Δημήτρης Γρηγορόπουλος
1980 ● Πεθαίνει ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο.
1991 ● Σλοβενία και Κροατία ανακηρύσσουν την ανεξαρτησία τους.
1992 ● Συγκρούσεις Μουσουλμάνων, Κροατών και Σέρβων στη Βοσνία.
1992 ● ΕΟΚ, ΝΑΤΟ, ΗΠΑ αναγνωρίζουν τις αποσχισθείσες δημοκρατίες.
1995 ●Συμφωνία ειρήνης στο Ντέιτον.
1998 ● Οξύνονται στο Κόσοβο οι συγκρούσεις Αλβανών και Σέρβων.
1999 ● Επίθεση του ΝΑΤΟ.
2001 ● Έκδοση εντάλματος από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, σύλληψη και φυλάκιση Μιλόσεβιτς.
2006 ● Θάνατος Μιλόσεβιτς στο κελί.
Πριν από 20 χρόνια, στις 3 Ιουλίου του 2001, άρχισε στη Χάγη, στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ), η δίκη
του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, με την κατηγορία του πολιτικού υπεύθυνου για εγκλήματα κατά του πληθυσμού και εθνοκάθαρση. Ανεξάρτητα από τις ευθύνες του Μιλόσεβιτς και του καθεστώτος του για τον δραματικό εμφύλιο στη Γιουγκοσλαβία, βασικοί υπεύθυνοι του διαμελισμού της ομόσπονδης χώρας βρίσκονταν σε ρόλο κατήγορου, ενώ θα έπρεπε να είναι κατηγορούμενοι: οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, η Γερμανία και συνολικά η ΕΟΚ/ΕΕ.
Στις 3 Ιουλίου του 2001 άρχισε στη Χάγη, στα πλαίσια του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ), η ακροαματική διαδικασία μιας πρωτοφανούς στα χρονικά δίκης. Κατηγορούμενος δεν ήταν ένας στρατιωτικός ή παραστρατιωτικός ως φυσικός αυτουργός εγκλημάτων αλλά ένας αρχηγός κράτους, ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς ως πολιτικός υπεύθυνος για εγκλήματα κατά άμαχου πληθυσμού και εθνοκάθαρση. Το ΔΠΔ είχε συσταθεί το 1993, διαρκούντος του εμφυλίου πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, απ’ το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, στο οποίο, μετά τη μεταπολίτευση στην ΕΣΣΔ, πλειοψηφούσαν απόλυτα οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Δύσης. Η πρωτοφανής αυτή δίκη είχε σκόπιμα συμβολική αναλογία με την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Νυρεμβέργης κορυφαίων στελεχών του Ναζιστικού καθεστώτος.
Η αμεροληψία της παραπομπής ήταν εξαρχής έωλη. Παραπέμφθηκε σε δίκη ο Μιλόσεβιτς, ενώ τη βασική ευθύνη για τον εμφύλιο πόλεμο και τα τραγικά επακόλουθά του, φέρουν οι Αμερικάνοι και οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, που ενθάρρυναν και υποκίνησαν τις αποσχιστικές τάσεις και έσπευσαν ν’ αναγνωρίσουν τις αποσχισθείσες δημοκρατίες. Στο δικαστήριο ο Μιλόσεβιτς κατήγγειλε το ΝΑΤΟ ως τον πραγματικό ένοχο: «Ο σκοπός αυτής της δίκης είναι να δημιουργηθεί μία ψευδής δικαιολογία για τα εγκλήματα πολέμου που διέπραξε το ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία… ένα απ’ τα όργανα αυτού του πολέμου είναι το παράνομο δικαστήριό σας».
Η θέση των ιμπεριαλιστών για τον εμφύλιο πόλεμο και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ήταν μονόπλευρη, απλουστευτική και προσχηματική. Βάση αυτής της αντίληψης ήταν η θέση ότι οι εθνότητες της Γιουγκοσλαβίας είχαν εξαρχής εθνικές, θρησκευτικές, πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές αντιθέσεις που δεν εκδηλώνονταν εκρηκτικά λόγω της σιδηράς πυγμής της διακυβέρνησης του Τίτο με το δόγμα «μη ισχυρή Σερβία για ισχυρή Γιουγκοσλαβία». Μετά τον θάνατό του όμως, οι αντιθέσεις εκδηλώθηκαν έντονα και οξύνθηκαν από την τάση του σερβικού εθνικισμού να διατηρήσει την εθνική και κρατική ενότητα με τη σαφή υπερίσχυση και επιβολή των Σέρβων. Οι αμερικανονατοϊκοί θεωρούσαν ότι αυτή η εμμονή των Σέρβων οδήγησε στον εμφύλιο πόλεμο, με αγριότητες και πράξεις γενοκτονίας εκ μέρους τους.
Στην πραγματικότητα, η Γιουγκοσλαβία δεν ήταν κρατικό μόρφωμα τεχνητό, εκβιασμένο με ολιγόχρονη ενοποίηση σλαβικών εθνοτήτων. Το 1918 είναι ιστορική ημερομηνία, αφού δημιουργείται το Ηνωμένο Βασίλειο Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων. Μετά την κατάκτηση της χώρας από τους Γερμανούς, αναπτύσσεται μεγάλο αντιστασιακό κίνημα, στο οποίο συμμετέχουν παρτιζάνοι από όλες τις εθνότητες. Με τη βασιλεία και τους Γερμανούς συμπαρατάσσονται τμήματα από Κροάτες και Σέρβους (Τσέτνικς). Το 1945 ιδρύεται η ομοσπονδιακή λαϊκή δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, με πρόεδρο τον Τίτο, στην οποία συμμετέχουν αυτόβουλα όλες οι γιουγκοσλαβικές εθνότητες. Με τη μεταρρύθμιση του 1974 ενισχύθηκε η αποκέντρωση του ομοσπονδιακού κράτους υπέρ των ομόσπονδων περιφερειών. Μετά το θάνατο του Τίτο ενισχύονται οι εθνικιστικές τάσεις, ήταν όμως μειοψηφικές και επομένως δεν ήταν καθόλου νομοτελειακή η εξέλιξή τους σε εθνική διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας.
Το βασικό επιχείρημα των ιμπεριαλιστών ότι την κύρια ευθύνη για τον εμφύλιο πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία επωμίζεται ο σερβικός εθνικισμός, εδράζεται σε ένα περιβόητο υπόμνημα της σερβικής ακαδημίας τεχνών και επιστημών, στο οποίο καταδικάζεται η ανακατανομή της εξουσίας βάσει της συνταγματικής αλλαγής του 1974 υπέρ των έξι δημοκρατιών και των δύο αυτόνομων επαρχιών, Βοϊβοντίνα και Κόσοβο.
Το υπόμνημα όζει εθνικισμού και υπερσυγκεντρωτισμού αλλά εκδόθηκε το 1986 ως άποψη ενός πνευματικού ιδρύματος και όχι από ανώτατο κρατικό όργανο. Το να εμφανίζεται λοιπόν ως causa belli (αιτία πολέμου) είναι πρόσχημα και άλλοθι τραβηγμένο από τα μαλλιά. Οι εθνικιστικές τάσεις δεν γιγαντώθηκαν από αυτό το υπόμνημα ή από άλλες ήσσονες εκδηλώσεις του σερβικού εθνικισμού αλλά από τον δάκτυλο του ΝΑΤΟ και της ΕΟΚ. Αντί η ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ αλλά και ο ΟΗΕ, να αναλάβουν πρωτοβουλία για να αποφευχθεί η διάσπαση της χώρας και ο αναπόφευκτος, επομένως, εμφύλιος πόλεμος, έριξαν λάδι στη φωτιά σπεύδοντας να αναγνωρίσουν τις δημοκρατίες της Κροατίας, της Σλοβενίας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αμέσως σχεδόν μετά την κήρυξη της ανεξαρτησίας τους.
Η ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ έριξαν λάδι στη φωτιά των εθνοτικών συγκρούσεων και του εμφυλίου
Μετά την ειρήνη του Ντέιτον το σχέδιο του ιμπεριαλισμού για τη διάσπαση και την καντονοποίηση της Γιουγκοσλαβίας, με αποδυναμωμένη τη Σερβία, δεν είχε ολοκληρωθεί. Έμενε το Κόσοβο, «ιερή περιοχή» για τους Σέρβους, με έντονη παρουσία πληθυσμού αλβανικής καταγωγής. Στο Κόσοβο εμφανίζεται ο απελευθερωτικός στρατός του Κοσόβου UCK, που με ένοπλες επιθέσεις απαιτεί αυτονόμηση της περιοχής. Το 1998 η ένταση αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο, με επιθέσεις αμφοτέρωθεν κατά του αλβανικού και σερβικού πληθυσμού.
Τότε δέκα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ δράττονται της ευκαιρίας για να ολοκληρώσουν τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας. Με πρόσχημα την αποτροπή μιας καταστροφής ανθρωπιστικού χαρακτήρα στην περιοχή, δεν προωθούν κάποιες διαδικασίες ειρήνευσης αλλά επεμβαίνουν με χερσαίες στρατιωτικές δυνάμεις και μαζικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς για περισσότερο από δύο μήνες, σφυροκοπώντας όχι μόνο τις σερβικές περιοχές στο Κόσοβο, αλλά όλη τη Σερβία και ιδιαίτερα το Βελιγράδι. Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση, ο Μιλόσεβιτς αναγκάζεται να συνθηκολογήσει και να αναγνωρίσει την αυτονομία του Κοσόβου.
Η εγκληματική επέμβαση των νατοϊκών ιμπεριαλιστών για τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας ολοκληρώνεται με το ένταλμα σύλληψης του Μιλόσεβιτς το 2001 από το ΔΠΔ. Ο Μιλόσεβιτς ως αποδιοπομπαίος τράγος φορτώνεται την ευθύνη για τους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία και τα ειδεχθή εγκλήματα που διαπράχθηκαν στη διάρκειά τους, σε μία προσπάθεια πολιτικής και ηθικής νομιμοποίησης της ιμπεριαλιστικής επέμβασης και διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας.