Αντώνης Δραγανίγος
Συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από το συγκλονιστικό κίνημα των μαθητικών και φοιτητικών καταλήψεων του 1990-91, που κόντρα στον πολύ αρνητικό πολιτικό συσχετισμό υποχρέωσαν την κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη στην πρώτη υποχώρηση, υπό το βάρος της δολοφονίας Τεμπονέρα. Κρίσιμος ο ρόλος των πρωτοπόρων δυνάμεων στο να εκφραστούν οι κοινωνικές ανάγκες.
Χρονολόγιο
19 Νοεμβρίου 1990 ● ανακοινώνεται ο νέος αντιδραστικός μαθητικός κανονισμός
22 Νοεμβρίου 1990 ● πρώτη μαθητική κατάληψη σε λύκειο του Ηρακλείου Κρήτης
10 Δεκεμβρίου 1990 ● το υπουργείο Παιδείας ανακοινώνει πως το 30% των σχολείων της χώρας, πάνω από 1.180, είναι ή ήταν υπό κατάληψη
13-14 Δεκεμβρίου 1990 ● μαζική παναθηναϊκή και πανελλαδική κινητοποίηση (στις 14/12) φοιτητών-μαθητών, συγκρούσεις στο Υπουργείο Παιδείας, κατάληψη στο Πολυτεχνείο
16-22 Δεκεμβρίου 1990 ● από 1.800 έως και 2.000 σχολεία υπό κατάληψη πανελλαδικά, όπως και όλες σχεδόν οι σχολές ΑΕΙ και ΤΕΙ
8 προς 9 Ιανουαρίου 1991 ● δολοφονείται στην Πάτρα ο αγωνιστής καθηγητής Νίκος Τεμπονέρας από ομάδα ΟΝΝΕΔιτών, με επικεφαλής τον γραμματέα Αχαΐας Γ. Καλαμπόκα
10 Ιανουαρίου 1991 ● συγκλονιστικές τεράστιες διαδηλώσεις δεκάδων χιλιάδων νέων και εργαζόμενων σε όλη τη χώρα. Συγκρούσεις στο κέντρο της Αθήνας. Τέσσερις νεκροί στο «Κ. Μαρούσης» από φωτιά, που προκάλεσε δακρυγόνο της αστυνομίας
11 Ιανουαρίου 1991 ● παραιτείται ο υπουργός Παιδείας Β. Κοντογιαννόπουλος, αναστέλλονται όλα τα κυβερνητικά σχέδια για την εκπαίδευση
Σε μια εποχή νεοφιλελεύθερης επέλασης
Οι συνθήκες φάνταζαν ιδανικές. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε εκλεγεί λίγους μήνες πριν, στις 8 Απριλίου του 1990, με κοντά 47%. Η αριστερά, ο ενιαίος Συνασπισμός, που είχε συρθεί στις δύο συγκυβερνήσεις με τις αστικές δυνάμεις (κυβερνήσεις Τζαννετάκη και Ζολώτα), στο αποκορύφωμα της δεξιάς του πορείας ενσωμάτωσης και στήριξης του αστικού πολιτικού συστήματος, ηττημένος πολιτικά και ηθικά. Η ΚΝΕ, η μεγαλύτερη δύναμη του μεταπολιτευτικού νεολαιίστικου κινήματος, διασπασμένη.
Στην κοινωνία κυριαρχεί η ήττα και η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Στις 9 Νοεμβρίου του 1989 έπεφτε του «τείχος του Βερολίνου». Ήμασταν ήδη στην καρδιά της διαδικασίας αποσύνθεσης και κατάρρευσης των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Οι ελπίδες έψαχναν «καλάμι για να αναπνεύσουν» πνιγμένες από τον ζόφο μιας εποχής κυνισμού, όπου οι εξεγέρσεις έγιναν «εκτός κλίματος» και οι οπαδοί τους κάποιοι γραφικά απολειφάδια της ιστορίας..
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση Μητσοτάκη οργάνωσε την επίθεση στην εργατική τάξη και, στην «αγαπημένη» της «οικογένειας», τη νεολαία. Στις 26-27 Σεπτέμβρη του 1990 ψήφισε (εν μέσω 48ωρης απεργίας των ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ) το πρώτο (αντι)ασφαλιστικό νόμο. Την 1η Οκτώβρη ανακοίνωσε την πρόθεσή της για την ψήφιση ενός αντεργατικού τερατουργήματος.
Την ίδια ακριβώς περίοδο, από τον Σεπτέμβρη του 1990, ξεδιπλώνει την εκπαιδευτική της πολιτική. Άκρατος αυταρχισμός στο σχολείο, με διάλυση των μαθητικών κοινοτήτων, «βαθμολόγηση» της συμπεριφοράς των μαθητών (το περιβόητο τότε «point system»), αποβολές, προσευχές, ένα ολόκληρο πλαίσιο καταστολής, ελέγχου πειθάρχησης της νεολαίας. Για την Ανώτατη Εκπαίδευση προέβλεπε ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, κατάργηση της δωρεάν παροχής συγγραμμάτων, σύνδεση με την «αγορά». Μια πλήρης και σε όλη τη γραμμή του μετώπου επίθεση για να τελειώνει με την πανευρωπαϊκή ανορθογραφία του ελληνικού νεολαιίστικου και φοιτητικού κινήματος, που γεννήθηκε από τον αντιχουντικό αγώνα και το Πολυτεχνείο, που μεγάλωσε στα χρόνια της μεταπολίτευσης και έγινε καρφί στο μάτι της αστικής τάξης.
Όμως σε αντίθεση με τους ευσεβείς πόθους των κυρίαρχων τάξεων η ιστορία δεν τελειώνει. Η νεολαία και μαζί της η λαϊκή πλειοψηφία που στήριξε τα παιδιά της, βάλθηκαν να αποδείξουν ότι η «ελληνική ανορθογραφία» θα έβρισκε την δύναμη να μείνει ζωντανή μέσα στην παγκόσμια καπιταλιστική πλημμυρίδα.
Μαθητικές και φοιτητικές καταλήψεις απλώνονται παντού
Οι καταλήψεις και οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν από τους μαθητές. Ξεκινούν από το Ηράκλειο στην Κρήτη και πολύ γρήγορα εξαπλώνονται στους άλλους νομούς του νησιού. Στη συνέχεια, σαν πυρκαγιά αγκαλιάζουν την Κέρκυρα, ολόκληρη τη Βόρεια Ελλάδα, και μέχρι τέλος Νοέμβρη φτάνουν στην Θεσσαλονίκη. Στις αρχές Δεκεμβρίου το κύμα των καταλήψεων αγκαλιάζει τα σχολεία της Αθήνας. Ώθηση στην πάλη δίνουν τα μεγάλα σχολικά συγκροτήματα της Αθήνας και του Πειραιά (Γκράβα, Ιωνίδειος Σχολή) και ιδιαίτερα τα Ενιαία Πολυκλαδικά Λύκεια του Λεκανοπεδίου, τα οποία με μαζικές και συγκροτημένες καταλήψεις αποτελούν κατά κάποιο τρόπο την «δύναμη κρούσης» του μαθητικού κινήματος (Ν. Φιλαδέλφεια, Αμπελόκηποι κ.α.)
Την ίδια περίοδο γιγαντώνονται οι καταλήψεις στις σχολές των ΑΕΙ και ΤΕΙ. Αλλού νωρίτερα (όπως στα ΤΕΙ, με «πρωτοπορία» τα ΤΕΙ της Πάτρας) αλλού αργότερα, μέχρι την πρώτη εβδομάδα του Δεκέμβρη η πλειοψηφία των σχολών έχει καταληφθεί.
Το κίνημα δυναμώνει και ριζοσπαστικοποιεί τις μορφές του αναζητώντας και τους δρόμους της οργάνωσής του. Στις 13 Δεκέμβρη πραγματοποιείται παμφοιτητική διαδήλωση, με συμμετοχή και μαθητών, ενώ στις 14/12 ακολουθεί πανελλαδική κινητοποίηση στην Αθήνα και απόπειρα κατάληψης του υπουργείου Παιδείας στην Μητροπόλεως. Η διαδήλωση χτυπιέται από την αστυνομία, αλλά φοιτητές και μαθητές ανασυγκροτούνται και καταλαμβάνουν το Πολυτεχνείο, παρά το γεγονός ότι ήταν περικυκλωμένο από τα ΜΑΤ. Στο Πολυτεχνείο γίνεται μαζική γενική συνέλευση χιλιάδων φοιτητών.
Το κλίμα στην κοινωνία είναι εκρηκτικό. Η κυβέρνηση και όλοι οι μηχανισμοί του κράτους βρίσκονται επί ποδός πολέμου. «Βία, τάβλι και αναρχία», είναι το πρωτοσέλιδο του Ελεύθερου Τύπου στις 7 Δεκέμβρη, παίζοντας βρόμικο ρόλο. Όσοι συμπαραστέκονται στο κίνημα μιλάνε για τον «ελληνικό Μάη». Στη νεολαία κυριαρχεί ο ενθουσιασμός, η έξαψη του αγώνα, η απελευθέρωση των αναζητήσεων, η αλληλεγγύη, το κέφι, η απόφαση. Τα κέντρα των πόλεων δονούνταν από το κίνημα της νεολαίας. Οι διαδηλώσεις είναι μαζικότατες, με συμμετοχή χιλιάδων μαθητών και φοιτητών/σπουδαστών. Σε κάθε γειτονιά υπήρχαν κατειλημμένα σχολεία… Κατάφωτα ζωντανά σχολεία, γεμάτα μαθητές, που πάλευαν για μια καλύτερη ζωή, σαν φώτα στην μέση μιας θύελλας που επιμένουν να αντιστέκονται στο επερχόμενο σκοτάδι ενός τροπαιούχου καπιταλισμού. Η νεολαία, ευαίσθητος σεισμογράφος των εξελίξεων, κατάλαβε ή καλύτερα «ένοιωσε» την ιστορική σημασία της μάχης και ρίχτηκε με όλη της την αποκοτιά σε αυτήν.
Τα παραδοσιακά όργανα του μαθητικού και φοιτητικού κινήματος δεν μπορούσαν να εκφράσουν τις ανάγκες και τον ριζοσπαστισμό του κινήματος. Η ΕΦΕΕ (παρά το γεγονός ότι οι δυνάμεις της ΠΑΣΠ επιχειρούσαν να παίξουν κάποιο ρόλο), από χρόνια γραφειοκρατικοποιημένα, δεν ανταποκρίνονταν στην έκρηξη της ανάγκης για αυτοοργάνωση, έλεγχο του αγώνα από τους ίδιους τους αγωνιζόμενους, αγώνα μέχρι την νίκη, χωρίς παζάρια, υποχωρήσεις και συμβιβασμούς από τους οποίους είχε μάθει το κίνημα. Έτσι για πρώτη φορά κυρίαρχη μορφή οργάνωσης έγιναν τα συντονιστικά των καταλήψεων και τα πανελλαδικά συντονιστικά.
Δεν ήταν εύκολη η συνύπαρξη μαθητών-φοιτητών, ούτε δεδομένη η συμπόρευσή τους. Στα πρώτα μαθητικά συντονιστικά, δεν επιτράπηκε όχι μόνο στους εκπροσώπους του τύπου να παρευρεθούν, αλλά ούτε στους φοιτητές να χαιρετήσουν. Η δυσπιστία, πολύ πλατιά διαδεδομένη μέσα στην νεολαία, αφορούσε και το «οργανωμένο κίνημα» και την συμβιβασμένη αριστερά αλλά άγγιζε και το φοιτητικό κίνημα. Έπρεπε και το φοιτητικό κίνημα να περάσει από την φωτιά του «δρόμου» για να κατακτήσει την εμπιστοσύνη των μαθητών.
Κυβερνητική επιχείρηση «σπάστε τις καταλήψεις» – δολοφονία Τεμπονέρα
Με αυτά και με αυτά όλες οι δυνάμεις του συστήματος «πέφτουν πάνω» και οργανώνονται για να ανοίξουν τα σχολεία και οι σχολές μετά τις γιορτές. Μαθητές και φοιτητές περιφρουρούν τον αγώνας τους και μέσα στις γιορτές. Η εντολή της ΟΝΝΕΔ προς τις οργανώσεις της ανά την Ελλάδα είναι σαφής. «Σπάστε τις καταλήψεις»!
Μια στρατιά δυνάμεων καταστολής, ασφαλιτών, στελεχών της ΝΔ και της ΟΝΝΕΔ επιχειρούν να αποτρέψουν την συνέχιση των καταλήψεων. Τα χαράματα της 9ης Γενάρη 1991, ο αγωνιστής καθηγητής Νίκος Τεμπονέρας, δολοφονείται από τον Γ. Καλαμπόκα, δημοτικό σύμβουλο και πρόεδρο της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας.
Η είδηση, κυκλοφόρησε από στόμα σε στόμα. Από νωρίς το πρωί της επόμενης ημέρας, χωρίς συνεννοήσεις και ειδοποιήσεις, πριν καλά καλά βγουν οι πρώτες ανακοινώσεις η Αθήνα και όλες οι πόλεις πλημμυρίζουν από την οργή εκατοντάδων χιλιάδων νέων. Το ζήτημα έχει γίνει αμιγώς πολιτικό. «Ή αυτοί ή εμείς»! Στην Αθήνα η διαδήλωση αγκαλιάζει όλο το κέντρο. Από το Πολυτεχνείο μέχρι την Ομόνοια και από κει στο Σύνταγμα και πίσω στα Προπύλαια και το Πολυτεχνείο. Η μεγαλειώδης διαδήλωση της νεολαίας χτυπιέται από τις δυνάμεις καταστολής, με αποτέλεσμα μια ολονύχτια μάχη της νεολαίας και του λαού στους δρόμους της Αθήνας. Δεν είναι λίγες οι συγκλονιστικές εικόνες του να σταματάνε λεωφορεία και τρόλεϊ που δεν μπορούσαν να περάσουν και ο κόσμος που κατεβαίνει να βαδίζει προς τα οδοφράγματα! Οι συγκρούσεις απλώνονται από τα Πατήσια μέχρι το Σύνταγμα, και από το Κουκάκι και την Συγγρού μέχρι τα Πετράλωνα.
Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται και στις 10 του Γενάρη. Ημέρα που τέσσερις αθώοι άνθρωποι δολοφονούνται μέσα στο κατάστημα «Κ. Μαρούσης» (Πανεπιστημίου και Θεμιστοκλέους) που έπιασε φωτιά από δακρυγόνο, ενώ η αστυνομία εμπόδισε το πυροσβεστικό όχημα να προσεγγίσει. Η Αθήνα για δυο ημέρες φλέγεται! Το πρωί της επόμενης ο υπουργός Παιδείας, ο φέρελπις Β. Κοντογιαννόπουλος παραιτείται, κάθε νομοσχέδιο αποσύρεται και το νέο δίδυμο (υπουργός Γ. Σουφλιάς, υφυπουργός Φ. Πετραλιά) αναλαμβάνουν από «μηδενική βάση» να ανοίξουν διάλογο με τη νεολαία.
Και όμως οι καταλήψεις φθίνουν αλλά δεν σταματούν! Ο πρώτος πόλεμος στο Ιράκ (Γενάρης 1991), αυτή η γενέθλια επίδειξη της «Νέας Τάξης Πραγμάτων», έδωσε καύσιμα και εμπλούτισε το κίνημα για περίπου έναν μήνα ακόμα και με την αντιπολεμική διάσταση.
Πολιτικά μηνύματα και συμπεράσματα
Δεν είναι εύκολο να συμπυκνωθούν τα πολιτικά συμπεράσματα του μεγαλειώδους κινήματος… Ας δούμε κάποια.
«Κινητήρια δύναμη» των αγώνων είναι οι ανάγκες και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης, της νεολαίας, των καταπιεσμένων. Ο πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων, προφανώς διευκολύνει ή δυσκολεύει το ξεδίπλωμα των αγώνων, αλλά αυτό που καθορίζει τελικά είναι το κοινωνικό ζήτημα. Είναι δύσκολο ιστορικά να βρει κανένας πιο αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων απ΄ ότι το 1990-91. Κι όμως έγινε ένα μεγαλειώδες κίνημα που πέτυχε μια περήφανη νίκη κι έβαλε τις βάσεις (μαζί με την τεράστια μάχη ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της ΕΑΣ) για την πτώση της «πανίσχυρης κυβέρνησης Μητσοτάκη».
Αν οι ανάγκες αποτελούν την πρωταρχική προϋπόθεση για την ανάπτυξη μεγάλων αγώνων, για την εξέλιξή τους καθοριστικό ζήτημα είναι ο πολιτικός τους προσανατολισμός, με την επίδραση πρωτοπόρων δυνάμεων. Το κίνημα το 90-91 δεν δημιουργήθηκε από τέτοιες δυνάμεις, αλλά τέτοιες δυνάμεις υπήρξαν. Η τιμή αυτή ανήκει στην «ΚΝΕ-Γράψα», στις «Αριστερές Συσπειρώσεις Φοιτητών», στις οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς [ΟΣΕ, ΚΚΕ (μ-λ) κ.α.] στον «Ρήγα Φεραίο», που παρά τις μικρές του δυνάμεις ήταν μέσα στο κίνημα.
Αν και οι δυνάμεις αυτές, δεν μπορούσαν να δώσουν στο κίνημα συνολική πολιτική προοπτική, το μπόλιασαν με νέα πολιτικά και ιδεολογικά στοιχεία, αναβάθμισαν την βάση συγκρότησής του (θέτοντας στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης στην εκπαίδευση), απέτρεψαν την προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να το «καπελώσει» ή του ΚΚΕ να το φρενάρει, το μπόλιασαν με αποφασιστικότητα και νέες μορφές οργάνωσης.
Κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη του κινήματος παίζει η οργάνωσή του. Για να νικήσει ένα κίνημα πρέπει η οργάνωσή του να είναι στα χέρια των αγωνιζομένων. Στις κρίσιμες ώρες των μεγάλων μαχών και των εξεγέρσεων, όταν οι αγωνιζόμενοι πλέον αναδείχνονται σε υποκείμενο της ιστορικής κίνησης πρέπει μέσα από τα δικά τους όργανα να καθορίζουν την εξέλιξη της μάχης και αυτόν τον ρόλο φιλοδόξησαν να παίξουν τα συντονιστικά των γενικών συνελεύσεων και το πανελλαδικό συντονιστικό.
Ο ρόλος της ΚΝΕ-ΝΑΡ και της συναινετικής Αριστεράς
«Η εισήγηση του πρωθυπουργού και η συζήτηση κατέληξε στο ότι είναι προφανές ότι και η ΟΛΜΕ και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, κυρίως το ΠΑΣΟΚ, λιγότερο ο Συνασπισμός, αλλά εντόνως η ομάδα Γράψα, στη δραστηριότητα για τις καταλήψεις επέδειξαν ένα ρόλο υποκινητού, ενθαρρυντού, υποστηρικτού των καταλήψεων, ιδιαίτερα μετά τις προτάσεις της κυβερνήσεως που κατέθεσε ο υπουργός Παιδείας κ. Κοντογιαννόπουλος και τη βασική πρόταση για διάλογο». Η δήλωση αυτή του κυβερνητικού εκπροσώπου Βύρων Πολύδωρα, αμέσως μετά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου στις 11 Ιανουαρίου 1991 είναι αποκαλυπτική για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ΚΝΕ-ΝΑΡ στο μεγαλειώδες κίνημα του 90-91.
«Το κύμα των καταλήψεων που συγκλονίζει όλα τα γυμνάσια, λύκεια, ΤΕΙ, ΑΕΙ της χώρας έχει φτιάξει μια πολύ θερμή ζώνη αντίστασης που δεν παζαρεύει, δεν παραδίνεται, δεν υποχωρεί. Μεγάλος πονοκέφαλος… […]. Γιατί ξέρει να κάνει πραγματικά ανεξάρτητο αγώνα», έγραφε σε προκήρυξη της με τίτλο «Γενιά της οργής που εξοργίζει πολλούς». «Στα πανεπιστήμια πρωταγωνιστές των κινητοποιήσεων δεν είναι τόσο η ανύπαρκτη ουσιαστικά ΠΑΣΠ. Είναι οι νεοσταλινικοί του κ. Γράψα και οι αναρχικών τάσεων αριστερές συσπειρώσεις που εκφράζουν ένα υπαρκτό κίνημα κοινωνικού μηδενισμού και αναζητούσαν εδώ και ένα χρόνο αφορμή για καταλήψεις», έγραφε στις 9/12 ο Ελεύθερος Τύπος.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι δυνάμεις του Νέου Αριστερού Ρεύματος, οι οποίες κάθε άλλο παρά αμελητέες είναι στους χώρους αυτούς, δίνουν μέχρι την τελευταία ικμάδα δραστηριοτήτων τους για την επέκταση και την ανάπτυξη του κινήματος των μαθητών και των φοιτητών», έγραφε στο Πριν (16/12/90) ο Γιώργος Δελαστίκ, σημειώνοντας πως η συμπαράταξη αυτή στο πλευρό των μαθητών δεν συνεπαγόταν «καθοδήγησή» τους, αλλά σήμαινε ότι το ΝΑΡ είναι σε θέση να «διαισθάνεται τις αγωνιστικές τους διαθέσεις, να τις σέβεται και να συμπορεύεται με αυτές».
Η ΚΝΕ-ΝΑΡ, απαλλαγμένη από τα όρια μιας γραμμής που «έβαζε πάγο» στο κίνημα, όπως είχε το ΚΚΕ ειδικά στην πορεία συμβιβασμού την περίοδο του «Συνασπισμού», έχοντας την (θετική και αρνητική) εμπειρία μεγάλων φοιτητικών αλλά και εργατικών αγώνων της προηγούμενης φάσης (όπως το 1985-1987) είχε κρίσιμη συμβολή στην ανάπτυξη των αγώνων. Ο θετικός ρόλος του ΝΑΡ εκφράστηκε επίσης στους καθηγητές και όπου έφτανε η εργατική και λαϊκή του παρέμβαση.
Γενικότερα εκείνη την περίοδο των καταρρεύσεων και των απογοητεύσεων κρίσιμο ζήτημα στάθηκε η ίδια η «συγκρότηση» μιας μαχόμενης πρωτοπορίας για την κομμουνιστική υπόθεση. Άρα η ερμηνεία των γεγονότων, η χάραξη μιας νέας κομμουνιστικής προοπτικής, η διατήρηση πολιτικά και οργανωτικά μαχόμενων δυνάμεων.
Συνολικά η δράση των δυνάμεων που αντιστάθηκαν τόσο στην γραμμή των «δημοκρατικών δυνάμεων» και της πασοκικής ενσωμάτωσης της περιόδου 1978-1985, και εν συνεχεία της υποταγής στη συναίνεση και τη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία, ήταν καθοριστική. Αποτέλεσε την «γέφυρα» ανάμεσα στο ρεύμα της μεταπολίτευσης και τη νέα κατάσταση που διαμορφώθηκε μετά την τομή του 89-90. Διέθετε τα πολιτικά και ιδεολογικά εφόδια ώστε να αποτελέσει την «μαγιά» συγκρότησης της ΕΑΑΚ και μετέπειτα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σφραγίζοντας και τις δυνατότητες αλλά και τα κοινωνικά και πολιτικά όριά τους, στην αντιμετώπιση των νέων τομών της περιόδου 2010-2015, των «αριστερών κυβερνήσεων» έως και την σημερινή δομική, πολλαπλή κρίση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού.
Στον αντίποδα αυτής της πολιτικής γραμμής βρέθηκε το ΚΚΕ και ο Συνασπισμός. Ο γ.γ. του ΚΚΕ Γρηγόρης Φαράκος, μετά από συνάντησή του με τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στις 12 Δεκεμβρίου, δήλωσε: «Τα σχολεία πρέπει να λειτουργούν και επομένως κανείς δεν μπορεί να συμφωνεί να μην γίνονται μαθήματα. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή επειδή η ενημέρωση δεν γίνεται πλήρης στους μαθητές και ίσως να υπάρχουν ζητήματα τα οποία πραγματικά έχουν παρανοηθεί, ζητήσαμε από τον πρωθυπουργό να υπάρξει μια κάποια αναστολή της εφαρμογής των προεδρικών διαταγμάτων ούτως ώστε να μπορέσει να συζητηθεί το περιεχόμενό τους πιο αναλυτικά και να γίνει η ενημέρωση των μαθητών. […] Με κανένα τρόπο, εμείς τουλάχιστον, δεν θεωρούμε ότι οι μαθητές αυτή τη στιγμή υποκινούνται για άλλους στόχους». Ο Κ. Μητσοτάκης έσπευσε να αξιοποιήσει την «πάσα»: «Χαίρω που συμφωνούμε στο ότι η κατάληψη δεν αποτελεί την καλύτερη μέθοδο αντιμετώπισης του προβλήματος. Βεβαίως ούτε κι εγώ θέλω να ισχυριστώ ότι τα παιδιά ενεργούν υπό καθοδήγηση. Εκείνο όμως που είναι βέβαιο, είναι ότι η ενημέρωση, και σ’ αυτό συμφωνούμε, δεν είναι πλήρης και πιθανότατα αυτό οφείλεται σε παρεξηγήσεις».
Χαρακτηριστικό είναι πως μετά από την κυβερνητική αναδίπλωση και την απόσυρση ορισμένων από τις πιο αντιδραστικές ρυθμίσεις του μαθητικού κανονισμού στις 16/12, ο Ριζοσπάστης κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο «Ο αγώνας δικαιώνεται», θέτοντας ουσιαστικά ζήτημα λήξης των καταλήψεων, αλλά αυτές ακριβώς αυτή την εβδομάδα γιγαντώθηκαν. Η αποδυναμωμένη ΚΝΕ του Περισσού (με γραμματέα τον Τάκη Θεοδωρικάκο) έχασε κι άλλες δυνάμεις.