνηση από την κάλυψη στους «πιστολέρο» αστυνομικούς
του Περάματος
Η εν ψυχρώ εκτέλεση του 18χρονου Ρομά υπήρξε απόρροια του κλίματος «σερίφηδων στην Άγρια Δύση» που καλλιεργεί για τις ειδικές ομάδες της αστυνομίας η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Όμως, η Ελλάδα διαθέτει μακρύ «ιστορικό» νεκρών από αστυνομικά πυρά, από «ατυχήματα» κατά τη διάρκεια καταδιώξεων και «τυχαίες εκπυρσοκροτήσεις». Η ομάδα του «The Manifold» σταχυολόγησε κάποιες από αυτές στον ιστότοπο We Are Solomon, τονίζοντας εμφατικά τη διαχρονική ατιμωρησία των αστυνομικών:
Το 1991, αστυνομικοί καταγγέλθηκαν για τον θάνατο του Σουλεϊμάν Ακιάρ, ο οποίος σκοτώθηκε υπό κράτηση, μετά από πολλαπλά κατάγματα, κακώσεις των γεννητικών οργάνων, ρήξη πρωκτικού δακτυλίου και βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση. Απαλλάχθηκαν κατά την εσωτερική πειθαρχική διαδικασία και δεν δικάστηκαν ποτέ. Ο Κυριάκος Βεντούλης, που πυροβόλησε και σκότωσε τον Σέρβο μαθητή Μάρκο Μπουλάτοβιτς, το 1998, αφού τον πέρασε λανθασμένα για πορτοφολά, καταδικάστηκε σε εικοσιεπτά μήνες φυλάκιση με αναστολή. Ο Γιώργος Δημητρακάκης, που πυροβόλησε και σκότωσε τον ερασιτέχνη ποδοσφαιριστή Ηρακλή Μαραγκάκη, το 2003, όταν δεν σταμάτησε το αυτοκίνητό του σε έλεγχο της αστυνομίας, καταδικάστηκε πρωτόδικα σε ισόβια αλλά το Εφετείο μείωσε την ποινή στα πεντέμισι χρόνια. Η εμβληματική έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, το 2012, καταγράφει και άλλα περιστατικά: Στις 3 Απριλίου 2009, ο μετανάστης Αριβάν Οσμάν Αζίζ, σύμφωνα με καταγγελίες, χτυπήθηκε σοβαρά από λιμενοφύλακα στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας και πέθανε από τα τραύματά του στις 27 Ιουλίου 2009. Στις 10 Απριλίου 2005, ο 24χρονος Νίκος Γκαλέγλος πέθανε από σοβαρό τραύμα στο κεφάλι μετά από αστυνομική καταδίωξη των μοτοσικλετών που οδηγούσαν ο ίδιος και φίλοι του. Οι κρατικές δολοφονίες έχουν παρελθόν…
Από τις σφαίρες στα κλομπ: Άγρια καταστολή στις διαδηλώσεις
Η εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος όπου η αστυνομία «θα χρησιμοποιεί τα όπλα της» έχει ως προϋπόθεση, αλλά και συνεπαγωγή, ότι θα χρησιμοποιεί και τα γκλοπ της. Κάτι που η ΕΛ.ΑΣ φρόντισε να επιβεβαιώσει λίγες ώρες μετά την εν ψυχρώ εκτέλεση του 18χρονου Νίκου Σαμπάνη, όταν έπνιξε στα χημικά και χτύπησε άγρια τη διαδήλωση διαμαρτυρίας για τον θάνατό του στο κέντρο της Αθήνας, το απόγευμα της Δευτέρας. Επιδιώκοντας ξανά τον περιορισμό της διαδήλωσης, με βάση το νόμο Χρυσοχοϊδη, δυνάμεις των ΜΑΤ χτύπησαν άγρια τα μπλοκ της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου στην οδό Σταδίου, στέλνοντας διαδηλωτές στο νοσοκομείο. Δεν δίστασαν να χτυπήσουν και τη βουλεύτρια του ΜέΡΑ25 Μαρία Απατζίδη.
«Η διαδήλωση περικυκλώθηκε ασφυκτικά από τα ΜΑΤ μόλις μπήκε στη Σταδίου, ενώ λίγο μετά οι αστυνομικές δυνάμεις επιτέθηκαν με δακρυγόνα και κρότου λάμψης στο πίσω μέρος της πορείας και στη συνέχεια χτύπησαν ευθέως με ρόπαλα, χημικά, κρότου λάμψης όλα τα μπλοκ. Ειδική μεταχείριση είχε το μπλοκ των οργανώσεων ΝΑΡ-νΚΑ που πορευόταν συντεταγμένα. Τα ΜΑΤ το χτύπησαν με λύσσα από όλες τις πλευρές, στρίμωξαν τα μέλη και τους φίλους μας πάνω στα κάγκελα της οδού Σταδίου, ξυλοκοπούσαν με ρόπαλα σώματα και κεφάλια, ακόμα και γυναίκες που τις είχαν ρίξει κάτω. Αποτέλεσμα, τραυματίστηκαν τέσσερις φοιτητές μέλη της νΚΑ και ένα μέλος ΕΔΙΠ του ΕΜΠ, μέλος του ΝΑΡ, που χρειάστηκε να μεταφερθούν σε νοσοκομεία. Στη συνέχεια, τα ΜΑΤ χτύπησαν ακόμα δύο φορές το μπλοκ στο Σύνταγμα και την Πανεπιστημίου κατά την αποχώρηση. Ανάλογες επιθέσεις έγιναν συνολικά στην πορεία», καταγγέλλει το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση. «Ο νέος υπουργός Προστασίας του συστήματος, Θεοδωρικάκος, στα χνάρια του προηγούμενου, ήδη μετρά στο ενεργητικό του άγρια χτυπήματα σε διαδηλώσεις φοιτητών, εκπαιδευτικών, αντιφασιστικών πρωτοβουλιών, καρτέρια σε γραφεία πολιτικών οργανώσεων, εκτέλεση και τραυματισμούς Ρομά, θανάτους προσφύγων. Η επιχείρηση αλλοίωσης γεγονότων και συγκάλυψης των δολοφονικών ευθυνών των αστυνομικών και της κυβέρνησης ανάγεται σε τέχνη, με υψηλή προβολή από τα καθεστωτικά ΜΜΕ», συμπληρώνει.
Μόλις την επόμενη ημέρα, την Τρίτη, οι ορδές των ΜΑΤ επιτέθηκαν σε διαδηλωτές που αποχωρούσαν από συγκέντρωση διαμαρτυρίας για την υποχρεωτική λήψη DNA από συλληφθέντες. Η επίθεση εκτυλίχθηκε μέρα μεσημέρι στο κέντρο της Αθήνας, μπροστά στα έκπληκτα μάτια κατοίκων, εργαζομένων και περαστικών που είδαν τα ΜΑΤ να κυνηγούν, να ξυλοκοπούν άτομα πεσμένα στο έδαφος, ακόμα και να σπάνε την τζαμαρία καταστήματος, τραυματίζοντας γυναίκα στο εσωτερικό του, υπό την ιαχή «είμαι τρελός». Την ίδια φράση που φέρεται να είπε αστυνομικός στους Ρομά που πυροβόλησε στον Γέρακα, το μακρινό 2012.