Βασίλης Τσιράκης
Με τον παραπάνω τίτλο δεν υπονοούμε βέβαια πως ο Θ. Αγγελόπουλος έκανε την ταινία με σκοπό να μιλήσει για την κρίση της ΚΝΕ και την επικείμενη διάσπαση της, η οποία έλαβε χώρα την επόμενη χρονιά.
Με την διατύπωση αυτή θέλουμε να υπενθυμίσουμε πως ένα κομμάτι της νεολαίας αναγνώρισε μέσα στην ταινία τον εαυτό της και την απόπειρά της να μην αποδεχτεί την συνεργασία της αριστεράς με τις αστικές δυνάμεις, σε μια περίοδο πολλαπλής αμφισβήτησης του οράματος (βλέπε περεστρόικα και επικείμενη κατάρρευση της ΕΣΣΔ ).
Ή όπως είπε ο ίδιος ο σκηνοθέτης στη συνέντευξή τύπου που έδωσε στο Παρίσι, την οποία αναδημοσίευσε η «Ελευθεροτυπία» στις 27/11/1989:
«Ο κόσμος μοιάζει τον τελευταίο καιρό σαν μια μεγάλη αίθουσα αναμονής, περιμένουμε να ανοίξει η πόρτα και δεν ξέρουμε πότε θα ανοίξει και τι θα δούμε».
Η υπόθεση
Δύο αδέλφια, ο Αλέξανδρος στα έξι του χρόνια και η Βούλα στην πρώτη εφηβεία, ξεκινούν να βρουν τον πατέρα τους που ζει στη Γερμανία. Όταν ο ελεγκτής του τρένου τους κατεβάζει στον πρώτο σταθμό, η αστυνομία τους μεταφέρει στον θείο τους, ο οποίος ισχυρίζεται πως δεν υπάρχει πατέρας. Τα παιδιά όμως δεν τον πιστεύουν και συνεχίζουν το ταξίδι τους προς τον βορρά παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες που συναντούν στο δρόμο τους. Ώσπου συναντούν τυχαία τον Ορέστη, ένα νεαρό ηθοποιό που παίζει σε ένα περιπλανώμενο Θίασο (βλέπε ομώνυμη ταινία). . Όταν όμως οι ηθοποιοί του – μπροστά στη δυσκολία να βρουν αίθουσα να ανεβάσουν το έργο – αποφασίζουν να διαλύσουν τον θίασο και πουλήσουν τα κουστούμια του, ο Ορέστης αποχωρεί από τον Θίασο και βοηθά τα παιδιά να κατανοήσουν την πραγματικότητα γύρω τους, ώστε να μην τα παρατήσουν και να φτάσουν το ταξίδι τους ως το τέλος.
Το σενάριο
Από το «εσωτερικό» ταξίδι του μελισσοκόμου στο νότο, στο ταξίδι προς το «όραμα» των παιδιών προς τον βορρά.
Αν χαρακτηρίσαμε τον Mελισσοκόμο ως ένα υπαρξιακό road movie, τότε το «Τοπίο στην ομίχλη» θα το χαρακτηρίσουμε χωρίς επιφύλαξη ως ένα road movie πολιτικό.
Στην πολιτική αυτή ταινία δρόμου, η δύναμη του σεναρίου έγκειται στο ότι μιλά διεξοδικά και σε βάθος για την εποχή της, χωρίς όμως να αναφέρεται σε αυτή. Σε αντίθεση πχ με τον «Θίασο», από το «Τοπίο στην ομίχλη» απουσιάζει οποιοδήποτε γεγονός ή πρόσωπο της περιόδου. Και αυτή ακριβώς η αλληγορική προσέγγιση είναι η δύναμη της τελευταίας ταινίας της τριλογίας της σιωπής.
Ο βασικός άξονας του σεναρίου, η αναζήτηση του πατέρα – το όραμα μιας άλλης κοινωνίας – περνά μέσα από δυσκολίες και εμπόδια, που θέτουν σε αμφισβήτηση και αυτήν ακόμα την ίδια την ύπαρξη του.
Όμως τα δύο παιδιά – η νέα γενιά – παρά τις δυσκολίες, συνεχίζουν την αναζήτηση του πατέρα, αρνούμενα να συμβιβαστούν με την αντιδραστική επέλαση (σκηνή του βιασμού της Βούλας), την ατομική λύση (σκηνή συνάντησης με τον θείο), την σκληρή πραγματικότητα, (σκηνή στο μαγειρείο με τον βιολιστή), την αδιαφορία της πλειοψηφίας (σκηνή του γάμου με το άλογο που ψυχορραγεί) και τους τωρινούς συμβιβασμούς της παλιάς γενιάς (βλέπε ξεπούλημα κουστουμιών από τον Θίασο).
Τέλος να σημειώσουμε πως στο Τοπίο στην ομίχλη, σε αντίθεση με τις προηγούμενες ταινίες του σκηνοθέτη, τα μηνύματα περνούν κυρίως μέσα από τους διάλογους, οι οποίοι είναι περισσότεροι από κάθε άλλη φορά και λιγότερο από την εικόνα, μια από τις εξαιρέσεις η χαρακτηριστική σκηνή με το μαρμάρινο χέρι στο οποίο είναι κομμένος ο δείκτης του.
Η σκηνοθεσία
Το Τοπίο στην ομίχλη παρότι κινείται στο πλαίσιο της βασικής σκηνοθετικής φιλοσοφίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου (αποστασιοποίηση, νεκροί χρόνοι τελετουργικότητα κλπ), έχει κάποιες σημαντικές ιδιαιτερότητες οι οποίες θα μπορούσαν να συνοψισθούν ως εξής:
α) Την πρώτη μισή ώρα της ταινίας δεν υπάρχουν πλάνα σεκάνς, τα οποία όμως γίνονται καταιγιστικά μετά το 46:30 λεπτό. Πιο συγκεκριμένα το πρώτο πλάνο σεκάνς γράφεται – όχι τυχαία κατά τη γνώμη μας – στην πρώτη συνάντηση του Ορέστη και των παιδιών με τον Θίασο και ακολουθούν τα πλάνα σεκάνς του εστιατόριου, του στρατιωτικού αγήματος, της δεύτερης συνάντησης με τον Θίασο, της βόλτας των παιδιών στη θάλασσα, του σιδηροδρομικού σταθμού Θεσ/νίκης και της τρίτης συνάντησης με τον Θίασο (στην παραλία της Θεσσαλονίκης όπου ξεπουλά τα κοστούμια του).
β) Πολύ σημαντικές σκηνές της ταινίας, όπως αυτές του αλόγου που ξεψυχά, του φιλμ που ανασύρεται από τα σκουπίδια, του βιασμού της Βούλας και του μαρμάρινου χεριού, είναι κομμένες σε πλάνα, ενώ θα μπορούσαν να είναι γυρισμένες σε πλάνα σεκάνς.
γ) Για πρώτη φορά υπάρχουν αρκετά κοντινά, αλλά και γκρο(!) πλάνα, όπως αυτά του αλόγου με γκρο στον Αλέξανδρο, του λεωφορείου και του φιλμ με γκρο στον Ορέστη, του βιασμού με κοντινό στη Βούλα, της εθνικής οδού με κοντινό στον Ορέστη και την Βούλα και της τελευταίας σκηνής με κοντινό στον Αλέξανδρο.
Συντελεστές:
1988, Έγχρωμη, 126΄
Σκηνοθεσία: Θόδωρος Αγγελόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Τάκης Κατσέλης
Σενάριο: Θ. Αγγελόπουλος, Συνεργασία στο σενάριο: Tonino Guerra, Θ. Βαλτινός
Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιώργος Αρβανίτης
Μοντάζ: Γιάννης Τσιτσόπουλος
Σκηνικά: Μικές Καραπιπέρης, Κοστούμια: Αναστασία Αρσένη
Μουσική: Ελένη Καραΐνδρου
Ήχος: Μαρίνος Αθανασόπουλος, Αlain Contault, Μιξάζ Θανάσης Αρβανίτης
Ειδικά εφφέ: Gino de Rossi
Ερμηνευτές:
Τάνια Παλαιολόγου (Βούλα), Μιχάλης Ζέκε (Αλέξανδρος), Στράτος Τζώρτζογλου (Oρέστης), Δημήτρης Καμπερίδης (θείος των παιδιών), Βασίλης Κολοβός (φορτηγατζής), Γεράσιμος Σκιαδαρέσης (στρατιώτης),
Κώστας Τσαπέκος, Αντρέας Βαρούχας, Νάντια Μουρούζη, Σωκράτης Αλαφούζος, Ηλίας Λογοθέτης, Νίκος Κoύρος, Βάσια Παναγοπούλου, Παναγιώτης Μποτίνης, Τούλα Σταθοπούλου, Εύα Κοταμανίδου, Αλίκη Γεωργούλη, Βαγγέλης Καζάν, Κυριάκος Κατριβάνος, Νίνα Παπαζαφειροπούλου, Γρηγόρης Ευαγγελάτος, Στράτος Παχής, Χριστόφορος Κ. Νέζερ, Γιάννης Φύριος
Παραγωγή:
Paradis Film, Générale d’Images, La S.E.P.T. (Paris), Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (EKK), ΕΤ-1, Basic Cinematografica (Roma), Θόδωρος Αγγελόπουλος
Διεύθυνση παραγωγής: Αιμίλιος Κονιτσιώτης, Dominique Toussaint
Διακρίσεις:
- 1998, Αργυρό Λιοντάρι στο Φεστιβάλ Βενετίας.
- 1988, ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ CHICAGO: Βραβεία καλύτερης σκηνοθεσίας και καλύτερης φωτογραφίας.
- 1989, Ευρωπαϊκό Βραβείο Félix.
Αποσπάσματα από το σενάριο:
Αυτή τη φορά αντί για κάποια σκηνή της ταινίας, παραθέτουμε διάφορα αποσπάσματα (κυρίως από τους διαλόγους της ταινίας) που πιστεύουμε πως μεταφέρουν καλύτερα τα μηνύματα του σεναρίου.
« – Κοιτάξτε, εγώ δεν μπορώ ν’ ανακατευτώ. Δεν ανακατεύομαι.
- Θείος τους δεν είστε;
- Ναι … εντάξει… αδερφός της μητέρας τους, αλλά δεν έχουμε σχέσεις από χρόνια. Δεν μπορώ να πάρω εγώ την ευθύνη».
« – Οι καιροί έχουν αλλάξει… όλα έχουν αλλάξει… κι αυτοί λεηλατημένοι από τον χρόνο… Πεισματάρηδες… περιφέρονται ασταμάτητα στους δρόμους της Ελλάδας παίζοντας πάντα το ίδιο έργο…».
« – Είσαστε περίεργα παιδιά, το ξέρετε; … Σα να μην πηγαίνετε πουθενά… Και όμως πηγαίνετε κάπου… Ξέρετε που πάτε. Έτσι;».
« … (Ο Ορέστης) από τα σκουπίδια του κινηματογράφου ανασύρει ένα μικρό κομμάτι φιλμ. Το σηκώνει ψηλά. Το φως είναι λίγο. Λίγο πιο πέρα είναι μια βιτρίνα μαγαζιού φωτισμένη έντονα. Πάει και κοιτάζει το φιλμ στο φως της: Ένα τοπίο στην ομίχλη».
« – Αγαπητέ μας πατέρα… Πόσο μακριά είσαι!… Ο Αλέξανδρος λέει ότι στ’ όνειρο φαινόσουνα πολύ κοντά. Αν άπλωνε το χέρι του θα σ’ άγγιζε. Ταξιδεύουμε συνέχεια… Όλα φεύγουν γρήγορα… Οι πόλεις … οι άνθρωποι… Καμιά φορά, όμως, κουραζόμαστε τόσο πολύ που σε ξεχνάμε κι ούτε ξέρουμε αν πηγαίνουμε μπρος ή γυρίζουμε πίσω… Τότε χανόμαστε…»
« – Χτες μου πέρασε η ιδέα να τα παρατήσουμε… τι ωφελεί να επιμένουμε… ότι δεν θα φτάσουμε ποτέ… κι ο Αλέξανδρος θύμωσε όπως θυμώνει ένας μεγάλος κι είπε πως τον προδίνω. Ντράπηκα…».
« … Ο Ορέστης και τα παιδιά μαθαίνουν πως ο Θίασος διαλύεται, και ότι αποφάσισαν να πουλήσουν τα κουστούμια.
Το κέφι του Ορέστη χαλάει.
Η Βούλα τον παρακολουθεί συνέχεια μαγεμένη απ’ αυτόν, βλέπει το πρόσωπο του να σκληραίνει ξαφνικά.
Οι ηθοποιοί αμίλητοι βγάζουν τα κοστούμια και τα κρεμάνε σ’ ένα σχοινί το ένα πλάι στο άλλο σε μια μακριά σειρά σαν υποψήφιους νεκρούς. Πίσω η γκρίζα θάλασσα…
… Ο Ορέστης πλησιάζει του ηθοποιούς.
- Εμένα δεν μ’ αρέσουν οι κηδείες λέει. Γεια σας»*.
*Στην σκηνή αυτή έχουν προστεθεί στη διάρκεια του γυρίσματος -εκτός σεναρίου- και τα παρακάτω λόγια, ειπωμένα από τον Ορέστη:
– Τι κάνετε εδώ τρελαθήκατε; Πουλάτε τα κοστούμια;
- Τα αποσπάσματα προέρχονται από το βιβλίο «Θόδωρος Αγγελόπουλος, Τοπίο στην ομίχλη», εκδόσεις Αιγόκερως-κινηματογραφικό αρχείο 45, 1988.
Δείτε:
-
- Το πλάνο σεκάνς του χιονιού έξω από το αστυνομικό τμήμα.
-
-
- Την σκηνή της συνάντησης του Ορέστη με τα παιδιά στην εθνική οδό.
-
Η σκηνή από πρώτη ματιά φαίνεται για πλάνο σεκάνς (και θα μπορούσε να ήταν), αλλά για κάποιο λόγο κόβεται σε 3 πλάνα:
-1ο πλάνο από 0:00 – 1:25, γενικό πλάνο που εξελίσσεται σε μεσαίο.
-2ο πλάνο από 1:25 – 3:00, στο οποίο περιλαμβάνεται και κοντινό με περιστροφή 360 μοιρών. (Βλέπε στο «Ταξίδι στα Κύθηρα» αντίστοιχη περιστροφή της κάμερας με κοντινό πλάνο πάνω στον Κατράκη).
-3ο πλάνο από 3:00 – 5:00, πλάνο αμερικέν που εξελίσσεται σε γενικό.
3)Την σκηνή στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης με το μαρμάρινο χέρι που ξεπροβάλλει από την θάλασσα, διάρκειας 4:30 λεπτών, η οποία αποτελείται από 4 πλάνα.
4)Τις δύο τελευταίες σκηνές της ταινίας:
-Από 0:00 – 0:56, με τα παιδιά να διασχίζουν βράδυ με τα πόδια τα σύνορα.
-Από 0:56 – 4:58, διάρκειας 4:02 λεπτών, η οποία φαίνεται ως πλάνο σεκάνς, αλλά αποτελείται από 2 πλάνα (υπάρχει ένα ανεπαίσθητο κόψιμο της σκηνής στο 2:35 λεπτό).
https://www.youtube.com/watch?v=hysbrdJFsUA
5)Μονταρισμένα πλάνα της ταινίας.
Για όσους-όσες έχουν την δυνατότητα να δουν ολόκληρη την ταινία
-
-
- Το πλάνο σεκάνς της πρώτης συνάντησης του Ορέστη και των παιδιών με τον Θίασο:
-
Από 34:07 – 37:34
-
-
- Το πλάνο σεκάνς του εστιατορίου με τον περιπλανώμενο βιολιστή:
-
Από 39:00 – 42:00
-
-
- Την σκηνή με το κομμένο φιλμ, η οποία ενώ θα μπορούσε να ήταν πλάνο σεκάνς στο 45:10 κόβεται σε 2 πλάνα.
-
Από 43:52 – 46:30
-
-
- Το πλάνο σεκάνς της δεύτερης συνάντησης του Ορέστη και των παιδιών με τον Θίασο:
-
Από 00:46:30 – 00:52:40
-
-
- Την σκηνή του βιασμού της Βούλας από τον φορτηγατζή, αποτελούμενη από 2 πλάνα.
-
Από 00:58:30 – 1:03:43
Τα 3 διαδοχικά πλάνα σεκάνς:
-
-
- Το πλάνο σεκάνς του Ορέστη με τα παιδιά στην θάλασσα, όπου η Βούλα αρνείται να χορέψει μαζί του:
-
Από 01:14:45 – 01:18:50.
-
-
- Το πλάνο σεκάνς στον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης:
-
Από 01:18:50– 01:20:45.
-
-
- Το πλάνο σεκάνς στην παραλία της Θεσσαλονίκης, όπου ο Θίασος ξεπουλά τα κοστούμια του.
-
Από 01:20:45 – 01:23:50
Διαβάστε:
Κριτική από τον συγγραφέα και κριτικό κινηματογράφου Βασίλη Ραφαηλίδη που περιέχεται στο βιβλίο του «Το ομιχλώδες τοπίο της Ιστορίας (5 κείμενα για τον Αγγελόπουλο)», εκδόσεις Αιγόκερως, 1990.*
«…σε έναν τόπο που οι μακρινοί πρόγονοι έχουν πάρει όλοι τη μορφή, είτε του παπά είτε του χωροφύλακα, σε αυτόν εδώ τον τόπο των πολλαπλών συγχύσεων, το ελληνικό ιστορικό τοπίο δε μπορεί παρά να είναι ομιχλώδες.
… φως στην Ελλάδα υπήρχε μέχρι το δεύτερο προ χριστού αιώνα περίπου. Από τότε, άρχισε να εγκαθίσταται σε αυτόν τον τόπο η ομίχλη. Αυτή που δε μας επιτρέπει πλέον να δούμε το τοπίο πίσω της. Ο Αγγελόπουλος με όλες τις ταινίες του, επιχειρεί είτε να επισημάνει, είτε να παραμερίσει την ομίχλη, ώστε να δούμε πίσω της το πραγματικό τοπίο. Τούτο το δύσκολο έργο, αν δεν το αναλάβουν οι ποιητές υπεύθυνα, είμαστε οριστικά χαμένοι. Γιατί οι ιστορικοί απέτυχαν.».
Συνεχίστε την ανάγνωση ΕΔΩ.
*Το βιβλίο του Βασίλη Ραφαηλίδη «Το ομιχλώδες τοπίο της Ιστορίας» μπορείτε να το κατεβάσετε ΕΔΩ
Με τα λόγια του σκηνοθέτη:
«Περνάμε μια καμπύλη σιωπής, που θα μπορούσε να την ονομάσει κανείς και περίοδο αναμονής, σαν να επρόκειτο να γεννηθεί κάτι καινούργιο, που δεν ξέρουμε ακόμη ούτε το πρόσωπο του, ούτε τα ακριβή του χαρακτηριστικά. Μπορούμε να το ονομάσουμε ένα καινούργιο όραμα που θα αντικαταστήσει και θα γεμίσει τη σιωπή που υπάρχει…
…Οι τρεις αυτές ταινίες μου (Ταξίδι στα Κύθηρα, Μελισσοκόμος, Τοπίο στην ομίχλη), καταγράφουν την απογοήτευση από το τέλος μιας περιόδου και από τα όνειρα μιας γενιάς, που δεν πραγματοποιήθηκαν ούτε στο βαθμό, ούτε με τον τρόπο που είχαν επιθυμήσει γενιές ολόκληρες.
Από την άλλη πλευρά οι άνθρωποι της δικιάς μου γενιάς θυμούνται τη δικτατορία, σαν μια περίοδο που ο ορατός εχθρός δημιούργησε μια «αδελφότητα». Οι καλλιτέχνες που μας έκφραζαν ήταν κοντά μας, τα έργα που έβγαιναν ήταν «δικά μας», σχεδόν σε όλα τα επίπεδα.
Μετά περνάμε στη μεταπολίτευση, μια αναγέννηση, αφού υπήρξε μια στέρηση. Αυτό όμως δεν έγινε. Βελτιώθηκαν ορισμένα πράγματα αλλά μόνο σε επίπεδο διαδικαστικό, θεσμικό ή ήδη παραδεκτό. Δεν έγιναν τα τολμηρά βήματα που θα ονόμαζε κανείς βήματα πραγματικού μετασχηματισμού μιας κοινωνίας.
Αυτή την πικρία, την αναζήτηση ενός άλλου, ενδεχομένως του καινούργιου οράματος, «κουβαλάει» η τριλογία».
-
-
- Περιοδικό «Οδηγητής» Νο 725, Γενάρης 1989, «Από τα Κύθηρα στο Τοπίο, μια συζήτηση επί της ουσίας».
-
(Από την συζήτηση με τον Θ. Αγγελόπουλο, στο αμφιθέατρο ΜΑΧ του Πολυτεχνείου)
Αφιέρωμα στο έργο του Θόδωρου Αγγελόπουλου
5/2: Αναπαράσταση, 1970
12/2: Μέρες του 36, 1972
19/2: Ο Θίασος, 1975
26/2: Οι Κυνηγοί, 1977
5/3: Μεγαλέξανδρος, 1980
12/3: Ταξίδι στα Κύθηρα, 1984
19/3: Ο Μελισσοκόμος, 1986
26/3: Τοπίο στην Ομίχλη, 1988
2/4: Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού, 1991
9/4: Το Βλέμμα του Οδυσσέα, 1995
16/4: Μία αιωνιότητα και μια μέρα, 1998
23/4: Το Λιβάδι που Δακρύζει, 2004
30/4: Η σκόνη του χρόνου, 2008