Ανάλυση
Γιώργος Κρεασίδης
Αιμιλία Τσαγκαράτου
Έχουμε χορτάσει από αντιδραστικές τομές στην εκπαίδευση, που βεβαίως όλες ψηφίζονται στο βαθύ καλοκαίρι. Κινδυνεύουμε από έναν μιθριδατισμό, από τη συνήθεια στο αντιεκπαιδευτικό «δηλητήριο». Ο νόμος που πέρασε η κυβέρνηση την Τετάρτη συμπυκνώνει βασικές επιδιώξεις του συστήματος για το σχολείο και χαράζει δρόμους υλοποίησης. Στο χέρι του κινήματος είναι να τον τινάξει στον αέρα.
Σχολείο για μια ελαστική αγορά εργασίας
Η κυβέρνηση ψήφισε την Τετάρτη ακόμα ένα αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο με κλειστά σχολεία προκειμένου να περάσει μέτρα που προκαλούν αντιδράσεις, όπως έδειξαν οι εκπαιδευτικές κινητοποιήσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Με το νομοσχέδιο για την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και τη λεγόμενη αυτονομία των σχολικών μονάδων έρχεται ένα πισωγύρισμα δεκαετιών, με επιδίωξη την αυταρχική θωράκιση της αντιδραστικής εκπαιδευτικής πολιτικής.
Στο ερώτημα τι σχολείο θέλει η ΝΔ, η απάντηση βρίσκεται σε μια άλλη ερώτηση: τι είδους εργαζόμενο θέλει. Η τηλεργασία και οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις απαιτούν εργαζόμενο χωρίς μόρφωση και γνώση αλλά με ληξιπρόθεσμη κατάρτιση και δεξιότητες της αγοράς. Μαζί με τον αποκλεισμό των παιδιών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων από το πανεπιστήμιο, πάει πακέτο και η αλλαγή του περιεχομένου της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε όλες τις βαθμίδες.
Αυτή η στρατηγική που έχει τη σφραγίδα της ΕΕ και του ΟΟΣΑ επιβάλλει την τράπεζα θεμάτων και το εξεταστικοκεντρικό λύκειο, την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) που προκάλεσε τη δίκαιη οργή με τον μαζικό αποκλεισμό από το πανεπιστήμιο αλλά και τους ταξικούς φραγμούς σε αυτό με εντατικοποίηση των σπουδών και πριμοδότηση των κολεγίων, όπου ελάχιστη βάση εισαγωγής είναι το πορτοφόλι.
Από την ψήφιση στην εφαρμογή υπάρχει απόσταση. Εκρηκτικό τοπίο διαμορφώνουν η οργή των εκπαιδευτικών για τα τετελεσμένα, ο θυμός της νεολαίας και των οικογενειών της για τον κόφτη της ΕΒΕ, η αγωνιστική αυτοπεποίθηση του φοιτητικού κινήματος απέναντι στην πανεπιστημιακή αστυνομία που η εισβολή της πήγε για το φθινόπωρο. Ο αυταρχισμός της Κεραμέως και της ΝΔ έχει αντίπαλο.
Αντιδραστική τομή Κεραμέως-Μητσοτάκη
Ο νόμος για την παιδεία που ψηφίστηκε την Τετάρτη αποτελεί βαθιά αντιδραστική τομή-επίθεση στο δημόσιο σχολείο, στους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς. Συμπυκνώνει και εμβαθύνει τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις από τη Διαμαντοπούλου και το πόρισμα Λιάκου, μέχρι την αξιολόγηση του Αρβανιτόπουλου και του Γαβρόγλου. Κινείται σύμφωνα με τις οδηγίες και τις εκθέσεις του ΟΟΣΑ, της ΕΕ και του ΣΕΒ, που όλες οι κυβερνήσεις ακολουθούν με ευλάβεια.
Ο ψηφισμένος νόμος έχει ακόμα πιο αντιδραστικές τομές από αυτές του αρχικού νομοσχεδίου. Κύριος στόχος να στείλει το μήνυμα στην κοινωνία και όσους εμπλέκονται με την εκπαίδευση ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να υλοποιήσει όλα όσα το εκπαιδευτικό κίνημα κατάφερε να εμποδίσει τα προηγούμενα χρόνια. Γιατί τι άλλο από προσπάθεια εμπέδωσης κλίματος φόβου και αυταρχισμού έχει η πρωτοφανής διάταξη (άρθρο 56, παρ. 4 και 5) που προβλέπει ότι η μη συμμετοχή στις διαδικασίες της αξιολόγησης συνιστά «ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο τιμωρείται με τις πειθαρχικές ποινές του άρθρου 109 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων όχι κατώτερη του προστίμου ίσου με τις αποδοχές ενός μηνός»! Ταυτόχρονα, άλλη διάταξη που προστέθηκε στο αρχικό σχέδιο νόμου προβλέπει «τη δυνατότητα απονομής επιπλέον ανταμοιβής ως κίνητρο απόδοσης σε περίπτωση επίτευξης καθορισμένων στόχων από τους Συμβούλους του ΙΕΠ, στο πλαίσιο των επιστημονικών τους καθηκόντων»! Περικοπή μισθού λοιπόν για τους μάχιμους εκπαιδευτικούς της τάξης, μπόνους στους συμβούλους του ΙΕΠ για να έχουν κίνητρο ακόμα μεγαλύτερης πίεσης στην υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής.
Ο νόμος είναι ανάγκη για το σύστημα. Όπως τονίζει χαρακτηριστικά το ΝΑΡ εκπαιδευτικών σε ανακοίνωσή του, «[…] ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός για να επιβιώσει έχει ανάγκη την ακόμα βαθύτερη εκμετάλλευση των εργαζομένων και της νεολαίας, σε ένα ακόμα σκληρότερο καθεστώς ανελευθερίας και καταστολής. Η εκπαίδευση αποτελεί κομβικό πεδίο για την υλοποίηση αυτής της πολιτικής. Κυβέρνηση και κεφάλαιο θέλουν να παίξει η εκπαίδευση καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση από τη μια εκείνου του εργατικού δυναμικού που θα είναι ευέλικτο, αναλώσιμο, μιας χρήσης και από την άλλη, η νεολαία και οι εκπαιδευτικοί να εμπεδώσουν όλα τα ιδεολογήματα του συστήματος προκειμένου η νέα γενιά να γίνει βορά στην κερδοφορία τους με τους εκπαιδευτικούς να πρέπει να βάζουν πλάτη σε αυτό. Γι’ αυτό ακριβώς οι εκπαιδευτικοί πρέπει να εμπεδώσουν ότι ο μόνος τρόπος επιβίωσής τους στον άκρατο ανταγωνισμό είναι η αποτελεσματική επιβολή της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής στους μαθητές τους και η συνεχής λογοδοσία τους στην εξουσία. Η δημιουργία ενός πανοπτικού συστήματος συνεχούς ελέγχου και αξιολόγησης δεν είναι απλά μια ιδεολογική εμμονή. Είναι προϋπόθεση για την επίτευξη όλης της αντιεκπαιδευτικής και αντεργατικής πολιτικής στο σύνολό της. Οι μαθητές και η νεολαία πρέπει να εμπεδώσουν ότι ο μόνος τρόπος επιβίωσης στην καπιταλιστική αρένα είναι το αέναο κυνηγητό δεξιοτήτων και προσόντων μιας χρήσης, μέσα από μια απέραντη διαδικασία εξετάσεων και πιστοποιήσεων».
Για να υλοποιηθούν αυτά, δημιουργείται ένας πολυπρόσωπος, ιεραρχικός μηχανισμός ελέγχου και αξιολόγησης, επιβάλλεται η αξιολόγηση εκπαιδευτικών και μαθητών ως εργαλείο υπακοής και πειθάρχησης και νομοθετείται η «αυτονομία» της σχολικής μονάδας.
Οι στελεχικές δομές που θεσπίζονται αποτελούν ένα σκληρό ιεραρχικό μοντέλο, που θα «πνίγει» τον εκπαιδευτικό της τάξης, ο οποίος θα είναι ο τελευταίος που θα έχει λόγο για την εκπαιδευτική διαδικασία. Οι «επόπτες ποιότητας της εκπαίδευσης» παραπέμπουν σε ορολογία επιχείρησης, όχι τυχαία, καθώς το σχολείο-επιχείρηση πρέπει να ελέγχει αν το «προϊόν» του είναι «αποτελεσματικό». Σε αυτήν τη λογική «κουμπώνουν» και οι διατάξεις για την αξιολόγηση των μαθητών και την ελληνική PISA, αφού δεν υπάρχει πουθενά σύστημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, που να μην έχει άμεση σχέση με την αξιολόγηση των μαθητών. Η μόρφωση ως προνόμιο μόνο των λίγων και των «αρίστων» χρειάζεται σαφέστατα μηχανισμούς διαχωρισμού και απόρριψης, τη μετατροπή της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε μια ατέρμονη αξιολόγηση.
Σε αυτά τα πλαίσια, η πολύ σοβαρή τομή της «ελληνικής PISA», με εξετάσεις για την Γ΄ Γυμνασίου και την ΣΤ΄ Δημοτικού, θα μετατρέψει την εκπαιδευτική διαδικασία σε «προγύμναση» για την επιτυχία στις εξετάσεις κοπής ΟΟΣΑ. Η «ελληνική PISA» θα είναι το όχημα μέσω του οποίου θα «αποδεικνύεται» ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και οι εκπαιδευτικοί του «δεν είναι επαρκείς», συνεπώς θα απαιτείται μεγαλύτερη εντατικοποίηση στην εκπαιδευτική διαδικασία και πιο σκληρή αξιολόγηση για εκπαιδευτικούς και μαθητές. Παράλληλα, θα κατηγοριοποιεί ταξικά τα σχολεία με βάση τα αποτελέσματα, αφού τα σχολεία των λαϊκών, εργατικών γειτονιών, όπως δείχνουν και τα αποτελέσματα του διεθνούς διαγωνισμού, είναι εκείνα που συνήθως αποτυγχάνουν να πιάσουν «τους δείκτες».
Οι στελεχικές δομές που θεσπίζονται αποτελούν ένα σκληρό ιεραρχικό μοντέλο, που θα «πνίγει» τον εκπαιδευτικό της τάξης· θα είναι ο τελευταίος που θα έχει λόγο για το σχολείο
Η αξιολόγηση στελεχών και εκπαιδευτικών αποτελεί βασικό πυλώνα του νόμου. Οι τομείς της αξιολόγησης σε κάθε πλευρά της παιδαγωγικής και υπηρεσιακής δραστηριότητας πολύ εύκολα γίνονται ρουμπρίκες και «κουτάκια», κατά τα πρότυπα του ΠΔ 152 του Αρβανιτόπουλου και της κυβέρνησης Σαμαρά για την ατομική αξιολόγηση. Άλλωστε, προβλέπεται η ψηφιακή καταγραφή κάθε δραστηριότητας. Ο εκπαιδευτικός ισοπεδώνεται από τον οδοστρωτήρα οδηγιών, καταρτίσεων και αξιολογήσεων, συνθλίβεται μέσα σε μια ατελείωτη αλληλοδιαπλοκή του παιδαγωγικού και υπηρεσιακού ελέγχου. Με διάταξη που προστέθηκε και αυτή στο αρχικό σχέδιο νόμου, δίνονται ακόμα μεγαλύτερες αρμοδιότητες στον διευθυντή της σχολικής μονάδας, αφού θα έχει «υπαλλακτικό» τρόπο άσκησης των καθηκόντων του/της, σε απλά ελληνικά ό,τι δεν κάνει ο σύλλογος διδασκόντων για οποιονδήποτε λόγο, θα το κάνει ο διευθυντής σε συνεργασία με τον σχολικό σύμβουλο (άρθρο 97). Η διάταξη αυτή κύριο στόχο έχει να πατάξει κάθε φωνή αντίστασης στην εκπαιδευτική πολιτική και στην αξιολόγηση.
Όσο για την «αυτονομία» της σχολικής μονάδας, μπορεί ο Μητσοτάκης στη Βουλή να δηλώνει ότι «απελευθερώνονται οι εκπαιδευτικοί από τον έλεγχο του Υπουργείου με περισσότερη ελευθερία στους εκπαιδευτικούς» (!), όμως ξέρουμε ότι η «αυτονομία» αυτή ουσιαστικά σημαίνει «διαζύγιο» του δημόσιου σχολείου από τις πραγματικές μορφωτικές ανάγκες των μαθητών/τριών, «αυτονομία» από την υποχρέωση του κράτους να χρηματοδοτεί τη σχολική μονάδα με βάση τις ανάγκες της, αφού ο σχολικός χώρος θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τρίτους με εισιτήριο και το σχολείο θα πρέπει να αναζητά χορηγούς. Σοβαρή πλευρά των διατάξεων αυτών αποτελεί και η εμπέδωση της απλήρωτης δουλειάς, αφού δραστηριότητες που εισάγονται εκτός διδακτικού ωραρίου (όπως οι εκπαιδευτικοί όμιλοι) θα «αμείβονται» με μόρια στη διαδικασία της αξιολόγησης.
ΣΥΡΙΖΑ: Στο απυρόβλητο η μείωση των φοιτητών
▸ «Κατάργηση της ΕΒΕ», όταν γίνει κυβέρνηση, αντί για κίνημα σήμερα
Συζητήθηκε αρκετά η εξαγγελία Τσίπρα ότι θα καταργήσει την ελάχιστη βάση εισαγωγής, η κατάθεση σχετικής τροπολογίας αλλά και η δέσμευση ότι αν έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, οι μαθητές που αποκλείονται, θα μπορούν να κάνουν εκ νέου βιογραφικό. Καταρχήν δείχνει την απονομιμοποίηση της ΕΒΕ σαν αντιεκπαιδευτικό μέτρο.
Δείχνει όμως και το είδος και της αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, που επενδύει στην κοινοβουλευτική εναλλαγή και την… υπομονή. Στον ορίζοντα του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει η προοπτική του εκπαιδευτικού κινήματος που θα ανατρέψει πολιτική της ΝΔ. Δύσκολα θα περιμένουν οι μαθητές την αλλαγή κυβέρνησης, πιθανά σε δύο χρόνια που είναι προγραμματισμένες οι εκλογές. Όμως η ζωή δείχνει ότι τα μέτρα της ΝΔ σκοντάφτουν μόνο στη δυναμική του κινήματος, όπως με την πανεπιστημιακή αστυνομία, ενώ δυσπιστία για τις δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ προκαλεί η ανάμνηση από τις κωλοτούμπες της κυβέρνησης Τσίπρα.
Υπάρχει όμως και μια άλλη κρίσιμη πλευρά. Η ΕΒΕ, μαζί με την ένταξη των ΙΕΚ στο μηχανογραφικό με τις σχολές που επιλέγουν οι μαθητές, είναι ένα ακραίο μέτρο για να υλοποιηθούν συγκεκριμένοι στόχοι. Αυτοί των εκθέσεων και οδηγιών της ΕΕ, του ΟΟΣΑ και του ΣΕΒ, που ζητούν μείωση των φοιτητών,
κατηγοριοποίηση ή και κλείσιμο σχολών «χαμηλής ζήτησης» και ώθηση των νέων στο κύκλωμα κατάρτισης.
Αυτό τον στόχο υπηρέτησε και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με το εξεταστικοκεντρικό «νέο λύκειο», τον μηχανισμό κατάργησης τμημάτων σε γενικά και επαγγελματικά λύκεια σαν «ολιγομελών», τη διάκριση σε «πράσινες» και «κόκκινες» σχολές και τους υποβαθμισμένους διετείς κύκλους σπουδών «για όσους δεν τα καταφέρνουν», την ενίσχυση των κολεγίων. Γι’ αυτό δεν κάνει λόγο για συνολική κατάργηση των φραγμών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Για μια δημόσια δωρεάν παιδεία των αναγκών και δικαιωμάτων
Το εκπαιδευτικό και λαϊκό κίνημα θα παλέψει για το δικαίωμα στη μόρφωση και την εργασία μέσα από την υπεράσπιση της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης. Απαιτεί να μην εφαρμοστούν και να καταργηθούν οι νόμοι Κεραμέως και Χρυσοχοΐδη που δένουν σαν θηλιά την παιδεία. Απαιτεί και ένα πλαίσιο διεκδικήσεων που θα δικαιώνει την πάλη για τις ανάγκες και τα δικαιώματα της νέας γενιάς, χωρίς να καθηλώνεται στην υπεράσπιση του σημερινού σχολείου της κρίσης.
Κρίσιμο αίτημα είναι η διεκδίκηση της πρόσβασης στην εκπαίδευση. Δημόσια δωρεάν δίχρονη προσχολική αγωγή και ενιαίο δωδεκάχρονο σχολείο για όλα τα παιδιά, προσβάσιμο στη γειτονιά, στο χωριό, στο νησί.
Με γενναία αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης, ώστε να διασφαλίζεται η υποδομή, ο εξοπλισμός, το βιβλίο. Με μαζικές μόνιμες προσλήψεις εκπαιδευτικών στη βάση των πραγματικών αναγκών.
Με διασφάλιση της δημοκρατικής λειτουργίας, των εργασιακών δικαιωμάτων, της παιδαγωγικής ελευθερίας και της συνδικαλιστικής δράσης εκπαιδευτικών και μαθητών.
Με νέα προσέγγιση του περιεχομένου από την σκοπιά των κοινωνικών αναγκών και της χειραφέτησης από την άγνοια και τον σκοταδισμό. Σχολείο που δεν θα είναι ξεκομμένο από τη ζωή, με ύλη χωρίς εντατικοποίηση και ασυνέχειες. Με αποκατάσταση της γνώσης και της κριτικής σκέψης αντί της αποσπασματικότητας, της τυποποίησης, της παπαγαλίας, των δεξιοτήτων της αγοράς. Για να μπορούν οι νέοι να γνωρίζουν τον κόσμο, ώστε να μπορούν να τον αλλάζουν, να αποκτούν δημοκρατική συνείδηση και αλληλεγγύη.
Με ελεύθερη πρόσβαση στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, απελευθερωμένη από την ψυχοφθόρα και αντιπαιδαγωγική λογική των εξετάσεων αλλά και την εμπορευματοποίηση της λαχτάρας για σπουδές.