Ανάλυση
Μπάμπης Συριόπουλος
Η «αριστερή πτέρυγα» της ΕΕ
Η ρίζα του διαχειριστικού κυβερνητισμού πηγαίνει πολύ βαθιά…
Πυρήνας αυτών των ρευμάτων είναι ότι η ΕΕ αποτελεί ένα ουδέτερο εργαλείο, που αντανακλά τον πολιτικό-κοινωνικό συσχετισμό στις χώρες-μέλη
Η λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση εκφράζεται σήμερα και από αριστερά ή αριστερόστροφα πολιτικά ρεύματα, έστω κι αν η αμφισβήτηση από την πλευρά τους της ΕΕ είναι δειλή, επιφανειακή και ανολοκλήρωτη. Κυρίαρχη άποψη στην ευρωπαϊκή Αριστερά, άλλωστε, είναι ότι η ρήξη και η έξοδος μιας χώρας από την ΕΕ είναι όχι απλώς αδιέξοδη, αλλά επικίνδυνη ως και καταστροφική. Ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος, όπως τονίζεται, είναι «να επιδιορθώσουμε την ΕΕ» όπως λέει χαρακτηριστικά το DIEM 25 (η πρωτοβουλία Βαρουφάκη). Ανάλογη ήταν και η θέση του Γκρέγκορ Γκίζι από την ηγετική ομάδα του γερμανικού Die Linke (Η Αριστερά) και προέδρου του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, καθώς, όπως έχει πει, «δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε την ΕΕ ως αναγκαίο κακό, αλλά ως ευκαιρία», για να προσθέσει ότι «αν καταρρεύσει θα επιστρέψει ο πόλεμος στην Ευρώπη».
Γι’ αυτό το πολιτικό ρεύμα, το πρόβλημα δεν είναι αυτή καθαυτή η ΕΕ και ο χαρακτήρας της, αλλά η κυριαρχία στην Ευρώπη των νεοφιλελεύθερων δυνάμεων, εξαιτίας της οποίας εφαρμόζει η ΕΕ και οι θεσμοί της την συγκεκριμένη πολιτική. Αυτό που χρειάζεται, επομένως, είναι μια πανευρωπαϊκή συνεργασία αριστερών αντινεοφιλελεύθερων δυνάμεων, που θα «επιδιορθώσουν» και θα εκδημοκρατίσουν την ΕΕ. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι η τελευταία, αντί να ενοποιεί τις ευρωπαϊκές εργατικές τάξεις και τους λαούς, τις διαιρεί στην πράξη εξαιτίας των ανταγωνισμών στο εσωτερικό της, αλλά και στο εσωτερικό της κάθε χώρας, με τον κατακερματισμό των εργασιακών σχέσεων και τις τεχνητές αντιθέσεις.
Πυρήνας της παραπάνω κυρίαρχης αντίληψης είναι ότι η ΕΕ αποτελεί ένα ουσιαστικά ουδέτερο εργαλείο, το οποίο αντανακλά τον πολιτικό και κοινωνικό συσχετισμό δύναμης στις χώρες-μέλη σε κάθε συγκεκριμένη συγκυρία, καθώς και ότι το κράτος γενικά δεν είναι όργανο της άρχουσας τάξης, αλλά αντανακλά τον ταξικό συσχετισμό στο εσωτερικό της χώρας. Όπως όμως και το κράτος δεν είναι καθόλου ένας ουδέτερος καθρέφτης που αντανακλά την ταξική πάλη, έτσι και η ΕΕ με τους θεσμούς της και τους μηχανισμούς της είναι νεοφιλελεύθερη, αντιδημοκρατική, ρατσιστική από τη «φύση» της.
Στη βάση της ίδιας αντίληψης δε, σε αντικατάσταση του κεϋνσιανισμού σε εθνικό επίπεδο επιδιώκεται ένας πανευρωπαϊκός κεϋνσιανισμός, κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη της Κομισιόν, της ΕΚΤ και του Eurogroup. Μιας στροφής, δηλαδή, προς περισσότερες δημόσιες επενδύσεις, προς μια «αγορά με ανθρώπινο πρόσωπο και κοινωνικές ευαισθησίες» κ.λπ.
Αποτέλεσμα αυτής της εργαλειακής λογικής είναι και ο κυβερνητισμός του συγκεκριμένου τμήματος της Αριστεράς. Το Μπλόκο και το Κομμουνιστικό Κόμμα στην Πορτογαλία που συμμετέχουν μαζί με τους σοσιαλιστές στην κυβέρνηση, οι Podemos στην Ισπανία που φλερτάρουν με τον Σάντσεθ για σχηματισμό κυβέρνησης μετά τις εκλογές της 28ης Απριλίου, είναι τα πιο κραυγαλέα παραδείγματα αυτή την περίοδο – πέρα, φυσικά, από την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, που αποδεικνύει πού μπορεί να καταλήξει αυτή η λογική. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι εκτός από την καταστροφολογία της «επιστροφής του πολέμου στην Ευρώπη», αυτό το πολιτικό ρεύμα επισείει τον κίνδυνο της ακροδεξιάς θεωρώντας την ΕΕ ανάχωμα απέναντί της και καταφύγιο του διαφωτισμού, της δημοκρατίας και της ανεκτικότητας σε πείσμα της πραγματικότητας. Στην πράξη, όμως, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: Η ευρωλαγνεία της αριστεράς αφήνει ακάλυπτη τη λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στην ΕΕ, δίνοντας χώρο στην ακροδεξιά δημαγωγία.
Εκτός από το παραπάνω κυρίαρχο ρεύμα, υπάρχει ακόμη η κατεύθυνση ενός ιδιόμορφου, αριστερού, λαϊκίστικου αντιευρωπαϊσμού (χωρίς ρήξη και αποδέσμευση) που βλέπει το ζήτημα της λαϊκής κυριαρχίας αταξικά, από την άποψη της εθνικής κυριαρχίας και οικονομίας. Αυτή η αντίληψη καταλήγει στη διεκδίκηση μιας καλύτερης θέσης για την εκάστοτε αστική τάξη στον σκληρό ενδοευρωπαϊκό ανταγωνισμό. Σε αυτή την κατεύθυνση ανήκουν και κινούνται η Ανυπόταχτη Γαλλία του Μελανσόν, το Κίνημα των Όρθιων στη Γερμανία (που ήδη έχει… φαληρίσει πολιτικά) με τη Σάρα Βάνγκενκνεχτ και τον Βόλφγκανγκ Στρεκ. Βεβαίως, αυτός ο διαταξικός αντιευρωπαϊσμός έχει και εθνικιστικές απολήξεις – με σαφέστερο παράδειγμα την Βάνγκενκνεχτ, που υποστηρίζει τον «περιορισμό της μετανάστευσης».
Σε κάθε περίπτωση, οι δύο αυτές κυρίαρχες αριστερόστροφες πολιτικές γραμμές, επιχειρώντας να ακουμπήσουν το ρεύμα της κοινωνικής δυσαρέσκειας απέναντι στην ΕΕ, συναντιούνται και επικοινωνούν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο κάνοντας τα όρια μεταξύ τους συχνά δυσδιάκριτα. Στην πρωτοβουλία «Now, the people», για του λόγου το αληθές, συμμετέχουν ο Μελανσόν, οι Podemos, το Μπλόκο της Πορτογαλίας, η Κοκκινο-Πράσινη Συμμαχία της Δανίας και αριστερές δυνάμεις από τη Σουηδία και τη Φινλανδία. Η διακήρυξη αυτής της πρωτοβουλίας, που δημοσιοποιήθηκε στη Λισαβόνα τον Απρίλη του 2018, καταφέρεται ενάντια στις ελίτ των Βρυξελλών και του Βερολίνου, ενώ τάσσεται με «ένα νέο σχέδιο για την οργάνωση της Ευρώπης, για μια δημοκρατική, δίκαιη και εξισωτική οργάνωση που σέβεται τη λαϊκή κυριαρχία».
Στην έκκληση δε για τις ευρωεκλογές που υπογράφουν πολλά ΚΚ (χωρίς το ΚΚΕ) και το Die Linke, με πρωτοβουλία του ΚΚ Πορτογαλίας (μεταξύ των οποίων το ΚΚ Γαλλίας, το ΑΚΕΛ και η Ενωμένη Αριστερά Ισπανίας), διακηρύσσεται ότι «μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή». Σε καμία από αυτές τις δύο διακηρύξεις δεν γίνεται κουβέντα για ρήξη και αποδέσμευση από την ΕΕ…
Η αντι-ΕΕ «γεωγραφία» της ελληνικής Αριστεράς
Τα πανευρωπαϊκά αριστερά ρεύματα εκφράζονται και στην Ελλάδα. Ο Βαρουφάκης και το DIEM 25 ανησυχεί μήπως η ΕΕ διαλυθεί οπότε «η πτώση της θα προκαλέσει δυστυχία σε όλη την ήπειρο-αλλά και παραπέρα, καθώς το πλήγμα στην παγκόσμια σταθερότητα θα είναι βαρύ». Τέτοιο πλανητικό κακό θα μας βρει – οπότε έτσι εξηγείται βαθύτερα και η συμφωνία της 20ής Φλεβάρη του 2015…
Η ΛΑΕ στέκεται αλληλέγγυα στο Μελανσόν και την Ανυπόταχτη Γαλλία, στην κατεύθυνση μιας αριστερής αντίθεσης στην ΕΕ με εθνικά χρώματα. Ωστόσο, υπό την πίεση και του πολιτικού συσχετισμού στην ελληνική Αριστερά, θέτει το στόχο «της ρήξης, της ανατροπής, της εξόδου από την ευρωζώνη και της αποδέσμευσης από την ΕΕ», σε συνδυασμό με την προώθηση ενός «προγράμματος παραγωγικού και κοινωνικού μετασχηματισμού».
Το ΚΚΕ τονίζει την ανάγκη «για αποδέσμευση από την ΕΕ και για να πάρει επιτέλους ο λαός στα χέρια του τα κλειδιά της οικονομίας και το τιμόνι της εξουσίας». Στο προσφατο κάλεσμα των 35 ευρωπαϊκών κομμάτων εντός και εκτός ΕΕ διακηρύσσεται το «ΟΧΙ στην ΕΕ των μονοπωλίων, του κεφαλαίου και των πολέμων». Ωστόσο, για ευνόητους λόγους, το κάλεσμα μιλάει για το «δικαίωμα του κάθε λαού να επιλέγει κυρίαρχα το δρόμο ανάπτυξής του συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος αποδέσμευσης από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ…» χωρίς να δεσμεύονται τα ΚΚ για τη δική τους θέση σε αυτή την «επιλογή».
Έτσι, η συγκρότηση και ενίσχυση ενός αντικαπιταλιστικού διεθνιστικού ρεύματος σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ενάντια στην ΕΕ, για τη διάλυσή της και την έξοδο κάθε χώρας-ως συμβολή σε αυτό το διεθνιστικό καθήκον-είναι το μεγάλο ζητούμενο της περιόδου. Στην Ελλάδα μας αναλογεί ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης.