Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Ο ανορθολογισμός της Εκκλησίας και ο καιροσκοπισμός της πολιτικής
Ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) διαπιστώνει ότι η επιδημία έχει ήδη εξελιχθεί σε πανδημία, ενώ τα κρούσματα στη χώρα έχουν υπερβεί τα 100 μ’ έναν ήδη νεκρό (ως τη στιγμή που γραφόταν το κείμενο) και ο ίδιος ο Μητσοτάκης στο διάγγελμά του αναγκάζεται να παραδεχτεί ότι «τα δυσκολότερα είναι μπροστά μας», η Εκκλησία της Ελλάδας εμμένει στη δογματική και ιδιαίτερα επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία θέση της ότι «Για τα μέλη της Εκκλησίας, η προσέλευση στην θεία Ευχαριστία και η κοινωνία από το “Κοινό Ποτήριο Ζωής” ασφαλώς και δεν μπορεί να γίνει αιτία μετάδοσης ασθενειών…». Τον ανορθολογισμό της επιχειρεί να τον κάνει σχετικά συμβατό με την επιστημονική προσέγγιση του ζητήματος, συμβουλεύοντας «τις ευπαθείς ομάδες να μένουν στο σπίτι» και συστήνοντας «να λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα, κατά τις συστάσεις των αρμοδίων κρατικών αρχών, προς τον σκοπό της μη διασποράς του ιού».
Αυτές όμως οι νουθεσίες, πρώτον, μαρτυρούν την πίεση που δέχεται η Εκκλησία και την έμμεση άρνηση της ανορθολογικής θέσης της ότι «η θεία Ευχαριστία ασφαλώς και δεν μπορεί να γίνει αιτία μετάδοσης ασθενειών». Δεύτερον, είναι αναποτελεσματικές, διότι και να μείνουν οι ευπαθείς ομάδες σπίτι τους, δεν αποφεύγεται ο επικίνδυνος συγχρωτισμός στις εκκλησίες, ενώ οι συμβουλές για τα απαραίτητα μέτρα, κατά τις συστάσεις των αρμοδίων κρατικών Αρχών είναι μεν χρήσιμες για τους πιστούς, αλλά δεν αποτρέπουν τις επικίνδυνες μαζικές συναθροίσεις στις εκκλησίες. Προβάλλεται, βεβαίως, ο ισχυρισμός ότι η Εκκλησία, αν καλέσει το πλήρωμά της να απέχει από τη λειτουργία και τη μετάληψη, αυτοαναιρεί τα δόγματα και την πίστη στα θαυματουργά μυστήρια και γι’ αυτό δεν πρόκειται να προβεί σε μια τέτοια ενέργεια. Δεν είναι όμως λίγες οι περιπτώσεις στην ιστορία, κατά τις οποίες μάζες θρησκευομένων αλλά και θρησκευτικοί ηγέτες, χωρίς ν’ απεμπολήσουν την πίστη τους, δεν εναπέθεσαν τη λύση οξυμένων προβλημάτων στην ανύπαρκτη θεία παρέμβαση ή στη μετά θάνατον παραδείσια ζωή, αλλά με τον αγώνα τους αναζήτησαν λύσεις υπαρκτές στα κοινωνικά προβλήματα. Αλλά και σήμερα, υπάρχουν ανώτατοι ιεράρχες που δεν προσέφυγαν στην πίστη και στο θαύμα, στην παραβίαση δηλαδή των νόμων της φύσης, αλλά υιοθέτησαν την επιστημονική αντιμετώπιση του κορωνοϊού. Ανάμεσα σε αυτούς που καλούν σε αποχή από τις εκκλησιαστικές λειτουργίες είναι ο Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, ο Πάπας της Ρώμης κά.
Μητσοτάκης και Τσίπρας παρενέβησαν με μισόλογα, μόνο όταν η κατάσταση άρχισε να ξεφεύγει από τον έλεγχο
Πάντως, αν για τους ιεράρχες υπάρχει το ελαφρυντικό της δογματικής πίστης, είναι απόλυτα κατακριτέα η στάση της κυβέρνησης, του ΣΥΡΙΖΑ, του πολιτικού συστήματος, των ΜΜΕ, πολλών γνωστών ιατρών. Αυτών που σιωπούσαν εκκωφαντικά και δεν ερμήνευαν απλώς, αλλά δικαιολογούσαν τη στάση της Εκκλησίας με σοφιστικά επιχειρήματα. Ορισμένοι μάλιστα βουλευτές, ιδίως απ’ το κυβερνητικό κόμμα, διατυμπάνιζαν ανεύθυνα ότι εκκλησιάζονται και μεταλαμβάνουν, για να φανούν αρεστοί στο θρησκευόμενο κοινό τους. Όλος ο εσμός των συστημικών παραγόντων που διατύπωναν διφορούμενες θέσεις ή και υποστηρικτικές (οι περισσότεροι) για τη σκοταδιστική και επικίνδυνη στάση της Εκκλησίας, που επιμένει ότι δεν προτίθεται να σταματήσει να κοινωνεί τους πιστούς, κατέφευγαν σε επιχειρήματα σε διάφορα επίπεδα, τα οποία δεν κάλυπταν την ουσία του θέματος – δηλαδή, την προστασία της δημόσιας υγείας. Απέδιδαν την κριτική απέναντι στη στάση της Εκκλησίας στον αντικληρικαλισμό και στα συμπλέγματα των εχθρών της. Πρόβαλαν την Πολιτεία και την Εκκλησία ως δύο σχεδόν ισότιμες εξουσίες, παραγνωρίζοντας το καθιερωμένο στις αστικές δημοκρατίες δικαίωμα του κράτους να επιβάλλει τη βούλησή του στην Εκκλησία, όπως και σε όλους τους κοινωνικούς θεσμούς.
Γνωσιολογικά δε, θεωρούν ότι η επιστήμη και η θρησκεία αποτελούν δύο διαφορετικές και ασύμπτωτες αλήθειες. Η επιστήμη παράγει της έννοιές της από την αντικειμενική, ακόμη και πειραματική (στις φυσικές επιστήμες) πρόσληψη της πραγματικότητας, ενώ η θεολογία εδράζεται στη θεία αποκάλυψη και στην έννοια του «θαύματος» κατά παράβαση της αντικειμενικής πραγματικότητας. Από ηθική άποψη, θεωρούν ότι είναι θέμα δικαιώματος και ηθικής επιλογής του πολίτη και όχι κρατικής επιβολής να επιλέξει να εκκλησιαστεί και να μεταλάβει, παρά τον κίνδυνο να προσβληθεί από τον ιό. Αυτή η άποψη παραβλέπει ότι ναι μεν αποτελεί δικαίωμα και ατομική επιλογή κάποιος, αναλαμβάνοντας τον κίνδυνο, να εκκλησιαστεί και να μεταλάβει, αλλά δεν αποτελεί δικαίωμά του να μεταδώσει τον ιό σε συνανθρώπους του, που θα νοσήσουν εξαιτίας του. Τέλος, η καθαρά θρησκόληπτη θέση ότι η θεία μετάληψη αποκλείει τη νόσηση διαψεύδεται από την ιστορία, αλλά και τη σύγχρονη πραγματικότητα. Τον 14ο αιώνα, για του λόγου το αληθές, το ένα τρίτο περίπου της χριστιανικής Ευρώπης εξοντώθηκε από τη πανδημία της Μαύρης Πανούκλας (πανώλη), που την περιγράφει ζωντανά στο Δεκαήμερο ο Ιταλός ποιητής Βοκάκιος. Αλλά και στη χώρα μας σήμερα τα πρώτα κρούσματα προέρχονται από προσκυνητές που είχαν ταξιδέψει στα Ιεροσόλυμα…
Τελικά, στο πρόβλημα παρενέβησαν και οι αρχηγοί του δικομματισμού, Μητσοτάκης και Τσίπρας, όταν η κατάσταση άρχισε να ξεφεύγει από τον έλεγχο. Πιο τολμηρά, είναι αλήθεια, από τους βουλευτές τους, αλλά όχι στο ύψος των περιστάσεων. Ο πρωθυπουργός δεν τόλμησε να συμπεριλάβει στην απαγόρευση των δημόσιων συναθροίσεων (γήπεδα, εκπαιδευτικά ιδρύματα, κέντρα διασκέδασης, κά) και τις εκκλησίες, παρ’ όλο που σ’αυτές οι κίνδυνοι είναι ιδιαίτερα απειλητικοί, αφού είναι κλειστοί χώροι, συχνάζουν στη μεγάλη πλειοψηφία μεγάλης ηλικίας άνθρωποι, που ανήκουν στις κατ’εξοχήν ευάλωτες κατηγορίες, αλλά και λόγω της μετάληψης, του φιλήματος των εικόνων και του μεγάλου συνωστισμού. Στην ουσία, ο Μητσοτάκης έμμεσα κάνει έκκληση στον Αρχιεπίσκοπο να αναλάβει αυτός την ευθύνη μη λειτουργίας των ναών, πράγμα προφανώς πολύ δύσκολο.
Αλλά και ο Τσίπρας, που διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με τον Αρχιεπίσκοπο αν και δηλώνει άθεος, δεν τάχθηκε ρητά και θαρραλέα υπέρ της μη λειτουργίας των εκκλησιών. Έθεσε έμμεσα και άτολμα το θέμα με τη μορφή ρητορικής ερώτησης την οποία απηύθυνε στον Μητσοτάκη – «αν συμφωνεί ότι ο κορωνοϊός δεν μεταδίδεται με τη θεία κοινωνία» – απαιτώντας μόνον αναστολή της θείας Κοινωνίας και όχι αναστολή της λειτουργίας των εκκλησιών, που αποτελούν όμως για πολλούς λόγους,όχι μόνο λόγω της μετάληψης, ιδιαίτερα επικίνδυνη συνάθροιση.