της Αιμιλίας Τσαγκαράτου από τον Σελιδοδείκτη
▸ Ένας χρόνος από τη δολοφονία Φλόιντ
Με λένε Τζορτζ, ζω σε μια χώρα που η ζωή αξίζει όσο ένα υποτιθεμένο πλαστό εικοσαδόλαρο, με πατούν με το γόνατο στο λαιμό μέχρι θανάτου, είμαι ένας φτωχός αφροαμερικανός. Δεν μπορώ να ανασάνω. Με λένε Τζον, προσβλήθηκα από τον κορονοϊό, τα πνευμόνια μου καταρρέουν, δεν μπορώ να πάω στο νοσοκομείο να μπω σε αναπνευστήρα, είμαι ανασφάλιστος. Δεν μπορώ να ανασάνω. Με λένε Κάρμεν, ζω φυλακισμένη σε στρατόπεδο κράτησης στα σύνορα των ΗΠΑ, μακριά από τα παιδιά μου, δεν χωράω πουθενά, είμαι πρόσφυγας. Δεν μπορώ να ανασάνω. Με λένε Ραμόν, ήρθα από το Μεξικό για μια καλύτερη ζωή, με ανάγκασαν να δουλέψω στο εργοστάσιο με πυρετό, μου έδωσαν χάπια και μου είπαν να γυρίσω πίσω στη δουλειά, είχα Covid-19, το διέγνωσαν λίγο πριν το τέλος, είμαι μετανάστης. Δεν μπορώ να ανασάνω. Τα σύμβολα στη Μινεάπολη καίγονται. Το σύμπλεγμα των διαμερισμάτων στο οποίο καλούνται να ζήσουν τα θύματα των εξώσεων με ένα εφάπαξ βοήθημα 1200 δολαρίων. Τα αστυνομικά τμήματα που χρόνια τώρα χτυπούν και σκοτώνουν με βάση το χρώμα του δέρματος. Τα πολυκαταστήματα, ναοί του αμερικάνικου καταναλωτισμού, που όλο και περισσότεροι άνθρωποι ψάχνουν στα σκουπίδια τους για να χορτάσουν την πείνα τους.
Όπως έλεγε και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ «η εξέγερση είναι η φωνή αυτών που δεν ακούγονται».
Πολλοί άνθρωποι από όλο τον κόσμο γράφουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Θα ανασάνουμε εμείς για σας που δεν μπορείτε». Σωστά. Όμως ο Τζορτζ, ο Τζον, η Κάρμεν, ο Ραμόν δεν θέλουν μόνο αυτό. Το ερώτημα που πλανάται σήμερα, περισσότερο από ποτέ, δεν είναι αν θα ανασάνουμε εμείς, που έχουμε ακόμα μια ψευδαίσθηση ελεύθερου αέρα και που παρακολουθούμε με κομμένη την ανάσα όλα αυτά που συμβαίνουν, για όλους εκείνους που πνίγονται. Το αμείλικτο ερώτημα είναι πώς και πότε θα μπορέσουμε όλοι μαζί, καταπιεζόμενοι και θύματα είτε της βίας που βάζει το γόνατο στο λαιμό μέχρι θανάτου είτε της βίας της ανεργίας, της φτώχιας, του ξεριζωμού να μετατρέψουμε την κομμένη μας ανάσα σε φωνή που θα διεκδικεί όχι απλά το τέλος της αστυνομικής βίας και ένα επίδομα για να βγάλουμε τα δύσκολα, αλλά μία κοινωνία που τα αστυνομικά τμήματα θα υπάρχουν μόνο στα βιβλία της ιστορίας, που η φτώχια, η πείνα, η μετανάστευση, η εκμετάλλευση θα είναι απλά λήμματα στα λεξικά. Γιατί δεν φτάνει να καίγονται τα σύμβολα – αν και παρακολουθούμε με άγρια χαρά των ξεσηκωμό από άκρη σε άκρη των ΗΠΑ. Όπως έλεγε και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ «η εξέγερση είναι η φωνή αυτών που δεν ακούγονται». Πρέπει να πάψουν να υπάρχουν αυτά που εκπροσωπούν. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να πούμε: Επιτέλους, μπορούμε να ανασάνουμε!