Έφη Καραχάλιου
Κερδίζοντας πρόσφατα το Όσκαρ καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας στη φετινή απονομή των Όσκαρ καθώς και το Όσκαρ Α’ γυναικείας ερμηνείας για τη Φράνσις ΜακΝτόρμαντ το Nomadland στρέφει το βλέμμα στους ανθρώπους του περιθωρίου και τοποθετείται λίγο μετά την οικονομική κρίση του 2008.
Τα απόνερα αυτής της δομικής κρίσης του συστήματος, σπρώχνουν τη Φερν, μια μεσήλικη πρώην καθηγήτρια και αρκετούς άλλους ανθρώπους στην εσωτερική μετανάστευση. Στο αχανές τοπίο της Νεβάδας, όπου παρεμβάλλονται μερικά τροχόσπιτα, δημιουργούνται κοινότητες νομάδων που αποφασίζουν να μείνουν στον δρόμο και να επιβιώσουν συλλογικά, κόντρα στο αδηφάγο πρότυπο ζωής και κατανάλωσης. Ούτως ή άλλως αυτή είναι η πολιτική σημειολογία της λέξης νομάς που προσομοιάζει με «εργατική αταξία», δηλαδή την άρνηση του εργάτη να ενταχθεί στο πλαίσιο παραγωγής, προσφέροντας την εργατική του δύναμη με σκοπό την παραγωγή υπεραξίας. Αντίθετα, την διασπείρει, όχι από οκνηρία αλλά από επιλογή, όπως η Φερν που δουλεύει στο εργοστάσιο της Amazon για τα προς το ζην. Παράτησε την πρότερη ζωή της και διανύει χιλιόμετρα, αφήνοντας πίσω της το τσαλακωμένο αμερικάνικο όνειρο, αφού το εργοστάσιο γύψου όπου δούλευε πτώχευσε και «εξαφάνισε» μαζί του όλη την τοπική κοινότητα μέχρι και τον ταχυδρομικό της κώδικα.
Η Κλόε Ζάο, η πρώτη μη λευκή γυναίκα που κερδίζει Όσκαρ σκηνοθεσίας καταγράφει τη ζωή των «από κάτω» στην Αμερική με ένα καλογυρισμένο δράμα
Η σκηνοθέτης αλλά και παραγωγός και σεναριογράφος, είναι ασιατικής και αμερικάνικης καταγωγής, δίνοντας μια διεθνιστική ματιά στην κοινότητα των νομάδων. Έτσι, λείπει η καλτ οπτική της αμερικάνικης επαρχίας και τα πλάνα από το εσωτερικό των τροχόσπιτων θυμίζουν εικόνες από τα στενόχωρα δωμάτια των εργατικών κατοικιών του Χονγκ Κονγκ. Η οπτική της δεν είναι ωστόσο τόσο στενά πολιτική και (νεο)ρεαλιστική όσο π.χ. του Κεν Λόουτς, γιατί επενδύει συναισθηματικά στους ήρωες και η περίπτωση της Φερν προκαλεί συμπάθεια στον θεατή αλλά όχι οίκτο. Αυτό οφείλεται και στη στιβαρή, καθαρή και ειλικρινή ερμηνεία του χαρακτήρα από τη Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, που αναδεικνύει κάθε λεπτή απόχρωση των συναισθημάτων μπροστά σε ένα λιτό και αχανές φυσικό τοπίο. Η Φερν είναι αποκύημα της κρίσης του 2008, με τον ίδιο τρόπο που ο χαρακτήρας του αλήτη Τσάρλι Τσάπλιν σημάδεψε τον κινηματογράφο μετά το Κραχ, ως ένα παράδειγμα λούμπεν προλεταριάτου που δεν χωρά στις κοινωνικές νόρμες και αναζητά μια διαφυγή από την πραγματικότητα. Ακόμη κι έτσι, η Κλόε Ζάο αναδεικνύει την κοινωνική αντίθεση μέσα από την κοινωνία των νομάδων, που αντιστέκεται στην αλλοτρίωση και τον ανταγωνισμό αλλά προωθεί τη συντροφικότητα και την αλληλεγγύη. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 20 εκατομμύρια Αμερικανοί, μην μπορώντας να συντηρήσουν μια σταθερή στέγη, επιλέγουν το τροχόσπιτο, επομένως αυτό αποτελεί μια ταξική λύση στο εντεινόμενο πρόβλημα στέγασης που αντιμετώπισαν οι ΗΠΑ, ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση της «φούσκας» των στεγαστικών δανείων από το 2008 και έπειτα.
Είναι εξίσου ενδιαφέρουσα η συνεχώς μεταβαλλόμενη έννοια του (δημόσιου) χώρου με το παράδειγμα του τροχόσπιτου, με την ύπαρξη ταυτόχρονα ενός σταθερού σημείου, αυτού του ιδιωτικού χώρου στο εσωτερικό του. Εκεί η Φερν γίνεται πιο ευάλωτη και αντιμετωπίζει το αίσθημα μοναχικότητας αλλά όχι μοναξιάς, που συνοδεύεται από τον τρόπο ζωής της. Γιατί παρά την απόσταση που έχει αποκτήσει από τη δική της οικογένεια, έχει καταφέρει να δημιουργήσει το δικό της σπιτικό, όπως απαντά και η ίδια: «I’m not homeless. I’m just houseless. Not the same thing right?».