Ο Μάης του’68 ήταν μια μαζική αντισυστημική εξέγερση σε συνθήκες ανεπτυγμένου καπιταλισμού. Μπορούσε να εξελιχθεί σε επανάσταση; Κι αν ναι ποιοι ήταν οι παράγοντες που «έλειψαν»; Ποιος ήταν ο ρόλος του υποκειμενικού στοιχείου; Τι σημαίνει αυτή η συζήτηση για την επαναστατική πάλη στις σημερινές συνθήκες του ολοκληρωτικού καπιταλισμού;
Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Ο Μάης του ΄68 δεξαμενή σκέψης
Ποιος ήταν ο χαρακτήρας του Μάη του 1968; Ήταν μια νεανική και εργατική διαμαρτυρία κατά αναχρονιστικών και αντιδραστικών θεσμών του συστήματος; Ήταν μια βίαιη αντικαπιταλιστική αυθόρμητη εξέγερση που προκάλεσε παροδικό κλονισμό στο σύστημα; Ήταν έκρηξη επαναστατικής κατάστασης που δεν ολοκληρώθηκε σε επανάσταση; Ή ήταν μια ηττημένη επανάσταση, για πρώτη φορά σε συνθήκες ανεπτυγμένου καπιταλισμού;
Ο προσδιορισμός του χαρακτήρα του Μάη για το επαναστατικό κίνημα προφανώς δεν αποτελεί αίτημα ακαδημαϊκού προσδιορισμού, αλλά ανάγκη ιδεολογικού εξοπλισμού του σύγχρονου αντικαπιταλιστικού κινήματος ανατροπής για την επανάσταση του καιρού μας. Ό,τι κι αν αποφανθεί η πλούσια ήδη έρευνα για τον χαρακτήρα του, η μεγάλη προσφορά του στο κίνημα έγκειται στο ότι απέδειξε εμπράγματα ότι είναι ανυπόστατη η θεωρία του τέλους της ιστορίας και της αδιατάρακτης συνέχειας της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας. Και σ’ αυτή την κοινωνία η επαναστατική ανατροπή δεν αποτελεί αξιοπερίεργο μουσειακό έκθεμα, αλλά τον αντικειμενικά αναγκαίο και δυνατό όρο για την εξάλειψη του καπιταλισμού και την χειραφέτηση της κοινωνίας από την εκμετάλλευση γενικά. Ο Οκτώβρης του 1917 απέδειξε την δυνατότητα ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος και του κράτους του αλλά και τη δυνατότητα πραγματοποίησης βραχύβιων έστω σοσιαλιστικών μετασχηματισμών.
Ο Μάης του ’68 δεν υπήρξε επανάσταση, αλλά μια βίαιη μαζική εξέγερση με ισχυρά στοιχεία επαναστατικής κατάστασης, που θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε επανάσταση και μάλιστα νικηφόρα. Ο Μάης, αν και δεν αποτελεί ολοκληρωμένη επαναστατική εμπειρία, είναι πιο κοντά στην εποχή μας και με τα θετικά και αρνητικά του στοιχεία αποτελεί δεξαμενή σκέψης.
Σύγχρονα ερωτήματα αναζητούν απαντήσεις
Πολλές από τις δυνατότητες του Μάη αναιρούνταν από την απουσία συγκεκριμένης και ρεαλιστικής πολιτικής πρότασης, από την αδυναμία δυνάμεων του κινήματος να κατανοήσουν τον κομβικό ρόλο του αστικού κράτους
Την επαναστατική κατάσταση την αντιλαμβανόμαστε κατά κανόνα στην όξυνσή της και από μια δευτερεύουσα αιτία, θρυαλλίδα της μετατροπής της ποσοτικής συσσώρευσής της σε εκρηκτική ποιότητα. Αφετηρία του Μάη φαίνεται ότι είναι μια πολιτική φοιτητική εκδήλωση στη Σορβόνη στις 3 Μαΐου. Η εκδήλωση διαλύεται βίαια απ’ την αστυνομία και πολλοί φοιτητές συλλαμβάνονται. Το γεγονός γνωστοποιείται και σε λίγες ώρες το Καρτιέ Λατέν γεμίζει φοιτητές που συγκρούονται με τους αστυνομικούς σώμα με σώμα. Παρόμοια γεγονότα, με πιο χαρακτηριστικό την απαγόρευση των πρυτανικών αρχών στην Ναντέρ της εισόδου φοιτητών στους κοιτώνες των φοιτητριών, προκαλούν μαζικές βίαιες αντιδράσεις. Αυτά τα γεγονότα, που δεν αποτελούν βέβαια τις πραγματικές και βαθύτερες αιτίες του Μάη, προκαλούν τη θεωρητική αμηχανία και μαρξιστών διανοουμένων (κυρίως του ΚΚΓ) που εκτιμούν πως παρόμοιες αντιδράσεις αποτελούν καθημερινότητα και δεν έχουν σχέση με τον εκρηκτικό και μαζικό χαρακτήρα της επαναστατικής κατάστασης σύμφωνα με τον κλασικό του Λένιν. Θεωρούν έτσι τον Μάη βολονταριστική εκδήλωση και όχι έκφραση αντικειμενικής διαδικασίας, συμβάλλοντας στην προσπάθεια περιορισμού και ελέγχου του. Άλλοι στρέφονται σε μεταμοντέρνες αντιλήψεις, όπου το «συμβάν» (η έκρηξη του Μάη) αποσυνδέεται από τα αντικειμενικά αίτιά του και νοείται ως ανερμήνευτη ενδεχομενικότητα. Άλλοι, όπως όψιμος Αλτουσέρ, διατυπώνουν τη θεωρία της «συνάντησης» κατηγοριών ανθρώπων, που στη κανονική ζωή δεν συναντώνται ή που η συνάντησή τους δεν έχει σημαντικό αποτέλεσμα. Στη προκειμένη περίπτωση όμως η συνάντηση εργατών-φοιτητών δημιουργεί το «γεγονός του Μάη».
Η επαναστατική κατάσταση ακολουθεί μιαν αυξανόμενη ή και μειούμενη κλίμακα. Η εκτίμηση και αντιμετώπισή της δεν πρέπει να απολυτοποιεί τα πρώτα σκιρτήματά της, αλλά να διαμορφώνεται, όταν είναι σαφής ο χαρακτήρας της. Επί πλέον, η επαναστατική κατάσταση είναι μεν αντικειμενικά προσδιορισμένο γεγονός, εξαρτάται όμως και από τη δράση των ταξικών υποκειμένων. Για παράδειγμα, στον Μάη υπήρξε σύγκρουση των κορυφών του πολιτικού συστήματος, που δεν οδηγήθηκε όμως σε κρίση και αλλαγή διακυβέρνησης (πιθανώς με πραξικόπημα) από λάθος των αστών πολιτικών ή αλλαγή τακτικής της ηγεσίας του κινήματος. Τελικά, στη Γαλλία δεν διαμορφώθηκε η συνθήκη: «οι πάνω δεν μπορούν να ζήσουν και να κυβερνήσουν όπως παλιά», εξέλιξη καθοριστικής σημασίας για τον Μάη. Αυτό δεν σημαίνει ότι στη σύγχρονη ισχυρή και ώριμη αστική δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει αυτή η συνθήκη. Αντίθετα με την μερική πολιτική κρίση του πολιτικού συστήματος, που τελικά δεν οξύνθηκε επικίνδυνα, παρόντες και αποδεικτικοί της επαναστατικής κατάστασης στο Μάη είναι οι δύο άλλοι όροι της. Δηλαδή: «η όξυνση της φτώχειας και δυστυχίας των καταπιεζομένων τάξεων, περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως» και «η σημαντική άνοδος της δραστηριότητας των μαζών, σε αυτοτελή ιστορική δράση».
Αντίθετα, άρνηση της επαναστατικής κατάστασης και αμφισβήτηση της βαρύτητας του Μάη αποτελεί η αντίληψη ότι δεν ήταν αντισυστημικό κίνημα ανατροπής αλλά κίνημα διεκδίκησης, αφού δεν ήταν ριζωμένος στην όξυνση της βασικής αντίθεσης, καθώς ενέσκηψε προς το τέλος της «χρυσής τριακονταετίας» (1945-1975) της ευημερίας, της απασχόλησης, του κοινωνικού κράτους, της κυριαρχίας της αστικής δημοκρατίας. Η οικονομίστικη αντίληψη, που συνδέει την επαναστατική κατάσταση μονοσήμαντα με την ακραία φτώχεια, δεν ισχύει. Πρώτο: η μεταπολεμική κεϊνσιανή διαχείριση παρουσίαζε ήδη σημεία κόπωσης, στασιμότητα ανάπτυξης, αλλά και υψηλό πληθωρισμό, δυσκολία χρηματοδότησης του κράτους πρόνοιας, ένταση της νεοφιλελεύθερης αντίδρασης για το «σπάταλο κράτος», στασιμότητα στις αποδοχές, παράγοντες που απ’ τις αρχές της δεκαετίας του ’60 οδηγούν σε μαζικές απεργίες. Υπήρχαν λοιπόν οικονομικά προβλήματα κατώτερα βέβαια των προβλημάτων που δημιουργεί μια κρίση τύπου του 1929 και του 2008. Η εμφάνιση όμως του φαινομένου της ανεργίας και της μείωσης των αποδοχών σε κοινωνίες, που είχαν εθιστεί στις παροχές του κράτους πρόνοιας, προκαλούν πολλαπλάσιες αντιδράσεις. Παράλληλα, φούντωνε το άγχος της φοιτητικής νεολαίας, όχι μόνο ή κυρίως για την εξασφάλιση μιας εργασιακής θέσης, αλλά για τον ρόλο και την εργασιακή προοπτική σε μια μισοειδικευμένη εργασία στην ταιηλορική γραμμή αναντίστοιχη των σπουδών και προσδοκιών της νεολαίας. Η δυστυχία της νεολαίας και της εργαζόμενης διανόησης δεν προκύπτει μόνο ή κυρίως από μιαν ακραία πτώχευση, όπως συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας σε μεγάλο βαθμό, αλλά και απ’ την αναντιστοιχία των ικανοτήτων με τις οποίες εφοδιάζει το σύστημα τους νέους για τις ανάγκες του και της ρουτινιασμένης εκτελεστικής μισοειδικευμένης εργασίας που τους αναθέτει.
Δεύτερο: η όξυνση της δυστυχίας των μαζών που συνδέεται με την επαναστατική κατάσταση και τις εξεγερτικές διαθέσεις δεν προκύπτει μόνο απ’ τη φτώχεια. Αλλά και απ’ την εργασιακή υποβάθμιση, τον αυταρχισμό, τον πόλεμο, την κοινωνική αδικία, την κοινωνική και ατομική αποξένωση και υποβάθμιση, την έλλειψη νοήματος ζωής, το άγχος κά.
Τρίτο: ανεξάρτητα από τις αιτίες και τους ρυθμούς εκδήλωσης του κινήματος του Μάη, τι άλλο από εξεγερτικό κίνημα και επαναστατική κατάσταση αποτελεί ένα απεργιακό κύμα που στο απόγειό του υπερβαίνει τους 8.000.000 απεργούς, παραλύοντας την καπιταλιστική οικονομία, η απόρριψη του συμβιβασμού που πρότεινε η Αγία Τριάδα των ηγεσιών των συνδικάτων, των εργοδοτών και της κυβέρνησης, η κατάληψη των ΑΕΙ και των εργοστασίων, η κατάργηση εν τοις πράγμασι των αρχών τους, η προώθηση, όπως στην Κομμούνα και τα Σοβιέτ, της κυρίαρχης συνελευσιακής διαδικασίας, οι πανταχού παρούσες επιτροπές αγώνα και αλληλεγγύης, οι μαχητικές μορφές πάλης, οι καθημερινές μαζικές διαδηλώσεις, η αναβίωση των οδοφραγμάτων, η θαρραλέα σύγκρουση με τις αστυνομικές αρχές, η ηγεμονία στον πυρήνα του κινήματος της ανατρεπτικής στάσης εναντίον του συστήματος; Πολλά απ’ τα αγωνιστικά στοιχεία όμως αναιρούνταν από την απουσία συγκεκριμένης και ρεαλιστικής πολιτικής πρότασης, από την αδυναμία ευρύτερων δυνάμεων του κινήματος να κατανοήσουν τον κομβικό ρόλο του αστικού κράτους, από ουτοπικές φαντασιώσεις του τύπου «η φαντασία στην εξουσία». Το ότι το κίνημα εκδήλωσε μιαν αντιεξουσιαστική διάθεση απέναντι σε επιμέρους θεσμούς (οικογένεια, σχολείο, αστυνομία, εκκλησία κά) δεν συνεπάγεται ότι από τον πυρήνα του κινήματος δεν τέθηκε ζήτημα εξουσίας, αν και με αντιφάσεις και ανεπάρκειες.
Αχίλλεια πτέρνα της εξέγερσης του Μάη και της διαμορφούμενης επαναστατικής κατάστασης αποδείχτηκε το πολιτικό σύστημα. Παρά τον κλονισμό του απ’ την έντονη διαφωνία για την αντιμετώπιση του επικίνδυνου κινήματος (μαστίγιο-Ντε Γκολ, καρότο-Πομπιντού), τελικά τ’ αντίθετα ενοποιήθηκαν σε ενιαία στάση με απειλή βίας και κινδυνολογική προσφυγή σε εκλογές. Ακόμη, η μαζική γενική απεργία και η όξυνση της πάλης (27-30 Μαϊου) δεν κλόνισαν την αστική εξουσία, δημιουργώντας πυρήνες δυαδικής εξουσίας, λόγω της αρραγούς ενότητας της αστικής εξουσίας και των διαφωνιών στο κίνημα (επαναστατική, ρεφορμιστική, απολίτικη στάση).
Διασπασμένο κίνημα κατά ενωμένου αστισμού
Το αστικό στρατόπεδο ενοποιήθηκε για τη διατήρηση της εξουσίας, το λαϊκό όχι
Στην κρίσιμη καμπή της αναμέτρησης (27-30 Μαΐου), ενώ η αστική τάξη ενοποιήθηκε σε μιαν επιθετική πλατφόρμα που συνδύαζε απειλή βίας και χειραγωγική χρήση των εκλογών, το κίνημα παρά τη μεγαλειώδη γενική απεργία, δεν μπόρεσε να συγκροτήσει κάποια στοιχειώδη έστω μορφή δυαδικής εξουσίας, να επικεντρώσει την πάλη με την αστική τάξη στο κοινωνικό πεδίο και να αποτρέψει τη μετατόπισή της στο ευνοϊκό για την αστική τάξη πεδίο των εκλογών.
Οι κύριες δυνάμεις του κινήματος δέσμιες των ιδεολογικοπολιτικών τους ορίων και στοχεύσεων ακολούθησαν ασύμπτωτους δρόμους, που έστρωσαν χαλί στη θριαμβική πορεία του ενωμένου και αποφασισμένου αστισμού. Τμήμα του φοιτητικού χώρου ακολούθησε τον σοσιαλρεφορμιστή Μαντέλ Φρανς. Το ΚΚΓ συμμετείχε μεν στη γενική απεργία, για να την αποτρέψει από την επαναστατική ροπή της, αλλά πρότεινε «λαϊκή δημοκρατική κυβέρνηση» σε συμμαχία με τον σοσιαλδημοκράτη Μιτεράν. Ο τελευταίος ήταν θιασώτης «αριστερής» κυβερνητικής λύσης με υποβαθμισμένο το ρόλο του ΚΚΓ. Κυβερνητική λύση πρότειναν και οι τροτσκιστές αποκλείοντας τον Μιτεράν και τον Φρανς. Τα τμήματα του κινήματος που δεν ακολουθούσαν τη γραμμή των αριστερών κομμάτων αποπροσανατολίστηκαν και αντιμετώπιζαν αμήχανα τον αποφασιστικό και ευφυή ελιγμό του αστισμού.
Η αλήθεια είναι ότι στη φάση της αποφασιστικής αναμέτρησης είναι πολύ δύσκολο τα αριστερά κόμματα να συνομολογήσουν μια κοινή βάση, που ουσιαστικά την υπαγορεύει η αντικειμενική κατάσταση και να την προτείνουν και στο ανένταχτο αυθόρμητο κίνημα. Πολύ δύσκολο ναι, αδύνατο όχι. Το μαρτυρούν η Κομμούνα και η Οκτωβριανή Επανάσταση. Στη πρώτη ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα διαφορετικών προσανατολισμών, με αμοιβαίες υποχωρήσεις, συμφώνησαν για τη συγκρότηση και το πρόγραμμα της Κομμούνας, του πρώτου εργατικού κράτους στην ιστορία. Ανάλογα και στην Οκτωβριανή Επανάσταση, παρά τις διαφορές τους, Μπολσεβίκοι και Αριστεροί Εσέροι συμμάχησαν και σχημάτισαν την πρώτη επαναστατική κυβέρνηση.
Γαλλικός Μάης και ολοκληρωτικός καπιταλισμός
Ο Γαλλικός Μάης απέδειξε ότι και σε εποχές ανάπτυξης και ευημερίας οι ταξικές αντιθέσεις και η εκμετάλλευση όχι μόνο δεν εξαλείφονται, αλλά μπορεί να οξυνθούν σε ακραίο βαθμό, όπως συνέβη στον Γαλλικό Μάη. Η εμπειρία αυτή διατηρεί την αξία της και στον σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιταλισμό. Σ’ αυτό βέβαια το στάδιο είναι εμφανείς οι αντιθέσεις, αφού η αστική τάξη, για να ανατάξει την κερδοφορία της, εντείνει την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Σε περιόδους όμως ανόδου του καπιταλισμού οι αυταπάτες κερδίζουν πάλι έδαφος. Στην κρίση του 2008, ιδίως στις χώρες που εφαρμόστηκαν μνημόνια, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν ακραία και πραγματοποιήθηκαν μεγαλειώδεις αγώνες και κινητοποιήσεις. Αν και στα αυθόρμητα, σε μεγάλο βαθμό, κινήματα των πλατειών κυριάρχησε ένας ριζοσπαστισμός, αυτός στη συνέχεια χειραγωγήθηκε από ρεφορμιστικές δυνάμεις (ΣΥΡΙΖΑ, Ποδέμος, Μπλόκο κά) με δημαγωγικές επαγγελίες και κοινοβουλευτικό τακτικισμό. Οι αναλογίες με τον Γαλλικό Μάη στη φάση της κινηματικής έκρηξης και της συστημικής ενσωμάτωσης είναι εμφανείς.
Παρά την κινηματική καθίζηση στη περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (2015-2018) η εξαθλίωση των εργατολαϊκών μαζών και η αναπόφευκτη όξυνση των αντιθέσεων θα οδηγήσει πάλι σε πλημμυρίδα αγώνων. Αυτή είναι η νομοτελειακή λογική της ταξικής πάλης, που στη συνέχεια της άμπωτης προκαλεί ασυνέχειες και τομές. Το σύστημα όπως και το 1968 και το 2008 θα ακονίσει τα όπλα του παλιά και νέα. Ζητούμενο πάντως είναι η επαναστατική πρωτοπορία το κομμουνιστικό κόμμα της εποχής μας, με αντικαπιταλιστική τακτική και κομμουνιστική στρατηγική, στις φάσεις όχι μόνο της ανόδου αλλά και της στασιμότητας να μπολιάζει τις μάζες με το συνειδητό, αξιοποιώντας και τις δικές τους αγωνιστικές εμπειρίες.