Μέλος NPA, συντάκτης της Revolution Permanente
Ο Πολ Μαρτέν συμμετείχε ως ομιλητής στην κεντρική πολιτική εκδήλωση στις Αναιρέσεις 2019 στην Αθήνα και μίλησε στο Πριν για το πολιτικό τοπίο στη Γαλλία μετά τις ευρωεκλογές, για το κίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων» και την πολιτική τους παρακαταθήκη, για τους λόγους της ανόδου της ακροδεξιάς και της πτώσης της Αριστεράς, για τον διπολισμό, για τη θέση του ΝΡΑ απέναντι
στις διεργασίες που είναι σε εξέλιξη.
Συνέντευξη στη Λίτσα Φρυδά
▶ Μετά από 7μηνη σταθερή και μαχητική παρουσία των «Κίτρινων Γιλέκων» στους δρόμους των γαλλικών πόλεων, πώς είναι σήμερα η κατάσταση του κινήματος;
Το κίνημα τείνει να υποχωρήσει, τόσο σε αριθμούς όσο και σε ένταση, τις τελευταίες βδομάδες. Ωστόσο απέχει πολύ από την συρρίκνωση την οποία περιγράφουν τα ΜΜΕ, αφού εξακολουθούμε να βλέπουμε ακόμη πολυάριθμες και ριζοσπαστικές διαδηλώσεις, όπως στην «Πράξη 30», στο Μονπελιέ, το Σάββατο 8 Ιουνίου. Μεγάλος αριθμός «Κίτρινων Γιλέκων» παραμένουν αγωνιστικοί, ωστόσο το κίνημα χρειάζεται να αντιμετωπίσει τα στρατηγικά του όρια, την έλλειψη οργάνωσης, τις δυσκολίες που έχει να ακουστεί από άλλα κοινωνικά στρώματα, όπως η οργανωμένη εργατική τάξη, την αποθάρρυνση ενός μέρους του, αλλά επίσης και τη σχετική ενίσχυση του Μακρόν, έστω κι αν αυτό έγινε μέσα από μια μετατόπιση του κέντρου βάρους της κοινωνικής του βάσης καθώς και του συνόλου του πολιτικού τοπίου προς τα δεξιά. Ένα επεισόδιο φαίνεται να οδεύει προς την ολοκλήρωσή του.
▶ Θεωρείτε ότι το κίνημα αυτό έχει καθαρά ριζοσπαστικά πολιτικά χαρακτηριστικά; Πώς διαγράφεται το μέλλον του, δεδομένων τόσο των διαφόρων τάσεων στο εσωτερικό του όσο και της ακραίας καταστολής από την κυβέρνηση Μακρόν;
Με τα «Κίτρινα Γιλέκα» βρισκόμαστε απέναντι σε κάτι μοναδικό — σε ένα κίνημα επιθετικό. Ένα κίνημα που δεν αρκείται να αντιδρά ενάντια σε μια επίθεση ή να υπερασπίζεται απλά τα κεκτημένα, παρά τον αρχικό λόγο της κινητοποίησης που αφορούσε στην αύξηση της τιμής των καυσίμων, αλλά που απαιτεί να κατακτήσει νέα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα. Έτσι, τα «Κίτρινα Γιλέκα» άνοιξαν ξεκάθαρα μια νέα περίοδο στην ταξική πάλη στη Γαλλία, όχι μόνο σε επίπεδο τρόπων δράσης, αλλά και σε επίπεδο κοινωνικών στρωμάτων που κινητοποιήθηκαν: φτωχές εργαζόμενες και φτωχοί εργαζόμενοι αγροτικών, ημιαγροτικών ή περιαστικών περιοχών, που, στην πλειονότητά τους, δεν είχαν ποτέ διαδηλώσει στο παρελθόν.
Το μέλλον του κινήματος είναι δύσκολο να προβλεφθεί, παρ’ ότι είχαμε ήδη τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τις αποκρυσταλλώσεις της κινητοποίησης που θα αποτελούν κεκτημένα για μελλοντικές κινητοποιήσεις. Ωστόσο, μια άλλη πτυχή του «μέλλοντος του κινήματος», ίσως η πιο κεντρική, εδράζεται στις πολιτικές και συνδικαλιστικές ανασυνθέσεις που θα προωθήσει αυτή η περίοδος της ταξικής πάλης. Για παράδειγμα, μπορούμε να φανταστούμε πως το κίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων» θα αποδυναμώσει εσωτερικά τη ρητορική των συνδικαλιστικών ηγεσιών, οι οποίες εξακολουθούν να κρύβονται πίσω από την έλλειψη αποφασιστικότητας ή την επισφάλεια των μελών τους, για να δικαιολογήσουν την άρνησή τους να κινητοποιηθούν και να δώσουν στην εργατική τάξη μια στρατηγική νίκης. Επίσης, τα «Κίτρινα Γιλέκα» αποτελούν μια αυθεντική διάψευση για όλα τα ρεύματα που διαβεβαίωναν πως ο νεοφιλελευθερισμός είχε αποδυναμώσει κάθε επαναστατική προοπτική, και μετέτρεπαν σε πρωταρχικό τους σκοπό την αργή και υπομονετική ανασυγκρότηση των συνδικάτων και των πολιτικών οργανώσεων, σε βάρος της άμεσης παρέμβασης στην ταξική πάλη.
▶ Ποιο είναι το πολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται στη Γαλλία με τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών;
Οι ευρωεκλογές επιβεβαίωσαν τον τρέχοντα διπολισμό της πολιτικής κατάστασης ανάμεσα στην νεοφιλελεύθερη δεξιά του Μακρόν και την λαϊκιστική ακροδεξιά της Λεπέν. Είναι μια συνειδητή στρατηγική από την πλευρά των δύο: Ο Μακρόν κάνει αναφορά στην μάχη ανάμεσα σε «προοδευτικούς» και «συντηρητικούς», ενώ η Λεπέν αποκομίζει οφέλη υπερασπιζόμενη τους «πατριώτες» έναντι των «διεθνιστών». Ο Εθνικός Συναγερμός, παίζοντας το χαρτί της αντιπολίτευσης στον Μακρόν, υπερασπιζόμενος την ιδέα μιας «Ευρώπης των Εθνών» –κάτι που αντιστοιχεί σε μια στροφή του κόμματος που στις προηγούμενες ευρωεκλογές υπερασπιζόταν την έξοδο από το ευρώ– κεφαλαιοποιεί πάνω στην απουσία εναλλακτικής της αριστεράς απέναντι στον Μακρόν, και στην ιδιότητά του ως «πρώτου αντιπολιτευτικού κόμματος» στην κυβέρνηση. Σε ότι αφορά το κόμμα του προέδρου (LREM), πέτυχε να εγκλωβίσει σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (LR), του παραδοσιακού κόμματος της αστικής δεξιάς, που καταβαραθρώθηκε με κάτω από το 9%. Έτσι το 27% των ψηφοφόρων του Φιγιόν του 2017 και 30% των συνταξιούχων ψήφισαν τη λίστα του Μακρόν, αποτέλεσμα που εδραιώνει το LREM στους ψηφοφόρους της δεξιάς και δίνει πιθανόν ένα μοιραίο χτύπημα στους Ρεπουμπλικάνους.
▶ Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, τα αίτια της πτώσης των εκλογικών ποσοστών των αριστερών κομμάτων/οργανώσεων;
Από την πλευρά της αριστεράς καταγράφουμε ένα πολύ χαμηλό ποσοστό των ρεφορμιστικών και των αντικαπιταλιστικών οργανώσεων. Η πρωταρχική ήττα είναι εκείνη του Μελανσόν ο οποίος σημειώνει το εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό του 6,6%. Αυτή η ιστορική πτώση συνδέεται κυρίως με μια αποστράτευση των ψηφοφόρων της Ανυπότακτης Γαλλίας (LFI), που και αυτή όμως θα πρέπει να συσχετιστεί με τις στρατηγικές αντιφάσεις του σχεδίου της. Ταλαντευόμενος ανάμεσα στον λαϊκισμό της αριστεράς και στο σχέδιο ενότητας της αριστεράς, ο Μελανσόν έχασε, κατά κάποιον τρόπο, σε όλα τα ταμπλό. Ένα μέρος των ψηφοφόρων του μετακινήθηκε προς τον Εθνικό Συναγερμό της Λεπέν, ενώ τμήματα της νεολαίας που είχαν υποστηρίξει την Ανυπότακτη Γαλλία στις προεδρικές εκλογές, αυτή τη φορά υποστήριξαν τους Πράσινους, παρότι οι τελευταίοι είναι πολύ φιλελεύθεροι. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν έτσι ένα διπλό φαινόμενο: αποστράτευσης της βάσης, αλλά και αλλαγής ψήφου για το 64% εκείνων που είχαν ψηφήσει το LFI το 2017!
Η κατάρρευση της Ανυπότακτης Γαλλίας έχει φέρει στο προσκήνιο προτάσεις για ένα ευρύ και χαλαρό συντονισμό της Αριστεράς, κάτι στο οποίο είμαστε αντίθετοι
Η Εργατική Πάλη, την οποία στήριξε το ΝΡΑ, πήρε ένα εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό 0,78%. Περιθωριοποιημένη από τις εκλογικές διαδικασίες και τους κανόνες που αφορούν τους μικρούς υποψηφίους, δεν κατάφερε να εμφανιστεί ως εναλλακτική δύναμη έπειτα από την επτάμηνη κινητοποίηση των «Κίτρινων Γιλέκων». Η κατάσταση αυτή στην αριστερά εκφράζει την κρίση της εκπροσώπησης των εργατικών συμφερόντων και την έλλειψη εναλλακτικής, τη στιγμή που ακόμη και οι ρεφορμιστές καταρρέουν.
▶ Και τα επόμενα βήματα;
Φαίνεται πως η κατάρρευση της Ανυπότακτης Γαλλίας άνοιξε έναν πολιτικό χώρο για μια «ενότητα» της αριστεράς –από τους αντικαπιταλιστές έως τους ρεφορμιστές– που σε αυτή τη φάση προωθείται από την Κλεμαντίν Οτέν του LFI και τον Ολιβιέ Μπεζανσνό από την πλειοψηφική τάση του ΝΡΑ. Έτσι, ένα μέρος του ΝΡΑ θα ήθελε να κλίνει προς τα δεξιά και να αναμειχθεί με τους ρεφορμιστές –όπως ο Μελανσόν αλλά και ο Αμόν ο οποίος προέρχεται από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και διετέλεσε υπουργός του Ολάντ– σε έναν «μόνιμο συντονισμό» της αριστεράς. Μια προοπτική την οποία το ρεύμα μας σκοπεύει να αντιπαλέψει, στον βαθμό που η αποτυχία της αριστεράς και η πολιτική κατάσταση στη Γαλλία καλούν, όπως θεωρούμε, στην συγκρότηση μιας επαναστατικής οργάνωσης ικανής να παρέμβει στην ταξική πάλη και να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα των εργαζομένων στις εκλογές.