Γιάννης Ελαφρός
Ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός
Οι εργαζόμενοι δεν θα χύσουν αίμα και ιδρώτα για τα κέρδη των πολυεθνικών και του κεφαλαίου στις ΑΟΖ
Ζούμε μια εθνικιστική κατεργασία και πολεμική προπαρασκευή της ελληνικής κοινωνίας. Η κλιμάκωση ήρθε μετά την επιθετική κίνηση της Άγκυρας για μνημόνιο με την Τρίπολη, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού των αστικών τάξεων Ελλάδας-Τουρκίας, αλλά προετοιμάζεται από καιρό. Οι κυβερνήσεις και το σύστημα σημαδεύοντας τις ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο στοχεύουν όχι μόνο στη γεωπολιτική και οικονομική αναβάθμιση του ελληνικού κεφαλαίου, αλλά και σε άλλους πιο κοντινούς στόχους: εμπέδωση ενός κλίματος εθνικής συναίνεσης, απαραίτητου για την απρόσκοπτη επέλαση της αστικής πολιτικής στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Προώθηση της πολεμικής προετοιμασίας και της στρατιωτικοποίησης της κοινωνίας (όπως για παράδειγμα με την ανάπτυξη της εθνοφυλακής), με βασική πλευρά την απογείωση των εξοπλισμών (με τις απαραίτητες μίζες βεβαίως), άρα με παραπέρα πλήγματα στις κοινωνικές δαπάνες. Κτύπημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων, όπως έδειξε και η χουντικής έμπνευσης δήλωση του ΥΕΘΑ Ν. Παναγιωτόπουλου πως ο στρατός αναλαμβάνει και την εσωτερική ασφάλεια, σε συνδυασμό βέβαια με άμεσες προμήθειες «χωρίς διαγωνισμούς»(!) για συστήματα ασφαλείας, γιατί ως γνωστό η καλύτερη μάσκα για τα λαμόγια είναι αυτή του πατριώτη. Στοχοποίηση των προσφύγων και μεταναστών ως «λαθροεισβολείς», ύψωση τείχους σε στεριά και θάλασσα, Αμυγδαλέζες και στρατιωτικοποίηση του προσφυγικού, μετατροπή της Ελλάδας σε απέραντη φυλακή ψυχών της Ευρώπης-φρούριο. Επιβολή ως μονόδρομου της συμμετοχής της χώρας σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, της στρατηγικής συμμαχίας με τις ΗΠΑ και της ανάπτυξης αμερικανικών βάσεων, αφού είναι «προστάτες».
Συνολικά οι αστικές τάξεις (σε Ελλάδα και Τουρκία) επιδιώκουν ταξική ειρήνη με πλήρη παράδοση της εργατικής-λαϊκής πλευράς στον μονομερή «κοινωνικό πόλεμο» που έχουν εξαπολύσει οι «επάνω», έτσι ώστε να μπορέσουν να διεκδικήσουν με κάθε μέσο (και με πολεμικό εκβιασμό) μεγαλύτερα μερίδια από τους ανταγωνιστές τους. Η εργατική πλευρά πρέπει να κάνει το ανάποδο: να «πολεμήσει» τους εκμεταλλευτές της και όσους την οδηγούν σε πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς, έτσι ώστε να συμβάλλει στην ειρήνη, φιλία, αλληλεγγύη των λαών.
Το κρίσιμο ζητούμενο σήμερα είναι ακριβώς να εκφραστεί μια τέτοια εργατική πολιτική από τις μαχόμενες δυνάμεις της Αριστεράς και του κινήματος. Για να έρθουν στο προσκήνιο τα εργατικά λαϊκά συμφέροντα που δεν ταυτίζονται με τα αστικά, ούτε ομογενοποιούνται σε κάποια «εθνική ενότητα», απεναντίας συγκρούονται τόσο συνολικά όσο και συγκεκριμένα: οι εργαζόμενοι δεν έχουν κανένα όφελος από εξορύξεις υδρογονανθράκων, δεν θα χύσουν το αίμα και τον ιδρώτα τους για να κερδοσκοπήσουν οι πολυεθνικές ενέργειας και τα αντίστοιχα μονοπώλια στην Ελλάδα (ή στην Τουρκία). Ούτε θα μαυρίσουν το μέλλον του πλανήτη, το περιβάλλον και το κλίμα λόγω του αδίστακτου ρυπογόνου καπιταλισμού.
Στη βάση αυτή είναι ριζικά αντίθετοι με τον άδικο, επιθετικό και επικίνδυνο αστικό ανταγωνισμό Ελλάδας-Τουρκίας. Είναι γνωστό πως οι ελληνικές κυβερνήσεις (με αγαστή σύμπνοια ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ και των εθνικιστών) οικοδόμησαν τον επιθετικό άξονα με Ισραήλ, Αίγυπτο και Κύπρο, με τις ευλογίες των ΗΠΑ και σαφή στόχο τον περιορισμό της Τουρκίας. Οι ελληνικές κυβερνήσεις χρησιμοποιούν την πολεμική ισχύ αλλά αξιοποιούν περισσότερο τις μέχρι τώρα θεσμικές κατακτήσεις τους, στη συμμετοχή στην ΕΕ και στις συμμαχίες (κυρίως με τις ΗΠΑ). Η κυβέρνηση Ερντογάν χρησιμοποιεί κυρίως την πολεμική ισχύ και την πολλαπλάσια οικονομική και πληθυσμιακή δύναμη.
Ένα σύγχρονο αντιπολεμικό κίνημα οφείλει να αναδείξει τον επικίνδυνο ρόλο των ιμπεριαλιστών, ειδικά στο πλαίσιο της γιγαντιαίας διεθνούς αντιπαράθεσης μεταξύ ΗΠΑ/ΝΑΤΟ (αλλά και ΕΕ) με Ρωσία, Κίνα, Ιράν κλπ, που μπορεί να παροξύνει και τοπικές συγκρούσεις. Γι’ αυτό απαιτείται αποφασιστικός αγώνας για αποδέσμευση από ΝΑΤΟ και ΕΕ, για ξήλωμα των βάσεων, όχι γιατί στηρίζουν την Τουρκία, όπως λέει το ΚΚΕ και άλλοι, αλλά γιατί σήμερα συμμαχούν με την ελληνική αστική τάξη και ενορχηστρώνουν-αξιοποιούν τα τυχοδιωκτικά της σχέδια, όπως αύριο μπορεί να τα βρουν με την Τουρκία προκαλώντας μεγάλα δεινά (ας μην ξεχνάμε το 1922).
Μια εργατική ταξική αντιπολεμική παρέμβαση θα δώσει σκληρή μάχη ενάντια στους εξοπλισμούς, διεκδικώντας πλήρη κάλυψη των κοινωνικών αναγκών σε παιδεία, υγεία, πρόνοια, περιβάλλον κλπ. Βασικό αίτημα του κινήματος και πολιτικός στόχος της Αριστεράς πρέπει να είναι σήμερα το «δαπάνες για τον λαό και όχι για εξοπλισμούς».
Συνολικά απαιτείται αγώνας για να ηττηθεί η πολεμική προετοιμασία, να μπλοκαριστεί η μηχανή του πολέμου σε κάθε έκφρασή της. Στο προσκήνιο οι εργατικές λαϊκές νεολαιίστικες διεκδικήσεις παντού, ενάντια στις λογικές εθνικής συναίνεσης, «υπομονή για να περάσει η μπόρα» (μετά από 10 χρόνια εξοντωτικού κοινωνικού πολέμου κατά του λαού!), στον μιλιταρισμό, στον εθνικισμό, το ρατσισμό και το φασισμό.
Μα καλά μας ρωτούν ορισμένοι καλοθελητές και μέσα στην Αριστερά. Δεν σας ενδιαφέρουν, δεν θα υπερασπιστείτε τα κυριαρχικά δικαιώματα; Για να βρεις την αλήθεια, πρέπει να θέτεις το κατάλληλο ερώτημα. Το ερώτημα σήμερα είναι: Θα πολεμήσεις, θα εκχωρήσεις κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα για δικαιώματα εξόρυξης των πολυεθνικών και των ελληνικών μονοπωλίων στην «ελληνική ΑΟΖ», έως και 200 μίλια από ελληνικά παράλια, δηλαδή στα διεθνή ύδατα; Η αντικαπιταλιστική Αριστερά έδωσε και δίνει την μάχη αποφασιστικά για τα λαϊκά δικαιώματα, για το εργατικό δίκιο (και δίκαιο, που παραβιάζεται καθημερινά δίπλα μας, αλλά κάποιοι νοιάζονται κυρίως για το «διεθνές δίκαιο»), για την εργατική λαϊκή κυριαρχία και το δικαίωμα του λαού μας (και όλων των λαών) να ζει και να αποφασίζει ελεύθερα για το παρόν και το μέλλον. Γι αυτό πάλεψε και μάτωσε χρόνια τώρα. Σε μια χώρα υπό μνημονιακή κηδεμονία, με την κυριαρχία στα χέρια του κεφαλαίου και της ΕΕ, να αναδεικνύεται το θέμα της «κυριαρχίας» μέσω ΑΟΖ είναι σαν να πηγαίνεις στην κηδεία του λαϊκού κινήματος και να λες και του χρόνου.
Βασικό αίτημα του κινήματος και πολιτικός στόχος της Αριστεράς πρέπει να είναι σήμερα το «δαπάνες για τον λαό και όχι για εξοπλισμούς».
Το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική διεθνιστική Αριστερά δεν θα συμβάλλουν στον αφοπλισμό της εργατικής πλευράς και του κινήματος, δεν θα παραδώσουν τα «όπλα» της ταξικής πάλης, την ώρα που το κεφάλαιο γυαλίζει τα δικά του φονικά όπλα. Απ’ αυτή την άποψη είναι εξαιρετικά προβληματική η επιλογή του ΚΚΕ να αναδεικνύει αποκλειστικά την «τουρκική επιθετικότητα».
Απεναντίας, η ταξική διεθνιστική αντιπολεμική στάση είναι η απαραίτητη ανατρεπτική παραφωνία στα πολεμοκάπηλα εμβατήρια, που μπορεί να κάνει τη διαφορά και μπορεί να ξεσηκώσει ένα διεθνιστικό αντιπολεμικό κύμα σε Ελλάδα, Τουρκία και σε άλλες χώρες της περιοχής, που θα εμποδίσει τα πολεμικά σχέδια.