Εκτός από τον πόλεμο στη Συρία υπάρχει και ο επικός κινηματογραφικός «πόλεμος της αιωνιότητας» της εξαιρετικά πετυχημένης σειράς Εκδικητές (Avengers). Η νέα ταινία αποτελεί την πιο φιλόδοξη υπερπαραγωγή βασισμένη στο σύμπαν των κόμικς της Μάρβελ και αποτελεί ένα εντυπωσιακό επίτευγμα της βιομηχανίας του Χόλιγουντ
Οδυσσέας Παλαιολόγος
Η ταινία Εκδικητές: Ο Πόλεμος της Αιωνιότητας (“Avengers: Infinity War”) βρίσκεται στον αντίποδα της λεγόμενης υψηλής τέχνης. Πρόκειται για ένα όπλο μαζικής κατανάλωσης, με οικονομικό μπάτζετ εκατοντάδων εκατομμυρίων, στην οποία πρωταγωνιστούν δεκάδες κινηματογραφικοί αστέρες κορυφαίου βεληνεκούς. Η ταινία βασίζεται στην εμβληματική σειρά κόμικς της Μάρβελ Εκδικητές (Avengers) στην οποία οι πιο ισχυροί υπερήρωες (άνθρωποι, τέρατα και ημίθεοι, με υπερφυσικές δυνάμεις) του πλανήτη Γη ενώνουν τις δυνάμεις τους για να σώσουν το σύμπαν από τον αφανισμό. Οι ταινίες της Μάρβελ όσο ρηχές και αν φαίνονται πάντοτε περιείχαν πολιτικούς συμβολισμούς και άλλωστε δεν μπορεί κανείς να σφυρίζει αδιάφορα για τους πατριωτικούς παραλληλισμούς και την αποθέωση του ηρωϊκού θανάτου στη μάχη σε μια εποχή που οι ΗΠΑ συμμετέχουν στον μίνι παγκόσμιο πόλεμο εναντίον των λαών της Συρίας. Χαρακτηριστική άλλωστε είναι η μεταμόρφωση του αρχηγού των Εκδικητών Κάπτεν Αμέρικα ο οποίος επιστρέφει αλλαγμένος μετά την προσωρινή του αποστρατεία!
Η υπόθεση μοιάζει απλοϊκή: Ο πανίσχυρος υπερκακός Θάνος, (από το θάνατος και όχι από το Θανάσης), επιτίθεται στο σκάφος του ασγκαρντιανών θεών Θορ και Λόκι και κλέβει ένα από τα έξι πετράδια της αιωνιότητας. Ανάμεσα σε αυτόν και στα υπόλοιπα τέσσερα, η απόκτηση των οποίων θα σημάνει την καταστροφή του μισού σύμπαντος, στέκουν μόνον οι ηρωϊκοί υπερήρωες εκδικητές.
Η ταινία βασίζεται στο «κινηματογραφικό σύμπαν της Μάρβελ» και αποτελεί μέρος του θαυμαστού κόσμου που χτίστηκε την τελευταία δεκαετία μέσα από 15 ταινίες και δεκάδες πρωταγωνιστές. Αυτό που επιχειρεί η ταινία μοιάζει εξαιρετικά περίπλοκο. Να ενώσει και να συνδυάσει μέσα σε τρεις ώρες όλες αυτές τις ιστορίες και τους ήρωες συνδυάζοντας καταιγιστική δράση χωρίς να «λιγώνει» και να κουράζει. Δεν τα καταφέρνει πάντα. Σε αρκετές αμήχανες σκηνές αισθάνεσαι μπουκωμένος σαν να έχεις φάει ένα ταψί μπακλαβά. Η συνταγή επαναλαμβάνεται σε κάποια σημεία ενώ υπάρχουν αρκετές άνισες στιγμές. Πάντως δεν μπορεί παρά να θαυμάσει κανείς την έμφαση στη λεπτομέρεια, την πολύ δύσκολη διατήρηση των απαραίτητων ισορροπιών, το συνολικό σχεδιασμό και συντονισμό της παραγωγής. Αυτό το καταφέρνει -σε ένα βαθμό- χάρη στην υποδειγματική σκηνοθεσία και το σπαρταριστό διάλογο που δεν είναι απλά μια συρραφή από εξυπναδίστικες ατάκες.
Αυτό που κάνει την ταινία να ξεχωρίζει από ανάλογες παραγωγές είναι η προσπάθεια να είναι απρόβλεπτη, οι πολύ πιο σκοτεινοί τόνοι και το σπάσιμο του κανόνα των κόμικς ότι οι «ήρωες δεν πεθαίνουν». Με έναν αντίπαλο επικών διαστάσεων άλλωστε κανείς δεν είναι ασφαλής. Η ταινία χρησιμοποιεί πολλά στοιχεία από τις καλύτερες στιγμές των «εναλλακτικών σειρών» της Μάρβελ όπως το Secret Wars κάτι που σε κάνει να αναρωτιέσαι αν το τέλος που βρίσκουν μαχόμενοι αρκετοί ήρωες είναι οριστικό.
Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Την ταινία μπορεί άνετα να την παρακολουθήσει και κάποιος που δεν έχει διαβάσει ποτέ στη ζωή του αμερικάνικα κόμικς και δεν έχει δει καμία από τις πρόσφατες ταινίες Σπάιντερμαν, Άιρον Μαν, Κάπτεν Αμέρικα, Θορ, Μαύρος Πάνθηρας κλπ. Απλά σε κάποια σημεία μπορεί να αισθανθεί μια μικρή σύγχυση ποιος πολεμάει ποιον. Το αποτέλεσμα είναι πολύ πιο απολαυστικό αν έχεις παρακολουθήσει την εξέλιξη της ιστορίας και των πρωταγωνιστών μέσα από τις προηγούμενες ταινίες της Μάρβελ.
Είναι λάθος να υποτιμάει κανείς τη λεγόμενη «μαζική τέχνη» που μοιάζει να είναι φτιαγμένη μόνο για να πουληθούν τόνοι ποπ-κορν και παγωμένης κοκα-κόλας σε αίθουσες μούλτιπλεξ. Για να υπάρξει αυτό το υπερθέαμα που φτάνει στις οθόνες μας συνεργάστηκαν ορισμένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της βιομηχανίας του θεάματος. Οι Εκδικητές με όλες τους τις ατέλειες είναι ένα επίτευγμα της ανθρώπινης δημιουργίας.