Γιώργος Παυλόπουλος
Σε εξέλιξη το μπρα-ντε-φερ Ρώμης και Βρυξελλών, με την Κονφιντούστρια να τάσσεται στο πλευρό της ιταλικής κυβέρνησης
Μία εβδομάδα έμεινε μέχρι να εκπνεύσει η διορία (στις 15 Οκτωβρίου) που έχουν οι χώρες της ΕΕ προκειμένου να καταθέσουν προς έγκριση στην Κομισιόν το σχέδιο του προϋπολογισμού τους για το επόμενο έτος. Όπως δε είναι ήδη γνωστό, φέτος το μεγάλο διακύβευμα δεν αφορά την Ελλάδα, αλλά μια πολύ πιο μεγάλη και συστημική χώρα, η οποία ανήκει στον πυρήνα του εγχειρήματος της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Πρόκειται, φυσικά, για την Ιταλία των 60 εκατομμυρίων κατοίκων και των 2 τρισ. ευρώ με βάση το ΑΕΠ της, η κυβέρνηση της οποίας εμφανίζεται αποφασισμένη να αποκλίνει από τους στόχους στους οποίους είχαν δεσμευτεί οι προκάτοχοί της. Η Κομισιόν, σύμφωνα με ιταλικά δημοσιεύματα, έστειλε επιστολή στην Ρώμη με την οποία εκφράζει τη διαφωνία της
με το προσχέδιο προϋπολογισμού
Ονομαστικά, βεβαίως, η διαφορά που χωρίζει τις δύο πλευρές όσον αφορά στο προβλεπόμενο έλλειμμα του ιταλικού προϋπολογισμού για το επόμενο έτος δεν είναι μεγάλη – για την ακρίβεια, τα 10 περίπου δισ. ευρώ είναι μάλλον ένα αστείο ποσό για τα μεγέθη της Ιταλίας και της ΕΕ. Πολύ περισσότερο καθώς τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Οικονομικών της πρώτης έσπευσαν να διαβεβαιώσουν τους «τεχνοκράτες» των Βρυξελλών ότι όχι απλώς δεν προτίθενται με τίποτα να ξεπεράσουν το ανώτατο όριο του 3%, αλλά μετά το 2019, δεσμεύονται ότι θα μειώνουν διαρκώς το έλλειμμα, μέχρις ότου φτάσουν περίπου στα επίπεδα που απαιτεί σήμερα η Κομισιόν, δηλαδή κάτω από 2%, έναντι 2,4% που καθορίζεται για το 2019, με βάση το προσχέδιο.
Παρ’ όλα αυτά, η κόντρα θα δοθεί και θα είναι ενδεχομένως σκληρή – μόνο που δεν θα αφορά κυρίως τον προϋπολογισμό. Αυτό που πολύ απλά συμβαίνει σήμερα είναι ότι έχει ανοίξει για τα καλά το παιχνίδι που θα καθορίσει την επόμενη ημέρα της ΕΕ και της ευρωζώνης, τη δομή τους και τους συσχετισμούς εντός τους ανάμεσα στις χώρες-μέλη και ειδικά τις πιο ισχυρές. Ανάμεσα σε αυτές συγκαταλέγεται προφανώς και η Ιταλία, η οποία μάλιστα θεωρεί πως στην προηγούμενη φάση, που τώρα μοιάζει να κλείνει, ήταν ανάμεσα στους «ριγμένους» και δεν απολάμβανε το μερίδιο εξουσίας που (θεωρεί ότι) τη αναλογεί.
Πράγματι, με το Brexit να μπαίνει στην τελική και πιο κρίσιμη φάση του, όπου όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, με την Μέρκελ και τον Μακρόν να αντιμετωπίζουν σοβαρότατα προβλήματα στο εσωτερικό των χωρών τους και να αμφισβητούνται έντονα, αλλά και τις ευρωεκλογές (που φαίνεται πως θα είναι ιδιαιτέρως κρίσιμες) να πλησιάζουν, τα δεδομένα είναι σαφώς διαφορετικά σε σύγκριση με το παρελθόν. Και έτσι, η ιταλική ολιγαρχία και η κυβέρνησή της προφανώς θεωρεί ότι η συγκυρία είναι κατάλληλη για να προβάλει πιο δυναμικά και πιεστικά τις διεκδικήσεις της. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο σύνδεσμος βιομηχάνων Κονφιντούστρια έχει ταχθεί σχεδόν ανοιχτά υπέρ των θέσεων της κυβέρνησης, σε βαθμό που να προκαλεί αντιδράσεις – αλλά και ερωτηματικά για το κατά πόσο η θέσπιση ελάχιστου εισοδήματος και η κατάργηση της αύξησης στο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό αποτελούν απλώς στάχτη στα μάτια για να κρυφτεί η μεγάλη αντιλαϊκή επίθεση που ετοιμάζεται.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ούτε ότι η ΕΕ είναι αδύναμη και έτοιμη να παραδοθεί άνευ όρων στη Ρώμη και να δεχθεί τα αιτήματά της χωρίς μάχη, υπό τον φόβο ότι «η Ιταλία είναι πολύ μεγάλη για να καταρρεύσει». Πολύ περισσότερο καθώς οι δύο εταίροι στην κυβέρνηση της τελευταίας δεν τα βρίσκουν σε πολλά και έχουν ήδη τις πρώτες σοβαρές τριβές μεταξύ τους – ενώ παράλληλα, υπάρχουν οι «μετριοπαθείς» Κόντε και Τρία που πιέζουν προς την λεγόμενη φιλοευρωπαϊκή κατεύθυνση. Το παιχνίδι του καλού, του κακού και του άσχημου που έχει επιλέξει να παίξει η Ρώμη με τις Βρυξέλλες και το γαλλογερμανικό «διευθυντήριο» δεν είναι βέβαιο ότι θα αποδώσει αυτά που επιδιώκει.