‘Εφη Καραχάλιου
Το Χόλιγουντ φαίνεται να «συγκινείται» από την προσέγγιση ταξικών θεμάτων και καταπιεσμένων ομάδων, όπως πέρυσι με τα Παράσιτα. Σε αρκετά παρόμοιο στυλ έρχεται φέτος η ταινία Minari, με βιωματική σκοπιά.
Η ταινία Minari είναι υποψήφια για έξι βραβεία Όσκαρ και συγκαταλέγεται, μαζί με το Mank και το Nomadland, στα φαβορί για το αυτό της καλύτερης ταινίας. Ασχολείται με μια οικογένεια Κορεατών που μετακομίζει από την Καλιφόρνια σε μια φάρμα στο επαρχιακό Αρκάνσας ψάχνοντας μια καλύτερη ζωή τη δεκαετία του ’80.
Η οικογένεια του Τζάκομπ και της Μόνικα διαπνέεται από τις κλασικές (βουδιστικές) αρχές που διαπνέουν τις ασιατικές κοινότητες, δηλαδή τον σεβασμό απέναντι στη φύση, τους ευγενικούς τρόπους και κυρίως την πεποίθηση ότι με σκληρή δουλειά θα υπάρξει ελπίδα. Η ήσυχη και πασιφιστική κοσμοθεωρία τους θα επαναπροσδιοριστεί τόσο από τον ρατσισμό της αμερικάνικης κοινωνίας όσο και από την άφιξη της γιαγιάς Σουν-τζα της οικογένειας, που «μυρίζει Κορέα». Η φιγούρα της γίνεται πυροδότης εκρήξεων και μικροεντάσεων καθώς η ίδια δεν συμβιβάζεται εύκολα και έχει μια ιδιόρρυθμη συμπεριφορά. Έτσι, δημιουργείται ένα σύνθετο πλέγμα οικογενειακών σχέσεων, που εξελίσσεται παράλληλα με τον αγώνα της για επιβίωση. Το πολυπόθητο αμερικάνικο όνειρο δεν τσακίζεται μεμιάς, ωστόσο ξεθωριάζει σταδιακά, στους ίδιους υπόκωφους τόνους που διεξάγεται και το δράμα αυτής της οικογένειας. Τελικά, η οικογένεια σαν το «μινάρι», ένα ζαρζαβατικό ανάμεσα στο σέλινο και τον μαϊντανό που φυτρώνει με ελάχιστες απαιτήσεις, θα βρει τον δρόμο της και θα «ευδοκιμήσει» στα άγονα εδάφη του αμερικάνικου νότου.
H ταινία εξερευνά την έννοια της οικειότητας και της εγγύτητας δεδομένων των πολιτισμικών διαφορών και της μάταιης αναζήτησης της Γης της Επαγγελίας, μέσα από ισόποσες δόσεις χιούμορ και δράματος. Η πλοκή της ταινίας περιέχει αυτοβιογραφικά στοιχεία του σκηνοθέτη Λι Άιζαακ Τσανγκ, καθώς αναμετριέται με την κορεάτικη και αμερικάνικη ταυτότητά του. Ο ίδιος τοποθετείται στον ρόλο του μικρού γιου της οικογένειας, που αναπτύσσει μια ιδιαίτερα στενή σχέση με την αξιαγάπητη πλην αθυρόστομη γιαγιά. Μια από τις αρετές της ταινίας είναι η ευαισθησία με την οποία αντιμετωπίζει στωικά τα πάθη και τις αδυναμίες κάθε χαρακτήρα, κυρίως όμως η καθαρότητα των συναισθημάτων που διαπερνούν το σενάριο. Η φωτογραφία σε συνδυασμό με τις ερμηνείες των γονιών προσδίδουν τον οσκαρικό θρίαμβο που μέλλεται να ακολουθήσει. Η μητέρα, σύζυγος και κόρη Μόνικα, την οποία υποδύεται η Νοτιοκορεάτισσα ηθοποιός Γέρι Χαν, συμπυκνώνει τους πολλαπλούς ρόλους και ταυτότητες μιας οικονομικής μετανάστριας, ενώ ο Στιβ Γεάν, ως Τζάκομπ, στην αδιάκοπη αναζήτηση για να προσφέρει ένα σταθερό σπιτικό, δημιουργούν ένα δίπολο στην οικογενειακή δυναμική που προωθεί την πλοκή καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας.
Το πολυπόθητο αμερικανικό όνειρο δεν τσακίζεται μεμιάς, ωστόσο ξεθωριάζει σταδιακά
Το περσινό φαβορί, τα Παράσιτα, διαχειριζόταν με όρους μίσους και ανταγωνισμού την προσπάθεια της εργατικής τάξης να ανατρέψει την αστική. Το Minari δεν μπαίνει σ’ αυτήν τη διαδικασία, γιατί η οικογένεια προσπαθεί να ενσωματωθεί στη ντόπια εργατική τάξη. Το φετινό φαβορί Nomadland αναμετριέται με ζητήματα μνήμης και ταυτότητας. Η μνήμη για τη Φερν, που ζει ως νομάς, χωρίς μόνιμη κατοικία, είναι ταυτόχρονα τραύμα και ανάμνηση. Αντίστοιχα, η μνήμη της Μόνικα είναι κυρίως νοσταλγία για την πατρίδα και θύμηση για τα περασμένα, καθώς η άφιξη της μητέρας της αναβιώνει αυτά τα συναισθήματα. Ολόκληρη η ταινία τελικά σχετίζεται με την ανάμνηση, που την ανασύρει ο σκηνοθέτης από το θυμικό του και εμποτίζει αυτό το σπάνιο δείγμα πολυπολιτισμικού σινεμά.