Γιώργος Παυλόπουλος
Η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να αξιοποιήσει την κρίση της πανδημίας για να επιταχύνει την αντιδραστική αναδιάρθρωση της οικονομίας, της αγοράς εργασίας και των κοινωνικών δομών. Το σχέδιο προϋπολογισμού και η «ανεξάρτητη έκθεση» των ειδικών αποτελούν πολύτιμα εργαλεία σε αυτή την κατεύθυνση, αποτυπώνοντας ξεκάθαρα τις προθέσεις της ίδιας και του κεφαλαίου.
Το φάντασμα των μνημονίων και τα όψιμα «απεταξάμην»
Οι αντιδράσεις των δολοφόνων που επιστρέφουν στον τόπο του εγκλήματος έχουν πάντοτε ενδιαφέρον και η περίπτωση των Ευάγγελου Βενιζέλου, Γιάννη Στουρνάρα και Ευκλείδη Τσακαλώτου δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Οι τρεις τους θήτευσαν, άλλωστε, σε καίριες θέσεις κατά τη διάρκεια της προηγούμενης «ματωμένης» (για τον λαό, φυσικά) δεκαετίας – οι δύο ως υπουργοί Οικονομικών και ο τρίτος ως διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας – κάτι που σημαίνει ότι γνωρίζουν από πρώτο χέρι όσα έγιναν, ενώ φέρουν ακέραια την ευθύνη για τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν.
Κι όμως, συμμετέχοντας στη (διαδικτυακή) εκδήλωση του Οικονομικού Επιμελητηρίου Αθηνών, την περασμένη Τρίτη, επιχείρησαν να μας πείσουν ότι φταίνε κάποιοι «άλλοι». Τους κατηγόρησαν, μάλιστα, ότι έκαναν λάθος και υπέβαλαν αδίκως σε τόσο πόνο και θυσίες την πλειοψηφία των Ελλήνων. «Η Ευρώπη έμαθε το μάθημά της χάρη στα όσα πέρασε η Ελλάδα», είπε ο Βενιζέλος, ενώ ο Στουρνάρας ήρθε να συμπληρώσει διακηρύττοντας «λιτότητα τέλος!». Όσο για τον συντονιστή της συζήτησης, τον δημοσιογράφο του Σκάι Π. Τσίμα, διαπίστωσε ότι «πληρώσαμε ακριβά δίδακτρα» για να μάθουν οι Ευρωπαίοι και να μην εφαρμόσουν ποτέ ξανά την ίδια πολιτική.
Αν δώσουμε βάση στα λεγόμενά τους, θα είναι σαν να πιστεύουμε πως ζούμε σε άλλο κόσμο από τον πραγματικό. Από αυτόν στον οποίο τα μνημόνια θα συνοδεύουν και την όποια «βοήθεια» για να ξεπεραστεί η νέα κρίση της πανδημίας, ενώ οι προϋπολογισμοί – όπως αυτός που παρουσίασε η κυβέρνηση για το 2021 –επιταχύνουν την αντιδραστική αναδιάρθρωση και τη βίαιη αναδιανομή του πλούτου υπέρ των «πάνω».
Προϋπολογισμός 2021 και «Έκθεση Πισσαρίδη»
Δύο ήταν, κυρίως, τα γεγονότα που κυριάρχησαν στο οικονομικό ρεπορτάζ των προηγούμενων δέκα ημερών: Η κατάθεση του προϋπολογισμού για το 2021 και η παρουσίαση της αποκαλούμενης «έκθεσης Πισσαρίδη». Δεν απαιτούνται, μάλιστα, ιδιαίτερες γνώσεις ή κόπος για να διαπιστώσει κανείς ότι η λογική τους είναι ταυτόσημη, καθώς κινούνται στην ίδια κατεύθυνση – ο μεν προϋπολογισμός με επίκεντρο το άμεσο μέλλον, η δε έκθεση με το βλέμμα στραμμένο στις πιο στρατηγικές επιδιώξεις. Το ίδιο συμβαίνει, μάλιστα, και με το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, που επισήμως έχει στόχο «την ενίσχυση των πιο αδύναμων ομάδων». Το παραδέχθηκε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός στη βουλή την Τετάρτη, λέγοντας ότι «πρόκειται για μέτρα που ασφαλώς έχουν ιδεολογικό πρόσημο».
Σε κάθε περίπτωση, το πρώτο που οφείλουμε να σημειώσουμε είναι ότι, όσον αφορά στο επόμενο έτος, οι προβλέψεις της κυβέρνησης και του επιτελείου της έχουν τιναχτεί στον αέρα μέσα σε περίπου ενάμιση μήνα. Για του λόγου το αληθές, το προχέδιο του προϋπολογισμού που είχε παρουσιαστεί στις αρχές Οκτωβρίου προέβλεπε ότι στο τέλος του 2021, η κατάσταση θα ήταν περίπου «ίσα βάρκα ίσα νερά», καθώς μετά την ύφεση κατά 8,2% που εκτιμούσε τότε για το τρέχον έτος, έκανε λόγο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 7,5% το επόμενο. Σήμερα, όμως, τα δεδομένα έχουν αλλάξει δραματικά και κινούνται προς το χειρότερο σενάριο ή και ακόμη πιο άσχημα, καθώς η ύφεση αναμένεται πως θα αγγίξει το 10,5% φέτος, ενώ η «ανάπτυξη» για το 2021 έχει περιοριστεί στο 4,8%.
Αυτό σημαίνει, με βάση τα απλά μαθηματικά, ότι θα απαιτηθούν τρία τουλάχιστον χρόνια ώστε τα μεγέθη της οικονομίας να επανέλθουν εκεί όπου βρίσκονταν πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, στις αρχές του 2020. Κι αυτό, βεβαίως, υπό μια διπλή προϋπόθεση: Αφενός, ότι η κατάσταση δεν θα επιδεινωθεί περαιτέρω και η σχετική «κανονικότητα» θα επιστρέψει πριν το καλοκαίρι και, αφετέρου, ότι δεν θα «ναυαγήσει» το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ και ο προϋπολογισμός του 2021-’27 εξαιτίας των τεράστιων αντιθέσεων ανάμεσα στα κράτη-μέλη και των αλλεπάλληλων βέτο.
Ακόμη, όμως, κι αν δεν αλλάξει τίποτα επί τα χείρω το επόμενο διάστημα, μπορούμε από τώρα να προβλέψουμε τι θα ζητήσουν από τον λαό: Να κάνει λίγη ακόμη υπομονή και να σφίξει το ζωνάρι του, μέχρι να έρθουν οι καλύτερες ημέρες – εκτός και αν (κάτι που είναι πολύ πιθανό…) στο μεταξύ ξεσπάσει μια άλλη κρίση, που θα τον αναγκάσει να πέσει ακόμη πιο χαμηλά. Το σίγουρο, επίσης, είναι ότι η κυβέρνηση του κεφαλαίου δεν προτίθεται να κάνει υπομονή στην εφαρμογή της πολιτικής της. Όπως και πάλι είπε ο ίδιος ο Μητσοτάκης, «οι περιορισμοί που θέτει ο κορονοϊός δεν περιορίζουν τις δικές μας μεταρρυθμίσεις». Πρόσθεσε δε ότι προγραμματίζεται καταιγισμός νομοσχεδίων το επόμενο διάστημα που προωθούν αυτές τις «μεταρρυθμίσεις» – όπως για την επαγγελματική εκπαίδευση, για το χωροταξικό και για τις δημόσιες συμβάσεις.
Κ. Μητσοτάκης: «Όπως η κυβέρνηση εργάζεται μεθοδικά για την υγεία για την υγεία όλων, έτσι εργάζεται και για την ευημερία όλων». Ποιος αμφιβάλει;
Όσο για τις προτεραιότητες που θέτει ο προϋπολογισμός του 2021, είναι σαφείς. Οι δαπάνες για την υγεία, συγκεκριμένα, προβλέπονται μειωμένες κατά πάνω από 500 εκατ. ευρώ – κάτι το οποίο, σε μεγάλο βαθμό, προκύπτει από τον μηδενισμό του κονδυλίου των 367 εκατ. που, όπως επισήμως γράφεται στον σχετικό κωδικό, αφορά την «κάλυψη δαπανών λόγω της πανδημίας Covid-19 για την ενίσχυση του ΕΣΥ (εξοπλισμός, υποδομές και αναλώσιμα). Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα είναι προτελευταία ανάμεσα στα κράτη-μέλη του στις κατά κεφαλή πρόσθετες δαπάνες του 2020 για την αντιμετώπιση της πανδημίας…
Μείωση κατά 199 εκατ. ευρώ θα υπάρξει και στις δαπάνες που αφορούν κοινωνικές παροχές, ενώ συνολικά οι δαπάνες του προϋπολογισμού προβλέπονται μειωμένες κατά 2,15 δισ. ευρώ. Η πρόβλεψη αυτή έρχεται σε μια στιγμή που, θεωρητικά τουλάχιστον, οι αυξημένες δημόσιες δαπάνες είναι απολύτως αναγκαίες για την ανάταξη και τη στήριξη της οικονομίας, ενώ οι «παροχές» θα έπρεπε να έχουν μόνιμο χαρακτήρα και όχι να είναι εφάπαξ, όπως συμβαίνει. Προφανώς δε, τίποτα από τα παραπάνω δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από τα «ψίχουλα» του αποκαλούμενου ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, που φτάνει στο… αστρονομικό ποσό των 200 ευρώ κατ’ άτομο μηνιαίως (τα διπλά εκτάκτως μόνο για τον Δεκέμβριο). Ούτε, φυσικά, από την παράταση των επιδομάτων ανεργίας ή κάποιες άλλες μικροπαροχές, που απλώς έχουν στόχο να καταστείλουν προσωρινά το κύμα της κοινωνικής οργής και την επαπειλούμενη έκρηξη.
Οι παραπάνω μειώσεις δεν αφορούν, πάντως, τις στρατιωτικές δαπάνες, όπου η κυβέρνηση εμφανίζεται ιδιαιτέρως γαλαντόμα, στο φόντο της έντασης του ανταγωνισμού με την Τουρκία. Έτσι, τα ποσά για τα εξοπλιστικά προγράμματα σχεδόν πενταπλασιάζονται, ξεπερνώντας τα 2,5 δισ. ευρώ και οδηγώντας σε περαιτέρω αύξηση του χρέους. Ίσως, λοιπόν, δεν είναι τυχαίο που ο προϋπολογισμός του 2021 έχει εγγράψει αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 3,6 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το 2020 – ποσό που προέρχεται κυρίως (τα 2,5 δισ.) από τον βαθιά αντιλαϊκό ΦΠΑ.
Αν, όμως, αυτά προβλέπει ο βραχυπρόθεσμος προϋπολογισμός, ο οποίος έχει την έγκριση των Βρυξελλών και θα ψηφιστεί στις 15 Δεκεμβρίου, η «έκθεση Πισσαρίδη» επιχειρεί να πάει πολύ πιο μακριά. Όσο κι αν ο Μητσοτάκης προσπάθησε να την παρουσιάσει ως μια «ανεξάρτητη οικονομική έκθεση», η αλήθεια είναι πως βάζει στο στόχαστρο και τις τελευταίες κατακτήσεις και τα δικαιώματα των εργαζομένων και της κοινωνικής πλειοψηφίας, με στόχο της δημιουργία ενός νέου τοπίου, εξαιρετικά εύφορου για να ανθίσει το δέντρο της ασυδοσίας και κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Η οριστική και αμετάκλητη κατάργηση του δημόσιου χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος, η δραστική μείωση του κόστους της εργασίας για τους εργοδότες, η κατοχύρωση και μονιμοποίηση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και η απελευθέρωση της «κινητικότητας» και των απολύσεων, η απελευθέρωση των επενδύσεων, η ασφυκτική προσαρμογή της εκπαίδευσης στις ανάγκες τις αγοράς αποτελούν βασικές κατευθύνσεις της έκθεσης, την αποθέωση των επιχειρήσεων και του επιχειρείν – αυτά είναι όσα μπορεί να «διαβάσει» κανείς πίσω από τα όσα ειπώθηκαν κατά την παρουσίασή της.
«Θέσεις εργασίας δεν υπάρχουν χωρίς επενδύσεις και επιχειρήσεις (…) Το ύψος των μισθών δεν είναι κυβερνητική απόφαση, είναι συνάρτηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Καλοί μισθοί υπάρχουν όπου υπάρχει ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα», είπε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θ. Σκυλακάκης. «Η έκθεση θέτει ως κυρίαρχο στόχο την αύξηση των εισοδημάτων. Όμως, όχι με τον παραδοσιακό τρόπο, που μας οδήγησε παραλίγο στην πτώχευση, δηλαδή με παροχές και αυξήσεις μισθών κατά κανόνα με δανεικά, αλλά μέσα από τη βελτίωση της παραγωγικότητας των εργαζόμενων και των επιχειρήσεων», ξεκαθάρισε από την πλευρά του ο Μητσοτάκης.
Τα συμπεράσματα είναι, νομίζουμε, προφανή.
Ζωτικό αίτημα η διαγραφή του χρέους
Η Ελλάδα καλείται να πληρώσει 76,24 δις. ευρώ ως το 2028, δηλαδή περισσότερα από όσα περιμένει η κυβέρνηση να λάβει από την ΕΕ το ίδιο διάστημα!
Μέσα στον ορυμαγδό της πανδημίας και τον τρόμο που αποκαλεί η ορατή απειλή κατά της ζωής και της δουλειάς, συχνά λησμονούνται τα αυτονόητα. Όπως είναι, για παράδειγμα, το αίτημα για άμεση στάση πληρωμών των δόσεων στους εγχώριους και διεθνείς τοκογλύφους και για την άνευ όρων διαγραφή του δημόσιου χρέους, που σήμερα αποκτά και πάλι ζωτική σημασία. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το σχέδιο του προϋπολογισμού, στο τέλος του 2020 το χρέος θα έχει εκτιναχθεί στα 340 δισ. ευρώ ή στο 208,9% του ΑΕΠ, έναντι 331 δισ. και 180,5% το 2019. Όσο για το 2021, η εκτίμηση κάνει λόγο για 343,2 δισ. που θα αντιστοιχούν στο 199,6% του ΑΕΠ – στην περίπτωση φυσικά που ο ρυθμός αύξησής του κυμανθεί στο προβλεπόμενο 4,8%.
Την ίδια στιγμή, προκαλούν σοκ και δέος αυτά που καλείται να καταβάλει η Ελλάδα για τοκοχρεωλύσια φέτος και τα επόμενα χρόνια. Φέτος, το ποσό φτάνει στα 5,9 δισ. ευρώ, το 2021 στα 4,9 δισ. ενώ μέχρι το τέλος του 2028 ο συνολικός λογαριασμός ανέρχεται σε 76,24 δισ. – παραπάνω, δηλαδή, από όσα αναμένει η κυβέρνηση να εισρεύσουν στα ταμεία της Ελλάδας από τον κοινοτικό προϋπολογισμό και το Ταμείο Ανάκαμψης στο ίδιο ακριβώς διάστημα!
Σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, ο πέλεκυς του πρωτογενούς πλεονάσματος στο ύψος του 3,5% του ΑΕΠ συνεχίζεται να αιωρείται πάνω από τα κεφάλια του λαού. Μπορεί για φέτος η υποχρέωση να έχει «παγώσει», όπως έχει συμβεί και με όλο το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, κάτι που δεν αποκλείεται να συνεχιστεί και για το επόμενο έτος, όμως η ίδια η κυβέρνηση παραδέχεται πως με το που θα σημάνει η λήξη της πανδημίας, το ζήτημα θα τεθεί ξανά επί τάπητος από τους εταίρους στην ΕΕ.
ΣΥΡΙΖΑ, η ίδια πολιτική με άλλο πρόσωπο
«Καλά κάνατε», είπε ο Αλ. Τσίπρας, απευθυνόμενος στον Κ. Μητσοτάκη, αναφορικά με την σκανδαλώδη κρατική ενίσχυση της Aegean με 120 εκατ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτό, μέσα σε μόνο δύο λέξεις, αποκάλυψε και στους πλέον δύσπιστους ότι ο ίδιος και ο ΣΥΡΙΖΑ ανήκουν στο ίδιο στρατόπεδο και υπηρετούν τα ίδια συμφέροντα με τον πρωθυπουργό και πρόεδρο της ΝΔ, έστω και με μια συνταγή η οποία περιέχει μεγαλύτερη δόση «κοινωνικής ευαισθησίας» και πιο ελεγχόμενη αστυνομική καταστολή.
Αλήθεια, τι διαφορετικό έχει να προσφέρει ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο σχέδιο που συστηματικά προωθούν και υλοποιούν οι πολιτικοί του αντίπαλοι; Ποιος είναι ο ουσιαστικός λόγος για να τον προτιμήσει και να τον ψηφίσει ο λαός, πέρα από τους ισχυρισμούς ότι η δική του κυβέρνηση εμπνεύστηκε και εφάρμοσε πολλά από τα μέτρα που τώρα προσπαθεί να ιδιοποιηθεί η νυν, αλλά και ότι σήμερα «είναι η μεγάλη ευκαιρία» για να ενισχυθεί το ΕΣΥ, καθώς δεν υπάρχει τρόικα και συνθήκες δημοσιονομικής ασφυξίας, όπως συνέβαινε επί των ημερών του; Αρκεί, άραγε, η επίκληση των μνημονίων για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι όσο ήταν στην κυβέρνηση δεν φρόντισε να κάνει σχεδόν τίποτα από τα όσα προτείνει σήμερα, ενώ αντίθετα ξεζούμισε τον λαό και τον οδήγησε πιο βαθιά στην εξαθλίωση;
Οι απαντήσεις είναι προφανείς. Τις γνωρίζουν, άλλωστε, και στον ΣΥΡΙΖΑ και γι’ αυτό επιχειρούν να… πετάξουν την μπάλα στην εξέδρα, με την παρουσίαση διάφορων τροπολογιών και την προετοιμασία ενός «αντι-Πισσαρίδη σχεδίου». Το κεφάλαιο και η αντίδραση με ανθρώπινο πρόσωπο…