Μιχάλης Μιλτσακάκης, εκπαιδευτικός, μέλος Εκτελεστικής Επιτροπής ΑΔΕΔΥ με τις Παρεμβάσεις Δημοσίου, στέλεχος ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Ο νέος πολιτικός συσχετισμός δυσκολεύει τις αντιδράσεις και τη δημιουργία άμεσα κινήματος. Ωστόσο το εργατικό κίνημα δεν πρέπει να δώσει ούτε ένα λεπτό χάριτος στην κυβέρνηση της ΝΔ. Ζητούμενο η ανάπτυξη κινήματος, η ενίσχυση της αγωνιστικής ταξικής πτέρυγας κόντρα στον αστικοποιημένο-εργοδοτικό συνδικαλισμό. Με μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ που θα αποτελέσει εκφραστή της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και των λαϊκών αγώνων.
Συνέντευξη στον Δημήτρη Σταμούλη
Το εκλογικό αποτέλεσμα σηματοδοτεί μια συντηρητική στροφή στην ελληνική κοινωνία;
Το αποτέλεσμα των εκλογών σαφέστατα σηματοδοτεί μια συντηρητική στροφή με βασικό περιεχόμενο όχι μόνο την αποδοχή των πολιτικών προγραμμάτων (νεοφιλελεύθερο ΝΔ και σοσιαλφιλελεύθερο ΣΥΡΙΖΑ) και του «δεν υπάρχει εναλλακτική» από την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, αλλά και την προσαρμογή των απαιτήσεων, των διεκδικήσεων και των προσδοκιών τους στο ασφυκτικό πλαίσιο της μνημονιακής πραγματικότητας και λιτότητας, με ισχυρές δόσεις ακροδεξιάς, εθνικισμού, ρατσισμού, «ευρωενωσιασμού» και την υιοθέτηση πολιτικών νόμου και τάξης. Για την αριστερά και την αντικαπιταλιστική ειδικότερα το αποτέλεσμα είναι αρνητικό. Είναι πια φανερό ότι τελείωσαν τα καύσιμα των μεγάλων αγώνων του 2008-2015.
Γιατί η αντικαπιταλιστική αριστερά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν άντεξαν στη λογική της «χαμένης ψήφου» ή του «λιγότερου κακού»;
Σε αυτό προφανώς και δεν μπορούμε να απαντήσουμε μόνο με το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποδόμησε κάθε έννοια της Αριστεράς με το κυβερνητικό του έργο. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν άντεξε εξαιτίας των προγραμματικών και στρατηγικών της ανεπαρκειών και ελλειμμάτων, από την αδυναμία προσαρμογής της πολιτικής της γραμμής στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά το «όχι» του 2015 και στην αδυναμία της να απαντήσει στα ψευτοδιλήμματα που έθεσε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με ένα συνεκτικό, αντικαπιταλιστικό, λαϊκά κατανοητό και μάχιμο πολιτικό πρόγραμμα.
Αντίθετα, με τη συμβολή και ευθύνη οργανώσεων στο εσωτερικό της μπήκε σε μια διαδικασία εσωστρέφειας και παράλυσης και η πρότασή της προς την κοινωνία καθώς και η απάντηση στα διλήμματα των αστικών κομμάτων ήταν σε μεγάλο βαθμό και για μεγάλο διάστημα η «ενότητα» με τμήματα της εξωκοινοβουλευτικής ρεφορμιστικής αριστεράς, για μια επανάληψη σχημάτων και περιεχομένων που απέτυχαν. Η πρόταση αυτή απ’ ό,τι φάνηκε, δεν απασχολούσε τα λαϊκά στρώματα. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την ελλειμματική από πολλές απόψεις παρέμβαση και δράση στο μαζικό κίνημα, την υποχώρηση του εργατικού κινήματος και την κοινωνική γείωση.
Υπάρχει χώρος τελικά για ένα μετωπικό αντικαπιταλιστικό εγχείρημα;
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποτελεί μια μεγάλη κατάκτηση για την αντικαπιταλιστική Αριστερά και το εργατικό κίνημα. Χώρος ήδη υπάρχει το ζήτημα είναι το μεγάλωμά του και η οργανική του σύνδεση με τα εργατικά λαϊκά στρώματα, στα σχολεία, στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς. Αυτό απαιτεί δουλειά και πολιτική γραμμή. Απαιτείται να ξαναγίνει χρήσιμη η αριστερά. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να επανακαθορίσει την φυσιογνωμία της και να αποτελέσει εκφραστή της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και των λαϊκών αγώνων, όχι σε ετεροκαθορισμό με τις ρεφορμιστικές δυνάμεις και τον κυβερνητισμό, αλλά επιδιώκοντας να αποδεικνύει τη «διαφορετικότητά» της με το «είναι» της και το αντικαπιταλιστικό μεταβατικό της πρόγραμμα, το οποίο χρειάζεται βάθεμα και επικαιροποίηση.
Δεν είναι η Αριστερά ενιαία, παρά το όσα λέγονται. Άλλη είναι η κυβερνητική «Αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ με τη γνωστή κατάληξή της, άλλη είναι η κυβερνητική ρεφορμιστική Αριστερά του «καλού ΣΥΡΙΖΑ του 2012» ΛΑΕ, άλλη η κομμουνιστική ρεφορμιστική Αριστερά του ΚΚΕ, άλλη η αντικαπιταλιστική-επαναστατική Αριστερά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αυτή η διαφορετικότητα (δεν βάζω μέσα το ΣΥΡΙΖΑ) δεν εμποδίζει την κοινή δράση στο κίνημα. Δεν ισχύει το ίδιο για τα πολιτικά μέτωπα μια που οι στρατηγικές των παραπάνω ρευμάτων δεν ταυτίζονται και δεν μπορούν να συντεθούν.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν άντεξε εξαιτίας των προγραμματικών και στρατηγικών της ανεπαρκειών, αλλά και της αδυναμίας προσαρμογής της πολιτικής γραμμής της στις νέες συνθήκες
Η πολιτική των φαστ τρακ ιδιωτικοποιήσεων σε παιδεία, υγεία, δημόσιες υποδομές, οι τρεις πυλώνες σε ασφαλιστικό και οι νέες παροχές στο κεφάλαιο μπορούν ανατραπούν;
Ο συσχετισμός έτσι όπως καταγράφεται αυτή τη στιγμή δυσκολεύει τις αντιδράσεις και την δημιουργία άμεσα κινήματος. Το εργατικό κίνημα δεν πρέπει να δώσει ούτε ένα λεπτό χάριτος στην κυβέρνηση της ΝΔ. Η ΝΔ γρήγορα θα διαπιστώσει ότι το «πεζοδρόμιο» που τόσο το ξορκίζει, θα κάνει εμφανή την παρουσία του. Τα αντιλαϊκά μέτρα θα ανατραπούν όχι γιατί θα το πούμε εμείς αλλά γιατί δεν ικανοποιούν τις λαϊκές ανάγκες και αντίθετα επιδεινώνουν τη ζωή των εργαζόμενων. Γρήγορα, πλατιές λαϊκές μάζες θα διαπιστώσουν ότι οι μνημονιακές εξαγγελίες της κυβέρνησης διαψεύδουν τις όποιες προσδοκίες τους και βρίσκονται σε αναντιστοιχία με την μεταμνημονιακή «κανονικότητα» της ΕΕ και του κεφαλαίου.
Ο συσχετισμός στο σημερινό συνδικαλιστικό κίνημα είναι δεδομένος. Πώς μπορεί το μαχόμενο ταξικό εργατικό κίνημα να αντιδράσει και να αντεπιτεθεί στην επικείμενη αντεργατική λαίλαπα;
Η «λογική» της «αλλαγής των συσχετισμών» διαπερνά πολλές δυνάμεις και ρεύματα στο εργατικό κίνημα και βασίζεται στην μηχανιστική αντίληψη για την αλλαγή των συνδικάτων, η οποία θα προκύψει «αν στην θέση των άλλων μπούμε εμείς που έχουμε ταξική γραμμή» μέσα από εκλογικές διαδικασίες και κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας, κάνουμε μέτωπο με το μίνιμουμ περιεχόμενο, συμφωνίες πολιτικών δυνάμεων και παραταξιακό δυνάμωμα.
Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να προκύψει παρά μόνο με την ανάπτυξη του κινήματος και την ενίσχυση της αγωνιστικής ταξικής πτέρυγας σε πλήρη ρήξη με κυβέρνηση, ΕΕ, ΔΝΤ, κεφάλαιο, αστικοποιημένο-εργοδοτικό συνδικαλισμό.
Αυτό που απαιτείται είναι μια γραμμή κοινού μετώπου κάθε αγωνιστικής δύναμης του κινήματος, με μορφή και περιεχόμενο πέρα από όσα κυριάρχησαν και απέτυχαν να ορθώσουν κινηματικό αντίπαλο δέος στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ανατρέποντας τις αντιλαϊκές της πολιτικές.
Υπάρχουν δύο κατά τη γνώμη μου δρόμοι για την ανατροπή των συσχετισμών. Ο πρώτος οδηγεί στην αλλαγή των συσχετισμών στα όργανα και στις ομοσπονδίες και οδηγεί στην αναμονή για καλύτερους όρους στο μακρινό μέλλον και αποδοχή στο τώρα της κυριαρχίας των αντίπαλων στα εργατικά συμφέροντα ρευμάτων και σε παρακολουθητισμό των πρωτοβουλιών τους.
Ο δεύτερος οδηγεί στην αλλαγή των συσχετισμών στη βάση μέσα από την συμβολή για το ξέσπασμα των εργατικών αγώνων. Απαιτείται ένας ανεξάρτητος συντονισμός πρωτοβάθμιων σωματείων και συνελεύσεων, ένα άλλο κέντρο αγώνα πέρα από την απόλυτη και αποκλειστική υπαγωγή στις Ομοσπονδίες και τις ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ. Σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να ληφθούν πρωτοβουλίες για την καθιέρωση των συλλογικών συμβάσεων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, κατώτερο μισθό στα 751, επαναφορά των δώρων σε Δημόσιο-συνταξιούχους, δραστική αύξηση μισθών στα επίπεδα του 2010, κατάργηση της ελαστικής εργασίας, μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων, πραγματοποίηση μόνιμων μαζικών διορισμών σε μια καθολική αποκλειστικά δημόσια παιδεία, υγεία, πρόνοια.