Κώστας Παπαγεωργίου
Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα στοχεύει το 30% των νέων ΙΧ αυτοκινήτων να είναι ηλεκτρικά, ενισχύοντας τις αυτοκινητοβιομηχανίες. Δεν επικεντρώνει σε ένα ποιοτικό δημόσιο σύστημα μεταφορών, με ηλεκτρική ενέργεια, δωρεάν για τα φτωχά λαϊκά στρώματα.
«Στηρίζουμε πλήρως τους φιλόδοξους στόχους που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τον περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από τον 1,5 βαθμό Κελσίου» σημείωσε πανηγυρικά ο Κ. Μητσοτάκης από το βήμα της Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Κλίμα στη Μαδρίτη. Την ίδια ώρα, ο υπουργός Περιβάλλοντος, Κ. Χατζηδάκης, παρουσιάζοντας το νέο «Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα» (ΕΣΕΚ), το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, σημείωνε πως «εκφράζει συνολικά τη φιλοσοφία της κυβέρνησης, όχι μόνο για την ενέργεια, αλλά και για το μείζον ζήτημα της κλιματικής αλλαγής. Σε αυτό αποτυπώνεται σε μεγάλο βαθμό η πράσινη ατζέντα της κυβέρνησης».
Είναι άραγε ειλικρινές το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για το περιβάλλον; Ή μήπως πρόκειται για άλλο ένα επεισόδιο στην υποκριτική της στάση όπου από τη μία κόπτεται για το περιβάλλον και από την άλλη παραδίνει τις θάλασσες και τα δάση στα κάθε λογής αρπακτικά, «πράσινα» και μη;
Στην πραγματικότητα, η κλιματική αλλαγή χρησιμοποιείται «εργαλειακά» από την κυβερνητική προπαγάνδα. Την ώρα που η Ελλάδα ετοιμάζεται να μπει σε μία παράλογη κούρσα ρυπογόνων εξορύξεων αυξάνοντας τον κίνδυνο μιας ανυπολόγιστης περιβαλλοντικής καταστροφής, η κυβέρνηση επιχειρεί αμήχανα να διαχωρίσει το πετρέλαιο από το φυσικό αέριο, υιοθετεί την ψευδή διάκριση μεταξύ «καλών» και «κακών» υδρογονανθράκων, ενώ δεν λέει κουβέντα για τη δημόσια υγεία, τη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων κλπ. Τελικά, η σχετική ταύτιση της καταστροφής του περιβάλλοντος με την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου καταλήγει να απενοχοποιεί τις καταστροφικές επιπτώσεις του νέου ενεργειακού μίγματος που η ίδια φέρνει.
Απέναντι στην πράσινη κυβερνητική ρητορεία πρέπει να το πούμε καθαρά: Η πολιτική των εξορύξεων κρύβει μεγάλους κινδύνους πολέμου, άμεσες περιβαλλοντικές συνέπειες και συμβάλλει καθοριστικά σε μια γενικότερη οικολογική καταστροφή στο πλαίσιο ενός νέου γύρου οικονομίας των ορυκτών καυσίμων. Μοναδικός δρόμος για την υπεράσπιση του περιβάλλοντος είναι η καθολική και χωρίς όρους και προϋποθέσεις εναντίωση στην εξόρυξη υδρογονανθράκων.
Το νέο ΕΣΕΚ έρχεται να αποτελέσει ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα ανάταξης της κερδοφορίας του κεφαλαίου συμπυκνώνοντας τις βασικές κατευθύνσεις της ΕΕ για την παραγωγή, την κατανομή και τη διανομή των ενεργειακών αποθεμάτων με κριτήρια τη λογική του κέρδους και την ενίσχυση των Πολυεθνικών Πολυκλαδικών Μονοπωλίων.
Η κυβέρνηση εμφανίζεται ευαίσθητη για το κλίμα, ενώ προωθεί εξορύξεις… υδρογονανθράκων
Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για ένα επενδυτικό πακέτο ύψους 43,8 δις. ευρώ για την επόμενη δεκαετία. Στο επίκεντρο αναμένεται να βρεθούν οι Βιομηχανικές ΑΠΕ, τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, οι αγωγοί και οι αποθήκες φυσικού αερίου, οι δράσεις ενεργειακής απόδοσης, η διαχείριση αποβλήτων και τα μέτρα προώθησης της κυκλικής οικονομίας.
Οι σημαντικότερες αλλαγές αφορούν το στόχο για την οριστική εγκατάλειψη του λιγνίτη ως καύσιμου για την ηλεκτροπαραγωγή μέχρι το 2028 και την αύξηση των ΑΠΕ ώστε να καλύπτουν το 2030 το 35% της συνολικής κατανάλωσης και το 60% έως και 64% της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Για την επίτευξη του στόχου αυτού απαιτείται ταυτόχρονη αύξηση των μονάδων φυσικού αερίου στα 6,9 GW και της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος αιολικών και φωτοβολταϊκών στα 14,5 GW, δηλαδή αύξηση κατά 38% μέχρι το 2030.
Μια πιο λεπτομερής μελέτη είναι αποκαλυπτική για το μέγεθος του παραλογισμού και της κατασπατάλησης του δημόσιου χρήματος υπέρ των μεγάλων καπιταλιστικών συμφερόντων. Η υπό κατασκευή λιγνιτική μονάδα «Πτολεμαΐδα 5», που μέχρι σήμερα έχει κοστίσει περί τα 950 εκατ. ευρώ και έχει τελικό εκτιμώμενο κόστος τα 1,4 δισ. ευρώ, κινδυνεύει να πάει στα «αζήτητα» μόλις 5 χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας της (2023) ή να καταβληθούν ακόμη περισσότερα χρήματα για τη μετατροπή της σε μονάδα παραγωγής ηλεκτρισμού με άλλον τύπο καυσίμου. Πρόκειται για σύμβαση που η κυβέρνηση της ΝΔ υπέγραψε τον Μάρτιο του 2013(!), χωρίς τότε μάλιστα να θελήσει να πάρει δωρεάν δικαιώματα εκπομπών όπως πήραν η Πολωνία και η Τσεχία! Επιπλέον, η λιγνιτική μονάδα «Μελίτη 1» μπήκε σε λειτουργία το 2003 και φυσικά δεν θα έχει αποσβεστεί το 2028!
Τελικά, παρά την κυβερνητική προπαγάνδα για χιλιάδες θέσεις εργασίας, το αποτέλεσμα θα είναι επέλαση των ιδιωτών στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος με τσάκισμα των δικαιωμάτων των εργαζομένων, όπως δείχνει και η περίπτωση του νομοσχεδίου για τη ΔΕΗ, επέκταση της ελαστικής εργασίας, «εθελούσιες» απολύσεις για να σταθεί η επιχείρηση «στον ανταγωνισμό» και ακριβότερο ρεύμα για τα λαϊκά νοικοκυριά (ήδη έχουμε υπερδιπλασιασμό των τιμολογίων της ΔΕΗ τα τελευταία χρόνια).
Παράλληλα, το νέο ΕΣΕΚ υιοθετεί στόχο αναβάθμισης 60.000 κτιρίων το έτος όσον αφορά την ενεργειακή τους κατανάλωση, ξεκινώντας από τα δημόσια και επεκτείνοντας στις κατοικίες. Η ενεργειακή θωράκιση του οικιστικού τομέα μπορεί να αποδειχθεί πολλαπλά ωφέλιμη λένε οι ειδικοί: μείωση εκπομπών, εξοικονόμηση ενέργειας, αντιμετώπιση ενεργειακής φτώχειας, βελτίωση δημόσιας υγείας, αναθέρμανση οικονομίας. Εδώ όμως το Σχέδιο αποδεικνύεται φτωχό και ταξικά μεροληπτικό. Αφενός γιατί έρχεται να ενισχύσει κάθε χρόνο μόλις το 4% από τις 1,5 εκατ. κατοικίες χωρίς επαρκή μόνωση και αφετέρου γιατί τα φτωχά νοικοκυριά δεν έχουν να βάλουν ούτε το 30% του κόστους που απαιτείται.
Τα προγράμματα ενεργειακής θωράκισης της κατοικίας οφείλουν να υπηρετούν τον λαό και τις ανάγκες του, όχι τα συμφέροντα των λίγων. Απαιτείται λοιπόν ένα εκτεταμένο δημόσιο δωρεάν ή με πολύ χαμηλή συμμετοχή για τις εργατικές και φτωχές λαϊκές οικογένειες πρόγραμμα, το οποίο θα λειτουργεί όχι απλά για την μερική θερμική αναβάθμιση των κατοικιών (όπως κάνει σήμερα το ”εξοικονομώ”) αλλά για την ουσιαστική θωράκισή τους με δραστική μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης ακόμα και τοποθέτηση οικιακών συσκευών για την παραγωγή της.
Τέλος, για την ηλεκτροκίνηση ο στόχος του ΕΣΕΚ είναι ένα στα τρία αυτοκίνητα που θα τίθενται σε κυκλοφορία το 2030 να είναι ηλεκτρικά. Για ακόμα μια φορά η κυβέρνηση σχεδιάζει με κριτήριο την αύξηση της κατανάλωσης και το κέρδος για τις μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες, ενώ απουσιάζει παντελώς ο περιορισμός της χρήσης των ιδιωτικών μέσων και η επέκταση του δημόσιου δικτύου μεταφορών, των σιδηροδρομικών και ακτοπλοϊκών γραμμών. Υπογραμμίζουμε ότι μόνο ένα ισχυρό, ποιοτικό, δημόσιο και δωρεάν για τις αδύναμες κοινωνικά ομάδες σύστημα συγκοινωνιών και μεταφορών που θα κινείται αποκλειστικά με ηλεκτροκίνηση μπορεί να δώσει απάντηση στις σύγχρονες ανάγκες.