Μπάμπης Συριόπουλος
Η απελευθερωμένη Αϊτή ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Η άγνωστη ιστορία του νησιού αποκαλύπτει το πώς η Γαλλική Επανάσταση διατήρησε τη δουλεία στις αποικίες. Οι μαύροι σκλάβοι κατέκτησαν μόνοι τους την ελευθερία, τραγουδώντας τη Μασσαλιώτιδα. Η αλληλεγγύη τους στην Ελληνική Επανάσταση δείχνει πως η απελευθέρωση υπερβαίνει έθνη, φυλές και την «προδοσία» της αστικής τάξης.
Με την ευκαιρία του εορτασμού των 200χρονων της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 με τη συμμετοχή των προσκεκλημένων εκπροσώπων κυβερνήσεων, επισημάνθηκε η παράλειψη από την ελληνική κυβέρνηση της πρόσκλησης εκπροσώπων από το πρώτο κράτος που αναγνώρισε την ανεξάρτητη Ελλάδα. Η Αϊτή, αυτή η νεαρή δημοκρατία της Καραϊβικής αναγνώρισε πρώτη την Ελλάδα στις 15 Γενάρη του 1822 και επιπλέον έστειλε πλοίο με 45 τόνους καφέ προς πώληση για την ενίσχυση της επανάστασης μαζί με 100 εθελοντές για να πολεμήσουν. Και οι 100 εθελοντές πέθαναν στο μακρύ και δύσκολο ταξίδι.
Η «ελευθερία» ήταν ένα παγκόσμιο ιδανικό με το νόημα που είχε αποκτήσει στο 18ο αιώνα («αιώνας των φώτων») και στις αρχές του 19ου, ξεπερνούσε ηπείρους και ωκεανούς. Οι Αϊτινοί είχαν πολεμήσει για την καθολική επικράτηση της ελευθερίας από νωρίς. Στο γαλλικό τμήμα της νήσου Ισπανιόλα (μετέπειτα Αϊτή), ήταν εκτεταμένη η χρήση αφρικανών δούλων. Η γαλλική Εθνοσυνέλευση είχε ψηφίσει από τον Αύγουστο του 1789 ότι «Οι άνθρωποι γεννιούνται και παραμένουν ελεύθεροι», στο πρώτο άρθρο της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ωστόσο στις γαλλικές αποικίες η δουλεία διατηρούνταν. Οι μαύροι δούλοι επαναστάτησαν το 1791 απαιτώντας την κατάργηση της δουλείας. Σύντομα ξεχώρισε η ηγετική μορφή του Τουσέν Λουβερτίρ, μαύρου ιακωβίνου, πρώην δούλου. Τελικά η Συμβατική Συνέλευση της Γαλλίας κατάργησε τη δουλεία το Φεβρουάριο του 1794, ωστόσο το καθεστώς του Διευθυντήριου αρχικά και ο Ναπολέοντας στη συνέχεια έστειλαν στρατεύματα για να καταστείλουν τους μαύρους επαναστάτες με ανομολόγητο σκοπό την επαναφορά της δουλείας. Οι Γάλλοι συνέβαλλαν ύπουλα τον Τουσέν Λουβερτίρ το 1802, τον έστειλαν στη Γαλλία όπου και πέθανε στη φυλακή, από πείνα και δίψα, το 1803. Η Αϊτή ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη την 1η Γενάρη του 1804, η πρώτη «μαύρη» Δημοκρατία του δυτικού ημισφαιρίου. Ο πρόεδρός της, Ζαν Πιερ Μπουαγέ, απάντησε το 1822 στην έκκληση του Αδαμάντιου Κοραή με την αναγνώριση και ενίσχυση της Ελληνικής Επανάστασης.
Η Σούζαν Μπακ-Μορς (Susan Buck-Morss) στο βιβλίο της Χέγκελ, Αϊτή και Καθολική Ιστορία διασώζει ένα στιγμιότυπο μεγάλης σημασίας: Τα γαλλικά στρατεύματα του Ναπολέοντα καθώς πλησίαζαν το στρατό των μαύρων επαναστατών της Αϊτής, συνειδητοποίησαν έκπληκτοι ότι οι τελευταίοι τραγουδούσαν τη Μασσαλιώτιδα, τον ίδιο ύμνο με αυτούς. Πως μπορεί να γίνει κατανοητό αυτό το γεγονός; Η μία εκδοχή είναι ότι η συνείδηση των εξεγερμένων είχε αποικιοποιηθεί από τους καταπιεστές τους, εκδήλωναν έτσι συμβολικά τη νομιμοφροσύνη τους προς τη Γαλλία σε μια συμβολική κίνηση συμβιβασμού. Υπάρχει ωστόσο και μια δεύτερη ερμηνεία, κατά τη γνώμη μας η πραγματική. Οι δούλοι που πολεμούσαν για την ελευθερία τους δήλωναν τραγουδώντας τη Μασσαλιώτιδα: «Εμείς είμαστε οι αυθεντικοί εκφραστές της επανάστασής σας, μόνο εμείς μπορούμε να την ολοκληρώσουμε, χωρίς εμάς παραμένει ημιτελής και υποκριτική, εσείς τρομάξατε μπροστά στις ίδιες σας τις επαγγελίες και προτιμήσατε τη διατήρηση της αποικιακής σας αυτοκρατορίας από την ελευθερία του “ανθρώπου”, εμείς είμαστε οι άνθρωποι χωρίς εισαγωγικά και θα κατακτήσουμε την ελευθερία μας ενάντια στη δική σας μικρότητα».
Οι αμφισημίες του διαφωτισμού και στη θεωρητική του μορφή και πολύ περισσότερο στην πρακτική του εφαρμογή είναι προφανείς. Ο Βολταίρος δήλωνε από νωρίς: «Ποτέ δεν σκοπεύαμε να διαφωτίσουμε τους παπουτσήδες και τους υπηρέτες – αυτό είναι έργο για αποστόλους». Η Γαλλική Επανάσταση κατάργησε τη δουλεία εκεί που δεν υπήρχαν δούλοι (στη Γαλλία), ενώ τη διατήρησε εκεί που υπήρχαν (στις αποικίες). Ακόμα και στους ελεύθερους μαύρους και στους «μουλάτους» (μιγάδες) δεν αναγνωρίστηκαν τα δικαιώματα του πολίτη. Περιορισμένα ήταν τα δικαιώματα του πολίτη και στο εσωτερικό της Γαλλίας. Αρχικά αποκλείονταν από το δικαίωμα ψήφου και την Εθνοφρουρά οι «παθητικοί» πολίτες με βάση περιουσιακά κριτήρια. Η πραγματική ανισότητα των «ιδιωτών» στην ιδιοκτησία ήταν εξαρχής αγκάθι στην τυπική ισότητα των «πολιτών».
Σήμερα υπάρχει μια άλλου τύπου αμφισβήτηση της καθολικότητας του διαφωτισμού και οποιουδήποτε καθολικού απελευθερωτικού προγράμματος
Οι αϊτινοί επαναστάτες απέναντι στον περιορισμένο χαρακτήρα της γαλλικής επανάστασης επέλεξαν την υιοθέτηση των προταγμάτων του διαφωτισμού, επιδίωξαν την επέκτασή τους, εκκίνησαν από την ελευθερία του ανθρώπου γενικά για τη δική τους απελευθέρωση ειδικά. Σήμερα υπάρχει μια άλλου τύπου αμφισβήτηση της καθολικότητας του διαφωτισμού και κατ’ επέκταση της αναγκαιότητας οποιουδήποτε καθολικού απελευθερωτικού προγράμματος. Μία τέτοια καθολικότητα, υποτίθεται, εξαφανίζει τις διαφορές, υποβαθμίζει πολιτισμούς, κουλτούρες και ιδιαιτερότητες, είναι με τη σειρά της καταπιεστική. Γράφει ο Μισέλ Φουκώ στο Τι είναι Διαφωτισμός: «Αυτό σημαίνει ότι η ιστορική οντολογία του εαυτού μας πρέπει να απομακρυνθεί απ’ όλα τα σχέδια που ισχυρίζονται ότι είναι καθολικά ή ριζοσπαστικά. Πράγματι γνωρίζουμε από την εμπειρία μας ότι η προσπάθεια να ξεφύγουμε από το σύστημα της σύγχρονης πραγματικότητας έτσι ώστε να παραγάγουμε τα ολικά προγράμματα μιας άλλης κοινωνίας, ενός άλλου τρόπου σκέπτεσθαι, μιας άλλης κουλτούρας, μιας άλλης θέασης του κόσμου, έχει οδηγήσει μόνο στην επαναφορά των πλέον επικίνδυνων παραδόσεων».
Όντως δεν υπάρχει καμία απελευθερωτική ιδέα θωρακισμένη αφ’ εαυτού της από κάθε προσπάθεια μεταστροφής και τελικά αντιστροφής της. Η υπεράσπιση της ουσίας της είναι έργο των αγωνιζόμενων ανθρώπων. Οι αϊτινοί επαναστάτες έδειξαν το δρόμο για την πραγματική και όχι συμβολική απελευθέρωση. Η σύγχρονη εργατική τάξη στην πάλη της για απελευθέρωση της ανθρωπότητας από το δεσμά του κεφαλαίου πρέπει να γράψει «τα δικαιώματα του παγκόσμιου εργαζόμενου ανθρώπου» ενοποιώντας τις διαφορές και τις ιδιαιτερότητες σε ένα «καθολικό σχέδιο». Ο Ζωρζ Λεφέβρ στο Η γαλλική Επανάσταση μιλάει για τα ανθρώπινα δικαιώματα μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας σε σχέση με αυτά της αστικής: «Δεν υπάρχει καμιά αντίφαση μεταξύ αυτών των δικαιωμάτων, αλλά αντιθέτως τα μεν κατάγονται από τα δε και τα υπερφαλαγγίζουν στο μακρύ και χαλεπό δρόμο της ιστορίας».