Χρίστος Κρανάκης
Eντονες πολιτικές και νομικές αντιδράσεις από διαφορετικές αφετηρίες έχει προκαλέσει το Σχέδιο Νόμου Ποινικού Κώδικα που δόθηκε στη δημοσιότητα από το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο υπουργός δικαιοσύνης, Μιχάλης Καλογήρου, ξεκαθάρισε πως οι αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση επιδιώκουν την ευθυγράμμιση του Ελληνικού ποινικού κώδικα με εκείνους των πιο ισχυρών Ευρωπαϊκών χωρών. Η εν λόγω διαβούλευση μόνο ξεκομμένη δεν μπορεί να φαντάζει από τις τελευταίες ενισχύσεις του “αντιτρομοκρατικού” οπλοστασίου από θεσμικά όργανα της Ε.Ε. και τις κυβερνήσεις της. Η τελευταία απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, η οποία ταυτίζει την πρόληψη κακουργημάτων με την προειδοποιητική σύλληψη και μάλιστα με βάση τη κρίση του αρμόδιου οργάνου, αποτελεί τη μαγιά της αντιτρομοκρατικής πολιτικής που σταδιακά εφαρμόζεται στην Ευρώπη. Στη Γαλλία, ο πολιτικός σύμμαχος του Α. Τσίπρα, ο Μακρόν θέτει πραξικοπηματικά αναχώματα στη κήρυξη κινητοποιήσεων, ενώ ταυτόχρονα ποινικοποιεί, με ατομικό πρόστιμο, το δημόσιο κάλεσμα σε πράξη αλληλεγγύης και ενίσχυσης “αξιόποινων” πράξεων όπως διαδηλώσεις, απεργίες ακόμα και πάρτι οικονομικής ενίσχυσης!
Σε αλληλεπίδραση με την κοινοβουλευτική διαμάχη, η δημόσια αντιπαράθεση επικεντρώνεται στις προβλεπόμενη επιεικέστερη μεταχείριση των φερόμενων ως αρχηγικών μορφών σε εγκληματικές οργανώσεις. Ο νέος κώδικας δεν ορίζει απαραίτητα ανώτερες ποινές φυλάκισης –σε αντίθεση με την προγενέστερη μορφή του– σε άτομα που φέρεται πως διεύθυναν εγκληματικές ενέργειες. Η συγκυρία όμως που έρχεται η παραπάνω ρύθμιση μόνο ερωτήματα προκαλεί, καθώς η δίκη της ναζιστικής Χρυσής Αυγής βρίσκεται σε τελεσίδικο στάδιο, πράγμα που σημαίνει πως η συγκεκριμένη αλλαγή ούτε λίγο ούτε πολύ «κλείνει το μάτι» στους καθοδηγητές των φασιστικών ταγμάτων εφόδων. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καταγγέλλει την επιχειρούμενη τροποποίηση ως ένα σκανδαλώδες κυβερνητικό δώρο προς τη διωκόμενη εγκληματική ηγεσία της Χρυσής Αυγής και καλεί σε αντιφασιστικό ξεσηκωμό για να μην περάσει. Η έτερη ρύθμιση που πολώνει τη δημόσια κουβέντα, είναι η πρόβλεψη για ηπιότερη μεταχείριση των κατηγορούμενων για κατοχή εκρηκτικών και μολότοφ. Οι ακροδεξιές εξάρσεις της ΝΔ και των ΜΜΕ που πρόσκεινται σε αυτήν αποπροσανατολίζουν τον κόσμο από το κρίσιμο σημείο αυτής της διάταξης που δεν είναι άλλο από τη δυνατότητα μιας ιδιότυπης «δήλωσης μετάνοιας». Χαρακτηριστικά στο σχέδιο αναφέρεται ότι «ο δράστης δεν τιμωρείται, αν πριν εξεταστεί από τις αρχές, παραδώσει οικειοθελώς τα υλικά κατασκευής των εκρηκτικών ή αποτρέψει με άλλον τρόπο τον κίνδυνο να γίνει χρήση αυτών».
Με τον τρόπο αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να γίνει η πρώτη κυβέρνηση μεταπολιτευτικά που νομιμοποιεί ένα νέου τύπου «πολιτικό συγχωροχάρτι». Τέλος, στα ψιλά δυστυχώς περνάει η ποινικοποίηση της δημόσιας τοποθέτησης, ενώ αντιδράσεις κατώτερες των περιστάσεων –με εξαίρεση το φεμινιστικό κίνημα– έχουν σημειωθεί για τις αλλαγές που προβλέπονται για τον νομικό ορισμό του βιασμού. Στο προτεινόμενο σχέδιο του νέου Ποινικού Κώδικα, όχι απλώς δεν υιοθετείται ένας ορισμός του βιασμού με βάση τη συναίνεση, αλλά ο ισχύων μέχρι σήμερα ορισμός αντικαθίσταται με έναν ακόμη χειρότερο που ορίζει ως βιασμό, τη συνουσία που προκύπτει μετά από εξαναγκασμό με τη χρήση σωματικής βίας ή την απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου.
Παρά την ύπαρξη θετικών πλευρών και τις κυβερνητικές εξαγγελίες στο σχέδιο Ποινικού Κώδικα, τον τόνο δίνουν οι διατάξεις που αναδεικνύουν την προσπάθεια να εφαρμοστεί ένα νέο μοντέλο απονομής δικαιοσύνης, που κινείται στην κατεύθυνση του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού και στη διάχυση της αντιτρομοκρατικής πολιτικής ευρύτερα στην καθημερινή ζωή μας.