ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΗΝΑΚΑΚΗΣ
Παρά το γεγονός ότι το ευρωκομμουνιστικό ρεύμα δεν είχε ακόμη εδραιωθεί, ούτε στη Γαλλία ούτε σε άλλες χώρες της Ευρώπης, είναι σαφές ότι δεν αποτελούσε «παρέκκλιση» από την κύρια κατεύθυνση του «ορθόδοξου» κομμουνιστικού κινήματος η τότε γραμμή του ΓΚΚ.
Ο μετέπειτα πρόεδρος, Φρανσουά Μιτεράν, ήταν κοινός υποψήφιος σοσιαλδημοκρατών και ΓΚΚ στις προεδρικές εκλογές
του 1965
Πυκνά σύννεφα πριν την έκρηξη του Μάη
Τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου του 1968 είχαν ήδη αρχίσει να κινούνται στη Γαλλία της Πέμπτης Δημοκρατίας οι υπόγειες διεργασίες που οδήγησαν στην έκρηξη του Μαΐου. Οι πρώτες αψιμαχίες στη Ναντέρ και τα άλλα πανεπιστήμια ήταν γεγονός, οι λεγόμενες «άγριες απεργίες» (καταλήψεις κόντρα στα συνδικάτα και την υφιστάμενη νομοθεσία περί απεργιών) είχαν αρχίσει να «σκάνε μύτη», οι διαδηλώσεις κατά της ιμπεριαλιστικής επέμβασης των ΗΠΑ στο Βιετνάμ συνεχείς. Κι εκεί που τα πάντα έμοιαζε να προμηνύουν θύελλα, στις 9 Ιανουαρίου, το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΓΚΚ) και η Ομοσπονδία Δημοκρατικής και Σοσιαλιστικής Αριστεράς (FGDS) του Φρανσουά Μιτεράν ζητούν να συγκληθεί η Εθνοσυνέλευση για να συζητηθούν τα «αντικοινωνικά» μέτρα που προωθούσε η κυβέρνηση Πομπιντού. Παράλληλα, οι Γάλλοι πολίτες πληροφορούνται ότι εντείνονται οι συζητήσεις μεταξύ ΓΚΚ, FGDS και Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSU) για τη διαμόρφωση κοινού εκλογικού προγράμματος — τελικά το Κοινό Πρόγραμμα διαμορφώθηκε το 1972. Ήταν η εποχή του «Τίποτα δεν γίνεται χωρίς το ΓΚΚ», προδρόμου του «Αλλαγή δεν γίνεται χωρίς το ΚΚΕ».
Έναν μήνα αργότερα (6/2/1968), ο Λοράν Σαλινί, έγραφε στην Humanité «Οι βαθιές δομικές μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα μας είναι οι εθνικοποιήσεις …αυτών μόνο των τομέων της οικονομίας που βρίσκονται στα χέρια των μεγάλων καπιταλιστών… Δέκα χρόνια αυταρχισμού έχουν κάνει επιτακτική τη συμμετοχή όλων των Γάλλων στη διεύθυνση των υποθέσεών τους. Με την ψήφο. Με την επέκταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών στην επιχείρηση …ελπίζουμε ότι οι δομικές μεταρρυθμίσεις και η πλήρης άνθηση της δημοκρατίας θ’ ανοίξουν το δρόμο για το σοσιαλισμό». Ψήφοι, λοιπόν, και εκλογές! Βέβαια, οι προηγούμενες εκλογές είχαν γίνει λίγους μόλις μήνες πριν (5 και 12 Μαρτίου 1967).
Η εμμονική προσήλωση του ΓΚΚ στη συνεργασία με τη σοσιαλδημοκρατία και η αναγωγή του κοινοβουλευτισμού σε φετίχ σε όλο τους το μεγαλείο. Πρόκειται για μια γραμμή που το χαρακτήριζε από τη δεκαετία του 1950 και σφράγισε τη στάση του όλο το πρώτο εξάμηνο του 1968 –και τον «καυτό» Μάιο– αλλά και μετά από αυτό. Ειδικά τον Μάιο, αυτή η εμμονή έφτασε σε ακραία σημεία. Τέτοια που και την απόσταση που υπήρχε ανάμεσα στο ΓΚΚ και το φοιτητικό και εργατικό κίνημα επέτειναν και το ίδιο το κόμμα έγινε παιχνιδάκι στους σχεδιασμούς του Μιτεράν.
Η εποχή του «τίποτα δεν γίνεται χωρίς το ΚΚ»
Σταθερό στη γραμμή της συνεργασίας, το ΓΚΚ προώθησε το 1962 συμφωνία αμοιβαίας στήριξης με τους σοσιαλδημοκράτες στον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών. Στη σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής (13-14/12/1962) καλούσε «όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις» (έκφραση κομβική — στη Γαλλία υποδήλωνε όσους ήταν αντίθετοι στην «προσωπική εξουσία» του Ντε Γκολ, στην Ελλάδα, αργότερα, όσους ήταν αντίθετοι στην «επάρατο Δεξιά») να δουλέψουν μαζί γύρω από κοινά αιτήματα και προγράμματα. Προσέθετε ακόμα ότι, παρότι παρέμεναν οι διαφορές για την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ, κανένα από αυτά τα ζητήματα δεν θα έπρεπε να είναι εμπόδιο στην ενότητα. Τα χρόνια που ακολούθησαν, υπέστειλε ακόμη περισσότερο τους αντιεοκικούς τόνους στο όνομα της ενότητας. Ο Μιτεράν, κοινός υποψήφιος σοσιαλδημοκρατών και ΓΚΚ στις προεδρικές εκλογές του 1965, εκμεταλλεύτηκε τη χαραμάδα για να ανοίξει διάπλατα την πόρτα: στην προεκλογική εκστρατεία, έκανε συχνά αναφορές υπέρ του ΝΑΤΟ και της ΕΟΚ. Για να φτάσουμε στο Κοινό Πρόγραμμα του 1972, όπου αναγνωρίζεται η αναγκαιότητα συμμετοχής στην ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ.
Δεν ήταν γραμμή μόνο του ΓΚΚ εκείνη την περίοδο η συνεργασία με τους σοσιαλδημοκράτες και οι «δομικές μεταρρυθμίσεις», οι οποίες θα άνοιγαν τον δρόμο για τον σοσιαλισμό. Απλώς το ΓΚΚ την εφάρμοζε με μεγαλύτερη θέρμη. Η Διεθνής Σύσκεψη των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων που πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα τον Ιούνιο του 1969 έδωσε μεγάλη βαρύτητα στην εν λόγω συνεργασία κομμουνιστών-σοσιαλδημοκρατών και πρόβαλλε τη «συμβολή» του ΓΚΚ. Υποστήριξε, μάλιστα, ότι η συνεργασία είναι αναγκαία όχι μόνο για την καθημερινή πάλη της εργατικής τάξης αλλά και «για να φτάσουμε σήμερα σε ένα προοδευτικό δημοκρατικό καθεστώς και να οικοδομήσουμε στο μέλλον τη σοσιαλιστική κοινωνία».
Η ανάγκη αυτής της συνεργασίας αιτιολογείται με διάφορα επιχειρήματα: συχνά με επιλεκτική κοπτοραπτική του Λένιν και κάποτε στο όνομα του διχασμού ανάμεσα στη βάση της σοσιαλδημοκρατίας (η οποία είναι πιο κοντά στους κομμουνιστές) και την ηγεσία (η οποία είναι πιο δεξιά)· άλλοτε παρουσιάζεται ως συνέπεια της ύφεσης ή του αγώνα για την ειρήνη και τον αφοπλισμό και ενίοτε ως απότοκο ή/και καθήκον της «ειρηνικής συνύπαρξης»· και πάντοτε προωθείται έχοντας ως δεδομένο ότι υπάρχει το κόμμα της εργατικής τάξης (το ΚΚ -αδιαπραγμάτευτο αξίωμα) και αναζητούνται τα κόμματα που εκπροσωπούν τα δυνάμει σύμμαχα προς αυτήν μη μονοπωλιακά στρώματα. Όσο για την ιδεολογική διαπάλη «με τους δεξιούς ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας», ξεκαθαριζόταν ότι «δεν στοχεύει στη διάσπαση ή το αδυνάτισμα των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων», αλλά επιδιώκει να συμβάλλει «στο δυνάμωμα της συνεργασίας προς το συμφέρον της εργατικής τάξης».
Από το ΚΚΕ, ασκείται εσχάτως κριτική στην προσήλωση του ΓΚΚ στη συνεργασία αυτή. Μερικές φορές η στάση του αποδίδεται σε χρουστσοφική επιρροή -όμως ο Χρουστσόφ ήταν παρελθόν από το 1964. Κυρίως, όμως, αντιμετωπίζεται ως συνέχεια της αποκήρυξης της δικτατορίας του προλεταριάτου στο 17ο Συνέδριο του ΓΚΚ (1965) και αποδίδεται στην οπορτουνιστική παρέκκλιση και τον ευρωκομμουνισμό του (που προφανώς υπήρχαν). Το ευρωκομμουνιστικό ρεύμα, όμως, δεν είχε ακόμα εκδηλωθεί ανοιχτά, ενώ η ρεφορμιστική γραμμή, η οποία αποκρυσταλλώθηκε πιο ευδιάκριτα μετά τη σύνοδό της ΚΕ του ΓΚΚ στο Σαμπινί (5-6/12/1968) και το μανιφέστο «Για μια προχωρημένη δημοκρατία, Για μια σοσιαλιστική Γαλλία!», είχε την έγκριση της σοβιετικής ηγεσίας. Για την ακρίβεια, αποτελούσε υλοποίηση της γραμμής του αντιιμπεριαλιστικού-αντιμονοπωλιακού συνασπισμού, η οποία στην Ελλάδα εκφράστηκε με τη μορφή της «νέας δημοκρατίας» (9ο Συνέδριο ΚΚΕ, Δεκέμβριος 1973) στα χρόνια της Δικτατορίας και της «δημοκρατίας του λαού» (10ο Συνέδριο ΚΚΕ, Μάιος 1978) στη Μεταπολίτευση. Εκφράσεις της σε επίπεδο τακτικής ήταν το «άθροισμα των δημοκρατικών δυνάμεων» και η «αλλαγή» ή «πραγματική αλλαγή με κατεύθυνση τον σοσιαλισμό».
Το επαναλαμβάνουμε: δεν αποτελούσε «παρέκκλιση» από την κύρια κατεύθυνση του ορθόδοξου ΚΚ, η γραμμή του ΓΚΚ. Το Ινστιτούτο Κοινωνικών Επιστημών της ΕΣΣΔ, στο βιβλίο Το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα-Ζητήματα στρατηγικής και τακτικής, εκθειάζει το Μανιφέστο του Σαμπινί, υποστηρίζει ότι οι κομμουνιστές δεν επιθυμούν «να εδραιώσουν τη δική τους ηγεμονία» εντός του μετώπου και ότι «προωθούν σε πρώτη γραμμή εκείνο που είναι κοινό για όλους τους εργάτες» (σαν να λέμε, τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή, ένα «μίνιμουμ πρόγραμμα»). Για να ισχυροποιήσει, μάλιστα, τη θέση περί κοινών σημείων μεταξύ κομμουνιστών και σοσιαλδημοκρατών, επικαλείται τον ΓΓ του ΓΚΚ Βαλντέκ Ροσέ, ο οποίος σημείωνε σε έκδοση που κυκλοφόρησε το 1968 με τίτλο Ο λενινισμός και το παγκόσμιο επαναστατικό εργατικό κίνημα: «Όπως είναι γνωστό, τα κομμουνιστικά και τα σοσιαλιστικά κόμματα στα καταστατικά τους και στα προγράμματά τους υποστηρίζουν σχεδόν με ταυτόσημες εκφράσεις ότι ο σκοπός που αγωνίζονται για να εκπληρώσουν είναι η κατάργηση των κοινωνικών τάξεων και η εξάλειψη της εκμετάλλευσης της μιας τάξης από την άλλη με την κοινωνικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής και ανταλλαγής, καθώς και με το μετασχηματισμό της καπιταλιστικής κοινωνίας σε κοινωνιστική, ή, με άλλα λόγια, σε κομμουνιστική κοινωνία». Ταλαίπωρε Μαρξ!