Θεοπίστη Καπέτα
Ήταν γύρω στις 7 το πρωί της Δευτέρας 23 Φεβρουαρίου, όταν οι φοιτητές άρχισαν να συγκεντρώνονται έξω από την Πρυτανεία του ΑΠΘ για να πραγματοποιήσουν κατάληψη. Το αρχικό κλίμα χαρακτηριζόταν από συζητήσεις μεταξύ των συγκεντρωμένων και τα αναγκαία μέτρα προφύλαξης. Όλα αυτά μέχρι να αποφασίσει ο Πρύτανης, ο οποίος βρισκόταν μάλιστα εκτός πανεπιστημίου όπως ο ίδιος παραδέχτηκε, να καλέσει την αστυνομία.
Διμοιρίες έρχονται να επιτεθούν προκλητικά στους φοιτητές. Ένας μονομερής πόλεμος ξέσπασε εναντίων τους με χημικά και κρότου λάμψης να πλημμυρίζουν το campus. Ο χώρος ο οποίος έχει καθιερωθεί ως χώρος παιδείας και ανταλλαγής ιδεών μετατράπηκε σε εμπόλεμη ζώνη, όπου φοιτητές στριμώχνονται σαν τα ποντίκια στη φάκα μέχρι να μπορέσουν οι δυνάμεις καταστολής να βγάλουν όλο τους το μένος. Όσοι είχαν τα αντανακλαστικά να μπούνε μέσα στο κτίριο της Πρυτανείας για να προφυλαχθούν από αυτό το κρεσέντο βίας ήταν αυτοί που δέχθηκαν και την πιο ακραία επίθεση. Η αστυνομία άμεσα έπιασε και τους 31 φοιτητές που βρέθηκαν εκεί. Να σημειωθεί ότι μεταξύ αυτών ήταν και φοιτητές που για πρώτη φορά συμμετείχαν σε κινητοποιήσεις μετά την κατάθεση του πρόσφατου αντιδραστικού νομοσχεδίου για την παιδεία. Όμως αυτοί οι νέοι και οι νέες που αναγκάστηκαν να βγουν στους δρόμους αντιμετωπίστηκα σαν στυγνοί εγκληματίες. Συγκλόνισε η εικόνα ενός φοιτητή ο οποίος έχει συλληφθεί και παρόλα αυτά η αστυνομία, με ακραία εκδικητική συμπεριφορά, τον σέρνει χωρίς μπλούζα στο δρόμο επί δέκα λεπτά περίπου, ενώ μετά του έριξαν και χημικά στα μάτια από απόσταση αναπνοής! Δίνοντας ένα μήνυμα προς τους παρευρισκόμενους ότι η ζωή και η υπόσταση τους δεν έχει κανένα νόημα για τους ίδιους και τα αφεντικά τους.
Οι εργαζόμενοι του πανεπιστημίου δεν έπρεπε μόνο να ανταπεξέλθουν σε συνθήκες ολοκληρωτικής επίθεσης στον χώρο εργασίας τους, δεν έπρεπε μόνο να ανταπεξέλθουν στα προβλήματα αναπνοής που προκάλεσε η μεγάλη ποσότητα δακρυγόνων, αλλά έπρεπε να μείνουν και αμέτοχοι στο θέαμα πάνοπλων αστυνομικών που επιτίθονταν άκριτα σε άοπλο κόσμο, με μόνο «όπλο» το ψυχικό σθένος. Όταν μάλιστα η καθηγήτρια του τμήματος Θεάτρου, Κωνσταντίνα Ριτσάτου προσπάθησε να αντισταθεί, βρέθηκε και αυτή αντιμέτωπη με το μένος των δυνάμεων καταστολής. Βρέθηκε στο πάτωμα, στην βίαιη προσπάθεια των αστυνομικών να την απομακρύνουν από ένα παιδί που βρίσκονταν σε άθλια κατάσταση. Πρόκειται για μια εξόφθαλμη επίθεση όχι μόνο προς τους φοιτητές αλλά προς οποιονδήποτε δεν μετέχει ή δεν εγκωμιάζει τα σχέδια κυβέρνησης και πρυτάνεων. Ας μας πούνε λοιπόν οι εμπλεκόμενοι, ο πρύτανης Ν. Παπαϊωάνου και η ΕΛΑΣ, αποτελούσε η καθηγήτρια αυτή απειλή για φθορά της περιουσίας του πανεπιστημίου και αντιμετωπίστηκε με τέτοιον τρόπο; Γιατί αυτή ήταν η δικαιολογία που χρησιμοποιήθηκε για να τυφλώσουν την κοινωνία γι αυτή την κατά μέτωπο επίθεση στο άσυλο, την ελευθερία λόγου και τη ζωή.
Τα αντανακλαστικά του φοιτητικού κινήματος ήταν αστραπιαία. Μαζικά και συντονισμένα οι φοιτητές έφθασαν στο πανεπιστήμιο για να υπερασπιστούν το άσυλο και τους διωκόμενους συναδέλφους του. Το πλήθος και το σθένος τους στέρησε τη βολική για την αστυνομία αναλογία και την ανάγκασε σε αποχώρηση μαζί με τους 31 συλληφθέντες που πήραν μαζί τους.
Εκατοντάδες φοιτητές συγκεντρώθηκαν έπειτα έξω από το κτίριο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης για να απαιτήσουν την απελευθέρωση των 31 διωκόμενων φοιτητών. Η παρουσία της αστυνομίας ήταν ακόμη και εκεί προκλητικά έντονη. Οι συλληφθέντες δεν είχαν πρόσβαση για περισσότερες από πέντε ώρες ούτε σε δικηγόρο, παρόλο που βουλευτές μπαινόβγαιναν ανενόχλητοι. Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για άτομα με σοβαρά θέματα υγείας και με τραυματισμούς στο κεφάλι από την επίθεση περιφρονήθηκαν επανειλημμένα και αντιμετωπίστηκαν με χλευασμό και αδιαφορία. Οι διωκόμενοι συνέχισαν να κρατούνται στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλον, χωρίς καμία υγειονομική προφύλαξη και χωρίς παροχή νερού και φαγητού όλη τη νύχτα.
Την επομένη, η εισαγγελία αρνήθηκε τις μηνύσεις που ήθελαν να καταθέσουν οι αδίκως διωκόμενοι φοιτητές. Οι οποίοι μετά τη διαδικασία αυτόφωρου και με μαζική και δυναμική παρουσία έξω από τα δικαστήρια φοιτητών και αλληλέγγυων, αφέθηκαν ελεύθεροι.
Ο αγώνας όμως συνεχίζεται. Όχι μόνο για τους αδίκως συλληφθέντες φοιτητές, όχι μόνο για να μην ξανά εφαρμοστεί ποτέ το αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο αλλά και για να μη ξανά υποστεί κανένας αυτόν τον εξευτελισμό και την προκλητική βία που μπορεί να στοιχίσει ζωές, με μόνη κατηγορία την αντίσταση σε αυτόν τον συρφετό και την προάσπιση της ζωής και των δικαιωμάτων μιας ολόκληρης κοινωνίας.