Απαιτούνται βαθιές τομές στο κίνημα και στην μαχόμενη Αριστερά
«Το αποτέλεσμα της 7ης Ιουλίου, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των εκλογών της 26ης Μάη, εκφράζει έναν βαθύτερα αντιλαϊκό πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων. Σηματοδοτεί το πέρασμα σε μια νέα πολιτική περίοδο, με το κλείσιμο του κύκλου των κοινωνικών και πολιτικών αναταραχών των τελευταίων χρόνων και με μια συντηρητική πολιτική στροφή. Το αστικό πολιτικό σύστημα πραγματοποίησε ένα σημαντικό βήμα για τη σχετική σταθεροποίησή του (που είχε δρομολογηθεί από την έναρξη της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ), με την ανάδειξη ενός νέου δικομματισμού. Ωστόσο, αυτή η πολιτική σταθεροποίηση, στο επίπεδο του κομματικού πολιτικού συστήματος δεν έχει τη διάσταση που θέλει η αστική τάξη, ούτε αντιστοιχεί σε μια κοινωνική σταθερότητα». Πρόκειται για βασική εκτίμηση για τα αποτελέσματα των εκλογών και τη νέα φάση, της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, που συνεδρίασε το Σάββατο 20 Ιουλίου (ολόκληρη η Απόφαση στο www.narnet.gr). «Είναι προφανές ότι το κεφάλαιο επιχειρεί να κλειδώσει τις ‘’κατακτήσεις’’ της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και πατώντας πάνω σε αυτές να προωθήσει όλες τις απαιτούμενες αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις, αξιοποιώντας τη συγκυρία, τη κατάσταση του μαζικού κινήματος και το βαθύ πολιτικό τραύμα που άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ στο κόσμο της αριστεράς. Αυτή η αντεργατική αντιλαϊκή επίθεση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με γενικές επικλήσεις για αγώνες, ούτε βέβαια με αριστερό συμπλήρωμα στην ‘’υπεύθυνη αντιπολίτευση’’ του ΣΥΡΙΖΑ, θα χρειαστούν βαθιές τομές τόσο στο μαζικό κίνημα όσο και στην ίδια την αντικαπιταλιστική αριστερά».
Αρνητικό χαρακτηρίζει η ΠΕ το εκλογικό αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σημειώνοντας πως στις τέσσερις εκλογές (Μάιος-Ιούλιος 2019) αποτυπώθηκαν δύο εικόνες για την απήχησή της: Από την μια, με τις αντικαπιταλιστικές, αντιδιαχειριστικές αριστερές κινήσεις περιφερειών και δήμων φάνηκε ένα διακριτό κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα της τάξης του 1,5-2,5% με αντικαπιταλιστικό πολιτικό προσανατολισμό και αγωνιστική ριζοσπαστική στάση. Από την άλλη, στο επίπεδο της συνολικής πολιτικής, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το αντικαπιταλιστικό ρεύμα έχουν σαφώς μικρότερη επιρροή και απήχηση. Αυτό έχει να κάνει κυρίως με τις «προγραμματικές και πολιτικές μας ανεπάρκειες».
Σχετικά με την επόμενη μέρα, η ΠΕ του ΝΑΡ υπογραμμίζει την ανάγκη η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να κινηθεί σε δύο άξονες: «Πρώτο, να μπει αμέσως στον αγώνα ενάντια στην κλιμάκωση της επίθεσης που θα επιχειρηθεί άμεσα από την κυβέρνηση της ΝΔ. Επείγει η οργάνωση της εργατικής λαϊκής, ανατρεπτικής αντιπολίτευσης. Μόνο που για να είναι κοινωνικά και πολιτικά αποτελεσματικοί αυτοί οι αγώνες πρέπει να περνούν στα χέρια των ίδιων των αγωνιζόμενων και όχι του αστικοποιημένου, κυβερνητικού συνδικαλισμού τύπου ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, να ‘’σπάνε’’ τα πολιτικά όρια που θα επιχειρήσει να βάλει στο μαζικό κίνημα η ψευτοαντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, να είναι σε πλήρη ανεξαρτησία από αυτόν και σε αντίθεση με την πολιτική του. Η αντιπολίτευση στην ΝΔ και την αστική πολιτική πρέπει να γίνεται από τις θέσεις του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, της αμφισβήτησης των θεμελιακών ευρωμνημονιακών πολιτικών και όχι με λογικές ‘’αντιδεξιών μετώπων’’, ‘’ενιαίου μετώπου με τον ΣΥΡΙΖΑ’’ κλπ. που απλά ρίχνουν νερό στο μύλο ενός νέου γύρου αυταπατών.
Δεύτερο, να πάρει πρωτοβουλίες για το άνοιγμα μιας πλατιάς συζήτησης τόσο στο εσωτερικό της όσο και στο πλατύ μάχιμο κοινωνικό και πολιτικό δυναμικό που επιμένει στην ανάγκη αυτοτελούς μετωπικής συγκρότησης της αντικαπιταλιστικής αντιιμπεριαλιστικής αριστεράς για το περιεχόμενο, τους δρόμους και τα χαρακτηριστικά μιας τέτοιας πορείας.
Στη συζήτηση αυτή δεν ξεκινάμε από το μηδέν, όπως αρκετές δυνάμεις υποστηρίζουν υπεκφεύγοντας από τα βασικά σημεία-αιχμές ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος. Στηριζόμαστε πάνω στις πολιτικές και προγραμματικές κατακτήσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και τη γνώση ότι αυτές δεν επαρκούν, στην εμπειρία από την ‘’άνοδο και την πτώση’’ της πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ, από την κρίση των ρεφορμιστικών σχεδίων που επιχείρησαν να κάνουν κριτική από ‘’αριστερά’’, χωρίς να υπερβούν τον πολιτικό και προγραμματικό τους ορίζοντα, στις ανάγκες της ταξικής πάλης στην νέα περίοδο. Είμαστε αντίθετοι με το κλίμα παραίτησης, υποχώρησης, αγνωστικισμού και τελικά μιας νέας ‘’ενωτολογίας’’, που καταλήγει στο ‘’να ενωθούμε για να υπάρχουμε’’ που τελικά αναπαράγει την ηγεμονία του αστικά ανασυγκροτημένου ΣΥΡΙΖΑ», σημειώνεται στην Απόφαση της ΠΕ.
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Πορεία για έναν ανώτερο αντικαπιταλιστικό πόλο
Το εκλογικό αποτέλεσμα αποκρυστάλλωσε και τα όρια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ την περίοδο αυτή. Ωστόσο η «ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν γύρισε στο 2009» όπως υποστηρίζουν άλλες δυνάμεις, γιατί αποτελεί ένα σχετικά συγκροτημένο και αναγνωρίσιμο πόλο, με σημαντική κοινωνική και πολιτική διασύνδεση, με διακριτές θέσεις πάνω σε πολύ κρίσιμα ζητήματα του πολιτικού αγώνα (ΕΕ, αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης, «εθνικά» κα), ενώ σημαντικό τμήμα αγωνιστών αναγνωρίζει ότι έχει αναντικατάστατο ρόλο στις διαδικασίες ανασυγκρότησης της αντικαπιταλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής, αντιΕΕ και αντιδιαχειριστικής αριστεράς, τονίζει η Πολιτική Επιτροπή του ΝΑΡ. Ταυτόχρονα ξεκαθαρίζει πως η κατάσταση στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μπορεί να μείνει «ως έχει». Έχουν υποχωρήσει σε μεγάλο βαθμό τα μετωπικά της στοιχεία, ενώ η όξυνση της αντιπαράθεσης των διαφορετικών σχεδίων θα επιταχύνει την παράλυση και τελικά τη διάλυση της στην πράξη. «Ως ΝΑΡ επιδιώκουμε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να ξεπεράσει αυτή τη κατάσταση στηριγμένη στη θέληση της πλειοψηφίας των μελών της και να διαμορφώσει το δρόμο της ανάπτυξης, του μετασχηματισμού και τελικά της υπέρβασής της στην κατεύθυνση ενός προγραμματικά, πολιτικά, ταξικά και οργανωτικά ανώτερου, αυτοτελούς σύγχρονου αντικαπιταλιστικού πόλου. Η διαδικασία αυτή δεν είναι μονόπρακτο. Το καθήκον που τίθεται μπροστά στο ΝΑΡ είναι να δράσει άμεσα και πρακτικά με μια σχεδιασμένη οικοδόμηση των κοινωνικών και πολιτικών προϋποθέσεων μιας τέτοιας πορείας», υπογραμμίζεται.
Η κατάσταση στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μπορεί να μείνει «ως έχει», καθώς έχουν υποχωρήσει τα μετωπικά της στοιχεία
Απαραίτητη προϋπόθεση, όπως αναφέρεται και στην απόφαση του ΠΣΟ που συνεκλήθη από 51 μέλη του οργάνου, «είναι η δημοκρατική λειτουργία και η οργανωτική ανασυγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με στόχο την επανασυσπείρωση του δυναμικού της και τη συμμετοχή τους στον καθορισμό της πολιτικής και της δράσης της. Είναι ο μόνος δρόμος για να μην μετεξελιχθεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε ένα άθροισμα οργανώσεων και μια φανέλα που θα την χρησιμοποιεί κάθε οργάνωση κατά το δοκούν».
Η ΠΕ σημειώνει τις ευθύνες του ΝΑΡ για την όλη κατάσταση. Η οργάνωση θα ανοίξει τη συζήτηση ευρύτερα, με αποκορύφωμα πανελλαδικό σώμα το φθινόπωρο, ενώ θα προχωρήσει και σε σύνολο παρεμβάσεων και εκδηλώσεων για τα 30χρονα από την ανταρσία της ΚΝΕ και την ίδρυση του ΝΑΡ.