Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Γύρισε ο χρόνος πίσω και βρισκόμαστε στον Γενάρη του 2015, αυτή την φορά όμως χωρίς 3ο Μνημόνιο. Μόνον αυτό δεν έχει ισχυριστεί ακόμη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Έχοντας μπει στην τελική ευθεία για τις εκλογικές αναμετρήσεις του Μαΐου, ανερυθρίαστα ξεχνά τις συμφωνίες που έχει υπογράψει με τους δανειστές και οι οποίες εγγυώνται τη διατήρηση της φτώχειας για δεκαετίες και υπόσχεται εφαρμογή …αριστερού προγράμματος.
«Τώρα ξεκινά η πραγματική διακυβέρνηση, αυτή της πολιτικής συμμαχίας μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. Δηλαδή εκκινεί μία πορεία όπου πλέον έχουμε τη δυνατότητα να εφαρμόσουμε με μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας τις δικές μας πολιτικές επιλογές», είπε χαρακτηριστικά μιλώντας σε τηλεοπτικό δελτίο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος. Υποστήριξε μάλιστα πως «έχουμε ανακτήσει ένα πεδίο πολιτικής και οικονομικής ελευθερίας που μας επιτρέπει να αρχίσουμε να κάνουμε πράξη το δικό μας πολιτικό πρόγραμμα. Διότι δεν είναι μυστικό, σε περίοδο προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, με δεδομένη την τεχνολογία τη μνημονιακή, η κυβέρνηση δεν μπορούσε να εφαρμόζει δικό της πολιτικό πρόγραμμα. Έπρεπε να διαπραγματεύεται διαρκώς από τα πιο μεγάλα έως τα πιο μικρά, έπρεπε να κάνει συμβιβασμούς, έπρεπε να κάνει υποχωρήσεις». Αυτό άλλωστε είναι και το κεντρικό αφήγημα της κυβέρνησης στην οικονομία
Μόνο που η κυβέρνηση αποκρύπτει ότι η πολιτική της θα κινηθεί σε συγκεκριμένες ράγες. Με προϋπολογισμούς που, όπως αυτός του 2019, θα εγκρίνονται από τα όργανα της ευρωζώνης και οφείλουν να εφαρμόζουν τους «χρυσούς κανόνες» της λιτότητας. Για την Ελλάδα όμως θα υφίσταται το ειδικό καθεστώς επιτροπείας στη βάση των υπογραμμένων συμφωνιών για υπερπλεονάσματα-τέρατα τουλάχιστον 3,5% και ειδικές ρήτρες για την ανταγωνιστικότητα που επιβάλλουν πάγωμα μισθών και περιορισμό δικαιωμάτων. Επίσης για πλαφόν δαπάνης των ασφαλιστικών δαπανών ως ποσοστό επί του ΑΕΠ που πρακτικά σημαίνει πως είναι θέμα χρόνου οι αναλογιστικές μελέτες για τα ταμεία να οδηγήσουν σε νέες μειώσεις συντάξεων ίδιες και χειρότερες με αυτές ήταν να επιβληθούν από 1/1/2019 και αναβλήθηκαν. Αυτά την ίδια στιγμή που όλα ποντάρονται στους «ρυθμούς ανάπτυξης» που όμως και αναιμικοί είναι και περιλαμβάνουν την περαιτέρω ένταση των ιδιωτικοποιήσεων και την παροχή νέων φορολογικών προνομίων προς το κεφάλαιο. Στο στόχαστρο επίσης θα βρεθούν και οι δανειολήπτες της κρίσης που προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα αφού το οικονομικό επιτελείο είναι έτοιμο να δεχθεί τις προτάσεις του –κατά τα άλλα «δεξιού»– Γιάννη Στουρνάρα ώστε να φορτωθούν στις πλάτες των φορολογούμενων οι «μαύρες τρύπες» του τραπεζικού συστήματος.
Χαρακτηριστική ως προς αυτό ήταν και η θέση που πήρε ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής Φρ. Κουτεντάκης ο οποίος ουσιαστικά περιέγραψε τις προτάσεις του επικεφαλής της ΤτΕ ως ρεαλιστικές. Απαντώντας στον βουλευτή της ΔΗΣΥ Γιάννη Κουτσούκο σημείωσε: «Θέλω να περάσω στο θέμα των τραπεζών που είπε ο κ. Κουτσούκος, στο θέμα των σχεδίων που έχουν μπει στο τραπέζι, έχουν συζητηθεί κατά κάποιον τρόπο. Θα μείνω πιστός σε αυτό που είπα στην αρχή ότι δεν χρειάζεται να λέμε πολλά για τις τράπεζες. Όσον αφορά, όμως, στο συγκεκριμένο ερώτημα που θέσατε, αν η χρήση του αναβαλλόμενου φόρου ή η χρήση ειδικών εγγυήσεων του δημοσίου προς τις τράπεζες, ώστε να κατασκευαστεί ένα όχημα, όπως λέμε, που θα αναλάβει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, με τα δεδομένα που έχουμε αυτή τη στιγμή, κανένα από τα δύο δεν θα έχει δημοσιονομική επίπτωση. Και το ένα και το άλλο, δηλαδή, και ο αναβαλλόμενος φόρος και οι εγγυήσεις του δημοσίου θα έχουν δημοσιονομική επίπτωση μόνο εάν καταπέσουν. Δηλαδή, μια εγγύηση που δίνει το δημόσιο σήμερα, όσο εξυπηρετείται κανονικά δεν επηρεάζει τίποτα ούτε το χρέος ούτε το έλλειμμα. Η επίπτωση υπάρχει μόνο όταν καταπέσει αυτή η εγγύηση, δεν αποπληρωθεί δηλαδή, από τον υπόχρεο και από κει και πέρα έτσι θα δημιουργήσει μια δαπάνη.»
Το όλο εγχείρημα καλύπτεται επικοινωνιακά από τις συνεχείς παρουσίες του Αλέξη Τσίπρα στην Βουλή. Όπως ακριβώς έγινε την προηγούμενη εβδομάδα αφού ο πρωθυπουργός παρουσίασε στο κοινοβούλιο με θριαμβευτικό ύφος τις τροπολογίες για το κοινωνικό μέρισμα και την πενιχρή μείωση του ΕΝΦΙΑ. Έταξε μάλιστα μεγαλύτερες ελαφρύνσεις το 2020 αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην κυβέρνηση. Αυτά την ώρα που τα στοιχεία των εσόδων του προϋπολογισμού καταδεικνύουν ότι για μία ακόμη χρονιά «πληρώνουν το μάρμαρο» της φορολογίας τα λαϊκά στρώματα.
Πάντως το κυβερνητικό αφήγημα …τερμάτισε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης. Δήλωσε ότι το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ απέφυγε τη μεγάλη ρήξη για «να μην δημιουργηθεί χάος» αλλά «αν μια συνολική ρήξη δεν είναι εφικτή πάντα υπάρχει η δυνατότητα για ελεγχόμενες ρήξεις». Υποστήριξε ότι αυτή την τακτική ακολούθησε η κυβέρνηση και «από εδώ και μπρος πρέπει να δούμε πως θα δημιουργήσουμε κοινωνικούς όρους ώστε η κοινωνία να μας πιέζει…»!