Δημήτρης Γρηγορόπουλος
▸ Αμετάκλητα κόμμα διαχείρισης, όχι ανατροπής του αστικού κράτους
Πολιτική θύελλα προκάλεσε η δήλωση του Αλέξη Τσίπρα ότι η «δεύτερη φορά Αριστερά» δεν θα αρκεστεί στην κυβερνητική εξουσία αλλά θα ελέγξει όλους «τους κρίσιμους αρμούς της εξουσίας». Από κοντά και ο Πολάκης, έψεξε τον τότε πρόεδρο της Βουλής Βούτση, γιατί δεν προχώρησε στην αλλαγή του κανονισμού της Βουλής, ώστε να συγκροτηθεί το ΕΣΡ κατά τη βούληση του ΣΥΡΙΖΑ και ανάλογα να κατανείμει τις τηλεοπτικές άδειες, στους εκλεκτούς του. Για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται ο χαμαιλεοντισμός του ΣΥΡΙΖΑ. Ως αντιπολίτευση διακήρυσσε ότι αρκεί η ανάδειξη μέσω κοινοβουλευτικής διαδικασίας «αριστερής» κυβέρνησης, για να συντελεστεί η ριζική αλλαγή της κοινωνίας, λοιδορώντας τις αναλύσεις περί του αντιθέτου της επαναστατικής Αριστεράς και διαβεβαιώνοντας ευρύτερες μάζες για την ευκολία και τον ρεαλισμό αυτής της στρατηγικής. Όταν αυτοδιαψεύτηκαν οι διαβεβαιώσεις του με την εφαρμογή μιας αντιλαϊκής πολιτικής υποταγμένης στο κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό επικαλέστηκε δημαγωγικά τη διάκριση κυβερνητικής και συνολικής κρατικής εξουσίας, όχι για να την υιοθετήσει, αλλά για να δικαιολογήσει την αποτυχία του. Ως αντιπολίτευση πλέον επικαλείται αυτή τη ριζοσπαστική αντίληψη, όχι για να την ακολουθήσει, αλλά για να πείσει το αριστερόστροφο κοινό του ότι έχει διδαχτεί απ’ τα λάθη του και δεν πρόκειται να τα επαναλάβει…
Ωστόσο, παρά τις οβιδιακές μεταμορφώσεις του ΣΥΡΙΖΑ η ηγεσία του γνώριζε ότι κυβέρνηση και κρατική εξουσία δεν ταυτίζονται. Δεν είχε βέβαια σκοπό να συγκρουστεί με το κεφάλαιο και την πολιτική εξουσία του, αλλά να διαχειριστεί απλώς το σύστημα. Πριν από τις εκλογές του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε απεμπολήσει τις όποιες ριζοσπαστικές θέσεις του, για να εξασφαλίσει τη συναίνεση του συστήματος στην ανάληψη της διακυβέρνησης.
Γι’ αυτό, όταν έγιναν γνωστά τα exit polls που έδιναν ξεκάθαρα πρωτιά στην Κουμουνδούρου, ο τομεάρχης άμυνας του ΣΥΡΙΖΑ επικοινώνησε με τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ και επισκέφθηκε τον αρχηγό της ΕΛΑΣ εκφράζοντας την απόλυτη εμπιστοσύνη του ΣΥΡΙΖΑ στις Ένοπλες Δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας της χώρας. Παράλληλα, διέρρευσε ότι το υπουργείο Άμυνας θ’ αναλάβει ο σκληρός δεξιός Πάνος Καμένος, ως πρόσθετη διαβεβαίωση του ΣΥΡΙΖΑ ότι το «κράτος έχει συνέχεια».
Αλλά και η ηγεσία της ΝΔ δεν έχασε την ευκαιρία να κινδυνολογήσει διερμηνεύοντας την τοποθέτηση του Τσίπρα ως ευθεία επίθεση κατά της δημοκρατίας, ως «κατάργηση του κράτους δικαίου», αλλά και δηλωτική του «ολοκληρωτικού DNA του ΣΥΡΙΖΑ», αν και γνωρίζει, και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει χαιρετίσει, την πλήρη προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ στο αστικό σύστημα… Ακολούθησε το συνηθισμένο μπαράζ αλληλοκατηγοριών των δύο κομμάτων για το ποιος παραβιάζει τη δημοκρατία και τους θεσμούς της.
Ωστόσο, τα συστημικά κόμματα, ιδίως οι πόλοι του δικομματισμού, αν και κόπτονται για τη δημοκρατία και αλληλοκατηγορούνται για την αλλοίωσή της, είναι θεσμικά οι βασικοί φορείς, που συμμορφούμενοι στις ανάγκες και απαιτήσεις του κεφαλαίου (με πίεση εξωτερική, αλλά με την αυξανόμενη συμμετοχή εκπροσώπων του σε κυβερνήσεις) θεσμοθετούν την οξυνόμενη αυταρχικοποίηση του αστικού κράτους.
Ο αυταρχισμός των κυβερνώντων κομμάτων όπως «ο έλεγχος των κρίσιμων αρμών της εξουσίας» απ’ τη δεύτερη φορά Αριστερά, που επαγγέλθηκε «απειλητικά» ο Τσίπρας, αποβλέπει, αφενός, στην ενίσχυση των θέσεών του στον κρατικό μηχανισμό και στη σχετική αποδυνάμωση των πολιτικών αντιπάλων του, ώστε να διευκολύνεται η διακυβέρνησή του και να διευρύνεται η πολιτική εμβέλειά του στις μάζες. Αφετέρου, τα κυβερνώντα κόμματα αποβλέπουν στην αυταρχική θωράκιση του αστικού κράτους, ώστε να αποτρέπονται ή να εξουδετερώνονται οι λαϊκές αντιδράσεις στις χρόνιες επιπτώσεις της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης.
Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός αναβαθμίζει τα προνόμια του κεφαλαίου, πλήττοντας ταυτόχρονα με διαρκή λιτότητα και οξυνόμενο αυταρχισμό, την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Το κεφάλαιο επιβάλλει αυτήν την πολιτική με την εκάστοτε κυβέρνηση, την νομοθεσία, την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που συνεχώς κανονικοποιείται και τον κρατικό μηχανισμό — ιδίως το «βαθύ κράτος». Ιδιαίτερα η εκτελεστική εξουσία στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό διογκώνεται. απορροφώντας και ποδηγετώντας σε μεγάλο βαθμό τη νομοθετική και δικαστική εξουσία και διορίζοντας την ηγεσία του κρατικού μηχανισμού. Σε αυτήν τη σχέση εδράζεται ο σοσιαλρεφορμισμός και η σοσιαλδημοκρατία, όταν ως αντιπολίτευση, ευαγγελίζονται την αλλαγή της κοινωνίας με την κατάκτηση απλώς της κυβερνητικής εξουσίας. Η αλήθεια είναι ότι ναι μεν η κυβερνητική εξουσία διογκώνεται και υπερενισχύεται, αλλά και επικαθορίζεται από σειρά κοινωνικών, οικονομικών, πολιτικών, κρατικών παραγόντων, θεσμικά και εξωθεσμικά, που συμβάλλουν σημαντικά στις κυβερνητικές αποφάσεις, τις αποτρέπουν, ή σε οριακές καταστάσεις, ακόμη και ανατρέπουν μία ανεπιθύμητη κυβέρνηση. Παράγοντες που επικαθορίζουν την κυρίαρχη στον καπιταλισμό τάξη του κεφαλαίου είναι, κυρίαρχα, τα πολυεθνικά πολυκλαδικά μονοπώλια, η πολύπλευρη δύναμη του κεφαλαίου (από το χώρο εργασίας έως τις καθοριστικές παρεμβάσεις στην κοινωνική και πολιτική ζωή), οι καπιταλιστικές ολοκληρώσεις (όπως η ΕΕ), τα διεθνή όργανά τους (ΝΑΤΟ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ κ.α.), οι ηγετικοί ιμπεριαλισμοί, άλλα κρατικά όργανα, ιδίως του κατασταλτικού μηχανισμού (στρατός, αστυνομία, μυστικές υπηρεσίες), η ηγετική γραφειοκρατία των κρατικών μηχανισμών, οι περιφερειάρχες, οι δήμαρχοι μεγάλων πόλεων, οι ανεξάρτητες αρχές, η Εκκλησία, τα ΜΜΕ, αλλά και οι αγώνες των λαϊκών τάξεων και των πολιτικών τους εκπροσώπων, σε περιορισμένο βέβαια βαθμό.
Το πλέγμα δυνάμεων που συναποτελούν την πολιτική εξουσία κάνει φανερό πως η κατάληψη του κυβερνητικού θεσμού δεν αρκεί για την κοινωνική αλλαγή
Αυτό το ευρύ και βαθύ πλέγμα δυνάμεων που συναποτελούν την πολιτική εξουσία στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό με θεσμικό κέντρο την κυβέρνηση, αλλά σχετική αυτοτέλεια των συνιστωσών του, εσωτερικών και εξωτερικών, δεν αφήνει, ιδιαίτερα σε αυτές τις συνθήκες, αμφιβολίες ότι η κατάληψη του κυβερνητικού θεσμού δεν αρκεί για την κοινωνική αλλαγή. Εξάλλου, όπως έχει αποδείξει η ιστορική εμπειρία, η κατάληψη της εκτελεστικής εξουσίας από ριζοσπαστικές δυνάμεις οδηγεί στη μετατόπιση του κέντρου βάρους από την κυβερνητική εξουσία στους κατασταλτικούς μηχανισμούς (πείραμα Αλιέντε στη Χιλή 1970) που με τον εκβιασμό ή και τη βία θα ανατρέψουν την κοινωνική αλλαγή. Σήμερα, μάλιστα, στις συνθήκες της άγριας αντιλαϊκής και αυταρχικής πολιτικής του ολοκληρωτικού καπιταλισμού ούτε μια δέσμη απλώς προοδευτικών μέτρων δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθεί από μια κυβέρνηση με προοδευτικές τάσεις. Μόνο σε συνθήκες κινηματικής έξαρσης και με πρωτεύοντα παράγοντα το κίνημα μπορεί να αναδειχτεί κυβέρνηση που να συμβάλλει στην υλοποίηση ριζοσπαστικών αλλαγών. Αυτή όμως η αρχική ρήξη πρέπει να ολοκληρωθεί με την επαναστατική κατάληψη της κρατικής εξουσίας, για ν’ αποφευχθεί η παλιννόστηση της πλήρους αστικής κυριαρχίας.