Το 22,9% του πληθυσμού δεν μπορεί να έχει ικανοποιητική θέρμανση – το ποσοστό φτάνει στο 40,8% στους φτωχούς. Το 29,5% των φτωχών δεν μπορεί να καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες σε κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας. Το 50,7% του συνόλου δεν μπορεί να πληρώσει για μία βδομάδα διακοπές. Το 22% του πληθυσμού δεν έχει μπορέσει να ανταποκριθεί στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών (π.χ. ΔΕΗ) δύο ή περισσότερες φορές, ποσοστό που φτάνει στο 39,4% μεταξύ των φτωχών. Το 30% δεν μπορεί να έχει τακτική συμμετοχή σε δραστηριότητες αναψυχής, όπως σινεμά, αθλητισμό κ.λπ., ποσοστό που απογειώνεται στο 54,8% μεταξύ των φτωχών. Ακόμα και η σύνδεση στο διαδίκτυο, που θεωρείται τόσο απαραίτητη σήμερα, είναι αδύνατη για το 14,7% των φτωχών νοικοκυριών. Ποιος τα λέει όλα αυτά; Ποιος χαλάει τη νιρβάνα των προεκλογικών εξαγγελιών των αστικών κομμάτων; Όχι, δεν πρόκειται για κάποια μελέτη αντικαπιταλιστών, αλλά για επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για το 2018, που δόθηκαν προχθές στη δημοσιότητα.
Η ΕΛΣΤΑΤ υπολογίζει μάλιστα το ποσοστό που πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό στο 31,8%, δηλαδή σχεδόν ένας στους τρεις κατοίκους! Πρόκειται για τρομερό στοιχείο, που δείχνει την ένταση του κοινωνικού προβλήματος στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα, αποκαλύπτεται και η πραγματική πολιτική κατεύθυνση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Όταν ύστερα από 4,5 χρόνια διακυβέρνηση τα επίσημα στοιχεία δείχνουν επιστροφή της φτώχειας στα επίπεδα του 2011 (31%), δεν το λες και μεγάλη επιτυχία.
Μόνο με ριζικά μέτρα ενάντια στο κεφάλαιο, για να χάσει εδώ και τώρα κέρδη και πλούτο, προς όφελος των φτωχών λαϊκών στρωμάτων μπορεί να χαμογελάσει ξανά ο κόσμος της εργασίας.