Με αφορμή τις εκλογές της Συσπείρωσης
Αιτίες της κακοδαιμονίας του ασφαλιστικού συστήματος
Εδώ και επτά ολόκληρα χρόνια (2010 – 17) οι συντάξεις των μισθωτών εργαζομένων έχουν υποστεί δίχως προηγούμενο περικοπές που φτάνουν το 30% – 40%, με την επιβολή τεσσάρων αλλεπάλληλων μνημονίων (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ). Τελευταία μάλιστα με την υιοθέτηση του νόμου Λοβέρδου – Κουτρουμάνη από την σημερινή κυβέρνηση, ψηφίστηκε ο νόμος Κατρούγκαλου (Μάιος 2016) που επιβάλει νέες μειώσεις κατά 20% – 30% με τον νέο τρόπο υπολογισμού τους, και ο νόμος Αχτσιόγλου (Μάιος 2017) που καταργεί την προσωπική διαφορά μεταξύ παλαιών και νέων συνταξιούχων. Οι αιτίες της επιβολής αυτής της κατακρεούργησης των συντάξεων (όπως συνολικότερα των μισθών και της απασχόλησης της εργατικής τάξης) είναι :
Α) Από τη μια πλευρά οι δημοσιονομικές περικοπές για την μετακύλιση του βάρους αποπληρωμής του δημόσιου χρέους που δημιούργησε η αστική τάξη και οι πολιτικοί της υπάλληλοι στους ώμους του εργαζόμενου λαού.
Β) Από την άλλη πλευρά για να απαλλαγεί το ελληνικό δημόσιο από την υποχρέωση καταβολής του μέρους του ασφαλιστικού κόστους που του αντιστοιχεί, παρά τις ισχύουσες νομικές προβλέψεις.
Γ) Τέλος για να ελαφρυνθεί το επιχειρηματικό κεφάλαιο από την καταβολή των κατάλληλων ασφαλιστικών εισφορών, με την πρόκληση της μεγάλης ανεργίας και την παντοειδή μείωση των ασφαλιστικών του υποχρεώσεων.
Οι στόχοι διεκδίκησης του συνταξιουχικού κινήματος
Ο κόσμος των συνταξιούχων ήταν από τα «εύκολα θύματα» των μνημονιακών πολιτικών, παράλληλα με τους μισθωτούς εργαζόμενους των οποίων το 25% έχει στερηθεί της εργασίας του, των εργαζομένων στην καπιταλιστική παραγωγή που έχουν αποψιλωθεί οι μισθοί και τα δικαιώματά τους, της νεολαίας που έχει βυθιστεί στην ανεργία, την ετεροαπασχόληση και παίρνει συστηματικά το δρόμο της μετανάστευσης. Κατά συνέπεια μια πολιτική που αποσκοπεί την αποτροπή της παραπέρα μείωσης των συντάξεων καθώς και στην αποκατάστασή του αρχικού νόμιμου επιπέδου τους, απαιτεί μεταξύ των άλλων :
1)Την ριζική αναδιανομή εισοδήματος σε βάρος του κερδοφόρου επιχειρηματικού κεφαλαίου και προς όφελος των συνταξιούχων, των ανέργων και των εργαζομένων με τους μισθούς των 500 ευρώ και στερημένων των κοινωνικών τους δικαιωμάτων και ελευθεριών.
2)Την αποκατάσταση της θεμελιακής υποχρέωσης του κρατικού προϋπολογισμού στην χορήγηση των πόρων προς τα ασφαλιστικά ταμεία, εφόσον αποτελεί τον τρίτο πυλώνα του ασφαλιστικού συστήματος, μέσα από την γενναία και εκτεταμένη φορολόγηση των ιδιωτικών καπιταλιστικών οικονομικών δραστηριοτήτων.
3)Την άμεση αντιμετώπιση του μέγιστου ζητήματος της ανεργίας που επιφέρει αιμορραγία των ταμείων κοινωνικής ασφάλισης (εφόσον οι άνεργοι δεν καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές), με εκτεταμένες δημόσιες παραγωγικές επενδύσεις, κοινωνικοποιήσεις νευραλγικών τομέων της οικονομίας, μείωση του χρόνου εργασίας κλπ.
Σαν κίνημα των συνταξιουχικών σωματείων έχουμε πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα ορισμένες κινητοποιήσεις, οι οποίες όμως αδυνατούν να πλαισιωθούν από την μεγάλη πλειοψηφία των συνταξιούχων για πολλούς λόγους (πολυδιάσπαση συνδικαλιστικού κινήματος, λαϊκή απογοήτευση από την χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ, αίσθηση αναποτελεσματικότητας των κοινωνικών αγώνων κ.ά.). Σε κάθε περίπτωση οι συγκεντρώσεις και πορείες διαμαρτυρίας υποστηρίχθηκαν από σωματεία συνταξιούχων όπως η Συσπείρωση, των Εκπαιδευτικών, καθώς και από τις οργανώσεις συνταξιούχων που πρόσκεινται στο ΠΑΜΕ. Ωστόσο δεν έτυχαν της αναγκαίας στήριξης από συνδικαλιστικές οργανώσεις συνταξιούχων του δημόσιου τομέα και των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, που κυριαρχούνται από συντηρητικές πολιτικές επιρροές.
Ενωτικές μορφές συγκρότησης του κινήματος συνταξιούχων
Με βάση την δεδομένη σήμερα κινηματική κατάσταση των πραγμάτων (χαμηλή μαζικοποίηση, διάσπαση του αγωνιστικού συνταξιουχικού κινήματος, αναποτελεσματικότητα συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας), χρειάζεται να εξεταστεί η ανάγκη για μια πιο αποτελεσματική, πιο ευρείας απήχησης και πιο ενωτική πορεία των συνδικαλιστικών ενώσεων των συνταξιούχων. Βέβαια μπορεί το σύνολο των ασφαλισμένων να υπάγεται πλέον σε έναν ενιαίο φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, πράγμα που διευκολύνει ενωτικές συνδικαλιστικές πρωτοβουλίες και διεργασίες, εντούτοις όμως συνεχίζουν να επιβιώνουν διαχωριστικές και συντεχνιακές λογικές μεταξύ των οργανώσεων συνταξιούχων της καπιταλιστικής οικονομίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, γεγονός που δυσχεραίνει τις ευρύτερες ενοποιήσεις. Χρειάζεται άρα η με κάθε τρόπο επιμονή σε κοινές αγωνιστικές δράσεις με την συμμετοχή του συνόλου των συνταξιουχικών δυνάμεων, με την πρωτοβουλία κυρίως των πλέον ενεργών και αγωνιστικών σωματείων, προκειμένου να επιβληθούν ντε φάκτο ενωτικές μορφές των ταξικών φορέων των συνταξιούχων.
Είτε δηλαδή ενιαίος φορέας συνδικαλιστικής συγκρότησης και έκφρασης των συνταξιούχων με βάση τις ρυθμίσεις του ΕΦΚΑ, είτε ξεχωριστά μεν συνδικαλιστικά σχήματα αλλά με συντονισμένη, κοινή, ενωτική αγωνιστική παρέμβαση. Σε κάθε περίπτωση μέσα σε ένα τέτοιο ενωτικό συνταξιουχικό μέτωπο, και με δεδομένες τις σημαντικές διαφορές στις χορηγούμενες συντάξεις στα διαφορετικά στρώματα των συνταξιούχων, είναι σαφές ότι οι διεκδικήσεις πρέπει να περιλαμβάνουν την εξίσωση των συντάξεων προς τα πάνω και όχι τον εκμηδενισμό τους προς τα κάτω. Προφανώς για να μπορέσει το κίνημα των συνταξιούχων να έχει αποτελέσματα στην προάσπιση και αποκατάσταση των συντάξεων απαιτείται η στενή του συμπόρευση με το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στο οποίο χρειάζεται να συμμετέχει ισότιμα και ενεργά.
Μια παρέμβαση με δυναμικά κοινωνικά χαρακτηριστικά
Όμως οι εργοδοτικές και συναινετικές δυνάμεις του θεσμικού συνδικαλισμού εμποδίζουν με κάθε τρόπο μια τέτοια συμμετοχή. Πώς μπορεί να παίρνει μέρος ένας εργαζόμενος σε μια συνδικαλιστική οργάνωση αφού συμπληρώσει ένα δίμηνο εργασίας στην επιχείρηση ή στον κλάδο, και δεν μπορούν τα σωματεία των συνταξιούχων να συμμετέχουν στα ΕΚ, τις Ομοσπονδίες και στις τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις; Δυστυχώς η ολοσχερής κατάρρευση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, με την συνέργεια των συντηρητικών δυνάμεων, που αποτελούν το μακρύ χέρι της εργοδοσίας και των αστικών κυβερνήσεων (δυνάμεις που συντάχθηκαν με την αστική τάξη υπέρ του «ναι» στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015), καθιστά ανέφικτη μια τέτοια προοπτική.
Συνεπώς, το ενωτικό και αγωνιστικό συνδικαλιστικό κίνημα των συνταξιούχων, ενώ χρειάζεται να σηκώνει τη σημαία μιας κοινής δράσης με το ταξικό κίνημα των ενεργών εργαζομένων, ταυτόχρονα, με δεδομένη την κατάσταση παραφθοράς και ανυποληψίας των θεσμικών συνδικαλιστικών οργάνων, απαιτείται να οργανώνει την δράση του αυτόνομα με πλέον δυναμικές μορφές παρέμβασης. Και επειδή οι συνταξιούχοι δεν μπορούν να κάνουν απεργία, εφόσον βρίσκονται εκτός του χώρου παραγωγής, και επειδή εξίσου οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας δεν κάνουν να ιδρώσει το αυτί της κρατικής μνημονιακής εξουσίας, η μοναδική δυνατότητα που απομένει είναι η διοργάνωση πραγματικών καταλήψεων δημόσιων κτηρίων και υπηρεσιών (ΕΦΚΑ, Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, Υπουργείου Βόρειας Ελλάδας, Κρατικές Οικονομικές Υπηρεσίες κλπ.), με την δυναμική απαίτηση τον τερματισμό της ατέλειωτης μείωσης των συντάξεων, και της αποκατάστασής τους στα αρχικά νόμιμά τους επίπεδα.
ΑΝΕΣΤΗΣ ΤΑΡΠΑΓΚΟΣ